ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Βελτιώνεται η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού μας συστήματος

Βελτιώνεται η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού μας συστήματος
Pixabay

Εξασφαλισμένη θεωρείται η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού μας συστήματος, σύμφωνα με τις προβλέψεις του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος που κατέθεσε η κυβέρνηση στην Κομισιόν, παρά τις παρεμβάσεις των τελευταίων ετών, που οδήγησαν σε αύξηση των συνταξιοδοτικών δαπανών. 

Οι μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια στο συνταξιοδοτικό σύστημα, με αιχμή την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης και τον περιορισμό των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων, καθώς και τον νόμο Κατρούγκαλου εκτιμάται ότι μπορούν να εξασφαλίσουν μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα ακόμη και σε ένα πλαίσιο δυσμενών δημογραφικών εξελίξεων, με δραματική μείωση του πληθυσμού της χώρας και την αύξηση των ηλικιωμένων.

Συγκεκριμένα, αφού επισημαίνεται ότι οι προβολές γίνονται με την παραδοχή «καμία αλλαγή πολιτικής» και κατά συνέπεια, εν μέσω προεκλογικής περιόδου, υπόκεινται σε σημαντική αβεβαιότητα, τονίζεται ότι οι δαπάνες που σχετίζονται με τη γήρανση μειώνονται κατά 4,3 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ μεταξύ 2021 και 2070, λόγω της πτωτικής πορείας των δαπανών για συντάξεις, που μειώνονται από τα πρώτα δέκα χρόνια.

Αναλυτικά, οι συνολικές δαπάνες που σχετίζονται με τη γήρανση ανέρχονται στο 23,8% του ΑΕΠ το 2021, εκ των οποίων το 15,9% είναι δαπάνες για συντάξεις. Οι δαπάνες αυτές μειώνονται από 15,9% το 2021 σε 13,8% το 2030 και ανέρχονται στο 11,6% του ΑΕΠ στο τέλος του ορίζοντα προβολής. Ενα μικρό ποσοστό αυτής της μείωσης (0,3% το 2070) οφείλεται στο γεγονός ότι μέρος των δαπανών των επικουρικών συντάξεων εκτρέπεται στο νέο επικουρικό συνταξιοδοτικό σύστημα (ΤΕΚΑ), το οποίο ταξινομείται εκτός Γενικής Κυβέρνησης.

Οι συνταξιοδοτικές εισφορές (το άθροισμα των εισφορών εργοδοτών και εργαζομένων) ως ποσοστό στο ΑΕΠ μειώνονται από 8,3% το 2021 σε 6,8% το 2070. Αυτή η μείωση εξηγείται κυρίως από το μερίδιο των εισφορών που εκτρέπονται στο νέο Ταμείο Κεφαλαιοποιητικής Επικουρικής Ασφάλισης, που ανέρχεται σε 1,4% του ΑΕΠ στο τέλος της περιόδου προβολής.

Οσον αφορά τις μη συνταξιοδοτικές δαπάνες που σχετίζονται με τη γήρανση, οι προβλέψεις της έκθεσης του 2021 για τη γήρανση δείχνουν μια σχετικά σταθερή δαπάνη έναντι του ΑΕΠ, που ξεκινάει από 8%, στη συνέχεια κυμαίνεται από 7,8% έως 8,1% και σταθεροποιείται ξανά στο 8% στο 2070. Ειδικότερα, οι δαπάνες για την υγειονομική περίθαλψη αυξάνονται από 4,6% σε 5,2% του ΑΕΠ στο τέλος της περιόδου προβολής, ενώ οι δαπάνες μακροχρόνιας περίθαλψης παραμένουν σταθερές στο 0,2%.

Οσο για τις κύριες δημογραφικές προβολές, δείχνουν μια αργή άνοδο του ποσοστού γονιμότητας, το οποίο φτάνει σε 1,5 παιδιά ανά γυναίκα σε παραγωγική ηλικία το 2070 από 1,3 το 2021. Ωστόσο, το γεγονός ότι το ποσοστό γονιμότητας παραμένει κάτω από το επίπεδο που απαιτείται για τη διατήρηση ενός μη μειούμενου συνολικού πληθυσμού (2,1 για τις ανεπτυγμένες χώρες), μαζί με την οριακή προβλεπόμενη επίδραση της καθαρής μετανάστευσης, οδηγεί σε μείωση του πληθυσμού. Συγκεκριμένα, προβλέπεται να μειωθεί κάτω από 10 εκατ. έως το 2040 και να μειωθεί περαιτέρω στα 8,6 εκατ. μέχρι το 2070. Επιπλέον, η αναλογία εξάρτησης των ηλικιωμένων αυξάνεται από 39,2 το 2021 σε 68,2 το 2050 και στη συνέχεια μειώνεται σε 65,2 το 2070.