ΑΠΟΨΕΙΣ

Καιγόμαστε, γιατί αντιμετωπίζουμε έναν εχθρό με πολυβόλα, κι εμείς αμυνόμαστε με τόξα και βέλη

Καιγόμαστε, γιατί αντιμετωπίζουμε έναν εχθρό με πολυβόλα, κι εμείς αμυνόμαστε με τόξα και βέλη
Newsbomb.gr / Σωτήρης Σκουλούδης

Το μεσογειακό οικοσύστημα είναι «φτιαγμένο» να καίγεται, προκειμένου να αναγεννάται και τα γηραιότερα δένδρα να δίνουν τη θέση τους στα νεότερα. Οι φωτιές στη χώρα μας ήταν πάντα μια πραγματικότητα λοιπόν, αυτό που έχει αλλάξει ωστόσο είναι η συχνότητα και η ένταση του φαινομένου των δασικών πυρκαγιών.

Οι ημέρες ακραίου καύσωνα έγιναν περισσότερες, αφού η κλιματική αλλαγή, που παρά τις προειδοποιήσεις και τις επιστημονικές κραυγές εδώ και δεκαετίες δεν προλήφθηκε και «αναβαθμίστηκε» σε κλιματική κρίση, όπερ σημαίνει ότι τα ακραία φαινόμενα, και δη οι πυρκαγιές ή οι μέγα-πυρκαγιές, έγιναν συχνότερα και εντονότερα.

Ωστόσο, εμείς μείναμε οι ίδιοι και αντιμετωπίζουμε ένα νέο, στην πραγματικότητα, φαινόμενο, με τους όρους που το κάναμε τη δεκαετία του 1980 – και εμμένοντας μάλιστα στα λάθη της εποχής εκείνης, αφού όπως λένε οι ειδικοί, το μεγάλο σφάλμα ήταν η μετάβαση των αρμοδιοτήτων των καθ΄ ύλην αρμόδιων για τα δάση, των δασαρχείων, στην Πυροσβεστική Υπηρεσία, τα στελέχη της οποίας εκπαιδεύονται και προετοιμάζονται πρωτίστως για την αντιμετώπιση της φωτιάς σε αστικό περιβάλλον.

Πόσο αποτελεσματικοί μπορούν να είναι οι πυροσβέστες όταν επιχειρούν σε έναν παντελώς άγνωστο σε αυτούς χώρο, π.χ. στη βορειοδυτική πλευρά των Δερβενοχωρίων, στα δυσπρόσιτα χωριά της Καρύστου ή μέσα στο βαθύ δάσος της Ρόδου; Και οι εναέριες ρίψεις, που αναγκαστικά δεν είναι ποτέ αρκετές σε μεγάλο μέτωπο, εκτός αν επιχειρεί από τον αέρα διαρκώς ένας ολόκληρος στόλος, κατά πόσο μπορούν πραγματικά να ανακόψουν τις φλόγες, ειδικά όταν υπό τις παρούσες -και συνήθως ακραίες- συνθήκες και θερμοκρασίες, το νερό συχνά εξατμίζεται στον αέρα πριν φτάσει στον στόχο του;

Την απάντηση τη γνωρίζουμε όλοι, αρκεί να ανακαλέσουμε τις κατεστραμμένες περιοχές και τα εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα δάσους που χάθηκαν τα τελευταία χρόνια και χάνονται μέχρι και τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές.

Είναι σαφές, ότι ο κρατικός μηχανισμός -ο οποιοσδήποτε μηχανισμός, όπως φαίνεται κι από τα πενιχρά αποτελέσματα της δασοπυρόσβεσης σε γειτονικές αλλά και πιο μακρινές χώρες- δεν μπορεί να ανταποκριθεί σε αυτό το ολοένα και πιο απειλητικό και καταστροφικό φαινόμενο, αυτό των μεγα-πυρκαγιών.

Οι αναλύσεις της κατάστασης και οι προτάσεις που προκύπτουν από τους ειδικούς, βρίσκονται εδώ και χρόνια δημοσιευμένες, τόσο στον Τύπο, όσο και σε ειδικούς φορείς και πανεπιστήμια και σε γνώση των φορέων της Πολιτικής Προστασίας - πολύ σωστά που οι αρμοδιότητές της έγιναν ειδικό υπουργείο.

Δυστυχώς όμως, οι προσπάθειες να αλλάξουμε πραγματικά, ώστε να κοιτάξουμε τις νέες, πιο πύρινες φλόγες, αυτές του 21ου αιώνα, με αυτοπεποίθηση ότι μπορούμε να τις νικήσουμε, είναι πενιχρές και αποσπασματικές. Από αυτή την κυβέρνηση, την προηγούμενη 4ετία και υπό το πρίσμα της εθνικής τραγωδίας στο Μάτι, οργανώθηκε μια πρωτοβουλία σύστασης επιτροπής με τη συμμετοχή των ειδικών για την αντιμετώπιση του φαινομένου, ωστόσο τίποτα ρηξικέλευθο δεν προέκυψε, τόσο θεωρητικά, όσο και, κυρίως, επί του πεδίου.

Το «αντιπυρ», για παράδειγμα, μια σύγχρονη και αποτελεσματική τεχνική που ακολουθείται με επιτυχία εδώ και χρόνια από άλλες χώρες, παρουσιάστηκε και εντάχθηκε στον σχεδιασμό της δασοπυρόσβεσης, σπάνια όμως το είδαμε να εφαρμόζεται.

Το κλειδί, ωστόσο, δεν είναι η καταστολή -η εύκολη άποψη ότι όσο πιο πολλούς πυροσβέστες ρίξουμε στη μάχη ή όσο πιο πολλά εναέρια έχουμε διαθέσιμα, τόσο πιο αποτελεσματικά θα σβήνουν οι φωτιές, δεν αποτελεί παρά ένα μέρος της σπαζοκεφαλιάς των πυρκαγιών που έπρεπε να έχουν λύσει από… χθες, η χώρα μας και τόσες άλλες.

Δεν μπορείς να αντιμετωπίζεις με όρους -αλλά και μέσα ουσιαστικά- 20ου αιώνα, ένα πρόβλημα που προέκυψε βίαια και απότομα -ή όχι και τόσο απότομα για όσους φωνάζουν για την κλιματική αλλαγή από τη δεκαετία του 1990- τον 21ο αιώνα.

Η τεχνογνωσία όμως ήδη υπάρχει, όπως και οι μέθοδοι, αλλά και η τεχνολογία που θα μας κάνει πιο αποτελεσματικούς, ώστε να προστατεύσουμε εμάς, τα δάση μας, τη φύση και τα ζώα. Κάποιος όμως πρέπει να πάρει μεγάλες αποφάσεις.

Οι προτάσεις αυτές -συγκεκριμένες, δοκιμασμένες, κοστολογημένες αλλά και γνωστές για την αποτελεσματικότητά τους- των ειδικών, δεν πρέπει πλέον να λειτουργούν ως «εναλλακτικές», αλλά ως αναγκαστικός μονόδρομος μιας νέας, σύγχρονης Πολιτικής Προστασίας και Πυροσβεστικής Υπηρεσίας, ώστε όλος αυτός ο κόπος των χιλιάδων ανδρών και γυναικών, όπως και η μνήμη των ηρώων που πέφτουν στο καθήκον για να μας προστατέψουν, να δικαιωθούν. Και να σταματήσουμε να καταστρεφόμαστε.

Σήμερα, κι αυτό το ξέρουν καλά και οι δημοσιογράφοι που τα ρεπορτάζ τους μονοπωλούνται εδώ και χρόνια από τις πυρκαγιές κάθε καλοκαίρι και βρίσκονται συχνά στην πρώτη γραμμή του πυρός, είναι σαν διεξάγεται μια μάχη, στην οποία οι μεν, που έχουν όλη τη διάθεση και θάρρος, πολεμούν με τόξα και βέλη, απέναντι σε έναν εχθρό με πυραύλους, πολυβόλα, αλλά και επαρκείς «ασπίδες» για αυτά τα βέλη. Αν ο παραλληλισμός αυτός φαίνεται υπερβολικός σε κάποιους, δεν έχουν παρά να γίνουν πιο παρατηρητικοί, τόσο κατά τη διάρκεια της «μάχης», όσο και την επόμενη ημέρα, αξιολογώντας τα αποτελέσματά της.

Είναι στο χέρι μας, το αν και πότε θα αντιληφθούμε ότι ο εχθρός που αντιμετωπίζουμε έγινε πιο ανθεκτικός, πιο καταστροφικός και πιο μεγάλος, οπότε και εμείς πρέπει να προσαρμόσουμε την τακτική μας. Όπου τακτική, βάλτε τη λέξη «πρόληψη» έναντι της εμμονικής έμφασης στην καταστολή, η οποία επαρκεί μόνο για μικρού πια μεγέθους φωτιές.

Τα περιθώρια δεν υπάρχουν και η κλιματική κρίση που βαίνει όλο και πιο καταστροφική δεν επιτρέπει ούτε μια ημέρα αναλγησίας.

Πολύ ενδεικτικά, κάποια από τα μέτρα που προτείνουν οι ειδικοί είναι:

-Συγκεκριμένα και τακτικά μέτρα πρόληψης, σε επίπεδο κρατικό και ατομικό.

- Ολοκληρωμένη διαχείριση των δασών, μέσω ίσως ενός νέου Φορέα, με ανθρώπους που θα ζουν και θα εργάζονται μόνιμα σε αυτά – κάτι σαν το παλιό Δασαρχείο, που αντικαταστάθηκε ουσιαστικά από την… πυροσβεστική των αστικών κέντρων.

-Ολοκληρωμένη διαχείριση σημαίνει διάνοιξη δασικών δρόμων, καθαρισμοί της καύσιμης ύλης, έγκαιρη παρατήρηση και προσβολή της πρώτης εστίας και γενικά δράσεις που όταν έρθει η κρίσιμη ώρα, τότε το έργο των δασοπυροσβεστών θα γίνεται πιο εύκολο – ή έστω, όχι ακατόρθωτο.

- Ακόμα πιο αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο για τις εμπρηστικές ενέργειες -ηθελημένες ή όχι. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο εμπρησμός έγινε πολύ πρόσφατα κακούργημα.

- Πιο αποτελεσματική καταστολή, μέσω της επιστημονικής γνώσης που θα υπαγορεύει και την κατάλληλη τακτική κατάσβεσης σε κάθε περίπτωση, αλλά και των πιο σύγχρονων τεχνολογικών μέσων. Σε χώρες του εξωτερικούς, υπάρχουν ακόμα και πυροσβεστικά ρομπότ -επίγεια και εναέρια- που ρίχνονται στην κυριολεξία μέσα στη φωτιά.

To WWF Ελλάς, σε πρόσφατη ανακοίνωσή του για το θέμα των πυρκαγιών, καταλήγει:

«Ο δρόμος της πρόληψης και του στρατηγικού σχεδιασμού είναι ο δύσκολος δρόμος και χρειάζεται υπομονή και επιμονή, όχι μόνο από τους λήπτες αποφάσεων, αλλά και την ίδια την κοινωνία, που δέχεται τις - συχνά τραγικές- επιπτώσεις των πυρκαγιών και περιμένει επιτέλους να περάσουμε από την εποχή των διαπιστώσεων στην εποχή των λύσεων. Όσο αντιμετωπίζουμε ένα περιβαλλοντικό και κοινωνικό πρόβλημα, όπως οι δασικές πυρκαγιές, με πρακτικές που παραπέμπουν σε πολεμική σύρραξη ή τη νίκη έναντι ενός «εξωτερικού εχθρού», είναι σίγουρο πως θα αποτυγχάνουμε».