ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Ψέματα (της Κομισιόν) και αλήθειες για τις συντάξεις μας

Ψέματα (της Κομισιόν) και αλήθειες για τις συντάξεις μας

Αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία που φέρνει στο φως της δημοσιότητας το άρθρο στην εφημερίδα το Χωνί της Κυριακής του Επιστημονικού Συνεργάτη της ΕΝΥΠΕΚΚ, Διονύση Τεμπονέρα, σχετικά με την πολιτική που εφαρμόζει η Κομισιόν για τις ελληνικές συντάξεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία, η Κομισιόν φαίνεται πως παραπλανά με τις αναλύσεις της περί γήρανσης του πληθυσμού.

Πώς η Κομισιόν παραπλανά με τις αναλύσεις της περί γήρανσης του πληθυσμού την ίδια στιγμή που οι πολιτικές που επιβάλλει επιδεινώνουν την υπογεννητικότητα και την ανεργία

Η γήρανση του πληθυσμού είναι ήσσονος και παροδικής σημασίας παράγοντας που επηρεάζει το ασφαλιστικό. Το κράτος οφείλει να κερδίσει πίσω τα χαμένα, να τα αξιώσει όχι ως δάνειο, αλλά ως αποζημίωση της καταστροφής που συντελέστηκε τη μνημονιακή πενταετία από τους δανειστές (άλλως να τα συμψηφίσει με το χρέος). Να τα πάρει από όσους ωφελήθηκαν και είχαν υπερκέρδη από τη φτώχεια του εργαζόμενου λαού (για παράδειγμα, εισφορά υπέρ του ασφαλιστικού στους πλούσιους στο πλαίσιο της αλληλεγγύης των γενεών). Από την εξαθλίωση της πατρίδας και τους μισθούς πείνας κέρδισαν πολλοί. Αυτοί πρέπει να πληρώσουν, και σίγουρα δεν είναι λίγοι.

Επ’ αφορμή της έκθεσης της Κομισιόν για τη γήρανση του πληθυσμού το 2015, ξεκίνησε να αναπτύσσεται μια τουλάχιστον «ύποπτη» συζήτηση σχετικά με τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης και την ενδεχόμενη αύξησή τους κατ’ απαίτηση των δανειστών. Σύμφωνα με την ανάλυση του Διονύση Τεμπονέρα, Επιστημονικού Συνεργάτη της ΕΝΥΠΕΚΚ, η ανάρτηση, μάλιστα, της έκθεσης, λίγες ώρες μετά τις συνομιλίες στο Brussels Group για το επίμαχο θέμα, δίνει την εντύπωση ότι οι δανειστές εντείνουν την πίεσή τους προκειμένου να στερήσουν το δικαίωμα στη σύνταξη από χιλιάδες συμπατριώτες μας. Μέχρι τώρα η κυβέρνηση αντιστέκεται σθεναρά, διατυπώνοντας σε όλους τους τόνους ότι θα γίνουν σεβαστά τα ώριμα και θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα.

Το τρικ με τα όρια ηλικίας

Όπως αναφέρει δημοσίευμα της εφημερίδας το Χωνί της Κυριακής (17/05/2015), η βούληση των δανειστών να μειώσουν τη συνταξιοδοτική δαπάνη είναι γνωστή και ο ευκολότερος τρόπος για να γίνει αυτό είναι να αυξηθεί το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης, δηλαδή να μπορούν να βγαίνουν λιγότεροι ασφαλισμένοι στη σύνταξη.

Η συνταγή είναι λίγο πολύ γνωστή και άκρως… αποτυχημένη! Με το νόμο 3863/2010 (Νόμος Λοβέρδου-Κουτρουμάνη) και 4093/2012 τα όρια ηλικίας εκτοξεύτηκαν στα 62 χρόνια με 12.000 ένσημα είτε στα 67 με 4.500 ένσημα, σε όρια δηλαδή που καθιστούν την προσδοκία στη σύνταξη απαγορευτική για τη συντριπτική πλειονότητα των ασφαλισμένων. Την ίδια στιγμή και όπως ορίζει η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας και το Σύνταγμα, έγιναν σεβαστά και από τους δύο προηγούμενους νόμους τα θεμελιωμένα δικαιώματα. Τι ζητούν, λοιπόν, τώρα οι δανειστές; Μα φυσικά να τεθούν τα όρια ακόμα παραπάνω.

Σημειώνουμε ότι το δημοσιονομικό όφελος από μια τέτοια παρέμβαση (κατάργηση των μεταβατικών διατάξεων έως τα 62, για παράδειγμα, για μητέρες ανηλίκων, εργαζόμενους στα βαρέα και ΑμΕΑ) θα ήταν μηδενικό στο άμεσο μέλλον, αφού, σύμφωνα με τα σενάρια που κυκλοφορούν, θα ίσχυαν από το 2020 και μετά. Την ίδια στιγμή, θα ανέτρεπαν τον οικογενειακό προγραμματισμό χιλιάδων ανθρώπων, ενώ θα καταδίκαζαν τις μελλοντικές γενιές να μην βγουν ποτέ στη σύνταξη. Προκύπτει λοιπόν το ερώτημα. Είναι, λόγω της γήρανσης και της αύξησης του προσδόκιμου ζωής, μονόδρομος η αύξηση των ορίων ηλικίας;

ΤΑ ΨΕΜΑΤΑ

Τι υποδεικνύει η Κομισιόν:

1) Η έκθεση της Κομισιόν αναφέρει, ουσιαστικά, ότι το 2060 θα υπάρχουν μόνο δύο εργαζόμενοι για κάθε άτομο ηλικίας 65 ετών και άνω. Αυτό είναι 50% λιγότερο απ’ ό,τι σήμερα. Ο πληθυσμός στα μισά περίπου κράτη-μέλη της Ε.Ε. αναμένεται να συρρικνωθεί.

2) Η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ αυτών των χωρών που θα δουν τον πληθυσμό της, έως το 2060, να μειώνεται κατά 23%, την ίδια στιγμή που οι ηλικιωμένοι, άνω των 65 ετών, θα αυξηθούν σχεδόν κατά περίπου μισό εκατομμύριο.

3) Ειδικά για το ασφαλιστικό, η έκθεση -για το όχι και τόσο μακρινό 2060- δείχνει πως η χώρα μας έχει καταφέρει μέσω των «παρεμβάσεων» που έχουν γίνει στο ασφαλιστικό τα τελευταία 5 χρόνια να περιορίσει τις δαπάνες της κατά τουλάχιστον 2 μονάδες του ΑΕΠ. Πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες μειώσεις, με εξαίρεση τη Μάλτα (-3,2 μονάδες), τη Δανία (-3,1 μονάδες) και την Κροατία (-3,9), χωρίς βέβαια αυτό να την οδηγεί σε πολύ καλύτερη κατάταξη στο μέλλον.

4) Ετσι, η Ελλάδα, που ξεκίνησε βέβαια, με τους χειρότερους οιωνούς, με δαπάνες 16,2% του ΑΕΠ το 2013, οι οποίες μάλιστα αυξήθηκαν το 2014, κατατάσσεται τρίτη από το τέλος, με τις συνταξιοδοτικές δαπάνες να εκτιμώνται σε 14,3% του ΑΕΠ. Η χώρα μας, όπως και η Ευρώπη, γερνάει, κι η Κομισιόν επισημαίνει ότι, ενώ το 2013, μόλις 1 στους 5 πολίτες της χώρας ήταν ηλικίας από 65 ετών και άνω, το 2030 θα είναι 1 στους 4, ενώ το 2060 θα είναι 1 στους 3 Ελληνες άνω των 65.

5) Σύμφωνα με την έκθεση, μάλιστα, η μεγαλύτερη αύξηση της μέσης ηλικίας συνταξιοδότησης επιτυγχάνεται από το 2020, με αποτέλεσμα το 2050 η χώρα να διαθέτει ένα από τα υψηλότερα πραγματικά όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, στα 67,3 χρόνια.


ΚΑΙ ΟΙ… ΑΛΗΘΕΙΕΣ

Τι «παραλείπει» η Κομισιόν:

1) Η πληθυσμιακή γήρανση, μόνο πρόσκαιρα επιφέρει δυσαναλογία μεταξύ ενεργού πληθυσμού και συνταξιούχων. Οι συνταξιούχοι δεν θα ζουν για πάντα. Ετσι, η σταδιακή υπογεννητικότητα που ακολούθησε το «μπουμ» των γεννήσεων μετά την ανταλλαγή πληθυσμών το 1922 στην Ελλάδα, έως και τις δεκαετίες 1930 και 1940, και δημιούργησε το «πρόβλημα» της πληθυσμιακής γήρανσης, δεν αποτελεί ένα εσαεί πρόβλημα που θα τινάξει στον αέρα την ελληνική οικονομία, αλλά ένα προσωρινό φαινόμενο.

2) Σημαντικό είναι ότι για άλλη μια φορά, θα πληρώσουν το μάρμαρο οι άνεργοι, οι εργαζόμενοι κι οι χαμηλοσυνταξιούχοι. Λες και για την υπογεννητικότητα ευθύνονται αυτοί. Δεν ευθύνεται άραγε η ακρίβεια και οι μισθοί πείνας, που λειτουργούν ως ανασχετικός παράγοντας στις αποφάσεις των ζευγαριών για τεκνοποίηση; Δεν ευθύνεται το ότι οι εργοδότες αποφεύγουν συστηματικά να προσλαμβάνουν παντρεμένες γυναίκες (για εγκύους φυσικά ούτε συζήτηση); Μήπως, για την οικονομική δυσπραγία των ασφαλιστικών ταμείων, δεν ευθύνεται η παρατεταμένη και χρόνια εργοδοτική εισφοροδιαφυγή, οι χαριστικές ρυθμίσεις σε μεγαλοβιομηχάνους, το τζογάρισμα των αποθεματικών των ταμείων στο χρηματιστήριο, ή το PSI;

3) Φαίνεται πως οι εθνικές (και όχι μόνο!) ανησυχίες για την υπογεννητικότητα και τη γήρανση είναι στην πραγματικότητα γιαλαντζί σκοτούρες και μεταθέτουν τη λύση του «προβλήματος» στον τελευταίο τροχό της άμαξας. Πρόκειται για καραμπινάτη απάτη. Κι αυτό, γιατί τα περί «βόμβας στα θεμέλια της οικονομίας» είναι σκέτη μωρολογία, αλλά και γιατί η σύμπλευση των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ με τις ντιρεκτίβες ―μέσω των «εταίρων μας»― της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, όχι μόνο δε συμβάλλουν στην αύξηση των γεννήσεων, αλλά τείνουν ακριβώς προς την αντίθετη κατεύθυνση. Διότι, με την εργασιακή ανασφάλεια και τις περικοπές του κοινωνικού κράτους μεγαλώνουν ακόμα περισσότερο οι αναστολές για τεκνοποίηση.

4) Η μετάθεση του κόστους συντήρησης του ασφαλιστικού συστήματος από την κοινωνία συνολικά, στους ίδιους τους εργαζόμενους, είναι βασικό μέσο για να ανοίξει ο δρόμος στην αδηφάγο ιδιωτική πρωτοβουλία, που χρόνια τώρα παλεύει να αποκομίσει υπερκέρδη από τα ασφαλιστικά συστήματα. Ιδιαίτερα, μάλιστα, όταν συνδυάζεται με τη δημιουργία νέων ευκαιριών για το ιδιωτικό κεφάλαιο, μέσω της κεφαλαιοποίησης των εισφορών των εργαζομένων. Της διάθεσης δηλαδή των αποθεματικών (εφόσον υπάρχουν αυτά) των ασφαλιστικών ταμείων σε εταιρείες, ώστε να τα επενδύουν και να τα εκμεταλλεύονται κατά βούληση. Ενας, άλλωστε, από τους κυρίους στόχους που καθιερώνουν οι συντάξεις πείνας είναι να «σπρώξουν» πολλούς απασχολουμένους των μεσαίων στρωμάτων στον τομέα των υπηρεσιών (π.χ. τραπεζικοί υπάλληλοι, επαγγελματίες αυτοαπασχολούμενοι κ.λπ.) στην ιδιωτική ασφάλιση, αφήνοντας τελικά μονό τους άπορους στο σύστημα της κοινωνικής ασφάλισης. Όπως, δηλαδή, ήδη, γίνεται σε πολλές χώρες της Ε.Ε.

ΚΑΙ ΟΙ… ΑΛΗΘΕΙΕΣ

Τι «παραλείπει» η Κομισιόν:

1) Η πληθυσμιακή γήρανση, μόνο πρόσκαιρα επιφέρει δυσαναλογία μεταξύ ενεργού πληθυσμού και συνταξιούχων. Οι συνταξιούχοι δεν θα ζουν για πάντα. Ετσι, η σταδιακή υπογεννητικότητα που ακολούθησε το «μπουμ» των γεννήσεων μετά την ανταλλαγή πληθυσμών το 1922 στην Ελλάδα, έως και τις δεκαετίες 1930 και 1940, και δημιούργησε το «πρόβλημα» της πληθυσμιακής γήρανσης, δεν αποτελεί ένα εσαεί πρόβλημα που θα τινάξει στον αέρα την ελληνική οικονομία, αλλά ένα προσωρινό φαινόμενο.
2) Σημαντικό είναι ότι για άλλη μια φορά, θα πληρώσουν το μάρμαρο οι άνεργοι, οι εργαζόμενοι κι οι χαμηλοσυνταξιούχοι. Λες και για την υπογεννητικότητα ευθύνονται αυτοί. Δεν ευθύνεται άραγε η ακρίβεια και οι μισθοί πείνας, που λειτουργούν ως ανασχετικός παράγοντας στις αποφάσεις των ζευγαριών για τεκνοποίηση; Δεν ευθύνεται το ότι οι εργοδότες αποφεύγουν συστηματικά να προσλαμβάνουν παντρεμένες γυναίκες (για εγκύους φυσικά ούτε συζήτηση); Μήπως, για την οικονομική δυσπραγία των ασφαλιστικών ταμείων, δεν ευθύνεται η παρατεταμένη και χρόνια εργοδοτική εισφοροδιαφυγή, οι χαριστικές ρυθμίσεις σε μεγαλοβιομηχάνους, το τζογάρισμα των αποθεματικών των ταμείων στο χρηματιστήριο, ή το PSI;
3) Φαίνεται πως οι εθνικές (και όχι μόνο!) ανησυχίες για την υπογεννητικότητα και τη γήρανση είναι στην πραγματικότητα γιαλαντζί σκοτούρες και μεταθέτουν τη λύση του «προβλήματος» στον τελευταίο τροχό της άμαξας. Πρόκειται για καραμπινάτη απάτη. Κι αυτό, γιατί τα περί «βόμβας στα θεμέλια της οικονομίας» είναι σκέτη μωρολογία, αλλά και γιατί η σύμπλευση των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ με τις ντιρεκτίβες ―μέσω των «εταίρων μας»― της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, όχι μόνο δε συμβάλλουν στην αύξηση των γεννήσεων, αλλά τείνουν ακριβώς προς την αντίθετη κατεύθυνση. Διότι, με την εργασιακή ανασφάλεια και τις περικοπές του κοινωνικού κράτους μεγαλώνουν ακόμα περισσότερο οι αναστολές για τεκνοποίηση.
4) Η μετάθεση του κόστους συντήρησης του ασφαλιστικού συστήματος από την κοινωνία συνολικά, στους ίδιους τους εργαζόμενους, είναι βασικό μέσο για να ανοίξει ο δρόμος στην αδηφάγο ιδιωτική πρωτοβουλία, που χρόνια τώρα παλεύει να αποκομίσει υπερκέρδη από τα ασφαλιστικά συστήματα. Ιδιαίτερα, μάλιστα, όταν συνδυάζεται με τη δημιουργία νέων ευκαιριών για το ιδιωτικό κεφάλαιο, μέσω της κεφαλαιοποίησης των εισφορών των εργαζομένων. Της διάθεσης δηλαδή των αποθεματικών (εφόσον υπάρχουν αυτά) των ασφαλιστικών ταμείων σε εταιρείες, ώστε να τα επενδύουν και να τα εκμεταλλεύονται κατά βούληση. Ενας, άλλωστε, από τους κυρίους στόχους που καθιερώνουν οι συντάξεις πείνας είναι να «σπρώξουν» πολλούς απασχολουμένους των μεσαίων στρωμάτων στον τομέα των υπηρεσιών (π.χ. τραπεζικοί υπάλληλοι, επαγγελματίες αυτοαπασχολούμενοι κ.λπ.) στην ιδιωτική ασφάλιση, αφήνοντας τελικά μονό τους άπορους στο σύστημα της κοινωνικής ασφάλισης. Όπως, δηλαδή, ήδη, γίνεται σε πολλές χώρες της Ε.Ε.


Σχετικές ειδήσεις