ΤΑΣΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ

Παπακαλιάτης στο σινεμά: Τα κατάφερε ή τσάμπα η λάμπα; (κριτική)

Παπακαλιάτης στο σινεμά: Τα κατάφερε ή τσάμπα η λάμπα; (κριτική)

Ο Τάσος (ΤΑΖ) Θεοδωρόπουλος του συγχωρεί τα ασυγχώρητα, ίσως γιατί έχει ανάγκη από παραμύθι (και ερωτικό πάθος όπως μακαρόνια Barilla)

ΑΝ

Βαθμολογία: 6 / 10

Σε κανονικές συνθήκες ίσως ήμουν πιο σκληρός απέναντι στο «Αν». Τι εννοώ κανονικές συνθήκες; Το να μην περνούσα φάση ντεμί σεζόν οκαζιόν σαπουνόπερας καψούρας. Έλα όμως που την περνάω. Και έλα επίσης που ο συμπαθέστατος (το εννοώ) και εργατικότατος (το εννοώ) και ταλαντούχος (το εννοώ επίσης αν και δεν αναφέρομαι στην υποκριτική του αλλά στην ικανότητα του να έχει ανοιχτές τις κεραίες του και να μετουσιώνει πράγματα στο δικό του σύμπαν) Χριστόφορος, σε αυτό το κοινό απευθύνεται (μολονότι υποκρίνεται): Δηλαδή σε όλους εμάς που περνάμε ή σκηνοθετούμε ότι περνάμε φάση ντεμί σεζόν οκαζιόν καψούρας. Βάλ’ τα όλα αυτά κάτω και βάλε κι άλλο ένα: Μπορεί του ανθρώπου να του έχουν σούρει τα ευαγγέλια για τις τηλεοπτικές του σειρές, αλλά ξέρεις κάτι? Οι σειρές του ήταν και εξακολουθούν να είναι από τα πιο άρτια, μεστά, καλοφτιαγμένα, χορταστικά συναισθηματικά σαπούνια (αλλά σαπούνια όμως) που έκανε ποτέ η ελληνική τηλεόραση. Και αυτή εδώ η πρώτη του κινηματογραφική εξόρμηση είναι ακριβώς έτσι. Σαπούνι καρασάπουνο μεν, εξαιρετικά πακεταρισμένο δε για μια χωρίς πολλές απαιτήσεις κινηματογραφική ελληνική ψυχαγωγική βραδιά. Πολύ προτιμότερο από δεκαπέντε υπαρξιακά πετσιά της μοναξιάς και του νόμου της βαρύτητας που έχουν δει τα μάτια μου.

Όλες οι ευκολοχώνευτες αρετές αλλά και όλα τα (στομαχικά) προβλήματα της μυθοπλασίας του Χριστόφορου, είναι παρόντα, γνωστά και αναμενόμενα κι από κει και πέρα, take it or leave it. 1. Όμορφα στιλιζαρίσματα στο κάδρο τη σκηνογραφία και τη μουσική και φετιχοποίηση μέχρι τα όρια του αστείου. Εννοώ, πως ναι, έχεις κάθε δικαίωμα να γελάσεις που η γκόμενα κυκλοφορεί με ντε σε βο κίτρινο και ο ήρωας όπως πάντα κάνει ο ήρωας του Παπακαλιάτη (δηλαδή ο ίδιος) μένει στην Πλάκα με θέα την Ακρόπολη. Kαι που η μοιραία γυναίκα, δηλαδή η Μαρία Σολωμού φοράει κάτι τουαλέτες και έχει ένα μαλί λες και πάει να παίξει τη Μανόν Λεσκό στην όπερα. 2 Οι ατάκες των διαλόγων είναι από αυτές που αν τις πεις σε κανονικό γκόμενο ή γκόμενα σε έχει πει «μαλάκα» αμέσως και σε έχει διαγράψει από το facebook. Bάθος με το ζόρι για να βάλω μια υδατική κρέμα στην επιφάνεια του καλογυμνασμένου μου σώματος. Α, και τσιτάτα του Χρόνη Μίσσιου (εδώ το παράχεσες Χριστόφορε, όντως). 3. Είναι ομολογουμένως λίγο, χμμ, γελοίο να έχεις ένα σκυλί που το λένε Μοναξιά (ξερνάω) και να περνάς τα 15 πρώτα λεπτά της ταινίας σου μιλώντας μαζί της. Με τη Μοναξιά εννοώ που είναι αξιαγάπητη κατά τα άλλα σαν σκύλα.

4. Δεν καταλαβαίνω γιατί αφού κάνεις «σαπούνι» δεν το αγαπάς σαν σαπούνι αλλά πρέπει με το ζόρι να το απογειώσεις σε κάτι άλλο, με το ζόρι πιο σημαντικό και βαρύγδουπο, που όπως συνηθίζει ο Παπακαλιάτης στις ταινίες του, είναι κλεμμένο (μολονότι η κλοπή δεν είναι ντροπή). Όμως όταν αυτό που κλέβεις πατάει με το ένα πόδι στην ιδέα του «Απρόσμενου Έρωτα» με την Γκουίνεθ Πάλτρο και με το άλλο, στο σύμπαν του Κισλόφσκι (από το οποίο άντλησε και την έμπνευση της ο «Απρόσμενος Έρωτας» και χώνεις και τον Μίσσιο στη μέση αλλά και έναν φο μπιζού προβληματισμό για την οικονομική κρίση και κουραφέξαλα, ναι αγόρι, γεια σου και στην υγειά σου. 5. Χριστόφορέ μου σου συγχωρείται που είσαι τόσο νάρκισσος γιατί είσαι πραγματικά πολύ όμορφος. Όμως εδώ μάλλον το παράχεσες κομμάτι χωρίς να αντιλαμβάνεσαι το πόσο περιορισμένος είσαι σαν ηθοποιός. Στα τηλεοπτικά σου τουλάχιστον υπάρχουν υποπλοκές και δεύτεροι χαρακτήρες, εδώ είσαι μόνο εσύ και η Μαρίνα Καλογήρου, σε δύο εναλλακτικές εκδοχές μιας πραγματικότητας με ερωτικές σκηνές που αγγίζουν το σημείο καύσης της διαφήμισης των Barilla όταν μπάινουν στην κατσαρόλα και η μαγείρισσα ξερογλύφεται. Αν δεν είχες αίσθηση του όμορφου κάδρου θα μπορούσατε να το κάνετε και θεατρικό σκέτο. Όμως βρε αγόρι μου, σαν ηθοποιός δεν μπορείς να το σηκώσεις και δυστυχώς σαν σκηνοθέτης, παρασύρεις και τους υπόλοιπους να παίζουν τόσο κακά όσο κι εσύ. Εντάξει η Καλογήρου τη γλυτώνει λίγο ξώφαλτσα, αλλά με την Μπαζάκα καταφέρνεις το ακατόρθωτο: Την κάνεις να παίζει χειρότερα κι από τη σκυλίτσα τη Μοναξιά.

Από κει και πέρα, με το δίκιο σου θα μου πεις, γιατί 6άρι μετά από τόσες κακίες; Ε, εκεί είναι η μαγκιά του Χριστόφορου. Καταφέρνει και σε παρασέρνει (αν ξεχάσεις τα επί μέρους). Και επίσης προκύπτει διαβολικά, δαιμονικά έξυπνος. Ο τρόπος με τον οποίο κλείνει το μάτι στο παλιό ελληνικό σινεμά ενώ ταυτόχρονα ευαγγελίζεται τον εκμοντερνισμό του, είναι μοναδικός. Οι εμφανίσεις του Αντωνάκη (Γιώργος Κωνσταντίνου) και της Ελενίτσας (Μάρω Κοντού), σαν ένα άτυπο σίκουελ του «Η δε γυνή να φοβείται τον άντρα», σεβαστικό βάλσαμο χαρμολύπης. Και το δέσιμο, η ολοκλήρωση του μύθου της ταινίας, που ξεκινάει με ένα φαινομενικά άσχετο αυτοκινητιστικό ατύχημα του Βασίλη Χαραλαμπόπουλου, όμορφο και στρογγυλεμένο. Σε κάνει να ξεχάσεις τα μετέωρα ενδιάμεσα και να ζαχαρώσεις ψιλοδακρύζοντας, μολονότι γνωρίζεις πολύ καλά, ότι κανείς από αυτούς τους ήρωες δεν είναι τίποτα περισσότερο από ιδεογράμματα στιλιστικού παροξυσμού του Παπακαλιάτη σε ρόλο μινιμαλιστή ντεκορατέρ μαξιμαλιστικού υπέρ εγώ. Που όμως έχει μια βασική στην τελική ικανότητα: Να σε καβλώσει με το παραμύθι του.

*Η ταινία κυκλοφορεί στις αίθουσες από την Πέμπτη 29 Νοεμβρίου.

***ακολουθήστε τον ΤΑΖ στο facebook στο www.facebook.com/tazthebuzz, στο twitter ως klarinabourana, κάντε LIKE στην επίσημη σελίδα του fb SIGAIKA PRODUCTIONS, για να μαθαίνετε όσα χρειάζεστε, προκειμένου να καίτε τον εγκέφαλο (των άλλων) ή επικοινωνήστε με το terra_gelida@hotmail.com για μέιλ και υποθέσεις προσωπικής εκδίκησης