ΕΛΛΑΔΑ

Απίστευτες αγριότητες στα κυκλώματα ναρκωτικών

Απίστευτες αγριότητες στα κυκλώματα ναρκωτικών

Θρίλερ θυμίζει η υπόθεση απαγωγής 59χρονου Βορειοηπειρώτη στις αρχές Φεβρουαρίου, τον οποίο κρατούσαν αιχμάλωτο για δύο μήνες μέλη κυκλώματος εμπόρων ναρκωτικών.

Κατά τη διάρκεια των δύο αυτών μηνών οι απαγωγείς του έκοβαν τα δάχτυλα και τον βασάνιζαν ανελέητα, προκειμένου να αναγκάσουν την οικογένειά του να τους καταβάλει, ως λύτρα, μεγάλο ποσό από ναρκωτικά, που θεωρούσαν ότι τα έχασαν με υπαιτιότητα του 59χρονου.

Η υπόθεση εξιχνιάστηκε από το Τμήμα Εγκλημάτων κατά Ζωής της Ασφάλειας Αττικής, σε συνεργασία με την Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Ιωαννίνων, ενώ σημαντικό ρόλο έπαιξαν η ΕΥΠ και το Κέντρο Συλλογής & Διαχείρισης Επιχειρησιακών Πληροφοριών του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, που διέθεσαν τον υπερσύγχρονο τεχνολογικό εξοπλισμό τους για παρακολουθήσεις τηλεφώνων και την συλλογή άλλων πληροφοριών και στοιχείων, τα οποία οδήγησαν τους αστυνομικούς στους δράστες.

Σύμφωνα με ανακοινώσεις, που έκανε πριν από λίγο ο εκπρόσωπος Τύπου της ΕΛ.ΑΣ, Χρήστος Παρθένης, το χρονικό της απαγωγής ξεκίνησε βραδινές ώρες της 31 Ιανουαρίου του 2013, στα Ιωάννινα, και εξελίχθηκε έως την 27η Μαρτίου 2013, οπότε ο απαχθείς απελευθερώθηκε στη Νέα Σμύρνη Αττικής, χωρίς να καταβληθούν λύτρα.

Στην υπόθεση εμπλέκονται συνολικά οκτώ άτομα, εκ των οποίων ένας Έλληνας και επτά αλλοδαποί, υπήκοοι Αλβανίας.

Όπως προέκυψε από την αστυνομική έρευνα, το κίνητρο της απαγωγής ήταν η διαφορά μεταξύ του απαχθέντα και των δραστών, σχετικά με μεταφορά περίπου 200 κιλών ινδικής κάνναβης από την Ελλάδα στη Γερμανία, τον Δεκέμβριο του 2012.

Συγκεκριμένα, ο 59χρονος Βορειοηπειρώτης, ο οποίος είναι μουσικός και ασχολείται στην Ελλάδα με μεσιτικές εργασίες, είχε αναλάβει τον ρόλο της αναζήτησης μεταφορέα, που θα προωθούσε το φορτίο της ινδικής κάνναβης στη Γερμανία.

Για τη δουλειά αυτή σύστησε στους συνεργούς του και μετέπειτα απαγωγείς του, έναν Ρομά από την περιοχή των Άνω Λιοσίων. Έτσι, ήρθαν σε επαφή με τον Ρομά και τελικά σε συμφωνία, δίνοντάς του 40.000 ευρώ για τη μεταφορά.

Ο Ρομά, όμως, αφού παρέλαβε τα ναρκωτικά, δεν διεκπεραίωσε τη μεταφορά και κράτησε τα χρήματα και τα ναρκωτικά για λογαριασμό του.

Ωστόσο, οι έμποροι ναρκωτικών θεώρησαν πως πίσω από την αθέτηση της συμφωνίας βρίσκεται ο 59χρονος μεσάζοντα. Έτσι, τον απήγαγαν με σκοπό να απαιτήσουν από την οικογένειά του ως λύτρα τα χρήματα που πίστευαν ότι είχαν χάσει από τα ναρκωτικά και το ποσό που τους «έφαγε» ο Ρομά.

Ο 56χρονος ομογενής έφυγε με το λεωφορείο του ΚΤΕΛ το πρωί της 31-1-2013 από τα Ιωάννινα όπου διαμένει, λέγοντας στη σύζυγό του ότι πήγαινε στην Αθήνα και από τότε χάθηκαν τα ίχνη του.

Την 19-02-2013 η σύζυγος του απαχθέντα, κατήγγειλε στην Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Ιωαννίνων ότι ο σύζυγός της είχε πέσει θύμα απαγωγής.

Όπως είπε η γυναίκα, την επομένη της αναχώρησης του συζύγου της, στις 1-2-2013, δέχτηκε τηλεφώνημα από άγνωστο άντρα, ο οποίος την ενημέρωσε ότι ο σύζυγός της είχε απαχθεί.

Οι δράστες, σε τηλεφωνικές επικοινωνίες με τη σύζυγο του θύματος, απαιτούσαν, ως λύτρα, 125.000 ευρώ, προκειμένου να τον απελευθερώσουν, αλλιώς θα σκότωναν τον ίδιο και την οικογένεια του.

Από τις 20-2-2013 έως τις 7-3-2013, η σύζυγος του απαχθέντα δέχτηκε επανειλημμένως τηλεφωνικές κλήσεις από τους δράστες της αρπαγής, οι οποίοι άλλαξαν την αρχική τους απαίτηση και ζητούσαν πλέον, ως λύτρα, 50.000 ευρώ, καθώς και διακόσια «κομμάτια», όπως χαρακτηριστικά ανέφεραν, εννοώντας πιθανόν ναρκωτικά.

Σε κάποιες από αυτές τις τηλεφωνικές συνομιλίες, η σύζυγος του απαχθέντα συνομιλούσε μαζί του, ο οποίος, σε κατάσταση τρόμου της έλεγε ότι οι δράστες του έκοβαν το αυτί και τα δάχτυλα.

Στις 27-2-2013, η σύζυγος του απαχθέντα παρέλαβε έναν ταχυδρομικό φάκελο, ο οποίος περιείχε ένα ακρωτηριασμένο δάκτυλο και ένα μικρό ροζ χαρτάκι πάνω στο οποίο αναγραφόταν ιδιόχειρα στην αλβανική γλώσσα η φράση «κατάλαβέ το, δεν είναι πλάκα».

Σύμφωνα με τον ιατροδικαστή, ο οποίος εξέτασε το θύμα τής απαγωγής μετά την απελευθέρωσή του, έφερε πολλαπλά τραύματα, εκδορές και αμυχές σε διάφορα σημεία του σώματός του και είχε υποστεί ακρωτηριασμό των δύο αντίχειρών του και του μικρού δακτύλου του αριστερού του χεριού.

Επιπλέον, όπως είπε ο ίδιος, εκτός των άλλων, οι δράστες με μαχαίρια και βελόνες χάρασσαν την πλάτη του και έριχναν στις πληγές του, είτε αλάτι, είτε καυτό νερό.

Από την έρευνα της Αστυνομίας, προέκυψε ότι αρχικά οι δράστες οδήγησαν τον απαχθέντα σε σπίτι στην Ηλιούπολη, ιδιοκτησίας 59χρονου Έλληνα, μέλους της σπείρας και μετά σε ένα υπόγειο στη Νέα Σμύρνη, απ' όπου τον άφησαν ελεύθερο της 27-3-2013, όταν πείστηκαν ότι δεν υπήρχαν χρήματα για τα λύτρα που ζητούσαν.

Επίσης, από τη συνδυαστική αξιολόγηση των στοιχείων, που προέκυψαν από τις έρευνες, ταυτοποιήθηκαν οι δράστες και η παρουσία τους στους χώρους κράτησης του απαχθέντα.

Από τους οκτώ εμπλεκόμενους στην υπόθεση της απαγωγής, συνελήφθησαν τρία άτομα και συγκεκριμένα ο 59χρονος Έλληνας και δύο Αλβανοί, 32 και 33 ετών, οι οποίοι, πέραν της απαγωγής, βαρύνονται και για τα κατά περίπτωση αδικήματα των ναρκωτικών, της παράβασης του Νόμου περί Αλλοδαπών, της πλαστογραφίας και της υφαρπαγής ψευδούς βεβαίωσης, ενώ σε βάρος τού ενός εκκρεμούσαν καταδικαστικές αποφάσεις.

Οι υπόλοιποι πέντε, υπήκοοι Αλβανίας, 39, 36, 38, 22 και 19 ετών, έχουν συμπεριληφθεί στη σχετική δικογραφία, η οποία υποβλήθηκε στον εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών.

Στο πλαίσιο των ερευνών, σε σπίτια που χρησιμοποιούσαν οι απαγωγείς, βρέθηκαν, μεταξύ άλλων: 8.750 ευρώ, ένα φωτοαντίγραφο πλαστού δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και μια βεβαίωση απόδοσης ΑΦΜ στα ίδια στοιχεία, 410 γραμμάρια ακατέργαστης κάνναβης, 400 γραμμάρια λευκής σκόνης, άγνωστης σύστασης, προφανώς νοθευτικής, δύο ζυγαριές ακριβείας και 35 φυσίγγια πυροβόλου όπλου.

Ακόμη βρέθηκαν και κατασχέθηκαν δύο κινητά τηλέφωνα, που χρησιμοποιήθηκαν για τις επικοινωνίες κατά τη διάρκεια της απαγωγής, δύο πιστόλια, καθώς και μια γεμιστήρα και φυσίγγια.

Σημειώνεται ότι στη σχετική δικογραφία για την απαγωγή, περιλαμβάνεται και η υπόθεση της διακίνησης ναρκωτικών στη Γερμανία, στην οποία εμπλέκεται ως κατηγορούμενος και ο απαχθείς.

Οι επίσημες δηλώσεις του Εκπροσώπου Τύπου της Ελληνικής Αστυνομίας, Χρήστου Παρθένη:

«Καλησπέρα σας.

Από το Τμήμα Εγκλημάτων Κατά Ζωής της Διεύθυνσης Ασφαλείας Αττικής, σε συνεργασία με την Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Ιωαννίνων και με τη συνδρομή, τόσο της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών όσο και του Κέντρου Συλλογής & Διαχείρισης Επιχειρησιακών Πληροφοριών του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, εξιχνιάστηκε, μετά από μεθοδικές έρευνες, η απαγωγή 59χρονου ομογενή, που έγινε αρχές Φεβρουαρίου του 2013.

Το χρονικό της απαγωγής ξεκίνησε βραδινές ώρες της 31 Ιανουαρίου 2013, στα Ιωάννινα, και εξελίχθηκε μέχρι την 27 Μαρτίου 2013, οπότε απελευθερώθηκε ο απαχθείς σε περιοχή της Αττικής, χωρίς να καταβληθούν λύτρα.

Στην υπόθεση εμπλέκονται συνολικά οκτώ άτομα, εκ των οποίων ένας ημεδαπός και επτά αλλοδαποί, υπήκοοι Αλβανίας.

Όπως προέκυψε από την αστυνομική έρευνα, το κίνητρο ήταν η διαφορά μεταξύ του απαχθέντα και των δραστών, αναφορικά με μεταφορά 200 περίπου κιλών ινδικής κάνναβης από την χώρα μας, σε χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τον Δεκέμβριο του 2012.

Ειδικότερα, ο απαχθείς είχε αναλάβει τον ρόλο της αναζήτησης μεταφορέα, ο οποίος θα προωθούσε το φορτίο της ινδικής κάνναβης από την Ελλάδα στη Γερμανία. Για το λόγο αυτό, σύστησε στους συνεργούς του και μετέπειτα δράστες της αρπαγής του, Ρομά από την περιοχή των Άνω Λιοσίων, με τον οποίο ήρθαν σε επαφή και τελικά σε συμφωνία, δίνοντάς του και το χρηματικό ποσό των (40.000) ευρώ, για την μεταφορά.

Ο Ρομά, αφού παρέλαβε τα ναρκωτικά, δεν πραγματοποίησε την μεταφορά, όπως αρχικά είχε συμφωνηθεί, και τα κράτησε για λογαριασμό του. Για την αθέτηση της συμφωνίας, την απώλεια των χρημάτων και της ποσότητας των ναρκωτικών ουσιών, οι δράστες θεώρησαν υπεύθυνο τον απαχθέντα και για το λόγο αυτό προέβησαν στην απαγωγή του, με σκοπό να απαιτήσουν από την οικογένειά του ως «λύτρα» τα χρήματα που πίστευαν ότι είχαν απωλέσει.

Την 19-02-2013 η σύζυγος του απαχθέντα, κατήγγειλε στην Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Ιωαννίνων ότι ο σύζυγός της είχε πέσει θύμα απαγωγής.

Ειδικότερα, ο απαχθείς είχε ταξιδέψει, το πρωί της 31 Ιανουαρίου 2013, με λεωφορείο του Κ.Τ.Ε.Λ. Ιωαννίνων, με προορισμό την Αθήνα και την επομένη (01-02-2013), η σύζυγός του δέχτηκε τηλέφωνο από άγνωστο άντρα, ο οποίος την ενημέρωσε ότι ο σύζυγός της είχε απαχθεί.

Οι δράστες, σε τηλεφωνικές επικοινωνίες με τη σύζυγο του απαχθέντα, απαιτούσαν ως «λύτρα» το χρηματικό ποσό των 125.000 ευρώ, προκειμένου να ελευθερώσουν τον σύζυγό της, εκφράζοντας παράλληλα απειλές τόσο για τη ζωή του όσο και κατά των μελών της οικογένειάς του.

Στη συνέχεια, το χρονικό διάστημα από 20-02-2013 έως 07-03-2013, η σύζυγος του απαχθέντα δέχτηκε επανειλημμένες τηλεφωνικές κλήσεις από τους δράστες της αρπαγής, οι οποίοι απαιτούσαν πλέον ως «λύτρα», το χρηματικό ποσό των (50.000) ευρώ καθώς και διακόσια «κομμάτια», όπως χαρακτηριστικά ανέφεραν (πιθανόν ναρκωτικά), για την απελευθέρωσή του.

Σε κάποιες από αυτές τις τηλεφωνικές συνομιλίες, η σύζυγος του απαχθέντα συνομιλούσε μαζί του και της έλεγε ότι οι δράστες του έκοβαν το αυτί και τα δάχτυλα.

Στις 27-02-2013, η σύζυγος του απαχθέντα παρέλαβε έναν ταχυδρομικό φάκελο, ο οποίος περιείχε ένα ακρωτηριασμένο δάκτυλο και ένα μικρό ροζ χαρτάκι πάνω στο οποίο αναγραφόταν ιδιόχειρα στην Αλβανική γλώσσα η φράση «Κατάλαβέ το δεν είναι πλάκα».

Σύμφωνα με τον Ιατροδικαστή, ο απαχθείς έφερε πολλαπλά τραύματα, εκδορές και αμυχές σε διάφορα σημεία του σώματός του και είχε υποστεί ακρωτηριασμό των δύο αντίχειρών του και του μικρού δακτύλου του αριστερού του χεριού.

Επιπλέον, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του απαχθέντα, εκτός των άλλων, υπέστη βασανιστήρια κατά τη διάρκεια της αρπαγής, καθώς οι δράστες με τη χρήση αιχμηρών αντικειμένων (μαχαιριών και βελόνων) χάρασσαν την πλάτη του και έριχναν στις πληγές του είτε αλάτι είτε καυτό νερό.

Από τη συνδυαστική αξιολόγηση των δεδομένων που προέκυψαν από τις έρευνες, ταυτοποιήθηκαν οι δράστες και η φυσική τους παρουσία σε χώρους όπου τελέστηκαν οι επιμέρους αξιόποινες πράξεις της απαγωγής.

Στο πλαίσιο των ερευνών, εξακριβώθηκαν και αναγνωρίστηκαν από τον παθόντα οι χώροι στους οποίος κρατήθηκε και συγκεκριμένα σε δύο διαμερίσματα στις περιοχές της Ηλιούπολης και της Νέας Σμύρνης.

Πραγματοποιήθηκαν έρευνες σε οικίες, στις οποίες βρέθηκαν, μεταξύ άλλων:

το χρηματικό ποσό των οκτώ χιλιάδων επτακοσίων πενήντα (8.750) ευρώ, ένα φωτοαντίγραφο πλαστού δελτίου αστυνομικής ταυτότητας και μια βεβαίωση απόδοσης Α.Φ.Μ. στα ίδια στοιχεία,

τετρακόσια δέκα (410) γραμμάρια ακατέργαστης κάνναβης, τετρακόσια (400) γραμμάρια λευκής σκόνης άγνωστης σύστασης, προφανώς νοθευτικής, δύο (2) ζυγαριές ακριβείας και τριάντα πέντε (35) φυσίγγια πυροβόλου όπλου,

δύο συσκευές κινητού τηλεφώνου, που χρησιμοποιήθηκαν για τις τηλεφωνικές επικοινωνίες κατά τη διάρκεια της απαγωγής

(1) πιστόλι μάρκας «ZASTAVA» χωρίς γεμιστήρα, ένα (1) πιστόλι μάρκας «EKOL SPECIAL 99» χωρίς γεμιστήρα, τέσσερα (4) φυσίγγια πυροβόλου όπλου και μία (1) γεμιστήρα χωρίς φυσίγγια.

Από τους οκτώ συνολικά εμπλεκόμενους στην υπόθεση της απαγωγής, συνελήφθησαν τρία άτομα και συγκεκριμένα ένας 59χρονος ημεδαπός και δύο αλλοδαποί, 32 και 33 ετών αντίστοιχα.

Πέραν της απαγωγής, βαρύνονται και για τα κατά περίπτωση αδικήματα των ναρκωτικών, της παράβασης του Νόμου περί Αλλοδαπών, της πλαστογραφίας και της υφαρπαγής ψευδούς βεβαίωσης, ενώ σε βάρος του ενός εκκρεμούσαν καταδικαστικές αποφάσεις.

Οι υπόλοιποι πέντε, αλλοδαποί δράστες, υπήκοοι Αλβανίας, ηλικίας 39, 36, 38, 22, και 19 ετών αντίστοιχα έχουν συμπεριληφθεί στη σχετική δικογραφία, η οποία υποβλήθηκε στον κ. Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών.

Σημειώνεται ότι η σχετική ποινική δικογραφία περιλαμβάνει ακόμα και την υπόθεση της διακίνησης ναρκωτικών στη Γερμανία, στην οποία εμπλέκεται ως κατηγορούμενος και ο απαχθείς.»