ΛΕΩΦΟΡΟΣ ΑΜΑΛΙΑΣ

Είναι η Γερμανία ο «μεγάλος ασθενής της Ευρώπης»;

Είναι η Γερμανία ο «μεγάλος ασθενής της Ευρώπης»;

Έχουν παρέλθει σχεδόν 25 χρόνια από την εποχή που η Γερμανία χαρακτηριζόταν ο «μεγάλος ασθενής» της Ευρώπης. 

Η Γερμανία είναι για άλλη μια φορά ο «μεγάλος ασθενής της Ευρώπης», σύμφωνα με τον Hans-Werner Sinn, επίτιμο πρόεδρο στο ινστιτούτο Ifo και οι προκλήσεις που θέτει, ιδιαίτερα όσον αφορά την ενεργειακή στρατηγική της χώρας, θα μπορούσαν να ωφελήσουν όλο και περισσότερο τα δεξιά κόμματα.

Το παρατσούκλι ο «μεγάλος ασθενής της Ευρώπης» επανεμφανίστηκε τις τελευταίες εβδομάδες, καθώς η μεταποιητική παραγωγή συνεχίζει να τρεκλίζει στην ισχυρότερη οικονομίας της Γηραιάς Ηπείρου, την ώρα που η χώρα παλεύει με υψηλές τιμές ενέργειας.

Η ετικέτα χρησιμοποιήθηκε αρχικά για να περιγράψει τη γερμανική οικονομία το 1998, καθώς αντιμετώπιζε τις δαπανηρές προκλήσεις μιας οικονομίας μετά την επανένωση Δυτικής και Ανατολικής Γερμανίας.

Ο Hans-Werner Sinn μιλώντας στο αμερικανικό δίκτυο CNBC υποστήριξε πως η θολή εικόνα στην μεταποίηση δεν είναι ένα βραχυπρόθεσμο φαινόμενο, καθώς, όπως είπε, έχει να κάνει με την αυτοκινητοβιομηχανία, η οποία είναι η καρδιά της γερμανικής βιομηχανίας και πολλά πράγματα εξαρτώνται από αυτό. Τα αυτοκίνητα ήταν το κύριο εξαγωγικό προϊόν της Γερμανίας πέρυσι, αντιπροσωπεύοντας το 15,6% της αξίας των αγαθών που πωλήθηκαν στο εξωτερικό, σύμφωνα με στοιχεία της ομοσπονδιακής στατιστικής υπηρεσίας. Η Γερμανία ανακοίνωσε έλλειμμα εξωτερικού εμπορίου για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες τον Μάιο του 2022, συνολικού ύψους 1 δισεκατομμυρίου ευρώ (1,03 δισεκατομμύρια δολάρια).

Τον Ιούνιο ωστόσο επανήλθε σε εμπορικό πλεόνασμα, το οποίο ανήλθε στα 18,7 δισεκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με την ομοσπονδιακή στατιστική υπηρεσία, αλλά οι εξαγωγές παραμένουν υποτονικές. Παράλληλα ο Sinn επεσήμανε πως οι επενδυτές αμφιβάλλουν αναφορικά με τη σκοπιμότητα που έχουν οι στόχοι βιωσιμότητας που έχει θέσει η Γερμανία, με αποτέλεσμα να περιγράφεται η χώρα ως ο «μεγάλος ασθενής της Ευρώπης».

Μεταξύ των στόχων που έχει θέσει η γερμανική κυβέρνηση είναι να γίνει ουδέτερη ως προς τον άνθρακα έως το 2045. Ο συγκεκριμένος σχεδιασμός ήταν απόρροια της προσπάθειας από την Ευρώπη να απομακρυνθεί από τις προμήθειες ρωσικού φυσικού αερίου μετά την εισβολή του Κρεμλίνου στην Ουκρανία και την συνεπακόλουθη εκτόξευση των τιμών. Ωστόσο δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν πως οι φιλοδοξίες της Γερμανίας να απομακρυνθεί από το ρωσικό φυσικό είναι «εξαιρετικά αισιόδοξες», με δεδομένους τους κλιματικούς στόχους της χώρας.