ΚΟΣΜΟΣ

Οι Τσιγγάνοι πάνε Σένγκεν

Οι Τσιγγάνοι πάνε Σένγκεν

Η ένταξη της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση έθεσε την ΕΕ πρόσωπο με πρόσωπο με το ζήτημα: τί να κάνουμε με τους Ρουμάνους Τσιγγάνους; Η πρακτική δείχνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι έτοιμη να δώσει απάντηση στο ζήτημα αυτό, ενώ οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών προτιμούν να αποσιωπούν το πρόβλημα είτε να μοιράζουν ανεκπλήρωτες υποσχέσεις.

Η κατάσταση περιπλέκεται έντονα από το ότι το «τσιγγανικό πρόβλημα» στην πραγματικότητα είναι σύμπλεγμα προβλημάτων και απαιτεί συνολική λύση. Σημαντικός αριθμός Τσιγγάνων φεύγουν από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης προς αναζήτηση καλύτερης ζωής, είναι έτοιμοι να εργαστούν και να ενσωματωθούν στην ευρωπαϊκή κοινωνία και υπ’ αυτήν την έννοια ουσιαστικά δεν διαφέρουν σε τίποτε από τους άλλους μετανάστες. Ωστόσο η προσοχή της κοινωνίας είναι επικεντρωμένη στην εθνική εγκληματικότητα, την οποία συχνά συνδέουν με τους Τσιγγάνους.

Το πιο γνωστό πρόβλημα αυτού του είδους είναι οι συμμορίες των ζητιάνων, το ρόλο των οποίων συνήθως παίζουν παιδιά, που έχουν μεταφερθεί «για μεροκάματα» από τους ίδιους τους γονείς τους. Πολύ συχνά η ζητιανιά αυτή δεν είναι αποτέλεσμα φτώχειας, αλλά επιχείρηση, που επιτρέπει στους γονείς των ζητιάνων να ζουν πλούσια, χωρίς να εργάζονται. Δημοσιογράφοι του BBC αφιέρωσαν σ’ αυτό το φαινόμενο την ταινία «Η μυστική ζωή των παιδιών-ζητιάνων στη Βρετανία». Σ’ αυτήν παρουσιάστηκαν ακριβά σπίτια και αυτοκίνητα, που αγοράστηκαν στη Ρουμανία με χρήματα, που αποκτήθηκαν από ζητιανάκια στη Μ.Βρετανία.

Παρόμοιες δημοσιογραφικές έρευνες έγιναν και σε άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Νορβηγίας. Υπ’ αυτές τις συνθήκες είναι δύσκολο να αναμένεται ότι ο μέσος Ευρωπαίος θα δείξει συμπόνια για Τσιγγάνους, που βγάζουν έως και 18.000 λίρες το μήνα, μετατρέποντας τα παιδιά τους σε επαγγελματίες ζητιάνους.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση χορηγεί ποσά για προγράμματα, που στοχεύουν στην ενσωμάτωση των Τσιγγάνων, ωστόσο δίνει έμφαση στην αφομοίωση στις χώρες διαμονής τους, για παράδειγμα στη Ρουμανία. Όμως οι Τσιγγάνοι προτιμούν τη μετανάστευση σε ευκατάστατες χώρες της Δυτικής Ευρώπης και το γεγονός αυτό θέτει τις ευρωπαϊκές Αρχές ενώπιον αδιεξόδου. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι Αρχές των χωρών, όπου η κοινή γνώμη είναι αρνητικά διακείμενη έναντι των Τσιγγάνων και η εθνική εγκληματικότητα αποτελεί πραγματικό πρόβλημα, είναι αναγκασμένοι να καταφεύγουν στην απέλαση των Τσιγγάνων και τη διάλυση των καταυλισμών και των πρόχειρών κατασκηνώσεων, όπου διαμένουν.

Η αδράνεια της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας αναγκάζει ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη να πάρουν την πρωτοβουλία στα χέρια τους. Ο επικεφαλής του γαλλικού Γραφείου Μετανάστευσης και Ενσωμάτωσης Αρνό Κλαρσφέλντ εργάζεται εντατικά από κοινού με τις ρουμανικές Αρχές για την εκκίνηση προγραμμάτων ενσωμάτωσης των Τσιγγάνων στη ρουμανική κοινωνία, οι οποίοι προηγουμένως απελάθηκαν από τις γαλλικές Αρχές. Ο ρουμανικός Τύπος υποστηρίζει ότι έχουν ξεκινήσει ήδη 80 παρόμοια προγράμματα, όμως, δυστυχώς, τίποτε δεν είναι γνωστό για την αποτελεσματικότητά τους. Η στατιστική δείχνει ότι η ρουμανική κυβέρνηση κατόρθωσε να απορροφήσει μόλις το 7,4 % των μέσων, που χορηγήθηκαν από την ΕΕ για την ανάπτυξη της οικονομίας και της κοινωνίας. Η χορήγηση νέων πόρων δεν θα λύσει τα προβλήματα. Ο ι Ευρωπαίοι γραφειοκράτες χρειάζεται απευθείας να ασχοληθούν με το ζήτημα της αφομοίωσης των Τσιγγάνων, ωστόσο υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες ότι έχουν αυτή την επιθυμία οι ευρω-γραφειοκράτες.