Δύο μετεωρίτες έπεσαν στη Σαχάρα, αποδεικνύοντας το αδύνατο: μόνο μία εξήγηση είναι δυνατή

Ένα γεωλογικό μυστήριο έχει φέρει διαμάχη μεταξύ των επιστημόνων

Ένα ελαστικό που χρησιμοποιείται ως οδοδείκτης κρέμεται από ένα δέντρο στην περιοχή Tenere της ερήμου του Νίγηρα, στη νότια κεντρική Σαχάρα

Αρχείου AP/Jerome Delay

Μυστήριο καλύπτει την ανεύρεση δύο μετεωριτών στη Βόρεια Αφρική, η ύπαρξη των οποίων θα μπορούσε να αλλάξει όλα όσα γνωρίζουμε για τον πλανήτη που βρίσκεται πιο κοντά στον Ήλιο.

Η χημική σύσταση των δειγμάτων, Ksar Ghilane 022 και Northwest Africa 15915, είναι σε πολλά σημεία πανομοιότυπη με την επιφάνειά τους, οδηγώντας μια ομάδα επιστημόνων στην μέχρι πρότινος αδύνατη υπόθεση ότι πρόκειται για κομμάτια που εκτοξεύτηκαν από τον πλανήτη.

Για δεκαετίες, η επιστημονική κοινότητα πίστευε ότι ο Ερμής δεν μπορεί να εκτοξεύσει μετεωρίτες στη Γη λόγω της εγγύτητάς του στον Ήλιο, η οποία καθιστά δύσκολο για τα υλικά που εκτοξεύονται σε συγκρούσεις να ξεφύγουν από τη βαρυτική του έλξη.

Ωστόσο, μια λεπτομερής ανάλυση των δύο διαστημικών βράχων έδωσε αποτελέσματα που αμφισβητούν αυτή την ιδέα και δείχνουν τον Ερμή.

Όπως εξηγεί ο ειδικός Ben Rider-Stokes στο The Conversation, και οι δύο μετεωρίτες έχουν εκτιμώμενη ηλικία 4,528 δισεκατομμυρίων ετών, γεγονός που τους καθιστά απομεινάρια των πρώτων σταδίων του ηλιακού συστήματος. Η ηλικία αυτή ξεπερνά ακόμη και τα παλαιότερα γνωστά θραύσματα από την επιφάνεια του Ερμή, τα οποία χρονολογούνται περίπου στα 4 δισεκατομμύρια χρόνια, επιβεβαιώνοντας τη θεωρία ότι τα θραύσματα αυτά προέρχονται από υλικό που έχει πλέον εξαφανιστεί από τον πλανήτη.

Με τη νέα αυτή ανακάλυψη, που δημοσιεύτηκε σε άρθρο στο περιοδικό Icarus, προέκυψε διαμάχη. Παρά τις ομοιότητες με την επιφάνεια του Ερμή, τα δείγματα περιέχουν λιγότερο πλαγιόκλαστο από ό,τι αναμενόταν, δημιουργώντας αβεβαιότητα σχετικά με την ακριβή προέλευσή τους.

Ωστόσο, οι επιστήμονες πιστεύουν ότι οι διαφορές αυτές μπορούν να εξηγηθούν από το γεγονός ότι το υλικό δεν ελήφθη απευθείας από τον εξωτερικό φλοιό του πλανήτη, αλλά από τον επιφανειακό μανδύα.

Η ανάλυση της προέλευσης των μετεωριτών βασίζεται συνήθως σε συγκρίσεις με δείγματα που συλλέγονται απευθείας κατά τη διάρκεια διαστημικών αποστολών, για παράδειγμα στη Σελήνη ή στον Άρη. Στην περίπτωση του Ερμή, ωστόσο, κανένα υλικό δεν έχει μεταφερθεί ποτέ στη Γη, γεγονός που καθιστά κάθε φυσικό στοιχείο μια εξαιρετικά πολύτιμη επιστημονική ευκαιρία.

Η αποστολή BepiColombo, που αναπτύσσεται από την ESA και την JAXA, βρίσκεται αυτή τη στιγμή καθ' οδόν προς τον Ερμή και αναμένεται να παράσχει εικόνες και δεδομένα υψηλής ανάλυσης που θα βοηθήσουν στην οριστική επιβεβαίωση ή διάψευση της προέλευσης των δειγμάτων.

Η συμβολή τους θα είναι καθοριστική για την επίλυση αυτού του γεωλογικού μυστηρίου.

Διαβάστε επίσης