ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Τα υψηλά δημόσια χρέη δεν πρόκειται να μειωθούν σημαντικά στο ορατό μέλλον

Τα υψηλά δημόσια χρέη δεν πρόκειται να μειωθούν σημαντικά στο ορατό μέλλον
Pixabay

Τα μεγάλα δημόσια χρέη των κυβερνήσεων και η αύξηση των επιτοκίων που αυτά συνεπάγονται ήρθαν για να μείνουν, προειδοποιεί μελέτη που παρουσιάστηκε στο ετήσιο συμπόσιο των κεντρικών τραπεζών το οποίο πραγματοποιεί κάθε χρόνο στο Τζάκσον Χολ η Federal Reserve. «Τα υψηλά δημόσια χρέη δεν πρόκειται να μειωθούν σημαντικά στο ορατό μέλλον, οι χώρες θα πρέπει να ζήσουν με αυτή τη νέα πραγματικότητα σαν ένα ημιμόνιμο καθεστώς».

Για τις ΗΠΑ και άλλες χώρες με υψηλή πιστοληπτική αξιολόγηση, αυτό αναμένεται να είναι διαχειρίσιμο, με δεδομένο ότι το χρέος τους αντιμετωπίζεται σαν ασφαλές περιουσιακό στοιχείο και άρα συναντά υψηλή ζήτηση από δημόσιους οργανισμούς όπως είναι οι κεντρικές τράπεζες, αλλά και από ιδιώτες επενδυτές. Ωστόσο, οι αναπτυσσόμενες χώρες θα αντιμετωπίσουν περισσότερες δυσκολίες, με τους οικονομολόγους να προειδοποιούν πως η αναδιάρθρωση χρέους πιθανότατα θα είναι απαραίτητη σε πολλές περιπτώσεις.

Το άρθρο εξετάζει διάφορους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσε να μειωθεί το χρέος, αλλά καταλήγει ότι αυτοί είναι απίθανο να γίνουν πραγματικότητα. Οι διχασμένες κυβερνήσεις θα δυσκολευτούν να μειώσουν τις δαπάνες και να ενισχύσουν τους φόρους, ειδικά σε μια περίοδο αργής οικονομικής ανάπτυξης. Η μείωση του χρέους μέσω του πληθωρισμού επίσης δεν θα λειτουργήσει, εκτός και εάν η αύξηση του πληθωρισμού είναι τόσο σημαντική ώστε να φτάσει σε αιφνιδιαστικά επίπεδα.

Οσο για τα επιτόκια, αυτά είναι πιο πιθανό να κινηθούν υψηλότερα παρά χαμηλότερα. «Είναι δύσκολο να προβλέψουμε ότι τα επιτόκια θα πέσουν ακόμη χαμηλότερα και υπάρχουν καλοί λόγοι για να πιστέψουμε ότι μπορεί τώρα να αρχίσουν να ανεβαίνουν», έγραψαν οι Αρσλαναλπ και Αϊχενγκριν. Ενας από τους λόγους αυτούς είναι τα υψηλά επίπεδα των δημόσιων χρεών.

Οι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι η ζήτηση για ασφαλή περιουσιακά στοιχεία από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και ιδιώτες επενδυτές θα αυξηθεί περίπου κατά 2 τρισ. δολάρια έως το 2026. Περαιτέρω αύξηση έως και 1,9 τρισ. δολάρια αναμένεται από τις κεντρικές τράπεζες των αναδυόμενων αγορών.

Η προσφορά assets από τις ΗΠΑ, τη Γερμανία και άλλες χώρες υψηλής αξιολόγησης, όμως, καθώς και από πιστωτές χαμηλότερου αξιόχρεου, όπως είναι η Ιαπωνία και το Ηνωμένο Βασίλειο, προβλέπεται ακόμη μεγαλύτερη, κάτι που αναμένεται να ενισχύσει τα επιτόκια.

Οι οικονομολόγοι προειδοποιούν πως χώρες όπως οι ΗΠΑ δεν μπορούν να θεωρήσουν δεδομένο ότι θα εξακολουθήσουν να έχουν την ιδιότητα του κορυφαίου πιστωτή, αλλά «πρέπει να φροντίσουν να αποφύγουν ενέργειες που κάνουν τα ασφαλή περιουσιακά τους στοιχεία να επαναξιολογηθούν ως μη ασφαλή».

Αυτό τον μήνα, άλλωστε, η Fitch Ratings υποβάθμισε την άριστη πιστοληπτική αξιολόγηση AAA των ΗΠΑ, επικαλούμενη το υψηλό και αυξανόμενο χρέος της χώρας και τις επαναλαμβανόμενες αντιπαραθέσεις στην Ουάσιγκτον σχετικά με το ανώτατο όριο χρέους. Αυτό σημαίνει ότι μόνον ένας από τους τρεις κορυφαίους οίκους αξιολόγησης, η Moody’s, βαθμολογεί πλέον το χρέος των ΗΠΑ στο ΑΑΑ.

Αλλες ανεπτυγμένες χώρες με χαμηλότερες αξιολογήσεις, όπως η Ιταλία, θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν δυσκολίες, καθώς οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες μειώνουν τις θέσεις τους σε κρατικά ομόλογα μέσω της ποσοτικής σύσφιγξης, προειδοποίησαν οι Αρσλαναλπ και Αϊχενγκριν.

Τις μεγαλύτερες πιέσεις, πάντως, αναμένεται να βιώσουν οι αναπτυσσόμενες χώρες, όπου μια γρήγορη λύση στα προβλήματά τους φαίνεται απίθανη, με δεδομένο ότι πλέον εμπλέκονται περισσότεροι πιστωτές από ό,τι στο παρελθόν.