Τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί πολύ τα περιστατικά διαδικτυακού εκφοβισμού. Όπως λέει στο Newsbomb.gr η Δρ. Αιμιλία Δουκέλη, αστυνόμος και συντονίστρια στη Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος «η ρητορική μίσους έχει λάβει άλλες διαστάσεις και πλέον τα σχόλια στοχεύουν στο φύλο, την ιδιαιτερότητα κάποιου παιδιού με λίγα λόγια αφορούν στα πυρηνικά χαρακτηριστικά του ατόμου». Η κ. Τσίτσικα συμφωνεί και τονίζει ότι «τα παιδιά ορίζουν ως διαδικτυακό εκφοβισμό το να λαμβάνουν απειλητικά ή προσβλητικά μηνύματα, το να πέφτουν θύματα φημών ή ψεμάτων που διαδίδονται για αυτά, το να χρησιμοποιούν τα προσωπικά τους δεδομένα χωρίς άδεια και φωτογραφίες τους εκδικητικά, το να απομονώνονται από ομάδες ή παρέες και να δέχονται βέβαια υβριστικά σχόλια.
Αυτό λοιπόν έχει αυξηθεί πάρα πολύ μετά την πανδημία και έχει φτάσει στο 50 % από 20% -25%. Δηλαδή διπλασιάστηκε και ο διαδικτυακός εκφοβισμός και η ρητορική του μίσους, που αφορά πολύ ακραία βία στο διαδίκτυο και αφορά χαρακτηριστικά του ατόμου που δεν μπορεί να αλλάξει, όπως η εθνικότητα, το φύλο, ο σεξουαλικός προσανατολισμός, η αναπηρία και διάφορα χαρακτηριστικά που μας προσδιορίζουν».
Κάτι ακόμη που έχει αλλάξει, είναι το τρόπος που κάνουν σχέσεις οι έφηβοι. Αυτό φαίνεται και μέσα από την τηλεοπτική σειρά «Adolescence». Συγκεκριμένα, κάποια στιγμή σε ένα επεισόδιο, ο αστυνομικός προσπαθεί να μάθει από τον γιο του τι σημαίνουν κάποια emoji, οι γνωστές φατσούλες που βλέπουμε στα κοινωνικά δίκτυα και κάποιοι χαρακτηρισμοί που κάνουν οι έφηβοι μεταξύ τους. Ο αστυνομικός και πατέρας, δυσκολεύεται να καταλάβει αυτή τη νέα «γλώσσα» επικοινωνίας, όπως μάλλον και ο μεσήλικας τηλεθεατής της σειράς.
«Φαίνεται ότι σήμερα τα αγόρια πολλές φορές είναι πιο ντροπαλά σε σχέση με την προσέγγιση των κοριτσιών στον φυσικό κόσμο», λέει η κ. Τσίτσικα. «Επηρεάζονται πολύ από το sexting, από τα διαδικτυακά υλικά για το sex και χρησιμοποιούν το πορνό. Στη μονάδα εφηβικής υγείας έχουμε και αγόρια τα οποία είναι εθισμένα στο sex μέσω διαδικτύου, όπου παρουσιάζεται η ερωτική πράξη με ένα πλαστό τρόπο. Πολλές φορές μας λένε ότι υπάρχει μια ένδεια στη συζήτηση στο σχολείο για αυτά τα θέματα και για το λόγο αυτό χρησιμοποιούν αυτό το υλικό για να γνωρίζουν πώς να συμπεριφερθούν, ή για να ενημερωθούν, ή γενικώς για να αποκτήσουν κάποια εμπειρία πάνω σε αυτό το κομμάτι».
Η ίδια προσθέτει: «Βλέπουμε ότι πολλές φορές δυσκολεύονται και μετά την πανδημία ιδιαίτερα -που η γλώσσα του σώματος άλλαξε- υπήρξαν και πολλές ερωτικές απογοητεύσεις. Εκεί που ανοίγουν τα φτερά τους και μαθαίνουν να φλερτάρουν, πραγματικά απομονώθηκαν, χάλασαν σχέσεις, απογοητεύτηκαν και μετά ήταν πολύ δύσκολο να επανέλθουν. Βλέπουμε λοιπόν ότι τα αγόρια απομονώνονται, ότι πολλές φορές εξαρτώνται από το διαδικτυακό κομμάτι, δυσκολεύονται πολύ και είναι πιο ντροπαλά στο να διεκδικήσουν. Αντίθετα τα κορίτσια παρατηρούμε ότι γίνονται πιο επιθετικά ή επιλέγουν τα αγόρια και πολλές φορές είναι έως και κακοποιητικά για τα αγόρια».
Ο κ. Βασίλης Γαρουφαλάκης σήμερα είναι καθηγητής Φιλολογίας σε σχολείο. Όταν ήταν έφηβος εθίστηκε στο on line παιχνίδι, σε βαθμό να παίζει 8 και 9 ώρες την ημέρα. Όπως λέει στο Newsbomb.gr, «οι απαγορεύσεις, οι τιμωρίες και το κλείδωμα του υπολογιστή το μόνο που προκαλούσαν ήταν εντάσεις. Οι βαθμοί μου άρχισαν σταδιακά να φθίνουν. Και τότε αναγκαστήκαμε να ζητήσουμε βοήθεια από ειδικούς. Όταν πήγα στο κέντρο εφηβικής υγείας, με αντιμετωπίσανε πρώτη φορά με ιδιαίτερη ηρεμία, και γαλήνη, όταν εγώ είχα μάθει ότι στο σπίτι επικρατούν φωνές, φασαρίες, τσακωμοί... Δεν μου είπανε ποτέ: “Ξέρεις κάτι, έχεις πρόβλημα”, αλλά με οδήγησαν σταδιακά, και αυτό το έχω πάρει και ως δική μου τακτική πλέον, ως καθηγητής, να δω μόνος μου το πρόβλημα και να προσπαθήσω με τις μεθόδους που μου έμαθαν να το καταπολεμήσω».
Η διαπαιδαγώγηση περνά μέσα από το παράδειγμα που δίνουμε στους νέους ανθρώπους. Αυτό ισχύει και στην περίπτωση του διαδικτύου. Όταν ένα παιδί βλέπει τους γονείς του όλη την ημέρα με ένα κινητό στο χέρι να «σκρολάρουν», θα το θεωρήσει φυσιολογικό και θα κάνει και αυτό, το ίδιο. Το να σταματήσουμε όμως να «σκρολάρουμε» εμείς οι ενήλικοι και να πιέζουμε και τα παιδιά μας να κάνουν το ίδιο ούτε αρκεί, ούτε φέρνει αποτελέσματα. Το διαδίκτυο, οι δυνατότητες επικοινωνίας και έκφρασης που αυτό παρέχει είναι αναπόσπαστο κομμάτι της εποχής μας και οπωσδήποτε είναι και εθιστικό.
Όπως λέει στο Newsbomb.gr o κ. Σπύρος Παρασκευάς, μηχανικός Τεχνητής Νοημοσύνης, οι πλατφόρμες στις οποίες μπαίνουν κυρίως οι νέοι είναι σχεδιασμένες έτσι ώστε να δημιουργούν προσήλωση με συνεχώς εναλλασσόμενο περιεχόμενο. «Προφανώς δεν μπορούμε να επηρεάσουμε τις πλατφόρμες. Υπάρχουν όμως και έλεγχοι στα κινητά, στα τάμπλετ, αλλά και ειδικές εφαρμογές που χρησιμοποιούνται την τεχνητή νοημοσύνη οι οποίες βοηθάνε τον άνθρωπο να αποφεύγει αυτό το περιεχόμενο».
«Η εφηβεία είναι μια αναπτυξιακή φάση, όπου έχει πάρα πολύ ενέργεια, πάρα πολύ όρεξη και διάθεση για το καινούριο. Για να κόψει κανείς στον έφηβο ένα σημαντικό στοιχείο όπου δίνει την ενέργειά του, θα πρέπει να του δώσεις μια νέα πηγή έμπνευσης» λέει η κ. Κανδαράκη. «Είναι απαραίτητο να μπουν κομμάτια ενημέρωσης μέσα στα σχολεία. Έχουμε καθυστερήσει πάρα πολύ. Και θα έχει νόημα να μπει μια γνώση με έναν διαφορετικό τρόπο από αυτόν που υπήρχε στο παρελθόν. Δηλαδή, κάτι πολύ πιο ζωντανό, κάτι πολύ πιο ενεργό. Όχι απλά μια στιγμής ενημέρωσης, η οποία μετά από ένα σημείο θα ξεπεραστεί από τις εξελίξεις καθώς οι νέοι είναι πιο μπροστά από εμάς σε αυτά και είναι αυτοί που έρχονται να μας εκπαιδεύσουν. Οπότε έχει νόημα να τους δώσουμε τη γνώση και πού θα είναι πραγματικά καινούργια με έναν τρόπο που θα τους κερδίσει. Για να μπορέσουμε να βάλουμε τα όρια πρέπει να κατανοήσουμε ότι πρέπει να είναι εύπλαστα. Οι γονείς τρέχουν πάρα πολύ κάθε μέρα μέσα σε μια πιεστική καθημερινότητα και έχουν και το κομμάτι της γονεϊκότητας παλεύοντας να βρουν μια ισορροπία. Θα πρέπει να αρχίσουμε να βάζουμε κάποιους εφικτούς κανόνες μέσα στο σπίτι, του οποίους θα τους εφαρμόζουμε και εμείς ως ενήλικες. Ο βασικός ρόλος των ενηλίκων δεν είναι η παροχή πληροφοριών και γνώσεων. Οι έφηβοι έχουν κουραστεί να ακούν. Ο βασικός τους ρόλος είναι η έμπνευση. Πρέπει να τους εμπνεύσουμε, όχι με αυτά που λέμε, όχι τόσο με αυτά που κάνουμε, όσο με αυτό που είμαστε».
Η κ. Τσίτσικα συνεχίζει: «Αν πραγματικά θέλουμε τα παιδιά μας να αντιγράψουν έναν τρόπο διατροφής, φυσικής άσκησης, συμπεριφοράς, το να εκφράζονται με ωραίες λέξεις, να σέβονται, να έχουνε ευγενικούς τρόπους, χρειάζεται να τα εφαρμόσουμε πρώτα οι ίδιοι και μέσα στο σπίτι και φυσικά στις συναναστροφές και γενικά στον τρόπο ζωής μας. Νομίζω ότι χρειάζεται να έχουμε ελπίδα ότι μπορούμε πραγματικά να έχουμε ουσιαστική επικοινωνία με τα παιδιά και τους εφήβους και αυτό μπορεί να συμβεί. Μπορεί να γνωρίζουν περισσότερα για την τεχνολογία και να είναι πρωτοπόροι και αυτόχθονες, γιατί εμείς γνωρίσαμε και τον κόσμο χωρίς διαδίκτυο. Αλλά αυτό που ζητούν δεν είναι να είμαστε γκουρού της τεχνολογίας, αλλά να είμαστε σημαντικοί ενήλικες γονείς. Να μπορούμε να έχουμε γονεϊκότητα και στο διαδίκτυο.
Δηλαδή, όταν συμβεί κάτι να μπορούν να έρθουν να μας εμπιστευτούν και να συζητάμε καθημερινά. Χρειάζεται να είμαστε διακριτικοί και να σεβόμαστε. Δεν σημαίνει ότι επειδή εμείς είμαστε μεγαλύτεροι σε σωματική ανάπτυξη και σε νοητική επάρκεια, ότι θα πρέπει να επιβαλλόμαστε με άσχημο τρόπο.
Χρειάζεται πάντα επιχειρηματολογία, συζήτηση και να τους πείθουμε για πράγματα τα οποία χρειάζεται να εφαρμοστούν στη ζωή τους προς όφελός τους. Δηλαδή, χρειάζεται να τους περνάμε και την ευθύνη να αντιλαμβάνονται ότι είναι και δική τους ευθύνη».