ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

Δικαίωση από το ΣτΕ για τη Μυρτώ της Πάρου - Ανοίγει ο δρόμος για αποζημίωση

Δικαίωση από το ΣτΕ για τη Μυρτώ της Πάρου - Ανοίγει ο δρόμος για αποζημίωση
Σημειώνεται, ότι η μητέρα της Μυρτούς διεκδικεί να καταβληθεί στην κόρη της ποσό 200.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης για τη ζημία που υπέστη από τον βαρύτατο τραυματισμό της
INTIME NEWS

Η Μυρτώ στις 22 Ιουλίου του 2012, βιάσθηκε και δέχθηκε άγρια επίθεση στη παραλία «Χρυσή Ακτή» της Πάρου από τον Πακιστανό Αχμέτ Βακάς

Την καταβολή αποζημίωσης στη Μυρτώ Παπαδομιχελάκη αποφάσισε το Συμβούλιο της Επικρατείας καθώς έκρινε ότι το Δημόσιο οφείλει να αποζημιώσει το κορίτσι που στις στις 22 Ιουλίου του 2012, βιάσθηκε και δέχθηκε άγρια επίθεση στη παραλία «Χρυσή Ακτή» της Πάρου από τον Πακιστανό Αχμέτ Βακάς και έκτοτε παραμένει καθηλωμένη σε ένα κρεβάτι με αναπηρίας 100%. Σύμφωνα με τους συμβούλους Επικρατείας,
η Μυρτώ δικαιούται αποζημίωση από το Ελληνικό Δημόσιο, αλλά το ύψος θα καθοριστεί από το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, στο οποίο αναπέμφθηκε η υπόθεση.

Έπειτα από αίτηση που υπέβαλλε η μητέρα της Μυρτούς, Μαρίας Κοτρώτσου, το Α΄ Τμήμα του ΣτΕ αναίρεσε την απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών (468/2021) η οποία είχε κρίνει ότι δεν δικαιούται αποζημίωση από το Δημόσιο λόγω των πράξεων και παραλείψεων της Ελληνικής Αστυνομίας, οι οποίες αφορούν στην παράνομη είσοδο του Πακιστανού δράστη στη χώρα μας. Σημειώνεται, ότι η μητέρα της Μυρτούς διεκδικεί να καταβληθεί στην κόρη της ποσό 200.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης για τη ζημία που υπέστη από τον βαρύτατο τραυματισμό της, αλλά και την καταβολή ποσού 2.978 ευρώ κάθε μήνα στην κόρη της, αρχής γενομένης από τον Ιούνιου του 2017 και για όσο διαρκεί ο βίος της. Το ποσό αυτό, σύμφωνα με την αγωγή, θα πρέπει να επιδικασθεί στη Μυρτώ για τα έξοδα διαβίωσης, καθημερινής φροντίδας και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψής της. Επιπρόσθετα, η μητέρα και η αδελφή της Μυρτούς, ζήτησαν να επιδικασθεί στην κάθε μια, το ποσό 50.000 ευρώ ως αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης που υπέστησαν.

Η αγωγή είχε απορριφθεί τόσο σε πρώτο όσο και σε δεύτερο βαθμό με το σκεπτικό ότι δεν «υπάρχουν παραλείψεις των οργάνων του Ελληνικού Δημοσίου που να βρίσκονται σε αιτιώδη συνάφεια» με τον βαρύτατο τραυματισμό της νεαρής κοπέλας. Ωστόσο,
το Α΄ Τμήμα του ΣτΕ με την υπ΄ αριθμ. 1500/2022 απόφασή του έκρινε ότι υπάρχει «αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παράνομης παραλείψεως των αστυνομικών οργάνων να άρουν την παράνομη κατάσταση που προκλήθηκε από την παράνομη είσοδο και παραμονή επί μακρόν στη χώρα υπηκόου τρίτης χώρας και του επιζήμιου αποτελέσματος (της προσβολής υγείας ή σώματος) τρίτου» και «δεν αίρεται ο αιτιώδης σύνδεσμος εκ του ότι παρεμβάλλεται η εγκληματική ενέργεια του αλλοδαπού».

Κατά το ΣτΕ, «η είσοδος στη χώρα αλλοδαπών/υπηκόων τρίτης χώρας και η περαιτέρω διαμονή τους – η οποία μπορεί να είναι και μακρά – δεν είναι ελεύθερη ούτε ανεξέλεγκτη, αλλά διέπεται από κανονιστικό καθεστώς (του ν. 3386/2005) που επιβάλλει σ' αυτούς την υποχρέωση εφοδιασμού τους με διαβατήριο/ταξιδιωτικό έγγραφο, θεώρηση εισόδου και άδεια διαμονής για συγκεκριμένο σκοπό (για εργασία, ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα, σπουδές ή άλλο νόμιμο σκοπό) και καθιδρύει δεσμία αρμοδιότητα των αστυνομικών οργάνων για την έκδοση πράξεως απελάσεως σε περίπτωση, μεταξύ άλλων, που ο αλλοδαπός έχει παραβιάσει τις σχετικές διατάξεις, μετά δε την έναρξη ισχύος του ν. 3907/2011 πράξεως επιστροφής για τους παρανόμως διαμένοντες».

Παράλληλα, οι σύμβουλοι Επικρατείας σημειώνουν ότι «οι ρυθμίσεις του ν. 3386/2005 αποσκοπούν όχι μόνον στην προστασία του γενικού (Δημόσιου) συμφέροντος, αλλά και στην προστασία του συμφέροντος των ιδιωτών με την αποτροπή της προσβολής των συνταγματικώς προστατευόμενων έννομων αγαθών από τη συμπεριφορά των παρανόμως εισελθόντων, διαμενόντων και εργαζόμενων στη χώρα αλλοδαπών».

Όπως εξηγούν οι σύμβουλοι: «Όσο τα αστυνομικά όργανα παραβιάζουν τις υποχρεώσεις τους και δεν εκδίδουν κατ' ενάσκηση της δεσμίας αρμοδιότητάς τους πράξη απελάσεως ή μετά τις 26.1.2011 πράξη επιστροφής για τους παρανόμως διαμένοντες, δημιουργείται η βεβαιότητα σε όποιον αλλοδαπό εισήλθε λάθρα, διαμένει παρανόμως στη χώρα και επιθυμεί να συμπεριφερθεί παρανόμως και να προσβάλει κάποιο έννομο αγαθό ότι ποτέ δεν θα τιμωρηθεί, αφού η ταυτότητά του δεν είναι γνωστή στις ελληνικές αρχές ούτε έχουν ληφθεί τα δακτυλικά αποτυπώματά του. Ενόψει των επιδιωκόμενων ως άνω προστατευτικών σκοπών των ρυθμίσεων του ν. 3386/2005, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, σε περίπτωση παρανόμως εισελθόντος στη Χώρα αλλοδαπού που επί μακρόν διαμένει και εργάζεται παρανόμως σε περιορισμένο κατ’ έκταση τόπο (λ.χ. νησί), η παράλειψη των αστυνομικών οργάνων να άρουν την παράνομη κατάσταση που προκλήθηκε από την παράνομη είσοδο και παραμονή του επί μακρόν στη Χώρα, μη εκδίδοντας, ενώ έχουν υποχρέωση και μπορούν, πράξη απελάσεως κατά παράβαση του άρ. 76 παρ. 1 περ. β΄ ν. 3386/2005 ή μετά τις 26.1.2011 πράξη επιστροφής κατά παράβαση άρ. 21 παρ. 1 εδ. τρίτο ν. 3907/2011, μπορεί να θεωρηθεί αντικειμενικώς και κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων ως πρόσφορη αιτία του παραχθέντος επιζήμιου αποτελέσματος (εγκλήματος). Συνεπώς, υπάρχει γενικώς και αφηρημένως αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παράνομης αυτής παραλείψεως των οργάνων του Δημοσίου και της ζημίας τρίτου προσώπου, η οποία προκαλείται όταν ο παρανόμως εισελθών και διαμένων στην Ελλάδα υπήκοος τρίτης χώρας προσβάλει απολύτως προστατευόμενο έννομο αγαθό».

Επίσης, σημειώνει το ΣτΕ: «Μη νόμιμη η κρίση διοικ. εφετείου για τη μη συνδρομή αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ των παραλείψεων των αστυνομικών οργάνων και του βαρύτατου τραυματισμού της εκπροσωπούμενης από την οριστική δικαστική συμπαραστάτριά της (μητέρας της) αναιρεσείουσας, ηλικίας τότε 15 ετών, συνεπεία εγκλημάτων (βιασμός, απόπειρα ανθρωποκτονίας) που διαπράχθηκαν εις βάρος της από υπήκοο τρίτης χώρας. Δεν αίρεται ο αιτιώδης σύνδεσμος εκ του ότι μεταξύ της παρανομίας των οργάνων του Δημοσίου και του βαρύτατου τραυματισμού παρεμβάλλεται η εγκληματική ενέργεια του αλλοδαπού, ο οποίος εισήλθε λάθρα στη χώρα, διέμενε και εργαζόταν επί μακρόν παρανόμως σε ελληνικό νησί και χωρίς να έχει εντοπισθεί, παρότι τούτο ήταν εφικτό, διότι ο τραυματισμός αυτός δεν θα είχε προκληθεί αν τα αρμόδια όργανα του Δημοσίου είχαν τηρήσει τη συμπεριφορά που επιβαλλόταν από τις παραβιασθείσες διατάξεις των ν. 3386/2005 και 3907/2011 οι οποίες έχουν τεθεί και για χάρη της προστασίας, μεταξύ άλλων, της ζωής, της υγείας, της σωματικής ακεραιότητας, της τιμής και της γενετήσιας ελευθερίας όλων των προσώπων που βρίσκονται στη χώρα».