Το Δίκαιο Μετανάστευσης: Στο μεταίχμιο μιας νέας εποχής
Ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Μάκης Βορίδης
Ένα Δίκαιο πολύπαθο, αλλά και πολυσχιδές. Ένας Κώδικας νομοθετημάτων, που χαρακτηρίζεται από αλλεπάλληλες τροποποιήσεις και συνεχείς εξελίξεις. Ένα Δίκαιο, ανθρωποκεντρικό, απεκδυόμενο από φυλετικούς ή άλλου είδους προσδιορισμούς, καθοδηγούμενο από τις επιταγές του Ελληνικού Συντάγματος, της Ε.Σ.Δ.Α. και των αποφάσεων των κεντρικών Ευρωπαϊκών Οργάνων… ή τουλάχιστον προς την κατεύθυνση αυτή θα έπρεπε να κινείται!
Ενόψει της ανακοίνωσης περί επικείμενων νομοθετικών αλλαγών που πραγματοποίησε προσφάτως ο νυν Υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου κος. Μάκης Βορίδης, τεράστια εντύπωση έχει προκληθεί στον νομικό και πολιτικό κόσμο, ενώ ποικίλες αντιδράσεις αναμένονται από πλείστες κοινωνικές ομάδες. Το νομοσχέδιο, που εμπεριέχει ρηξικέλευθες και καθ’ ομολογία του ιδίου αυστηρότατες προτάσεις, παρουσιάστηκε ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου του Μαΐου και τίθεται προς ψήφιση εντός του Ιουνίου.
Στο πλαίσιο του αναμενόμενου νέου Ευρωπαϊκού Κανονισμού περί επιστροφών των παρανόμων διαμενόντων εντός των κρατών μελών, ο οποίος θα τροποποιήσει την -μέχρι στιγμής- εφαρμοζόμενη οδηγία 2008/115/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρώπης, ο Υπουργός δηλώνει ότι η Ελλάδα θα λάβει ενεργό και πρωταγωνιστικό ρόλο στη νέα λογική, βάσει της οποίας: «Όσοι κρίνονται παράνομοι, πρέπει να επιστρέφουν. Μια απόφαση επιστροφής… να εκτελείται όπου αυτός βρεθεί… Να τον διώχνουν από όπου τον βρουν…», θέτοντας a priori σε τέλμα την ευρωπαϊκή αρχή της μη επαναπροώθησης.
Η νέα αυτή οπτική έρχεται σε αντίκρουση με ό,τι στην παρούσα φάση ισχύει, όπως ρητώς ορίζεται από τη ΣΥΣΤΑΣΗ (ΕΕ) υπ’ αριθμ. 2017/2338 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 16ης Νοεμβρίου 2017 για την καθιέρωση κοινού εγχειριδίου περί επιστροφής: «Πρέπει να αποφεύγεται η εξαγωγή αυτόματων συμπερασμάτων, όπως ότι η παράνομη είσοδος ή η έλλειψη εγγράφων σημαίνει ύπαρξη κινδύνου διαφυγής. Μια τέτοιου είδους εξατομικευμένη αξιολόγηση πρέπει να λαμβάνει υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της ηλικίας, της κατάστασης της υγείας και της κοινωνικής κατάστασης των ενδιαφερομένων προσώπων που μπορεί να επηρεάζουν άμεσα τον κίνδυνο να διαφύγει ο υπήκοος τρίτης χώρας, και ενδέχεται σε ορισμένες περιπτώσεις να οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν υφίσταται κίνδυνος διαφυγής ακόμη και αν πληρούνται ένα ή περισσότερα από τα κριτήρια που ορίζονται στο εθνικό δίκαιο».
«Σε περίπτωση που καθίσταται αδύνατη η απομάκρυνση, λόγω της μη συνεννόησης με την χώρα προέλευσης, τότε ξεκινάει η ποινική μεταχείριση», δηλώνει ο Υπουργός. Ποινικοποιείται, δηλαδή, η παράνομη παραμονή στη χώρα, μετά το πέρας της διοικητικής διαδικασίας.
Αναλυτικότερα, θα προβλέπεται στο εξής αδίκημα, που θα επιβάλλει ποινή φυλάκισης τουλάχιστον 2 ή 3 ετών με ανώτατο όριο αυτό των 5 ετών. Αναστολή της φυλάκισης θα χορηγηθεί, εφόσον αποφασίσει ο υπήκοος τρίτης χώρας να αποχωρήσει οικειοθελώς από τη χώρα. Μέχρι στιγμής δεν έχει δοθεί σαφή απάντηση, όμως, για την επάρκεια των καταστημάτων κράτησης.
Οι οικειοθελείς, μάλιστα, επιστροφές θα πραγματοποιούνται εντός προθεσμίας 15 ημερών, σε αντίθεση με την προθεσμία των 25 ημερών που ίσχυε προηγουμένως, ενώ η διοικητική κράτηση, σε περίπτωση μη οικειοθελούς αναχώρησης, θα έχει πλέον ως ανώτατο όριο τους 24 μήνες, αντί για τους 18 μήνες που ίσχυαν προηγουμένως. Σε κάθε περίπτωση, η αναχώρηση θα εγγυάται μέσω συστημάτων ηλεκτρονικής επιτήρησης, ενώ κρίσιμη κρίνεται η σύναψη διμερών συμφωνιών με τις έτερες χώρες προς τις οποίες θα πραγματοποιείται η επιστροφή.
Ο ίδιος ο Υπουργός δήλωσε αναφορικά με τις νεότερες αιτήσεις ασύλου, ότι σε περίπτωση τελεσίδικης απόρριψης της πρώτης αίτησης, θα τίθεται φραγμός και δεν θα αναστέλλεται η απομάκρυνση όσες αιτήσεις και αν πραγματοποιηθούν στη συνέχεια.
Η σημαντικότερη και πιο αμφιλεγόμενη, παρ΄όλα αυτά, τροποποίηση που θα τεθεί προς ψήφιση είναι αυτή της κατάργησης της δυνατότητας κατάθεσης αιτήματος για χορήγηση άδειας διαμονής εξαιρετικών λόγων. Πρόκειται για την άδεια διαμονής, δίαυλο προς τη νομιμοποίηση πληθώρας υπηκόων τρίτων χωρών, οι οποίοι αποδεικνύουν την επταετή παραμονή τους εντός της Ελληνικής Επικράτειας ή αλλιώς, σύμφωνα με τις δηλώσεις του Υπουργού, πρόκειται για τους αλλοδαπούς που για επτά χρόνια «νίκησαν το σύστημα».
Πλέον, όπως αποδέχεται ο ίδιος «κανένας παράνομος δεν θα μπορεί πλέον να νομιμοποιηθεί»!
Ειδικότερα, η διαδικασία και οι προϋποθέσεις χορήγησης της άδειας διαμονής στην Ελλάδα για εξαιρετικούς λόγους προβλέφθηκαν με τις διατάξεις του αρ. 19 ν.4251/2014, όπως αυτός αντικαταστάθηκε με νεότερα νομοθετήματα. Έτσι, θεμελιώνεται το δικαίωμα υποβολής σχετικού αιτήματος από τον πολίτη τρίτης χώρας που διαμένει αποδεδειγμένα στη χώρα για επτά (7) συνεχή έτη, καθώς και στις περιπτώσεις αλλοδαπού γονέα με ανήλικο ημεδαπό τέκνο. Αναφορικά, με την τελευταία περίπτωση δεν δόθηκε σαφή απάντηση ως προς την αντιμετώπιση οικογενειών υπηκόων τρίτων χωρών που αποτελούνται και από ανήλικα τέκνα, αλλά το ζήτημα χαρακτηρίστηκε από τον Υπουργό ως αρκετά πολύπλοκο.
Ο ίδιος συνεχίζει, δηλώνοντας ότι ο προηγούμενος νόμος υπ’ αριθμόν 5078/2023 δημιουργεί «στρατηγική παραμονής», αναφερόμενος προφανώς στο άρθρο 193 του ίδιου νόμου, το οποίο ήταν περιορισμένης χρονικής διάρκειας και δεν έλαβε παράταση ισχύος. Αυτή η ρύθμιση αφορούσε σε πολίτες τρίτης χώρας, οι οποίοι βρίσκονταν στην Ελλάδα πριν από την 30η Νοεμβρίου 2023 και δεν είχαν ρυθμίσει ακόμη το καθεστώς διαμονής τους, έχοντας συμπληρώσει τρία έτη συνεχούς διαμονής επί του Ελληνικού εδάφους, με δήλωση προσφοράς εργασίας από εργοδότη στην Ελλάδα.
Η παραπάνω αρκετά ευνοϊκή ρύθμιση που οδήγησε στη νομιμοποίηση πολλών υπηκόων τρίτων χωρών έρχεται σε προφανή αντίθεση με τις επερχόμενες τροποποιήσεις.
Σύμφωνα, μάλιστα, με τη διάταξη του άρθρου 20 παρ. 4 του Νέου Κώδικα Μετανάστευσης (ν. 5038/2023) σε περίπτωση που χρησιμοποιήθηκαν ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες, πλαστά ή παραποιημένα έγγραφα, ο αιτών πολίτης τρίτης χώρας δεν δικαιούται να υποβάλει εκ νέου αίτηση για χορήγηση ή ανανέωση άδειας πριν από την παρέλευση πέντε (5) ετών από την ημερομηνία υποβολής της προηγούμενης αίτησης. Με το υπό ψήφιση νομοσχέδιο επεκτείνεται αυτή η διάρκεια του χρονικού διαστήματος απαγόρευσης εισόδου από πέντε (5) στα δέκα (10) έτη, ενώ θα προβλεφθεί και δυνατότητα παράτασης αυτής.
Αναφορικά με τις τολμηρές αυτές αλλαγές, η Δικηγόρος Αθηνών Γιουλίντα Ρετζεπάι, η οποία ασχολείται επί σειρά ετών με τη νομιμοποίηση υπηκόων τρίτων χωρών, αναφέρει: «Ο Υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου προβαίνει διαρκώς σε συζητήσεις και δηλώσεις αναφερόμενος στους υπηκόους τρίτων χωρών που εισέρχονται παράνομα στη χώρα και κάνουν χρήση του νόμου που προβλέπει τη χορήγηση άδειας διαμονής εξαιρετικών λόγων. Στην πραγματικότητα, δεν λαμβάνεται υπόψη, ότι αιτήματα για άδεια διαμονής εξαιρετικών λόγων κατατίθενται και από υπηκόους τρίτων χωρών που νομιμοποιήθηκαν, αλλά κατέστησαν στη συνέχεια παράνομοι για διάφορους λόγους. Τα άτομα αυτά θα στερούνται, πλέον, της δυνατότητας χορήγησης τέτοιας άδειας διαμονής».
Στο ίδιο πνεύμα, διοικητικός υπάλληλος της Διεύθυνσης Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Α’ Αθηνών, ήτοι της μεγαλύτερης Διεύθυνσης Αλλοδαπών στην Ελλάδα που δέχεται πληθώρα αιτημάτων για άδεια διαμονής εξαιρετικών λόγων, δηλώνει ενώπιον του Newsbomb: «Η κατάργηση των εξαιρετικών δεν θα αποφέρει τίποτε άλλο από το να συνεχίσουν να μένουν παράνομα όλοι όσοι είχαν δυνατότητα νομιμοποίησης και με αυτό τον τρόπο είναι σαν να στέλνεις στη ‘’λαιμητόμο’’ όσους είναι εδώ (στην Ελλάδα) ακόμα από το 1821 και για κάποιο λόγο στην πορεία απώλεσαν τα χαρτιά τους…»
Αναμένονται, λοιπόν, οι τελικές τροποποιήσεις και ο τρόπος αφομοίωσης τους από την Ελληνική κοινωνία. Πρόκειται για αρκετά δύσκολα εγχειρήματα, που θα συναντήσουν πρακτικά και νομικά εμπόδια στην εφαρμογή τους, αφού μπορούν εύκολα να οδηγήσουν σε ανεπανόρθωτη παραβίαση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Αξίζει στο σημείο αυτό να αναφερθεί, ότι ο Επίτροπος Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης, Michael O'Flaherty , δημοσίευσε προσφάτως υπόμνημα σχετικά με τη μετανάστευση και τους συνοριακούς ελέγχους στην Ελλάδα μετά την επίσκεψή του στην Ελλάδα κατά το διάστημα 3-7 Φεβρουαρίου 2025, ο οποίος ναι μεν αναγνωρίζει το απαιτητικό περιβάλλον που επικρατεί στα σύνορα, αλλά ανησυχεί για τις πολυάριθμες αναφορές περί συνοπτικών επιστροφών στα χερσαία και θαλάσσια σύνορα (βλ. https://www.coe.int/de/web/portal/-/greece-should-prevent-pushbacks-and-ensure-accountability-for-border-violations-of-human-rights), ένα φαινόμενο που απ’ ότι φαίνεται δεν πρόκειται σύντομα να αντιμετωπιστεί, αλλά, αντιθέτως, να διαιωνιστεί.