ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Επενδυτική βαθμίδα: Οι τρεις λόγοι της αναβάθμισης της Ελλάδας από την S&P

Επενδυτική βαθμίδα: Οι τρεις λόγοι της αναβάθμισης της Ελλάδας από την S&P
Φωτογραφία αρχείου

Η S&P στην έκθεσή της αποδίδει στην Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα σε BBB- από BB+ για τρεις βασικούς λόγους. Τα οφέλη για την ελληνική οικονομία.

Θετικά νέα για την ελληνική οικονομία, μετά την αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου σε καθεστώς επενδυτικής βαθμίδας, σε ΒΒΒ- από ΒΒ+ από τον οίκο αξιολόγησης Standard and Poor’s.

Ο υπουργός Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, σε δήλωσή του ανέφερε πως «Η χώρα είναι μπροστά σε ένα ιστορικό παράθυρο ευκαιρίας», ενώ σημείωσε πως «είναι πατριωτικό μας καθήκον να αξιοποιήσουμε την ευκαιρία και να προχωρήσουμε μπροστά προς όφελος όλων των Ελλήνων, ιδιαίτερα δε των ασθενέστερων».

Πώς, όμως, κατάφερε η Ελλάδα να πάρει ακόμα μία θετική αξιολόγηση; Η S&P υπογραμμίζει στη σχετική της έκθεση, πως αποδίδει στην Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα επειδή συντρέχουν οι ακόλουθοι παράγοντες:

  1. Η σημαντική δημοσιονομική εξυγίανση που έχει επιτευχθεί, η οποία υποστηρίζεται από ταχεία ανάκαμψη της οικονομίας και έχει σαν αποτέλεσμα, η ελληνική κυβέρνηση να υπερκαλύπτει τους δημοσιονομικούς στόχους που η ίδια θέτει.
  2. Η καθαρή εντολή που έλαβε η Νέα Δημοκρατία στις εκλογές, η οποία επιτρέπει στην κυβέρνηση να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις.
  3. Η συνεχιζόμενη μείωση του δημοσίου χρέους το οποίο σύμφωνα με την S&P αναμένεται να διαμορφωθεί στο 145% του ΑΕΠ το 2023 και στο 138 % το 2026, έναντι 189 % του ΑΕΠ το 2020. Ο οίκος σημειώνει ακόμη ότι ενώ το χρέος παραμένει υψηλό, «το προφίλ του είναι ένα από τα πιο ευνοϊκά από όλα τα κράτη που αξιολογούμε καθώς η μέση σταθμισμένη διάρκεια του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης ήταν 17,2 έτη στο τέλος Ιουνίου 2023 και οι πληρωμές τόκων αντιστοιχούν σε σχετικά χαμηλό (5,6%) ποσοστό των εσόδων της γενικής κυβέρνησης».

Όπως επισημαίνεται στην έκθεση: «Η ανάκαμψη από την κρίση χρέους και στη συνέχεια από την πανδημία COVID-19 ενίσχυσε την αύξηση των επενδύσεων και την εμπιστοσύνη στην οικονομία. Η ταχεία ψηφιοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών οδήγησε σε σημαντική πρόοδο στη μείωση της φοροδιαφυγής και σε βελτίωση της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα. Οι ισχυρές επιδόσεις του τουρισμού, της ναυτιλίας και της μεταποίησης τα τελευταία χρόνια, παράλληλα με την πρόοδο στην πώληση και διευθέτηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ώθησαν σε πρόσθετες επενδύσεις».

Σημειώνεται ακόμη το υψηλότερο ποσοστό ανάπτυξης σε σχέση με τις άλλες χώρες της ΕΕ, παρά τις επιπτώσεις των φυσικών καταστροφών. Και αυτό λόγω των επιδόσεων – ρεκόρ στον τουρισμό, της αύξησης των επενδύσεων, της μείωσης της ανεργίας και της βελτίωσης της χρηματοδότησης της οικονομίας. Επίσης, ότι ο πληθωρισμός αρχίζει να εξομαλύνεται και βαδίζει προς τον στόχο της ΕΚΤ για επίπεδα κάτω του 2%.

Τι είναι η επενδυτική βαθμίδα

Πρόκειται για το επίπεδο κατά το οποίο το ελληνικό χρέος θα σταματήσει να θεωρείται «σκουπίδι» (junk) και οι διεθνείς επενδυτές θα μπορούν να τοποθετήσουν «άφοβα» τα χρήματά τους σε αυτό.

Όπως λέει και το όνομά της, η επενδυτική βαθμίδα σημαίνει πως τα εγχώρια χρεόγραφα είναι διεθνώς αποδεκτά και κατ’ επέκταση αναμένεται σημαντική εισροή χρημάτων σε αυτά και περαιτέρω αποκλιμάκωση του κόστους δανεισμού και επιστρέφει στην κατάταξη των «επενδύσιμων» χωρών.

Τα οφέλη

Με την ανάκτηση της επενδυτική βαθμίδας, το χρέος της χώρας επιστρέφει στο «ραντάρ» άλλου τύπου επενδυτών, οι οποίοι και τοποθετούνται αποκλειστικά σε χώρες που πληρούν το συγκεκριμένο κριτήριο.

Αυτό άμεσα δεν θα έχει κάποια ιδιαίτερα σημαντική επίπτωση, καθώς ήδη η χώρα μας δανείζεται με ανταγωνιστικά επιτόκια και το spread παραμένει σε λογικά επίπεδα.

Μεσο-μακροπρόθεσμα όμως, και καθώς η Ελλάδα θα χρειαστεί να ξαναβγεί στις αγορές, η επενδυτική βαθμίδα θα είναι πλεονέκτημα, αν όχι προϋπόθεση για να εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη των αγορών και αντίστοιχα τα χρήματα των επενδυτών με λογικό κόστος.

Παράλληλα, η Ελλάδα θα μπορεί να συμμετάσχει σε όποια προγράμματα υιοθετήσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, καθώς μέχρι πρότινος έπρεπε να επαφίεται στο «waiver», που επέτρεπε στη χώρα μας να εντάσσεται σε αυτά, χωρίς να πληροί τις τυπικές προϋποθέσεις.