ΠΑΛΕΥΟΝΤΑΣ

ΜΕ ΤΟ «ΤΕΡΑΣ» ΤΗΣ ΑΝΟΡΕΞΙΑΣ

Η σιωπηλή μάχη πίσω από το… τέλειο σώμα

Δείτε το video
Κείμενο: Ανθή Κουρεντζή
Επιμέλεια βίντεο: Κώστας Πλιάκος

Η νευρική ανορεξία έχει τον μεγαλύτερο βαθμό
θνησιμότητας αμέσως μετά τα ναρκωτικά - Φτάνει το 20%.

Νευρική ανορεξία, μία διαταραχή της ψυχής ή του μυαλού; Γνωρίζουμε στα αλήθεια πώς «εισβάλλει» στη ζωή μιας γυναίκας ή ενός άνδρα και διαστρεβλώνει την κρίση για την σωματική του εικόνα, φτάνοντας να θέσει σε κίνδυνο ακόμα και την επιβίωσή του; Κάνουμε λόγο για μια ψυχογενή διαταραχή ή υπάρχει βιολογικό υπόβαθρο;

Εξειδικευμένοι ψυχίατροι στις διατροφικές διαταραχές «ξετυλίγουν» στο Newsbomb.gr το κουβάρι της νευρικής ανορεξίας και καταρρίπτουν τους «μύθους» που τη συνοδεύουν. Επιπλέον, γυναίκες που ονειρεύτηκαν το τέλειο σώμα, πάλεψαν με το πρότυπο της «νοσηρής ομορφιάς» και βίωσαν τον εφιάλτη των κιλών, μας μίλησαν για την προσωπική τους μάχη με το «τέρας» της ανορεξίας.

Η νευρική ανορεξία δεν γνωρίζει ηλικία, φύλο, καταγωγή ή οικονομική κατάσταση. «Χτυπά» αδιακρίτως και τα τελευταία χρόνια, ολοένα και περισσότερα παιδιά 9 και 10 ετών, γίνονται «θύματα» αυτής της διαταραχής. Όπως θα πει χαρακτηριστικά η ψυχίατρος και ιδρύτρια του «Ελληνικού Κέντρου Διατροφικών Διαταραχών», δρ. Μαρία Τσιάκα στο Newsbomb.gr, πολύς κόσμος πιστεύει ότι η νευρική ανορεξία είναι επιλογή και όχι ασθένεια. «Υπάρχει η λανθασμένη άποψη ότι το άτομο επιλέγει να μπει σε αυτή την ασθένεια. Επιλογή δεν είναι να μπεις σε μία ασθένεια, αλλά να αναρρώσεις από μία ασθένεια. Υπάρχει, επίσης, η γενική εικόνα ότι η νευρική ανορεξία είναι μία αντίδραση στην εφηβεία που κάποτε θα περάσει. Ναι μεν, σε μεγάλο ποσοστό κρουσμάτων εκδηλώνεται στην εφηβεία, αλλά δεν είναι μία φάση με ημερομηνία λήξης. Είναι μία πολύ σοβαρή ψυχική διαταραχή. Η νευρική ανορεξία έχει τον μεγαλύτερο βαθμό θνησιμότητας αμέσως μετά τα ναρκωτικά. Φτάνει το 20%. Άτομα που δίνουν χρόνια μάχη με τη νόσο μπορεί να φτάσουν στην αυτοκτονία».

Δρ. Μαρία Τσιάκα
Νευρική Ανορεξία:
Μύθοι και αλήθειες

Η δρ. Τσιάκα καταρρίπτει τον μύθο σχετικά με τον καταλυτικό ρόλο της οικογένειας στην αντιμετώπιση της νευρικής ανορεξίας και τα θεραπευτικά μοντέλα που θέλουν να την αποκλείσουν, σημειώνοντας ότι υπάρχει μία λανθασμένη οπτική στην Ελλάδα που εναποθέτει ευθύνες για την πρόκληση της ασθένειας στον οικογενειακό περίγυρο: «Αυτό είναι στρεβλό, ενοχοποιεί τις οικογένειες και χάνουμε ένα πολύ σημαντικό κομμάτι πληροφορίας και δύναμης της διαχείρισης της νόσου που είναι η ίδια η οικογένεια, τόσο για τους εφήβους όσο και για τους ενήλικες. Χωρίς το υποστηρικτικό περιβάλλον είναι δύσκολο να αναρρώσει ο ασθενής».

Έναν ακόμη μύθο που καταρρίπτει η δρ. Τσιάκα έχει να κάνει με τη φύση της νόσου. Η ίδια θα απαντήσει ότι πρόκειται για μία ασθένεια με βιολογική βάση, στην οποία οφείλεται και η χρονιότητά της.

«Οι νευροεπιστήμες μας έχουν βοηθήσει να καταλάβουμε πώς πυροδοτείται ο εγκέφαλος του ατόμου, πώς αντιδρά σε οπτικά ερεθίσματα και υπάρχουν πρωτόκολλα θεραπείας που βασίζονται στην βιολογική βάση της νόσου».

Παλεύοντας με το γυμνό είδωλο -
Σοκαριστικές μαρτυρίες ασθενών

Για την Ξένια Δρακογιώργου η νευρική ανορεξία ήταν ένας εφιάλτης που έλεγχε για πέντε ολόκληρα χρόνια τη ζωή της, χωρίς να συνειδητοποιεί τη νοσηρότητα που βίωνε. Από τα 19 μέχρι τα 24 η ζωή της είχε «παγώσει», τα συναισθήματα είχαν εκμηδενιστεί και μοναδικός σκοπός ζωής ήταν η συνεχής απώλεια κιλών. «Όλα ξεκίνησαν λόγω της ενασχόλησής μου με το μπαλέτο και της επιθυμίας μου να έχω το σώμα που έβλεπα να έχουν οι μπαλαρίνες. Ξεκίνησα σιγά σιγά να ελαττώνω το φαγητό. Επειδή εγώ είχα ανορεξία βουλιμικού τύπου, είχα καθαρτικά επεισόδια.

Ό,τι έτρωγα, το έβγαζα. Κοιμόμουν και ξυπνούσα με αυτό το άγχος. Να χάσω κιλά. Έβλεπα τον εαυτό μου στον καθρέφτη και έβλεπα κάτι άλλο. Ντρεπόμουν να πάω στη σχολή, έχανα την εξεταστική γιατί νόμιζα ότι θα με δουν και θα με κοροϊδεύουν επειδή είμαι παχιά και εγώ είχα φτάσει να ζυγίζω 42 κιλά».

Ξένια Δρακογιώργου
«Κοιμόμουν και ξυπνούσα με το άγχος να χάσω κιλά»

Για την Ελισάβετ Φωτιάδου, η ανάγκη να τραβήξει την προσοχή του πατέρα της έγινε η αφορμή για να μπει στο «σκοτεινό» μονοπάτι των διατροφικών διαταραχών και να δώσει τη δική της μάχη με τη νευρική ανορεξία. «Αποφάσισα να κλείσω το στόμα μου στην τροφή, από το να ανοίξω το στόμα μου για να εκφράσω τα συναισθήματά μου. Όταν μπήκα στο νοσοκομείο, ήταν η περίοδος που νοιάστηκε για εμένα ο πατέρας μου και εγώ το χαιρόμουν.

Κατέληξα στο νοσοκομείο, αφού είχα κάνει όποια υπερβολή μπορεί να φανταστεί κανείς. Έμενα νηστική για 48 ώρες και όταν έτρωγα, θα έτρωγα ένα φρούτο. Μέσα σε πέντε μήνες έχασα 20 κιλά. Όταν μπήκα για νοσηλεία, ζύγιζα 37 κιλά. Παρόλο που κατάφερα να πάρω δέκα κιλά και να φτάσω τα 47, δεν είχα θεραπευτεί, ένιωθα ότι αυτό επιβίωνε ακόμα μέσα μου. Αντί να με θεραπεύσει το νοσοκομείο, πυροδότησε τον εγωισμό μου. Όταν βγήκα, πείσμωσα και ήθελα να ξαναχάσω κιλά και αυτή τη φορά ακόμη περισσότερα.

Έναν χρόνο μετά το νοσοκομείο είχα φτάσει 31 κιλά, πιο κάτω απ’ όσο όταν εισήχθην για νοσηλεία. Αυτό που με ταρακούνησε ήταν ότι έβλεπα τους γονείς μου να στενοχωριούνται και το ενδεχόμενο ότι θα έμπαινα ξανά στο νοσοκομείο, που για εμένα ήταν η πιο σκοτεινή περίοδος στη ζωή μου. Το γεγονός ότι με είχαν απομονώσει από τους δικούς μου είναι αυτό που με ταρακούνησε».

Ελισάβετ Φωτιάδου
«Στο νοσοκομείο μου έλεγαν ή θα φας ή δεν θα δεις ξανά τους δικούς σου»

Για τη Νάντια Καρβέλη η περιπέτεια με τη νευρική ανορεξία ξεκίνησε στην ηλικία των 18 ετών όταν ήρθε από την Καλαμάτα για να σπουδάσει Φιλολογία. Η αλλαγή περιβάλλοντος και η μοναξιά ήταν το εφαλτήριο για να αρχίσει η ανορεξία:

«Όλο αυτό ξεκίνησε επειδή ένιωθα ψυχολογικά ευάλωτη. Άλλοι στενοχωριούνται και το ρίχνουν στο φαγητό, εγώ το έριξα στην ασιτία. Έπινα νερό και έτρωγα δύο κρακεράκια όλη μέρα και η ζωή μου κυλούσε με μία ζυγαριά. Όταν εγώ εισέπραττα σχόλια τύπου "τι όμορφη που είσαι" και "πόσο σου πάει αυτό το συνολάκι που φοράς", μου αναπτέρωναν το ηθικό και άρχισα να παίρνω την κατιούσα, μέχρι που έφτασα να ζυγίζω 36 κιλά. Είχα χάσει μέσα σε ένα μήνα οκτώ κιλά. Αυτό σιγά σιγά άρχισε να ενοχλεί τους γύρω μου. Επειδή τότε δούλευα ως μοντέλο, έχανα δουλειές, δεν ήθελε κανείς να συνεργαστεί μαζί μου γιατί ήμουν αποστεωμένη. Ήμουν κλεισμένη σε ένα σπίτι, σε άρνηση, δεν είχα δύναμη να βγω έξω, δεν είχα ενέργεια. Είχα φτάσει στο σημείο να φάω μέχρι και χαρτί για να μην πεινώ.

Όταν η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο, ήρθαν οι γονείς μου, με πήραν άρον άρον πίσω στην Καλαμάτα και με έβαλαν σε ιδιωτική κλινική. Εκεί ήμουν με ορό, καθώς είχα αφυδατωθεί σε μεγάλο βαθμό. Με φόβισε όταν ήμουν στο νοσοκομείο. Ήταν στο διπλανό δωμάτιο μία κοπέλα που ζύγιζε 25 κιλά, ήταν σε τελικό στάδιο και αυτό με ταρακούνησε. Σκέφτηκα ότι δεν ήθελα να πεθάνω».

Για τη Νάντια Καρβέλη ο εφιάλτης των κιλών άργησε να φύγει και -όπως θα παραδεχτεί- η σχέση με τη ζυγαριά είναι μία σχέση εξάρτησης που θέλει δουλειά για να αποκοπείς, ακόμα και μετά την ανάρρωση. «Έχεις ανάγκη να ελέγχεις το βάρος σου διαρκώς, όταν βγαίνεις από μία τέτοια δοκιμασία. Για εμένα η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν όταν ήρθε η εγκυμοσύνη. Μου φάνηκε περίεργο που έβλεπα το σώμα μου να στρογγυλεύει. Ζύγιζα 54 κιλά και έφτασα 71. Όταν είδα το 7 μπροστά στη ζυγαριά έπαθα σοκ, αλλά δεν πανικοβλήθηκα. Η ιδέα ότι θα φέρω ένα παιδί στον κόσμο ήταν σαν να γιάτρεψε την πληγή. Έτρωγα και το ευχαριστιόμουν. Το άγχος ξεκίνησε μετά τον τοκετό, όταν έπρεπε να χάσω τα κιλά. Ωστόσο, όλα έγιναν φυσιολογικά. Έχασα τα κιλά που ήθελα χωρίς υπερβολές. Πλέον, ζυγίζομαι μεν καθημερινά, έχω τη μέριμνα του βάρους μου, αλλά υπάρχει ισορροπία».

Νάντια Καρβέλη
«Έφτασα να τρώω χαρτί για να μην πεινώ»

Η ψυχογενής ανορεξία και βουλιμία

Είναι σημαντικό όταν αναφερόμαστε στην ψυχογενή ανορεξία να γνωρίζουμε ότι η διαταραχή, τουλάχιστον αρχικά, δεν εκδηλώνεται με απώλεια της όρεξης αλλά με εκούσιο περιορισμό της προσλαμβανόμενης τροφής. Δεν ξεκινά πάντα ως ψυχική πάθηση. Κάποιες φορές, το άτομο έχει μεγαλύτερο βάρος από το επιθυμητό και αποφασίζει να κάνει δίαιτα ή ξεκινάει να μειώνει την πρόσληψη τροφής για να χάσει λίγα κιλά που τα νιώθει περιττά. Άλλες φορές, είναι «υποχρεωτικό» να περιορίσει τη διατροφή του λόγω εμπλοκής του σε αθλητικές ή καλλιτεχνικές δραστηριότητες (π.χ. χορός).

Το συναίσθημα που βιώνει κανείς στην έναρξη της διαταραχής, είναι συνήθως θετικό. Ικανοποιείται γιατί μειώνεται το σωματικό βάρος, ευχαριστιέται από τις θετικές αντιδράσεις των άλλων και ανακουφίζεται. Τι γίνεται όμως όταν αρχίσει να ξεφεύγει ο έλεγχος;

Ο περιορισμός της πρόσληψης τροφής γίνεται συχνά με γνώση του, ποια τροφή θεωρείται διαιτητική, επομένως και «υγιεινή» και ποια είναι μη διαιτητική, άρα «απαγορευμένη». Το άτομο διαμορφώνει τους δικούς του διατροφικούς κανόνες που προσπαθεί να τηρήσει αυστηρά, με ιδιαίτερη επιμονή στην μικρότερη δυνατή ημερήσια πρόσληψη θερμίδων. Κάποιες φορές προτιμά να προετοιμάσει μόνο του το φαγητό, έτσι ώστε να είναι σίγουρο ότι μαγειρεύεται με τον «σωστό» τρόπο. Κόβει το φαγητό σε μικρά κομματάκια και πολλές φορές χρειάζεται ιδιαίτερα μεγάλο χρονικό διάστημα για να το καταναλώσει. Κάποιες φορές μασά το φαγητό ώστε να υπάρχει η γευστική απόλαυση και στη συνέχεια το αποβάλει ώστε να μην υπάρχει πρόσληψη θερμίδων.

Η «κάθαρση» από την τροφή

Εκτός από τον περιορισμό της πρόσληψης τροφής, άλλοι τρόποι που μπορεί να χρησιμοποιούνται για να επιτευχθεί και να διατηρηθεί η απώλεια του βάρους είναι η αυξημένη σωματική δραστηριότητα. Η άσκηση γίνεται πέρα από τα αναγκαία όρια της προπόνησης με καταναγκαστικό τρόπο. Δηλαδή το άτομο μετράει τις ασκήσεις ή τον χρόνο που αφιερώνει στο να ασκηθεί, γυμνάζεται με πολύ έντονο τρόπο και αν δεν ολοκληρώσει το «πρόγραμμα» που έχει θέσει, νιώθει έντονο άγχος και δυσφορία και συχνά δεν επιτρέπει στον εαυτό του να φάει οτιδήποτε.

Είναι ενδιαφέρον πως και σε άτομα που εμπλέκονται με τον πρωταθλητισμό ή ασχολούνται επαγγελματικά με τον χορό, η άσκηση προσαρμόζεται στις ανάγκες της ψυχογενούς ανορεξίας ακόμα και αν αυτό συνεπάγεται μείωση των επιδόσεων λόγω τραυματισμών από την υπερβολική και ακατάλληλη προπόνηση σε συνδυασμό με τον υποσιτισμό. Λιγότερο συνηθισμένοι και μη αποδοτικοί τρόποι που χρησιμοποιούνται για τη μείωση του σωματικού βάρους είναι η στέρηση του ύπνου με τη λήψη ψυχοδιεγερτικών (καφεΐνη, αμφεταμίνες) ή η λήψη θυρεοειδικών ορμονών για να επιταχυνθεί ο μεταβολισμός.

Η διά βίου επίπτωση της ψυχογενούς ανορεξίας έχει υπολογιστεί στο 1,2%-2,2% του πληθυσμού των γυναικών, δηλαδή στις 1.000 γυναίκες περίπου, οι 12-22 γυναίκες θα νοσήσουν από ψυχογενή ανορεξία (ΨΑ) κάποια στιγμή στη ζωή τους. Στους άνδρες, το ποσοστό αυτό είναι γύρω στο 0,3%, δηλαδή σε 1.000 άνδρες μόνο 3 άνδρες θα νοσήσουν κάποια στιγμή στη ζωή τους από ΨΑ.

Υπολογίζεται ότι κάθε έτος σε 100.000 άτομα στον γενικό πληθυσμό, περίπου 8,3 άνθρωποι θα νοσήσουν για πρώτη φορά από ψυχογενή ανορεξία. Το παραπάνω ποσοστό αυξάνεται δραματικά αν η μέτρηση περιοριστεί σε άτομα που βρίσκονται στην εφηβεία ή στην πρώτη νεανική ηλικία. Δηλαδή, ενώ η ψυχογενής ανορεξία φαίνεται να είναι σπάνια πάθηση στον γενικό πληθυσμό, είναι πολύ συχνότερη στην πληθυσμιακή ομάδα των εφήβων και νέων κοριτσιών (15-19 ετών) όπου κάθε χρόνο μπορεί να εμφανίζονται έως και 270 νέες περιπτώσεις ΨΑ ανά 100.000 κορίτσια.

Για την ψυχογενή βουλιμία ξέρουμε ότι 1-1,7% των ανθρώπων θα νοσήσει κάποια στιγμή στη ζωή του. Το ποσοστό αυτό φτάνει το 2,3% αν υπολογιστούν και οι πολύ ήπιες περιπτώσεις. Στις γυναίκες έχει υπολογιστεί ότι το 1,1%-4,2% παρουσιάζουν ψυχογενή βουλιμία κάποια στιγμή στη ζωή τους, ενώ μόνο το 1/3 από αυτές διαγιγνώσκεται από υπηρεσίες υγείας ακόμα και στις οικονομικά αναπτυγμένες χώρες και μόνο το 6% λαμβάνει κάποια ψυχολογική βοήθεια.

Η συχνότητα της ψυχογενούς βουλιμίας στον πληθυσμό των νέων γυναικών 15-25 ετών είναι πολύ μεγαλύτερη και κυμαίνεται μεταξύ 3-7%. Η συνολική ετήσια επίπτωση της διαταραχής εκτιμάται ότι είναι περίπου 12 νέα περιστατικά ανά 100.000 κατοίκους, φτάνει ωστόσο σε 300 νέες περιπτώσεις ανά 100.000 κατοίκους ανά έτος όταν υπολογίζεται μόνο στην ηλικιακή ομάδα μέγιστου κινδύνου (16-20 ετών).

Οι περισσότερες μελέτες που έχουν γίνει στις δυτικές κοινωνίες δείχνουν αύξηση τόσο της διάγνωσης της ψυχογενούς ανορεξίας όσο και του αριθμού των πασχόντων που αναζητούν θεραπεία από τη δεκαετία του 1950 έως τη δεκαετία του 1970. Μετά το 1980 παρατηρήθηκε, τουλάχιστον στην Ευρώπη, σταθεροποίηση της συχνότητας της ΨΑ. Το παραπάνω εύρημα εξηγεί είτε με πραγματική αύξηση των περιστατικών της ψυχογενούς ανορεξίας κατά τη διάρκεια των δεκαετιών εκείνων, λόγω αλλαγών των κοινωνικο- πολιτισμικών συνθηκών στις δυτικές κοινωνίες μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, είτε ως ένας συνδυασμός της βελτίωσης στην ανίχνευση των περιστατικών με ταυτόχρονη αύξηση του ποσοστού των ασθενών που ζητούν θεραπεία, λόγω και της εντατικότερης ενημέρωσης του κοινού για τις ΔΠΤ (διαταραχές πρόσληψης τροφής).

«Η άποψη ότι οι Διαταραχές Πρόσληψης Τροφής είναι ασθένεια του δυτικού πολιτισμού φαίνεται ότι δεν είναι απολύτως ακριβής», αναφέρει στο Newsbomb.gr ο Επίκουρος Καθηγητής Ψυχιατρικής της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Φραγκίσκος Γονιδάκης. Και εξηγεί: «Οι ΔΠΤ ανιχνεύονται και σε μη δυτικές κοινωνίες τόσο στην Αφρική όσο και στην Ασία. Οι διαφορές που παρατηρούμε μεταξύ των διαφορετικών κοινωνιών εστιάζονται κυρίως στη συχνότητα και πιθανώς και στη συμπτωματολογία των ΔΠΤ.

Για παράδειγμα, η ψυχογενής ανορεξία, αν και στις μη δυτικές χώρες είναι λιγότερο συχνή, τα τελευταία έτη ο αριθμός των περιστατικών αυξάνεται και τείνει να προσεγγίσει αυτόν των δυτικών κοινωνιών. Το παραπάνω έχει αποδοθεί τόσο στην αστικοποίηση και τη δυτικοποίηση των κοινωνιών όσο και στη αυξανόμενη προβολή των δυτικών πολιτισμικών προτύπων. Οι διαφορές στη συμπτωματολογία αφορούν κυρίως στην ένταση της επιθυμίας για ακραία ισχνότητα και τη διαταραχή στην αντίληψη της εικόνας του σώματος που δεν είναι τόσο συχνές στις μη δυτικές κοινωνίες».

Φραγκίσκος Γονιδάκης
Είναι τελικά επιδημία στις δυτικές κοινωνίες;

Εμφανίζονται μόνο σε εφήβους;

Η φράση «ναι, αλλά όχι απαραίτητα» συνοψίζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Για την ψυχογενή ανορεξία, έχει διαπιστωθεί ότι το 40% των περιπτώσεων θα εμφανιστεί μεταξύ 15 και 19 ετών. Σε μικρότερα ποσοστά, η ψυχογενής ανορεξία εμφανίζεται για πρώτη φορά σε άτομα που βρίσκονται στην αρχή της νεότητας ή στη μέση ηλικία. Μελετώνται επίσης σπάνιες περιπτώσεις γυναικών που η ψυχογενής ανορεξία εμφανίστηκε σε προχωρημένη ηλικία, όπως και περιπτώσεις που η ψυχογενής ανορεξία εμφανίζεται σε παιδιά προσχολικής ηλικίας.

Ο κ. Γονιδάκης αναφέρει: «Στην Ελλάδα, η εμπειρία μας είναι ότι τα περιστατικά της ψυχογενούς ανορεξίας εμφανίζονται σε δύο κυρίως ηλικιακές περιόδους. Στα πρώτα έτη του Γυμνασίου όταν το άτομο αντιμετωπίζει δυσκολίες με το πέρασμα από την παιδική ηλικία στην εφηβεία και επίσης στο τέλος του Λυκείου όταν το άτομο έρχεται αντιμέτωπο με τις απαιτήσεις της ενηλικίωσης και τις ιδιαίτερα στρεσογόνες πανελλήνιες εξετάσεις. Για την ψυχογενή βουλιμία έχει διαπιστωθεί ότι παρουσιάζεται για πρώτη φορά κυρίως σε έφηβα και νεαρά ενήλικα άτομα από 16 έως 24 ετών. Ξεκινάει δηλαδή λίγο αργότερα από τον μέσο όρο έναρξης της ψυχογενούς ανορεξίας. Σύμφωνα με ορισμένες μελέτες, η μέση ηλικία έναρξης είναι τα 19,7 έτη».

Η κληρονομική προδιάθεση

Αν και όλοι οι άνθρωποι μοιράζονται μία κοινή γενετική και βιολογική βάση (π.χ. έχουμε όλοι 46 χρωμοσώματα), το γενετικό μας προφίλ δεν είναι όμοιο. Για την ακρίβεια, συμβαίνει μάλλον το αντίθετο. Δηλαδή, όπως τα χαρακτηριστικά του προσώπου και του σώματός μας (για παράδειγμα τα δακτυλικά μας αποτυπώματα) είναι μοναδικά σε κάθε άτομο, έτσι και ο συνδυασμός των γονιδίων που μας καθορίζει είναι μοναδικός. Κάθε φορά που ένα σπερματοζωάριο συναντά ένα ωάριο, δημιουργείται ένας νέος μοναδικός γενετικός συνδυασμός, που δεν θα επαναληφθεί ποτέ, ακόμα και όταν μελετάμε τα παιδιά που έχουν προκύψει από το ίδιο ζευγάρι γονέων.

«Με τον όρο κληρονομική προδιάθεση εννοούμε ότι η μοναδική γενετική δομή του ατόμου μπορεί να διευκολύνει την εμφάνιση των Διαταραχών Πρόσληψης Τροφής (ΔΠΤ). Γενετική προδιάθεση δεν σημαίνει ότι το άτομο θα νοσήσει οπωσδήποτε από ΔΠΤ, αλλά ότι έχει αυξημένες πιθανότητες να εμφανίσει ΔΠΤ, λόγω του γενετικού του προφίλ.

Μία από τις κυρίαρχες απόψεις για τη συμμετοχή των γονιδιακών παραγόντων στην αιτιολογία των ΔΠΤ είναι αυτή της αλληλεπίδρασης γονιδίων - περιβάλλοντος, σύμφωνα με την οποία ορισμένα άτομα είναι γενετικά ευάλωτα για την εμφάνιση της ΔΠΤ. Λόγω της μεγαλύτερης γονιδιακής ευαισθησίας τους η επίδραση διαφόρων παραγόντων, όπως είναι η δίαιτα, μπορεί να οδηγήσει ευκολότερα στην εμφάνιση της διαταραχής σε σύγκριση με άτομα που δεν έχουν αυτή τη γενετική ευαλωτότητα αλλά εκτίθενται και αυτοί στον ίδιο περιβαλλοντικό παράγοντα (κάνουν δίαιτα)», τονίζει ο κ. Γονιδάκης.

Η «ισχνή ομορφιά» στον 20ο και 21ο αιώνα

Η αύξηση της συχνότητας των Διαταραχών Πρόσληψης Τροφής που παρατηρήθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική, έχει συνδεθεί από πολλούς συγγραφείς με τη μεταβολή των γυναικείων προτύπων ομορφιάς. Σύμφωνα με τα «νέα δεδομένα», τα οποία είχαν ξεκινήσει ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα και κορυφώθηκαν μετά το 1960, η όμορφη γυναίκα των δυτικών κοινωνιών πρέπει να είναι ιδιαίτερα λεπτή.

Στη δεκαετία του 1980, ερευνητές συγκέντρωσαν τα καταγεγραμμένα σωματικά βάρη των νεαρών υποψηφίων για τον διαγωνισμό ομορφιάς των ΗΠΑ «Miss America» της χρονικής περιόδου 1959 έως 1978. Το συμπέρασμα της μελέτης ήταν ότι σε σύγκριση με τα αντίστοιχα επίσημα στοιχεία για τον γενικό πληθυσμό των ΗΠΑ, οι Αμερικανίδες «καλλονές» είχαν βάρος αντίστοιχο με το 87,6% του βάρους της μέσης Αμερικανίδας για την περίοδο 1959-1970. Το αντίστοιχο ποσοστό για την περίοδο 1970-1978 ήταν 84,6%. Για κάθε χρόνο που κατέγραφαν οι ερευνητές το μέσο σωματικό βάρος των υποψηφίων «Miss America» ελαττωνόταν συνεχώς, περίπου κατά 130 γραμμάρια ανά έτος.

Μια άλλη ενδιαφέρουσα μελέτη εστίασε στο να προσδιορίσει ακριβώς τις χρονικές περιόδους κατά τις οποίες το πρότυπο ομορφιάς έγινε πιο λεπτό στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Η έρευνα επικεντρώθηκε στα τεύχη περιοδικών με κυκλοφορία γυναικείου περιεχομένου, όπως το Vogue και το Ladies Home Journal για χρονική περίοδο που παρατηρήθηκε από το 1901 έως το 1981. Μετρήθηκε ο Δείκτης Μάζας Σώματος των γυναικών που προβάλλονταν στα εξώφυλλα. Βρέθηκε ότι τα κορίτσια που προβάλλονταν ως πρότυπα ομορφιάς ήταν ιδιαίτερα λεπτά κατά τη διάρκεια δύο χρονικών περιόδων: (α) από το 1909 έως το 1929, και (β) από το 1967 έως το 1981.

Σε μια παρόμοια μελέτη, οι ερευνητές συνέκριναν τους σωματότυπους των κοριτσιών που προβάλλονταν στο περιοδικό Playboy κατά τα χρόνια 1978-1998. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι και το «κουνελάκι» του συγκεκριμένου περιοδικού επηρεαζόταν από το πρότυπο της ισχνότητας και με το πέρασμα των δεκαετιών γινόταν λεπτότερο στο σώμα. Την ίδια χρονική περίοδο, μια άλλη μελέτη εξέτασε τα ανδρικά πρότυπα που προβάλλονταν στο περιοδικό Playgirl στα τεύχη που κυκλοφόρησαν διαδοχικά από το 1973 έως το 1997. Το αντίστοιχο συμπέρασμα είναι ότι οι άνδρες που απεικονίζονταν στο συγκεκριμένο περιοδικό ήταν ολοένα και περισσότερο μυώδεις.

Από τις παραπάνω μελέτες προκύπτει το συμπέρασμα ότι μέσα στον 20ό αιώνα παρατηρείται μια αλλαγή στο γυναικείο και ανδρικό σωματότυπο που προβάλλεται από τα ΜΜΕ ως μοντέλο της ομορφιάς. Το «καλλίγραμμο» γυναικείο σώμα ως σχήμα κομψότητας ή αισθησιασμού γίνεται προοδευτικά λεπτότερο και περισσότερο μυώδες, με λιγότερες καμπύλες κυρίως στην περιοχή της κοιλιάς, της πυέλου και των μηρών.

Ταυτόχρονα απομακρύνεται προοδευτικά από τον μέσο σωματότυπο του γενικού πληθυσμού των γυναικών, δηλαδή γίνεται όλο και περισσότερο εξωπραγματικό.

Τα ΜΜΕ και πρότυπα της ομορφιάς

Αν το ισχνό πρότυπο ομορφιάς συμβάλλει στην εκδήλωση των Διαταραχών Πρόσληψης Τροφής ιδιαίτερα σε εφήβους και νέους ενήλικες, το ερώτημα που λογικά διαμορφώνεται αφορά στον υπεύθυνο φορέα για τη διάδοση των προτύπων αυτών, δηλαδή τα ΜΜΕ. Όπως είδαμε, από το 1960 και έπειτα, με αποκορύφωμα τις τελευταίες δεκαετίες, τα ΜΜΕ μεταφέρουν ως επί το πλείστον την εικόνα του ισχνού, αποστεωμένου και σχεδόν «άφυλου» σώματος, επηρεάζοντας σε αρκετά σημαντικό βαθμό τις γενιές των νέων κοριτσιών.

Η «αναζήτηση του τέλειου σώματος» υποκινείται από δύο βασικές πεποιθήσεις. Πρώτον, ότι είναι δυνατόν να αγγίξει κάποιος το αισθητικό ιδεώδες, εάν ακολουθήσει την κατάλληλη δίαιτα, το κατάλληλο πρόγραμμα σωματικής άσκησης και να καταβάλλει την ανάλογη προσπάθεια. Και δεύτερον, ότι αφού το «ιδανικό σώμα» έχει επιτευχθεί, έπονται σημαντικά «ανταλλάγματα» όπως επαγγελματική καταξίωση, χρήματα, ευτυχία και γοητεία.

Το 2000 που δεν υπήρχαν social media, οι επιδημιολογικές έρευνες έδειχναν ότι μόνο το 5% των εφήβων νοσούσαν από διατροφικές διαταραχές. Μετά από 25 χρόνια, το ποσοστό αυτό έχει πενταπλασιαστεί και έχει φτάσει το 25%.

Φταίει η μόδα;

Τι γίνεται όμως όταν το προβαλλόμενο πρότυπο ομορφιάς είναι εξωπραγματικά ισχνό; Χαρακτηριστικά, σήμερα υπολογίζεται ότι η μέση Αμερικανίδα γυναίκα έχει ύψος 1,63 μέτρα και ζυγίζει 63,5 κιλά, ενώ το μέσο μοντέλο στην Αμερική έχει ύψος 1,80 μέτρα και ζυγίζει 53 κιλά. Κατά τα φαινόμενα, το «ιδανικό σώμα» όπως προβάλλεται διαφέρει πολύ από τα φυσιολογικά κριτήρια που ορίζουν την υγιή λειτουργία του ανθρώπινου οργανισμού.

Συγκεκριμένα, μια υγιής γυναίκα έχει ποσοστό λίπους στο σώμα της το οποίο κυμαίνεται περίπου από 22% έως 25%. Ωστόσο, το «εντυπωσιακό» σώμα των φωτομοντέλων, των διασημοτήτων, κ.λπ. εκτιμάται ότι έχει ποσοστό λίπους που κυμαίνεται μόλις από 10% έως 15%.

Φυσικά, αυτό το ισχνό ιδεώδες σώμα απαιτεί πολλές ώρες σωματικής άσκησης ώστε να επιτευχθεί. Για παράδειγμα, αναφέρεται ότι οι διεκδικήτριες διαγωνισμών ομορφιάς στις ΗΠΑ γυμνάζονται έως και 35 ώρες κάθε εβδομάδα – αρκετά περισσότερες δηλαδή από ό,τι ένα ισορροπημένο και ιατρικά ενδεδειγμένο πρόγραμμα γυμναστικής που θα ωφελούσε τη σωματική υγεία.

Το προβαλλόμενο πρότυπο του ισχνού γυναικείου σώματος δεν επηρεάζει μόνο τα κορίτσια, αλλά και τα σημαντικά για αυτά πρόσωπα, όπως είναι τα μέλη της οικογένειάς τους και τα συνομήλικα αγόρια. Ορισμένοι συγγραφείς εκφράζουν τον προβληματισμό ότι τα λεπτά σώματα των μοντέλων και γενικότερα των γυναικών που προβάλλονται από τα ΜΜΕ εξοικειώνουν το κοινό με το ανορεκτικό σώμα. Το αρνητικό αποτέλεσμα είναι διπλό. Τα μέλη της οικογένειας αρνούνται να αντιδράσουν στην αποχή των κοριτσιών ή ακόμα χειρότερα στην αρχή τα επαινούν για την απώλεια βάρους που πέτυχαν και για την πιστή τήρηση της δίαιτας και του προγράμματος άσκησης.

Στα αγόρια, η κύρια επίδραση των ΜΜΕ αφορά στην εκμάθηση της επιδοκιμασίας του λεπτού σώματος στις γυναίκες. Αυτό το αποτέλεσμα προσθέτει μια άκρως ενδιαφέρουσα διάσταση. Φαίνεται ότι τα ΜΜΕ ασκούν μια έμμεση επίδραση στην εικόνα σώματος των νεαρών γυναικών, μέσω της επιρροής που ασκούν στις προσδοκίες που αναπτύσσουν τα αγόρια αναφορικά με την εξωπραγματικά αδύνατη εμφάνιση των γυναικών.

Διατροφικές διαταραχές στο εξωτερικό την τελευταία επταετία

Από το 2018 έως το 2022 στις ΗΠΑ, οι ιατρικές επισκέψεις που σχετίζονταν με τις διατροφικές διαταραχές υπερδιπλασιάστηκαν (αύξηση 107,4%) στα παιδιά κάτω των 17 ετών. Αντίστοιχη αύξηση των διατροφικών διαταραχών σε παιδιά και εφήβους παρατηρήθηκε και στη Βρετανία.

Από τη θεραπεία στο μετά… «Θα γίνω πραγματικά καλά;»

Οι κινηματογραφικές ταινίες που θέλουν ο θεατής να φεύγει από την αίθουσα μετά το τέλος του έργου με θετικά συναισθήματα, τελειώνουν τη στιγμή που οι ήρωες έχουν αντιμετωπίσει όλες τις αντιξοότητες και είναι ευτυχισμένοι και ήρεμοι. Στις παλιές ελληνικές κωμωδίες η ταινία τελείωνε συνήθως στα σκαλιά της εκκλησίας, χωρίς ποτέ να μας δείχνει πώς εξελίσσεται ο γάμος των ηρώων. Πολλές φορές, η επιθυμία των πασχόντων και των οικογενειών τους, είναι με το τέλος της θεραπείας η Διαταραχή Πρόσληψης Τροφής να έχει υποχωρήσει πλήρως, το άτομο που έπασχε να είναι ευτυχισμένο, δυνατό και χαρούμενο και η κατάσταση στην οικογένεια να έχει επιστρέψει σε μια ειδυλλιακή ρουτίνα.

Το τελευταίο ίσως θέμα που χρειάζεται να επεξεργαστεί κανείς πριν αποχαιρετήσει τη θεραπεία του και τη συνεργασία με τους ειδικούς, είναι το τι μπορεί να συμβεί στην πραγματικότητα και τι ανήκει στη σφαίρα της επιθυμίας.

Στο τέλος της θεραπείας είναι σίγουρο ότι θα είμαι καλά;

«Η απάντηση είναι, δυστυχώς, όχι» αναφέρει ο κ. Γονιδάκης. «Κανένας δεν μπορεί να προβλέψει την πορεία της θεραπείας. Επιδημιολογικά ξέρουμε ότι ένα ποσοστό των πασχόντων δεν βελτιώνονται ή παρουσιάζει μερική βελτίωση. Όταν ξεκινάμε τη θεραπεία, το κάνουμε πιστεύοντας ότι η κατάσταση του ατόμου θα βελτιωθεί και ταυτόχρονα αποδεχόμαστε ότι η βελτίωση μπορεί να μην επιτευχθεί σε όλες τις περιπτώσεις θεραπείας. Είναι σημαντικό να έχει κανείς στο μυαλό του ότι δεν ξεκινάει κανείς μια προσπάθεια πιστεύοντας ότι θα αποτύχει. Από την άλλη πλευρά πώς θα διαχειριστεί το μέτριο αποτέλεσμα αν από την αρχή είναι απόλυτα σίγουρος ότι θα έχει οπωσδήποτε επιτυχία;

Επίσης θα πρέπει τόσο οι πάσχοντες όσο και οι οικογένειές τους να γνωρίζουν ότι η θεραπεία ολοκληρώνεται όταν το άτομο είναι ικανό να παλέψει τις δυσκολίες του μόνο του και όχι όταν έχει φτάσει στο 100% της βελτίωσης. Όπως ένας καλός εκπαιδευτής ξέρει πότε να αφήσει τον εκπαιδευόμενο να πάρει αυτός τον έλεγχο στα χέρια του, έτσι και ο θεραπευτής προσπαθεί με τον θεραπευόμενο να βρουν το κατάλληλο σημείο όπου ο δεύτερος μπορεί να λειτουργεί ικανοποιητικά και να διαχειρίζεται τις δυσκολίες του χωρίς να χρησιμοποιεί τις δυσλειτουργικές συμπεριφορές που αφορούν στη διατροφή», προσθέτει.

Από την πλευρά της η δρ. Αλεξία Κατσαρού, τονίζει τη σημασία ενός δομημένου διατροφικού πλάνου για την εκκίνηση και τη συνέχεια της θεραπείας του ανορεκτικού ατόμου: «Η δομή είναι το Α και το Ω στο ευρύτερο φάσμα των διατροφικών διαταραχών. Πρέπει να είναι συγκεκριμένα και δομημένα ως προς τη σύστασή τους τα γεύματα που θα καταναλώνει το ανορεκτικό άτομο που βρίσκεται σε θεραπευτική διαδικασία. Στα σύγχρονα πρωτόκολλα θεραπείας των διατροφικών διαταραχών η τροφή είναι αποδεδειγμένα φαρμακευτική αγωγή. Για να γίνει εφικτό αυτό, θα πρέπει η τροφή να οργανωθεί σε ένα πολύ καλά δομημένο διατροφικό σχήμα».

Η κ. Κατσαρού τονίζει ότι βασικός στόχος της θεραπευτικής μεθόδου είναι τα άτομα με ανορεξία να μην ξανακάνουν ποτέ δίαιτα στη ζωή τους, καθώς κάτι τέτοιο θα υποτροπίαζε τη νόσο. Επομένως, η μέριμνα της διατροφής είναι απαραίτητη εφ' όρου ζωής.

Δρ. Αλεξία Κατσαρού
Άτομα με ανορεξία να μην ξανακάνουν ποτέ δίαιτα στη ζωή τους

Πόσο «καλά» είναι αυτό το «καλά»;

Αν και ιατρικά η βελτίωση ορίζεται μέσω συγκεκριμένων μετρήσεων, σε ατομικό επίπεδο το «καλά» ορίζεται περισσότερο με υποκειμενικά κριτήρια. Είναι σημαντικό να μην ενισχύουμε την πεποίθηση απαίτησης, την πλήρη υποχώρηση της συμπτωματολογίας για να θεωρήσουμε ότι ο πάσχων έχει θεραπευτεί. «Αν θα μπορούσαμε με μια φράση να ορίσουμε το "καλά" θα λέγαμε ότι κάποιος πάσχων είναι "καλά" όταν η συμπτωματολογία της Διαταραχής Πρόσληψης Τροφής είναι τόσο ήπια, ώστε να μπορεί να ζει μια ικανοποιητική ζωή σύμφωνα με τα προσωπικά του κριτήρια», αναφέρει ο κ. Γονιδάκης.

Υπάρχει πιθανότητα να επιστρέψει η Διαταραχή;

Μπορεί να δει κανείς βελτίωση και στη συνέχεια να υπάρχει υποτροπή της Διαταραχής Πρόσληψης Τροφής. Γιατί να γίνει αυτό; Κάποιες φορές είναι η δυσκολία του ατόμου να ρυθμίσει αποτελεσματικά με άλλο τρόπο τα συναισθήματά του. Κάποιες άλλες φορές είναι η συνεχιζόμενη πίεση που υφίσταται από το περιβάλλον του. Πόσο εύκολο, για παράδειγμα, είναι μια νέα κοπέλα να σταματήσει να περιορίζει το φαγητό όταν εξακολουθεί να αισθάνεται ότι έχοντας ένα κανονικό γυναικείο σώμα, εξακολουθεί να κινδυνεύει να κακοποιηθεί ξανά σεξουαλικά από ένα μέλος της οικογένειάς της; Πώς να αποφασίσει κανείς να μην υποκύπτει στα βουλιμικά επεισόδια όταν συστηματικά κάθε προσπάθεια και επιθυμία του απαξιώνεται και λοιδορείται από τον σύντροφό του;

Αν μια πάσχουσα εμφανίσει όλα τα διαγνωστικά κριτήρια της διαταραχής για τουλάχιστον τρεις εβδομάδες, έχει 40% πιθανότητες να παρουσιάσει πλήρη υποτροπή της μέσα στα επόμενα 8 έτη παρακολούθησης. Επίσης, αν η πάσχουσα παρουσιάσει απώλεια βάρους της τάξης του 15% ή περισσότερο, διατρέχει 3% ετήσιο κίνδυνο υποτροπής της ανορεξίας.

Η πιθανότητα υποτροπής στη βουλιμία είναι επίσης σημαντική. Έχει διαπιστωθεί ότι, διάρκεια νόσου μεγαλύτερη από 6 έτη, αμηνόρροια για διάστημα μεγαλύτερο των 2,5 ετών, ιδιαίτερα χαμηλός δείκτης μάζας σώματος κατά την εισαγωγή στο νοσοκομείο και απουσία ισχυρού κινήτρου για θεραπεία κατά την έξοδο από το νοσοκομείο, όπως και η έξοδος από το νοσοκομείο ενώ το βάρος της ασθενούς δεν έχει αποκατασταθεί πλήρως, αυξάνουν σημαντικά την πιθανότητα επανεμφάνισης της ανορεκτικής συμπτωματολογίας.

Για την ψυχογενή βουλιμία υπάρχουν λιγότερα επιδημιολογικά δεδομένα. Σε μικρό αριθμό μελετών παρατηρήθηκε ότι το 35% περίπου των γυναικών που έπασχαν από ψυχογενή βουλιμία υποτροπίασαν μέσα σε 9 έτη παρακολούθησης από το τέλος της θεραπείας. Η κακή κοινωνική προσαρμογή και η έντονη διαταραχή στην εικόνα του σώματος φαίνεται ότι προέβλεπαν ποιες γυναίκες διέτρεχαν μεγαλύτερο κίνδυνο υποτροπής. Επίσης, έχει διαπιστωθεί ότι μετά από 12 έτη παρακολούθησης, το 41% των πρώην πασχουσών από ΨΒ έπασχε από κάποια άλλη ψυχική πάθηση τον τελευταίο μήνα πριν από την επανεξέταση.

Η δρ. Τσιάκα αναφέρει χαρακτηριστικά ότι αν μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας, το άτομο μπει στην διαδικασία να περιορίσει ξανά την τροφή, θα ενεργοποιηθεί το γονιδίωμα και θα νοσήσει ξανά. «Είναι σαν ένας ασθενής να έχει άσθμα και πάει κάτω από ένα πεύκο που έχει γύρη. Θα εμφανιστεί ξανά το άσθμα. Πολλοί πιστεύουν ότι αν αποκατασταθεί το βάρος, έχει λυθεί και το πρόβλημα. Αυτό είναι μύθος. Είναι ένα κριτήριο ανάρρωσης, αλλά δεν είναι η μόνη προϋπόθεση ότι το άτομο έχει γίνει καλά. Μπορεί εύκολα η ανορεξία να γυρίσει σε βουλιμία. Οι διαταραχές είναι ένα ολόκληρο φάσμα».

Αντί επιλόγου

Η νευρική ανορεξία δεν είναι, όπως συνηθίζαμε να ακούμε παλιά, «η ασθένεια των μοντέλων». Χρόνια ερευνών και μεγάλης προσπάθειας από τον ιατρικό τομέα να αντιμετωπίσει τις διατροφικές διαταραχές- μιας και δεν υπάρχει φαρμακευτική αγωγή- έχουν καταδείξει ότι η ψυχογενής ανορεξία, δεν κοιτά φύλο και ηλικία και επιπλέον είναι μια πολυπαραγοντική νόσος στην οποία υπεισέρχεται και ο βιολογικός παράγοντας.

Αν θα έπρεπε να θυμόμαστε μερικά βασικά πράγματα για τη νευρική ανορεξία από αυτό το ρεπορτάζ, είναι ότι έχει το μεγαλύτερο βαθμό θνησιμότητας μετά τα ναρκωτικά, ότι εμφανίζεται κυρίως στην εφηβική και μεταεφηβική ηλικία, ότι είναι επίσημα μια ψυχική ασθένεια και ότι ο ασθενής δεν μπορεί να ξεφύγει χωρίς την βοήθεια της οικογένειάς ή του στενού οικογενειακού και φιλικού του περιβάλλοντος. Ωστόσο τα παραδείγματα επιβεβαιώνουν ότι υπάρχει ελπίδα για τους ασθενείς για έξοδο από τη νόσο και για μια καλύτερη ζωή.

Συντελεστές

Παραγωγή – συνεντεύξεις: Ανθή Κουρεντζή | Παραγωγή – επιμέλεια: Κώστας Πλιάκος | Content Director: Σοφία Μαυραντζά Κάμερα: Γιώργος Αποστολόπουλος, Χάρης Γκίκας, Νίκος Ραζής | Μοντάζ, audio post production: Λευτέρης Ξάνθης | Art directors: Βασίλης Σταμογιάννης - Κωνσταντίνα Ιωάννου | Development: Γιάννης Μαρκοστάμος | Quality Assurance: Kλεομένης Βάρλας | Μουσική: Envato | Αρχείο: AP, Getty, Envato, Unsplash