Η ΠΡΙΟΝΟΚΟΡΔΕΛΑ

«New York Times»: Η κρίση των ελληνικών ντάινερ

«New York Times»: Η κρίση των ελληνικών ντάινερ

Κάποτε οι dinners στις ΗΠΑ ήταν άμεσα συνδεδεμένες με τους ομογενείς και ήταν από τις πλέον κερδοφόρες επιχειρήσεις. Τώρα, φαίνεται πως τα πράγματα έχουν αλλάξει, όπως τουλάχιστον διαπιστώνει κανείς διαβάζοντας σχετικό ρεπορτάζ των «New York Times» αλλά και του Εθνικού Κήρυκα της Νέας Υόρκης.

Ο αρθρογράφος George Blecher στο άρθρο του «Κάτι παραπάνω από καφέ: Προς εξαφάνιση η κουλτούρα των ντάινερ της Νέας Υόρκης (More Than Coffee: New York’s Vanishing Diner Culture) αναφέρεται στα ντάινερ του Κουίνς, του Μπρούκλιν και του Μανχάταν και τα χαρακτηρίζει ως τον τρίτο χώρο (μετά το σπίτι και τον χώρο εργασίας) τον οποίο οι πελάτες τον θεωρούν οικείο και τους δίνει την ευκαιρία να έρθουν σε επαφή με τους άλλους, να αποκτήσουν γνωριμίες και φιλίες, να ξεπεράσουν τη μοναξιά και τα ψυχολογικά προβλήματα που ανακύπτουν από τις αναποδιές και τα δυσάρεστα της ζωής.

Ο αρθρογράφος αναφέρεται στα αμερικανικά καφενεία όπως τα English Pubs, Viennese Coffee Houses καθώς επίσης και τα ελληνικά καφενεία (Greek Kaffenions) τα οποία προσφέρουν κάτι παραπάνω από καφέ. Στη συνέχεια, γράφει για τα ελληνικά και άλλα ντάινερ τα οποία έκλεισαν το 2016 και τονίζει ότι το Μανχάταν είναι η κομητεία στην οποία έκλεισαν τα περισσότερα.

Οι λόγοι τους οποίους έχει αναλύσει και ο «Εθνικός Κήρυκας» στα αφιερώματα για τα ελληνικά εστιατόρια, καθώς επίσης και στην αρθογραφία, είναι πολλοί, μεταξύ των οποίων η εκτίναξη στα ύψη των ενοικίων, οι δημογραφικές αλλαγές, οι αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες, η διείσδυση των αλυσίδων όπως το Starbucks, Donkin’ Donuts και άλλα.

Στους ανασταλτικούς παράγοντες πρέπει να συμπεριλάβουμε τις αυξήσεις των φόρων, του νερού, του ηλεκτρικού, των ασφαλειών, των προστίμων και των τιμών των πρώτων υλών που ροκανίζουν την κερδοφορία των ντάινερς.

Ο αρθρογράφος, αν και επικαλείται τα ονόματα αρκετών άλλων ελληνικών ντάινερ, εν τούτοις εστιάζει την προσοχή του στο «Metro Diner» στη συμβολή της 100ής Οδού και της Λεωφόρου Μπρόντγουεϊ στο Μανχάταν, το οποίο ανήκει στους Φάνη Τσιαμτσιούρη και Φώτη Χειλά και τονίζει ότι τα περισσότερα ντάινερ που έχουν επιβιώσει ανήκουν στους ομογενείς.

Αναφέρει επίσης πως αν και οι ιστορικοί διαφωνούν ως προς τη χρονική στιγμή που οι Ελληνες ανέλαβαν τα ηνία των ντάινερς, εν τούτοις όλοι τους παραδέχονται ότι η άνθιση επήλθε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ο Φάνης Τσιαμτσιούρης μιλώντας στον «Εθνικό Κήρυκα» ανέφερε ότι ήρθε στην Αμερική το 1967 σε ηλικία έντεκα ετών με τους γονείς του, Ιωάννη και Αλεξάνδρα, και τις αδελφές του Κωνσταντίνα και Μαρία και αρχικά εγκαταστάθηκαν στο Λονγκ Αϊλαντ Σίτι του Κουίνς.

«Ξεκινήσαμε με έξι χιλιάδες δολάρια δανεικά τα οποία χρωστούσαμε για τα εισιτήρια του υπερατλαντικού ταξιδιού, για το ενοίκιο, το οποίο εκείνη την εποχή ήταν 75 δολάρια για ένα διαμέρισμα των τριών υπνοδωματίων, για τα έπιπλα και τα τρόφιμα», επεσήμανε ο κ. Τσιαμτσιούρης, ο οποίος εργάστηκε όλη του τη ζωή στα εστιατόρια.

Αρχικά ως πιατάς, ως σερβιτόρος, ως συνέταιρος και με την πάροδο του χρόνου ως εστιάτορας. Το «Metro Diner», στο οποίο εστιάζει την προσοχή του ο αρθρογράφος της «NY Times» ανήκει στον Φάνη Τσιαμτσιούρη και στον γαμπρό του (άνδρας της αδελφής του) Φώτη Χειλά και το έφτιαξαν από το μηδέν το 1989 συνενώνοντας πέντε μικρά καταστήματα που υπήρχαν στον πρώτο όροφο του κτιρίου.

Το «Metro Diner» διακρίνεται για το ντεκόρ του, για την ευρυχωρία, το φιλόξενο περιβάλλον και το ποιοτικό φαγητό και έχει υποδεχτεί πολιτικούς μεταξύ των οποίων τον πρώην κυβερνήτη της Νέας Υόρκης Ντέιβιντ Πάτερσον, τον οικονομικό ελεγκτή Σκοτ Στρίγκερ και πολλούς διάσημους ηθοποιούς και ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών.

Η ιστορία του Φάνη Τσιαμτσιούρη είναι πανομοιότυπη με την ιστορία πολλών άλλων ομογενών που ασχολήθηκαν με τα εστιατόρια και την εστίαση γενικότερα και η οποία έχει στο επίκεντρο την σκληρή εργασία, την αφοσίωση στην οικογένεια και στην Ομογένεια.

Ο Φάνης Τσιαμτσιούρης είναι παντρεμένος με την Ασπασία το γένος Γούλα με την οποία έφεραν στον κόσμο δύο παιδιά, τον Ιωάννη που είναι 32 ετών και ακολούθησε τα αχνάρια του πατέρα του και έχει αναλάβει τη διοίκηση του «Manhattan Diner» και την Αλεξάνδρα που είναι δασκάλα και τους χάρισε δύο εγγόνια, την Θεοδώρα και τον Κωνσταντίνο.

Ο κ. Τσιαμτσιούρης ασχολήθηκε έντονα με την κοινωνική και φιλανθρωπική δράση, ενώ από τη γενναιοδωρία του ευεργετήθηκε και η γενέτειρά του Ευρυτανία. Πρόσφατα εκλέχτηκε για μια ακόμη φορά πρόεδρος της Ενωσης Ευρυτάνων Αμερικής «Το Καρπενήσι» και αυτές τις μέρες προετοιμάζονται για την Χριστουγεννιάτικη και Πρωτοχρονιάτικη Γιορτή, καθώς επίσης και για τον ετήσιο χορό που θα λάβει χώρα στις 5 Μαρτίου 2017.

Σχετικές ειδήσεις