Η Καταλανική Εταιρεία στη Θεσσαλία, η κατάκτηση της Αθήνας και η δολοφονία δε Φλορ – Β’ Μέρος
Η Καταλανική Εταιρεία λεηλατεί τη Βόρεια Ελλάδα, το Άγιο Όρος και κυριεύει την Αθήνα.
Ο Ανδρόνικος κάλεσε τους Καταλανούς για να υποτάξουν τους νέους εχθρούς της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, τους Βούλγαρους. Συγκεκριμένα, ο Σβιετοσλάβ, θείος του τσάρου της Βουλγαρίας Ασάν, γαμπρού του Ανδρόνικου Β’, που είχε πεθάνει, σφετερίστηκε την εξουσία από τα ανίψια του και κατέλαβε ελληνικές πόλεις (Μεσημβρία, Σωζόπολη, Αγαθούπολη, Αγχίαλο και άλλες).
Ο γιος του Ανδρόνικου Β’ Μιχαήλ νίκησε τον Ελτιμηρή, θείο του σφετεριστή, αλλά όταν αποχώρησε από την περιοχή, οι Βούλγαροι επανήλθαν. Γι’ αυτό ο Ανδρόνικος κάλεσε τους Καταλανούς. Ο Ροζέ δε Φλορ βλέποντας ότι δεν μπορεί να καταλάβει τη Μαγνησία, και καθώς ο Ανδρόνικος του χρωστούσε 300.000 υπέρπυρα αποφάσισε μαζί με τους άνδρες του, στα τέλη φθινοπώρου του 1304 να επιστρέψουν στην Ευρώπη.
Φρόντισαν όμως να προκαλέσουν συμφορές στους πληθυσμούς της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας απ’ όπου κι αν περνούσαν: φόνοι, ληστείες, βιασμοί γυναικών και αρπαγές αγαθών ήταν καθημερινές. Τελικά, οι Καταλανοί εγκαταστάθηκαν στην Καλλίπολη και τις γύρω περιοχές. Τον χειμώνα 1304-1305 οι Καταλανοί προέβησαν σε φρικαλεότητες σε βάρος των κατοίκων της Θράκης.
Ο Ανδρόνικος για να ικανοποιήσει τις χρηματικές απαιτήσεις των Καταλανών επέβαλε βαρύτατους φόρους στους κατοίκους της Αυτοκρατορίας ήταν όμως φανερό ότι πλέον ήταν σχεδόν αδύνατο να μπορεί να πληρώνει τους μισθοφόρους, η φήμη των οποίων είχε φτάσει στη Δύση.
Πολλοί τυχοδιώκτες και άνεργοι πολεμιστές ήθελαν πλέον να ενταχθούν στην Καταλανική Εταιρεία. Και Ευρωπαίοι βασιλιάδες όμως έβλεπαν τους Καταλανούς ως αιχμή του δόρατος για μια ιμπεριαλιστική εκστρατεία στην Ανατολή. Ένας από αυτούς, ο Ιάκωβος Β’ της Αραγονίας έστειλε στην Κωνσταντινούπολη τον ιππότη Beranguer d’ Entenca, γενναίο πολεμιστή, ευγενικής καταγωγής.
Αυτός κατέπλευσε τον Οκτώβριο του 1304 στον λιμένα της Μαδύτου με 300 ιππότες και 1.000 Αλμογάβαρους. Τελικά ο Beranguer διορίστηκε Αρχιναύαρχος ενώ ο δε Φλορ έλαβε τον άκρως τιμητικό, τίτλο του Καίσαρα. Η κατάληψη και καταστροφή της Χίου από τους Τούρκους το 1305 έφερε στην επιφάνεια ένα μεγάλο πρόβλημα που είχε δημιουργηθεί. Όταν οι Καταλανοί έφευγαν από ένα μέρος που απελευθέρωναν, οι Τούρκοι επανέρχονταν.
Έτσι έγινε και στη Χίο, όπου μάλιστα οι Τούρκοι κατέσφαξαν την καταλανική φρουρά του νησιού. Το ίδιο έγινε και με τη Φιλαδέλφεια της Μικράς Ασίας. Όταν ο Ανδρόνικος κάλεσε τον Ροζέ και αφού του κατέβαλε κάποια από τα οφειλόμενα χρήματα, του ζήτησε να αναχωρήσει για τη Μικρά Ασία. Τα χρήματα προέρχονταν από λιώσιμο χρυσών και αργυρών σκευών του γιου του αυτοκράτορα Μιχαήλ. Κάτι ανάλογο είχε γίνει λίγο πριν με κοσμήματα της συζύγου του Ανδρόνικου…
Η δολοφονία του Ροζέ δε Φλορ
Ο δε Φλορ είπε στον Ανδρόνικο ότι θα αναχωρήσει σύντομα για τη Μικρά Ασία. Του ανέφερε όμως ότι θα πήγαινε πρώτα στην Αδριανούπολη για να συνεννοηθεί με τον Μιχαήλ για τις επιχειρήσεις που θα αναλάμβανε. Ο δε Φλορ με συνοδεία 300 ιπποτών έφτασε στην Αδριανούπολη.
Ο Μιχαήλ, επιφυλακτικός αρχικά, τον υποδέχθηκε τελικά με εγκαρδιότητα. Όταν ο Ροζέ, χωρίς φρουρά, θέλησε να επισκεφθεί την Αυγούστα Μαρία, σύζυγο του Μιχαήλ, δέχτηκε την επίθεση του Γεώργιου, αρχηγού των Αλανών, τον γιο του οποίου είχαν σκοτώσει οι Καταλανοί στην Κύζικο. Ο Γεώργιος σκότωσε με το ξίφος του τον δε Φλορ, που ήταν τότε 37 ετών.
Οι Αλανοί ξεκίνησαν πογκρόμ κατά των Καταλανών και τους σκότωσαν όλους εκτός από τρεις που μετέφεραν τα τραγικά νέα στην Κων/πολη. Δεν αποκλείεται ο Μιχαήλ να οργάνωσε τη δολοφονία του δε Φλορ, αφού οι Αλανοί ήταν προσκολλημένοι σε αυτόν, ενώ κανένας τους δεν τιμωρήθηκε. Λίγο αργότερα γεννήθηκε στην Πόλη ο γιος του δε Φλορ που δεν γνώρισε ποτέ τον γενναίο πατέρα του.
Όπως ήταν αναμενόμενο, όλα αυτά προκάλεσαν ένα απίστευτο χάος και ταραχές στην Κωνσταντινούπολη και τις γύρω πόλεις. Οι Έλληνες της Πόλης έσφαξαν πολλούς Καταλανούς, ενώ το ίδιο έκαναν οι Καταλανοί με τους Έλληνες της Καλλίπολης.
Νέος αρχηγός της Εταιρείας ορίστηκε ο Beranguer d’ Entenca. Οι Καταλανοί συνέχισαν τις σφαγές σε πόλεις της Θράκης, ενώ ο Ανδρόνικος φοβούμενος επίθεση εναντίον της Κωνσταντινούπολης ζήτησε βοήθεια από τους Γενουάτες. Πραγματικά, οι Γενουάτες με επικεφαλής τον Εδουάρδο Λόρια, όχι μόνο επικράτησαν των Καταλανών αλλά συνέλαβαν με τέχνασμα και τον d’ Entenca.
Τελικά, οι Καταλανοί αποφάσισαν να παραμείνουν στη Θράκη, με προσωρινό αρχηγό τον Beranguer de Roquefort που τον πλαισίωνε δωδεκαμελές συμβούλιο. Ακολούθησαν δύο βαριές ήττες των Βυζαντινών από τους Καταλανούς, στην Καλλίπολη και την Άπρω. Ο στρατός των μισθοφόρων σταδιακά αυξανόταν, κυρίως με την προσθήκη Ισπανών, Γάλλων και Ιταλών.
Ακολούθησαν νέες καταστροφές θρακικών πόλεων (Μάδυτος, Στενάυρον), σφαγή των Αλανών από τους Καταλανούς, συμμαχία Καταλανών και Τούρκων, ορισμένοι από τους οποίους είχαν εκχριστιανιστεί, νέα επίθεση των Καταλανών στην Τυρολόη (Τζούρουλα), η απελευθέρωση του Beranguer d’ Entenca, άλωση της Φώκαιας και εκστρατεία – πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από τους Καταλανούς.
Ενώ οι τελευταίοι πλησίαζαν την Πόλη, οι στρατιώτες της Τυρολόης, που είχαν καταφύγει στην πρωτεύουσα μετά την κατάληψη της πόλης τους, επιτέθηκαν στη Ραιδεστό την οποία και κατέλαβαν. Ο de Roquefort έξαλλος, διέταξε τους Καταλανούς να κατευθυνθούν προς τη Ραιδεστό, η φρουρά και οι κάτοικοι της οποίας παραδόθηκαν χωρίς άλλες συνέπειες. Ήταν άνοιξη του 1307. Οι Καταλανοι δεν είχαν αφήσει τίποτα στη Θράκη και κινδύνευαν από λιμό, καθώς η θρακική χώρα δεν μπορούσε να τους θρέψει…
Οι Καταλανοί στη Μακεδονία – Τεράστιες καταστροφές στο Άγιο Όρος
Κι ενώ ο de Roquefort πολιορκούσε την Αίνο και ο d’ Entenca τη Μεγαρίδα, πόλη ανάμεσα στην Καλλίπολη και την Αίνο, τον Μάρτιο του 1307 κατέφθασε στην Καλλίπολη ο Φεράνδος της Μαγιόρκας, τρίτος γιος του βασιλιά της Μαγιόρκας Ιάκωβου, ο οποίος έφερε μαζί του έγγραφα του βασιλιά της Σικελίας με τα οποία διοριζόταν ο ίδιος επικεφαλής της Εταιρείας, στην οποία το δωδεκαμελές συμβούλιο είχε ορίσει πλέον τρεις αρχηγούς: τους de Roquefort, d’ Entenca και τον ιππότη Φεράνδο Χιμένες δ’ Αρένος, που είχε επιστρέψει στις τάξεις της Εταιρείας.
Ο de Roquefort ήταν ο μόνος που αντέδρασε στην ανάληψη της αρχηγίας από τον Φεράνδο. Τελικά, οι Καταλανοί έφυγαν από τη Θράκη και κατευθύνθηκαν στη Μακεδονία. Στη διαδρομή, περίπου στη σημερινή Μαρώνεια, μια φιλονικία μεταξύ των Καταλανών οδήγησε στη δολοφονία του d’ Entenca. Οι Καταλανοί άρχισαν να συγκρούονται μεταξύ τους και μόνο η παρέμβαση του Φεράνδου έσωσε την κατάσταση.
Βλέποντας όλα αυτά, ο δ’ Αρένος τον Ιούλιο του 1307 μαζί με 100 άνδρες εγκατέλειψε την Εταιρεία και επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη για να προσφέρει τις υπηρεσίες του στον Ανδρόνικο ο οποίος δέχτηκε με τιμή τον γενναίο ιππότη, τον νύμφευσε με την ανιψιά του Θεοδώρα η οποία είχε μείνει χήρα και του απένειμε τον τίτλο του Μεγάλου Δούκα.
Την Καταλανική Εταιρεία εγκατέλειψαν ο Μουντανέρ και ο Φεράνδος, ο οποίος καθώς δεν τον αναγνώριζαν οι μισθοφόροι ως αρχηγό τους, ξεκίνησε για τη Σικελία. Μοναδικός αρχηγός των Καταλανών ήταν πλέον ο Beranguer de Roquefort. Ο Φεράνδος αφού προκάλεσε σημαντικές καταστροφές στον Αλμυρό, που ανήκε στον Δούκα της Αθήνας και τη Σκόπελο, που ανήκε στους Βενετούς πήγε στο Νεγρεπόντε (Εύβοια) όπου και αιχμαλωτίστηκε.
Τελικά απελευθερώθηκε το 1309. Οι Καταλανοί στο μεταξύ εγκαταστάθηκαν στην Κασσάνδρεια της Χαλκιδικής, λεηλατώντας πόλεις της Μακεδονίας. Τις μεγαλύτερες καταστροφές όμως τις προκάλεσαν στο Άγιο Όρος. Από τα 180 μοναστήρια που υπήρχαν στον Άθω τον 11ο αιώνα μετά το πέρασμα των Καταλανών, απέμειναν μόνο 25!
Ενδεικτικά ο Θωμάς ο Μάγιστρος στα τέλη του 14ου αιώνα γράφει για «φόνους μοναχών δίκην προβάτων και πυρπολήσεις μονών». Κύριος στόχος των Καταλανών όμως ήταν η πλούσια Θεσσαλονίκη την οποία έβαλαν στο στόχαστρο. Είχαν φτιάξει ακόμα και σφραγίδα με την εικόνα του Αγίου Δημητρίου και χρυσό στέμμα. Μάλιστα, ο de Roquefort υποσχόταν στους Καταλανούς πλούσια λεία, αν καταλάμβαναν την πόλη. Όμως ο ίδιος είχε γίνει μισητός στους άνδρες του.
Ο Θεοβάλδος Σεπόι, απεσταλμένος του πρίγκιπα Καρόλου του Βαλουά, οργάνωσε συνωμοσία, που οδήγησε στη σύλληψη του de Roquefort και του αδελφού του. Στάλθηκαν στις φυλακές της Αμβέρσας όπου πέθαναν από λιμό. Οι Βυζαντινοί στο μεταξύ άρχισαν να καταδιώκουν τους Καταλανούς, με επικεφαλής τον ικανότατο Στρατηγό Χανδρηνό.
Έτσι, οι μισθοφόροι δεν μπόρεσαν να δράσουν ανενόχλητοι. Λεηλάτησαν περιοχές γύρω από τη Θεσσαλονίκη (είναι χαρακτηριστικό ότι έφτασαν ως τη Βέροια) αλλά δεν μπόρεσαν να καταλάβουν την πόλη καθώς εκτός από την ισχυρή φρουρά της υπήρχαν και βυζαντινά στρατεύματα υπό τον Χανδρηνό, ενδεχομένως και Σέρβοι στρατιώτες.
Έτσι, οι Καταλανοί, κινήθηκαν προς τη Θεσσαλία, όπου έφτασαν την άνοιξη του 1309. Εκεί πολλοί από τους Τούρκους συμμάχους τους, τους εγκατέλειψαν. Οι Καταλανοί επιδόθηκαν σε λεηλασίες και στη Θεσσαλία.
Βλέποντας ότι έχει να κάνει με τυχοδιώκτες, ο Σεπόι τους εγκατέλειψε κρυφά, τον Σεπτέμβριο του 1309. Τότε Καταλανοί και Αλμογάβαροι, Τούρκοι και Τουρκόπουλοι (εκχριστιανισμένοι απόγονοι μεικτών γάμων Σελτζούκων ή Τουρκομάνων μισθοφόρων με Χριστιανές) φόνευσαν 14 από τους αξιωματικούς τους που είχαν πρωτοστατήσει στην αποστασία κατά του de Roquefort.
Συνέχισαν, χωρίς ουσιαστικά αρχηγό, τις λεηλασίες στον θεσσαλικό κάμπο, μετατρέποντάς τον σε «σκυθική ερημία». Τελικά ο νέος σεβαστοκράτορας της περιοχής Ιωάννης Β’ Άγγελος Δούκας Κομνηνός, δωροδοκώντας τους πολλές φορές, κατάφερε να τους πείσει να κατέβουν προς τον νότο.
Η μάχη του Αλμυρού (ή Κωπαΐδας) – Η κατάληψη του Δουκάτου των Αθηνών από τους Καταλανούς
Ο Γκι Β’ ντε λα Ρος ήταν ηγεμόνας του Δουκάτου των Αθηνών από το 1287 ως το 1308. Πέθανε χωρίς ν’ αφήσει απογόνους. Τον διαδέχτηκε ο Βάλτερ/Γκοτιέ ντε Μπριάν, γιος του Ούγου που είχε παντρευτεί τη μητέρα του Γκι. Ήταν 30 ετών όταν ανέλαβε την ηγεμονία του Δουκάτου αλλά φιλοπόλεμος σε αντίθεση με τον προκάτοχό του.
Θέλοντας να επεκτείνει την κυριαρχία του και σε άλλες περιοχές, έκανε το μοιραίο, όπως αποδείχτηκε, λάθος να συμφωνήσει με τους Καταλανούς. Θα του πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους για 6 μήνες, με μηνιαία αμοιβή 2.900.000 φράγκα. Ο Βάλτερ είχε σαν στόχο την κατάληψη περιοχών της Φθιώτιδας και της Θεσσαλίας.
Μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα ο Βάλτερ με τους Καταλανούς κατέλαβε γύρω στα 30 κάστρα της Φθιώτιδας. Η συμφωνία όμως χάλασε, όταν ο Βάλτερ αρνήθηκε να τους δώσει 4 μηνιάτικα που τους όφειλε ή, σύμφωνα με άλλες πηγές, αρνήθηκε να τους παραχωρήσει ως τιμάρια κάποιες από τις περιοχές που κατέλαβαν καθώς ήταν περιπλανώμενοι και πολλοί συνοδεύονταν από τις συζύγους ή τις ερωμένες τους. Η σύγκρουση ήταν αναπόφευκτη.
Ο Βάλτερ με συμμάχους 6.400 ιππείς και 8.000 πεζούς (Φράγκους και Έλληνες) και οι Καταλανοί που ήταν γύρω στους 8.000, μαζί με τους Τούρκους συμμάχους τους, συγκρούστηκαν στον Αλμυρό (σύμφωνα με το ελληνικό «Χρονικόν του Μορέως» και τον Βενετό χρονικογράφο Μάρκο Σανούδο) ή στην κοιλάδα του Κηφισού ποταμού στην Κωπαΐδα (σύμφωνα με τον Νικηφόρο Γρηγορά και τον Ραμόν Μουντανέρ) τον Μάρτιο του 1311. Η τοποθεσία είχε επιλεγεί σκόπιμα από τους Καταλανούς γιατί τους εξυπηρετούσε πολύ.
Οι σιδερόφραχτοι ιππότες επιτέθηκαν εναντίον των Καταλανών, όμως τα άλογά τους βούλιαζαν στις ελώδεις εκτάσεις. Καταλανοί και Τούρκοι εξακόντισαν χιλιάδες βέλη εναντίον τους, σκοτώνοντάς τους σχεδόν όλους. Ελάχιστοι επέζησαν, κυρίως χάρη στη γνωριμία τους με κάποιους Καταλανούς.
Ο ρήτορας Θεόδουλος αναφέρει ότι «δεν έζησε ούτε πυρφόρος (ιερέας που φέρνει το ιερόν πυρ) για να αναγγείλει το γεγονός». Εύκολα οι Καταλανοί κατέλαβαν την Αθήνα και επέλεξαν ως προσωρινό αρχηγό τους τον Ρογήρο Ντελόρ, Φράγκο ιππότη του Βάλτερ που γνώριζε τη γλώσσα τους και που παλαιότερα είχε συμμετάσχει στην επιτροπή προσέγγισης Φράγκων και Καταλανών στην Κασσάνδρεια.
Σε όλη τη διάρκεια της εξουσίας των Καταλανών σε μεγάλα τμήματα της Θεσσαλίας και της ΒΑ Στερεάς, οι ελληνικοί πληθυσμοί αντιμετωπίστηκαν ως υποδεέστεροι υπήκοοι και αποκλείστηκαν από κάθε αξίωμα. Τους επιβλήθηκε βαρύτατη φορολογία. Όταν δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στις φορολογικές τους υποχρεώσεις, οι Έλληνες συχνά το πλήρωναν με την ίδια τους τη ζωή.
Η απέχθεια και ο φόβος των Ελλήνων ήταν τέτοια που μια συνηθισμένη κατάρα της εποχής ήταν «να πέσει σε Καταλάνου χέρια» φράση που πέρασε αργότερα και στη λαϊκή παράδοση. Οι Καταλανοί δέχτηκαν το 1385 την επίθεση του Φλωρεντινού Νέριο Ατζαγιόλι που σύντομα κατέλαβε Αττική και Βοιωτία και το 1387 (ή 1388) και την Αθήνα.
Τελευταίος υπερασπιστής της Ακρόπολης ήταν ο Πιέρ ντε Πο. Οι Καταλανοί παρά τη μακροχρόνια παρουσία τους δεν άφησαν κανένα απολύτως «ενθύμιο» στην Αθήνα. Σώζεται μόνο μια αναφορά σε επιστολή του βασιλιά της Αραγονίας Πέτρου Δ’, ο οποίος, πιθανότατα, πρώτος σε ολόκληρη τη Δυτική Ευρώπη, αποκαλεί τον Παρθενώνα «το πιο πολύτιμο κόσμημα του κόσμου».