ΤΑΣΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ

Ο φόβος των δεινοσαύρων, της ΠΕΚΚ + το ΣΚΑΝΔΑΛΟ του φετινού Χρυσαλέξη

Ο φόβος των δεινοσαύρων, της ΠΕΚΚ + το ΣΚΑΝΔΑΛΟ του φετινού Χρυσαλέξη

ΑΓΑΠΗΤΟ ΜΟΥ ΒΑΡΔΑΡΟΛΟΓΙΟ (ΗΜΕΡΕΣ 6 / 7/ 8 / 9 / 10 : 6 – 9.11) TO FINALE KAI TA ΒΡΑΒΕΙΑ

Ο Τάσος (ΤΑΖ) Θεοδωρόπουλος στο “53ο ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ” χαίρεται, χορεύει και μετά τρώει κόλυβα γκουρμέ.

Mπορεί να είναι ξεβόλεμα κάποιοι επαναπροσδιορισμοί, αλλά δεν παύουν να είναι κομμάτι μιας ατέλειωτης εξελικτικής διαδικασίας. Στην οποία διαδικασία, ή μετέχεις προσπαθώντας να ακολουθήσεις τον παλμό της, ή την παρακολουθείς σαν τους γκρινιάρηδες γέρους του μάπετ σόου, εννοείται γκρινιάζοντας. Το σκεφτόμουν αυτό χτες το βράδυ της Παρασκευής στο πάρτι της Αποθήκης Γ. Το πρώτο πραγματικά επιτυχημένο πάρτι που έγινε φέτος σε αυτόν το χώρο, μάλλον εξ’ αιτίας του dj set των Ντέιβιντ, Jiles John και του Blue Lagoon από τη θρυλική ομάδα του Κορμοράνου που ξεσήκωνε τον κόσμο. Καθόμουν και παρατηρούσα τα 25χρονα να χτυπιούνται και να φλερτάρουν, τον Blue Lagοon με τα μαγικά δάχτυλα και τις φλέβες του να πετάνε στο λαιμό από την ένταση της μουσικής και την κάβλα της χαράς (κολάστηκα) και κάπου εκεί κατάλαβα. Ό,τι όλοι αυτοί που μου έλεγαν πριν ανέβω στη Θεσσαλονίκη «τι πας να κάνεις ρε μαλάκα εκεί, στο ψόφιο πράγμα» είναι από 40 και πάνω. Και αυτό που βλέπουν ή που φοβούνται σαν ψόφιο, δεν είναι τελικά το φεστιβάλ που μια και δυο χαρές ζωντανό αποδείχτηκε και φέτος, αλλά ο δικός τους θάνατος. Η δική τους απομάκρυνση από την πρώτη γραμμή των πραγμάτων. Ο θλιβερός φόβος των ετοιμοθάνατων δεινοσαύρων που αναγνωρίζουν πως μια νέα γενιά ανθρώπων ανατέλλει, - χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δε παίζει η πιθανότητα να κάνει τα ίδια και χειρότερα με την προηγούμενη, όμως είναι μια νέα γενιά. Που έχει πολύ πιο ζωτική σχέση με τον κινηματογράφο και τις ιστορίες που αφηγείται από κάθε κουρασμένη εξηντάρα που θεωρητικολογεί.

Μου έφτιαξε το κέφι αυτή η διαπίστωση, και είδα τα πράγματα λίγο διαφορετικά εν μέσω κρίσης, με τα τηλεοπτικά κανάλια να παίζουν μέρα νύχτα την ίδια εφιαλτική κατασκευασμένη λούπα κινδυνολογίας. Μπορεί στη διάθεση μου να φταίει και το ότι μετακόμισα από το ξενοδοχείο στο σπίτι του Κοσμά και του Παναγιώτη οπότε αισθάνομαι λίγο πιο σπιτικά και λίγο πιο ντόπιος με το λεωφορειάκι μου και τη διαδρομή μου στην πόλη. Πάντα το είχα καημό να σπάσω το αόρατο φράγμα της διαδρομής Τσιμισκή – Αποθήκες Λιμάνι στο φεστιβάλ και φέτος το κατάφερα με χαμόγελο. Είναι και η γλυκιά Μέμα, ο σκύλος της ο Ζίγκι που όταν πλησιάζω ξαπλώνει ανάσκελα σαν γατούλης και θέλει χάδια στην κοιλιά, η κόρη της η Εύα που φωνάζει χαμογελαστά «Τάσος – Ζίγκι», δε θέλει και πολλά ο άνθρωπος να χαμογελάσει, ειλικρινά Βαρδαρολόγιο μου. Άντε να θέλει μια φέτα θάλασσα και τον ουρανό όταν σουρουπώνει να σκίζεται σε λωρίδες πάνω από το Θερμαϊκό και μια ζεστή μπουγάτσα -οκ, το βουλώνω γιατί το παραγάμησα στο φολκλόρ.

Γενικά η Θεσσαλονίκη προσφέρεται για υπερβολές παντός τύπου τελικά, ντυμένες και γυμνές, συναισθηματικές ή σεξουαλικές, φαγώσιμες ή αλκοολικές και είναι μάταιο να τους αντισταθείς. 10 χρόνια μετά από το πρώτο μου φεστιβάλ (ναι, κι εγώ πάω για δεινόσαυρος σιγά σιγά φοβάμαι) το κατάλαβα επί τέλους, γλύτωσα περιττές ενοχές, έκανα και μια βόλτα στη σάουνα Spash που το είχα τάμα χρόνια τώρα για προσκύνημα. Χτες το βράδυ τσέκαρα το όνομα αυτού του όρθιου πιτσάδικου κάτω από τη Βαλαωρίτου που σου έλεγα και τις προάλλες Βαρδαρολόγιο μου, αλλά το ξέχασα μέχρι σήμερα. Ουρά από κόσμο 5 το πρωί και να βγαίνουν οι λεπτές κριτσινάτες ζύμες με τα λεπτά προσούτα και τις φλούδες παρμεζάνας από το φούρνο, μπροστά στα μάτια σου. Κι άλλη μια ευπρόσδεκτη είσοδος στο γρήγορο ναι, πρόχειρο όχι φαγητό της πόλης το μακαρονάδικο Pastaggio με pasta fresca όλων των ειδών να διαλέγεις σχήμα και άλεση και να τα συνδιάζεις με τη σος που επιθυμείς σε χάρτινο κουτάκι αλά αμερικάνα, για το σπίτι.

Κάπως έτσι πέρασαν οι μέρες, ίσως και λίγο πιο άγρια αλλά έχει μάθει η μάνα μου να χρησιμοποιεί το Internet, μαύρη στιγμή δηλαδή, κι από τότε άρχισα να αυτολογοκρίνομαι. Που εκείνα τα μεγαλεία τα παλιά με τις γεμάτες sex και αλκοόλ ανταποκρίσεις μου, τώρα παίζουμε σε παιδική ζώνη και καραδοκεί το ΕΣΡ (δηλαδή η κυρά Σοφία). Επαναπροσδιορισμός δηλαδή όχι μόνο στο φεστιβάλ που ξαναγυρνάει back to basics αλλά και στα γραφόμενα μου πλέον, για τις πράξεις μου και την αφοσίωση μου στην επιστημονική μελέτη της σεξουαλικής συμπεριφοράς νυχτόβιων λεπιδόπτερων. Δεν το εγγυώμαι ότι επαναπροσδιορίστηκα πάντως, έτσι για να σου αφήσω μια σπόντα να ξεμπερδεύουμε. Δυστυχώς όμως ούτε και τα βραβεία του 53ΟΥ Φεστιβάλ φαίνεται να επανπροσδιορίστηκαν ως προς τη μηδαμινή τους μάλλον αξία.

Για να εξηγούμαι, γενικά θεωρώ πως όλα τα φεστιβαλικά βραβεία έχουν ελάχιστη αξία, κι αν με ρωτήσεις ποιος το πήρε πέρσι στις Κάννες θα το θυμάμαι μόνο επειδή είναι πρόσφατο και ο Μίκαελ Χάνεκε, σταρ στο είδος του. Δε νομίζω όμως ότι υπάρχει υγιής άνθρωπος που να θυμάται ποιος πήρε πέρσι το Χρυσό Αλέξανδρο. Παρ’ όλα αυτά, βρίσκω εξαιρετικά ύποπτο ως και κραυγαλέο ότι ο φετινός Χρυσαλέξης πήγε στο μετριότατο από κάθε άποψη δανέζικο «Μια Πειρατεία / A Hijacking» του Τομπίας Λίντχολν. Από τη στιγμή που εξέχων μέλος της κριτικής επιτροπής είναι άλλο ένα από τα «χρυσά παιδιά» της άνοιξης του δανέζικου κινηματογράφου, ο σκηνοθέτης Όλε Κρίστιαν Μάντσεν («Flame and Citron") o oποίος πολύ απλά έπαιξε το ρόλο του καταλύτη για να παραδοθεί σε έναν συμπατριώτη του. Και όχι όποιον και όποιον συμπατριώτη του, αφού ο Τομπίας Λίντχολν είναι μια χαρά χωμένος στο δανέζικο art κύκλωμα. Μπορεί ο Χρυσαλέξης να απονέμεται σε πρώτη ή δεύτερη ταινία δημιουργού ώστε να του ανοίγει υποτίθεται τα φτερά για παραπέρα, όμως ο Λίντχολν κάθε άλλο παρά πρωτάρης είναι. Το «Μια Πειρατεία» είναι η δεύτερη μόλις σκηνοθετική του απόπειρα, όμως σαν σεναριογράφος, γνωρίζει τεράστιες δόξες στην πατρίδα του. Τόσο επειδή υπογράφει το θρυλικό πλέον σίριαλ «Borgen – Συνομωσίες Εξουσίας» που προβάλλει και η ΝΕΤ, όσο και επειδή είναι ο σεναριακός συνυπεύθυνος για τις δύο τελευταίες ταινίες του «διάσημου» Τόμας Βίντερμπεργκ, το «Submarino» και «Το Κυνήγι» που βραβέυτηκε στις Κάννες και προβάλλεται από την προηγούμενη Πέμπτη στις αίθουσες.

Τι κάνει νιάου νιάου στα κεραμίδια; Από τη στιγμή που η «Μια Πειρατεία», έχει ήδη μια μέγιστη ευκαιρεία διεθνούς καριέρας εφ’ όσον συμμετείχε στο φεστιβάλ της Βενετίας γιατί να του χαριστεί ο Χρυσαλέξης ο οποίος υποθετικά βοηθάει την εκκίνηση ενός δημιουργού;? Πόσο μάλλον αν έχεις μαζέψει και μια ντουζίνα καλές φεστιβαλικές κριτικές από τους γνωστούς υπόπτους των φεστιβάλ. Τι να σου κάνει μετά μια κριτική επιτροπή 5 μελών με πρόεδρο τον θεωρητικό πανεπιστημιακό γερμανό Τόμας Ελσαέζερ (τον ποιόν;) και μέλη τον Μάντσεν, την διευθύντρια του Ισλανδικού Κέντρου Κινηματογράφου Λόιβεϊ Γκούδγιονσντότιρ (όποιος το φορά ξέρει και να το προφέρει) μαζί με τον Πορτογάλο σκηνοθέτη Ζουάου Πέντρο Ροντρίγκες και τον μόνιμο συνεργάτη του Γιώργου Λάνθιμου («Κυνόδοντας») διευθυντή φωτογραφίας Θύμιο Μπακατάκη. Από όλους αυτούς μη σου πω και χωρίς υπερβολή πως ο Μπακατάκης είναι και ο πιο διεθνής (έδωσε τα φώτα" στο αμερικάνικο βραβευμένο gay love story «Keep the lights on») και ο πιο ταλαντούχος. Απ' τη μία οι κριτικές από τη Βενετία (που δε συνοδεύτηκαν όμως από κανένα βραβείο, γιατί άραγε;) από την άλλη το βορειοευρωπαϊκό λόμπι (Γερμανία – Δανία μία πόρτα συμμαχία, βάλε και άλλη μια υπερβόρεια κι εντελώς συγγενικής καταγωγής, κουλτούρα και νοοτροπία από την κείθε πλευρά του χάρτη, την Ισλανδία), σου λέει «κάτσε να το δώσουμε στο σιγουράκι». Σόρι κουκλίτσες μου, αυτό δεν ήταν Χρυσός Αλέξανδρος, διαγωνισμός της Eurovision ήταν.

Γιατί επιμένω πως το «Μια Πειρατεία» ήταν μια μετριότητα του κερατά; Κατ’ αρχάς επειδή είχα τη χαρά να το δω με φίλους που αγαπάνε παθιασμένα το σινεμά αλλά δεν έχουν επαγγελματική, ανταλλακτική σχέση μαζί του. Και μείνανε κουλοί όπως κι εγώ. Πολύ κακό για το τίποτα που καταλήγει στο τίποτα. Σομαλοί πειρατές καταλαμβάνουν δανέζικο πλοίο, και ο CEO της πολυεθνικής στην οποία ανήκει το βαπόρι αρχίζει τις σκληρές διαπραγματεύσεις παίζοντας με το χρόνο αλλά και τις ζωές των αιχμαλώτων του πληρώματος. Λίγο πριν έχει παίξει σκληρό πόκερ με κάτι ιάπωνες (για να καταλάβουμε ότι είναι και αμείλικτος). Από κει και πέρα, το γιατί λειτουργεί όπως λειτουργεί, η ψυχολογία των αιχμαλώτων, οι πειρατές που σκάνε σαν καρικατούρες και γενικά όλη η αναληθοφάνεια της κατάστασης με το καράβι να βολοδέρνει τέσσερις μήνες σε καθεστώς πειρατείας χωρίς καμία άλλη παρέμβαση, είναι τόσο σχηματικά (και καλά ντοκιμενταρίστικα) σκιαγραφημένη, που σε κάνει να μη δίνεις μία αν τους σκοτώσουν όλους ή αν σωθούν. Κι αυτό, ειδικά για κάποιον σκηνοθέτη με τέτοια προϋπηρεσία και εμπειρία στο γράψιμο σεναρίου, είναι μάλλον ασυγχώρητο. Και τέλος πάντων, για να ξεμπερδεύουμε, ακόμα κι αν δεν είναι έτσι, εννοώ ακόμα κι αν η ταινία είναι όντως τόσο καλή και είμαι εγώ απλά ο μόγγολος, πολύ απλά δεν τη βάζεις με αυτές τις περγαμηνές από πίσω, να διαγωνίζεται στο διεθνές σου διαγωνιστικό γιατί ο αγώνας εξ’ ορισμού είναι άνισος. Την κάνεις «ειδική προβολή». Οπότε κάτι άλλο τρέχει κι ας τρέχει εκεί που θέλει, μακριά από μένα.

Ακυρώνει το παραπάνω, σαν κατάσταση κι επιλογή, ένα ποσοστό της χαράς που εξέφρασα στην αρχή αυτού του άρθρου; Όχι. Αλλά επανατοποθετεί μερικά πράγματα σε μια λανθάνουσα δεινοσαυρική κατάσταση κυριαρχίας lobby και συμφερόντων, ενώ λέγαμε ότι πάμε να ξεφύγουμε απ’ αυτήν. Τες πα, επειδή βραδιάζει και ετοιμάζομαι να βγω και να αστράψω δε θα κάτσω να συγχιστώ άλλο. Δικά τους είναι τα βραβεία, ας τα κάνουν ότι θέλουν. Ασ’ τα δώσουν και στον Κούνδουρο. Τα υπόλοιπα (και πολύ πιο ισορροπημένα) βραβεία του 53ου φεστιβάλ Θεσσαλονίκης λοιπόν είναι τα εξής:

*Αργυρός Αλέξανδρος στην τουρκογερμανική «Μούχλα / Mold» του Αλί Αϊντίν.

*Χάλκινος Αλέξανδρος (για πρωτοτυπία και καινοτομία) και βραβείο σεναρίου στον Ισραηλινό «Επίλογο» του Αμίρ Μανόρ.

*Βραβείο Σκηνοθεσίας στον Αντόνιο Μέντεθ Εσπάρθα για την ισπανοαμερικανομεξικάνικη ταινία «Eδώ κι εκεί / Αqui y Alla».

*Βραβείο Γυναικείας Ερμηνείας στην Γιούλια Κίγιοβσκα για την πολωνική ταινία «Αγάπη / Loving» του Σλάβομιρ Φαμπίτσκι.

*Βραβείο Αντρικής Ερμηνείας στον Γιάννη Παπαδόπουλο για την ελληνική ταινία «Το αγόρι τρώει το φαγητό του πουλιού» του Έκτορα Λυγίζου.

*Βραβείο καλλιτεχνικής επίτευξης στη ρώσικη ταινία «Ζωή / Living» του Βασίλι Σιγκάρεφ.

*Ειδική Μνεία 1 στο ιρανικό «Ταμπούρ / Taboor» του Βαχίντ Βακιλιφάρ.

*Ειδική Μνεία 2 στο βουλγάρικο «To χρώμα του χαμαιλέοντα / The color of the chameleon» του Εμίλ Χρίστοφ.

*Η θεόκουλη (όπως πάντα) αντιπροσωπεία της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου, FIPRESCI ξεχώρισε ως καλύτερη ταινία του Διεθνούς Διαγωνιστικού το «Μια Πειρατεία» και καλύτερη ελληνική ταινία του φεστιβάλ το «Αγόρι τρώει το φαγητό του πουλιού».

Επειδή όπως καταλαβαίνεις Βαρδαρολόγιο μου, γράφεσαι την ώρα που σκάνε οι εξελίξεις, ήμουνα έτοιμος να σε κλείσω για φέτος και να σε αποχαιρετήσω μέχρι του χρόνου, για να ξανανοίξουμε τα κιτάπια μας. Συνήθως οι αποχαιρετισμοί μου φημίζονται για το επικό μελοδραματικό τους μένος τύπου μιούζικαλ που βγαίνει όλος ο θίασος και τέτοια. Όμως φέτος, εκεί που ήμουν έτοιμος να κλείσω, ήρθε στο e mail μου ένα από τα πιο αστεία κείμενα που έχω διαβάσει εδώ και καιρό και πρέπει να το μοιραστώ μαζί σου. Προέρχεται από την Πανελλήνια Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου (την ΠΕΚΚ) της οποίας εννοείται ότι δεν είμαι μέλος, δεν το επιθυμώ όπως δεν το επιθυμούν και οι σουφραζέτες της γιατί θα βγάλουμε αμφότερες τον καρκίνο. Σας το παραθέτω αυτούσιο, διαβάστε το με δική σας ευθύνη γέλωτα:

Θεσσαλονίκη,
10 Νοεμβρίου 2012

Ύστερα από την τακτική Γενική Συνέλευση της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου, τα μέλη της:

α) Αποφασίζουμε να μην απονείμουμε βραβεία σε ένδειξη διαμαρτυρίας, επειδή ο διευθυντής του φεστιβάλ μας απαγορεύει να λάβουμε μέρος στην τελετή λήξης και απονομής.

β) Απέναντι στην αψυχολόγητη και αυθαίρετη απόφαση, ενώνουμε τη φωνή μας με όλους όσοι αγωνίζονται εναντίον κάθε μορφής λογοκρισίας απ' όπου κι αν προέρχεται.

γ) Σε συνθήκες κρίσης, νιώθουμε υποχρεωμένοι να εκφράσουμε την ανησυχία μας για παρόμοια κρούσματα, συνεχίζοντας παρ' ολ' αυτά να στηρίζουμε τον θεσμό όπως δεκαετίες τώρα, με αποκορύφωμα την πρωτοβουλία μας για διεθνοποίηση του, 20 χρόνια πριν.

δ) Επιμένουμε στην υπεράσπιση της πολυφωνίας και στη σταθερή μας αντίθεση στην χειραγώγηση, στην εκδήλωση ιδιοκτησιακών συμπεριφορών και στο παιχνίδι των δημοσίων σχέσεων.

ε) Ελπίζουμε, ο θεσμός, οι αρμόδιοι και οι επικεφαλής του να συνειδητοποιήσουν το ιστορικό τους λάθος και το συντομότερο ν' αποκατασταθεί η τάξη των πραγμάτων.

Ραντεβού την επόμενη χρονιά.

Σιγά μαντάμ μη χάσατε το ραντεβού σας με την ιστορία. Πιο πολύ να χέστηκε η ιστορία δε νομίζω. Από τους απλούς θεατές μέχρι την ελληνική καλλιτεχνική κοινότητα. Για τις διαπλεκόμενες πασιονάριες της ΠΕΚΚ που δεν έχουν κάνει μία κίνηση απέναντι σε περιστατικά απόλυσης συναδέλφων εξ’ αιτίας της λόγιας έκφρασης γνώμης. Πριν μιλήσετε για χειραγώγηση και λογοκρισία τσεκάρετε εσείς οι ίδιοι ποιους αποδέχεστε στο μιαρό οικοδόμημά σας που έχει συμβάλλει τα μέγιστα στην καταστροφή της ελληνικής κινηματογραφίας. Και μετά ξεκινήστε την επανάσταση σας για να 'χετε να κάνετε και κάτι να περνάει η ώρα σας, όχι τίποτα άλλο, κυλάει και δύσκολα ο χρόνος στα βαθιά γεράματα.

***ακολουθήστε τον ΤΑΖ στο facebook στο www.facebook.com/tazthebuzz ή στο profile Tassos Theodoropoulos, στο twitter ως klarinabourana ή στο terra_gelida@hotmail.com