ΠΟΛΙΤΙΚΗ

«Κλείνει η πόρτα» στα αναδρομικά των βουλευτών

«Κλείνει η πόρτα» στα αναδρομικά των βουλευτών

«Όχι» στους... εθνοπατέρες μας οι οποίοι διεκδικούσαν αναδρομικές διαφορές αποδοχών βροντοφώναξε η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου σε διάσκεψη κεκλεισμένων των θυρών.

Σχεδόν ομόφωνα με ψήφους 30 προς 5 το Ανώτατο Δημοσιονομικό Δικαστήριο έκλεισε οριστικά την... πόρτα σε περίπου 500 βουλευτές, πρώην βουλευτές και ευρωβουλευτές που αξίωναν και μάλιστα με το νόμιμο τόκο τις διαφορές των αποδοχών τους, μετά την αύξηση των αποδοχών των δικαστικών λειτουργών το 2006. Σημειώνεται ότι, το σύνολο των προσφυγών που έχουν κατατεθεί στο Ελεγκτικό Συνέδριο ανέρχεται στις 850, καθώς ορισμένοι βουλευτές έχουν καταθέσει δύο αιτήσεις για διαφορετικά χρονικά διαστήματα.

Όπως είναι γνωστό, το 2006 με απόφαση του Μισθοδικείου εξομοιώθηκαν οι αποδοχές των δικαστών με τις αποδοχές του προέδρου της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (Ε.Ε.Τ.Τ.) που ανέρχονταν στα 10.271 ευρώ. Σύμφωνα με τους πρώην βουλευτές η εξίσωση των αποδοχών των προέδρων των Ανωτάτων Δικαστηρίων με τις αποδοχές του προέδρου της Ε.Ε.Τ.Τ. επέφερε αυτοδίκαια, κατά τις συνταγματικές επιταγές, άμεση αντίστοιχη μεταβολή και στη βουλευτική αποζημίωση.

Τι έκριναν οι δικαστές

Ωστόσο, οι σύμβουλοι Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου έκριναν ότι η εφάπαξ έκτακτη παροχή που έλαβαν οι δικαστικοί λειτουργοί (2003-2007) και με την οποία εξομοιώνονταν οι αποδοχές τους με αυτές του προέδρου του ΕΕΤΤ είναι ανεξάρτητη και δεν συνδέεται με το μισθολόγιο των δικαστών, έτσι ώστε να μπορεί να τεθεί ζήτημα αναπροσαρμογής της βουλευτικής αποζημίωσης.

Σύμφωνα με την Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου η έκτακτη αυτή παροχή δόθηκε στους δικαστές επειδή τότε υπήρχε τεράστιος όγκος υποθέσεων στα δικαστήρια και στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους λόγω της εισόδου μεγάλου αριθμού οικονομικών μεταναστών (απελάσεις, άδειες παραμονής, παραβατικές συμπεριφορές, κ.λπ.), της διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων καθώς και της επίσπευσης και εκτέλεσης δημοσίων συμβάσεων.

Κατόπιν αυτού κρίθηκε ότι η επέκταση της επίμαχης παροχής στους βουλευτές συνιστά ανεπίτρεπτη άσκηση νομοθετικού έργου, καθώς ο νομοθέτης α) είχε την πρόθεση να αναγνωριστούν οι απολαβές αυτές προς του δικαστικούς για συγκεκριμένους λόγους, και β) είχε την πρόθεση να αποκλείσει άλλες κατηγορίες λειτουργών, οι αποδοχές των οποίων συναρτώνται με το ύψος των μηνιαίων αποδοχών του ανώτατου δικαστικού λειτουργού (δηλαδή τους βουλευτές).