ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Δίχως την Αθήνα η Ελλάδα θα ήταν κατά 20% φτωχότερη

Δίχως την Αθήνα η Ελλάδα θα ήταν κατά 20% φτωχότερη

Τον συγκεντρωτισμό στην Αθήνα και κατά τα χρόνια της κρίσης παρά το κύμα επιστροφής στα χωριά και τη μετανάστευση για καλύτερη τύχη έδειξε έρευνα του Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών της Κολωνίας.

Σύμφωνα με την έρευνα του γερμανικού Ινστιτούτου, δίχως την ελληνική πρωτεύουσα το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν της χώρας θα ήταν μικρότερο κατά το ένα πέμπτο.

Η Αθήνα συνεισφέρει στην ευημερία της χώρας περισσότερο από κάθε άλλη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα!

Στην κατάταξη του Ινστιτούτου της Κολωνίας, σύμφωνα με δημοσίευμα του Βήματος, όμως, η Αθήνα και η ευρύτερη περιοχή που την περιβάλλει καταγράφεται ως η πρωτεύουσα από την οποία εξαρτάται περισσότερο η ευημερία μιας χώρας.

Βρίσκεται στην κορυφή, καθώς δίχως αυτήν το ΑΕΠ της Ελλάδας θα ήταν μικρότερο κατά 19,9% για την ακρίβεια. Το συμπέρασμα αυτό συνάγεται επειδή το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην ελληνική πρωτεύουσα είναι κατά 19,9% υψηλότερο από τον μέσο εθνικό όρο. Σημειωτέον ότι, σύμφωνα με την απογραφή του 2011, στην ευρύτερη περιοχή της Αττικής ζει πάνω από το 35% του συνολικού πληθυσμού της Ελλάδας (είχαν απογραφεί 3.827.624 κάτοικοι επί συνόλου 10.787.690).

«Η ελληνική πρωτεύουσα αποτελεί περισσότερο από κάθε άλλη στην Ευρώπη τον οικονομικό πνεύμονα ολόκληρης της χώρας» αποφαίνονται οι ερευνητές του Ινστιτούτου, που δεν λαμβάνουν υπόψη τους, όμως, και μια ελληνική ιδιαιτερότητα: το ότι στην Αθήνα και δευτερευόντως στα άλλα αστικά κέντρα η φοροδιαφυγή είναι πολύ μικρότερη από όσο στην επαρχία.

Η Ελλάδα, η Γαλλία, η Τσεχία, η Πορτογαλία, η Δανία και η Φινλανδία είναι κατά σειρά οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης με τα υψηλότερα επίπεδα συγκέντρωσης των οικονομικών και κοινωνικών δραστηριοτήτων στις πρωτεύουσές τους και με τα υψηλότερα ποσοστά αστυφιλίας - αν και η Γαλλία εξακολουθεί να έχει τη μεγαλύτερη αγροτική παραγωγή στην ΕΕ. Γι' αυτό και «δίχως την οικονομική συμβολή των πρωτευουσών τους η ευημερία των πολιτών των έξι αυτών κρατών θα ήταν χαμηλότερη από 13% έως και 20%», όπως υπογραμμίζεται στην έρευνα.