ΠΟΛΙΤΙΚΗ

53.100 οικογένειες στο δρόμο εάν μπει λουκέτο στη φαρμακoβιομηχανία

53.100 οικογένειες στο δρόμο εάν μπει λουκέτο στη φαρμακoβιομηχανία

Σύμφωνα με νέα επιστημονική μελέτη, ο κλάδος που έχουν στοχοποιήσει η τρόικα και η τρικομματική κυβέρνηση είναι ο 4ος μεγαλύτερος στις εξαγωγές, ενώ για κάθε 1 ευρώ που παίρνει, δίνει 3,4 πίσω στην οικονομία!

Καθοριστική για την δυνατότητα ανάπτυξης της χώρας μέσα στην κρίση, είναι η συμβολή της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας, η οποία κατέχει το τέταρτο μεγαλύτερο μερίδιο στο σύνολο των εξαγωγών της ελληνικής μεταποίησης.

Για κάθε 1.000 ευρώ που διατίθενται για φάρμακα που παράγονται στην Ελλάδα, το ΑΕΠ της χώρας ενισχύεται κατά 3.420 ευρώ. Η ετήσια συμβολή των ελληνικών παραγωγικών επιχειρήσεων φαρμάκου συμβάλλουν στο ΑΕΠ κατά 2,8 δισ. ευρώ. Η ανάπτυξη της εγχώριας φαρμακοβιομηχανίας συμβάλλει επίσης σημαντικά στην ανάπτυξη του εμπορίου, της διαχείρισης ακίνητης περιουσίας, της μεταποίησης και των τραπεζών, με σημαντικές εισροές για την παραγωγή φαρμάκων.

Επιπλέον, στον κλάδο απασχολούνται άμεσα 10.800 άτομα, υποστηρίζονται άλλες 13.400 θέσεις εργασίας σε σχετιζόμενους με το φάρμακο κλάδους, ενώ άλλες 29.000 θέσεις εργασίας υποστηρίζονται από την καταναλωτική δαπάνη που επιτρέπουν οι καταβαλλόμενοι μισθοί του κλάδου, ανεβάζοντας τη συνολική επίδραση του κλάδου στην απασχόληση, στις 53.100 θέσεις εργασίας.

Αυτός είναι ο κλάδος τον οποίο έχουν βαλθεί να καταστρέψουν οι τροϊκανοί, εφαρμόζοντας πολιτικές που δεν εξυπηρετούν ούτε τον ελληνικό λαό, ούτε την ελληνική οικονομία, αλλά μόνο τις πολυεθνικές των ανώνυμων γενοσήμων, τα συμφέροντα των οποίων προασπίζουν οι δανειστές μας, με την τρικομματική κυβέρνηση να στέκεται προσοχή, συμμετέχοντας στο έγκλημα, σε ρόλο καλού μαθητή.

Μάλιστα, τα στοιχεία για τη ζωτική συμμετοχή του κλάδου στην ελληνική οικονομία -και, άρα, για το έγκλημα με το οποίο ισοδυναμεί η στοχοποίηση και η εξόντωσή του (είναι χαρακτηριστικό ότι, μόλις χτες, ο υπουργός Οικονομικών Γ. Στουρνάρας είπε ότι μία από τις δύο προϋποθέσεις για να πάρουμε τη δόση του Μαρτίου είναι η περαιτέρω μείωση των τιμών των φαρμάκων!) προέρχονται από εγκυρότατη, επιστημονική μελέτη του Ινστιτούτου Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), για τις αναπτυξιακές προοπτικές της ελληνικής φαρμακευτικής βιομηχανίας. Η σχετική έκθεση παρουσιάστηκε σήμερα στο ΕΒΕΑ, σε εκδήλωση που οργάνωσε η Πανελλήνια Ένωση Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ).

Κατά την ομιλία του, ο πρόεδρος της ΠΕΦ κ. Δημήτρης Δέμος, σημείωσε πως η μελέτη του ΙΟΒΕ έδειξε το πλέον προφανές: ότι οι ελληνικές φαρμακευτικές επιχειρήσεις είναι από τους ελάχιστους θύλακες που έχουν απομείνει για ανάπτυξη και ελπίδα στη χώρα, και πιθανώς ο σημαντικότερος. Ο κ. Δέμος είπε χαρακτηριστικά: «Όταν εκτιμήσεις θέλουν την ανεργία να αγγίζει σύντομα το 30% και την ύφεση να βαθαίνει όλο και περισσότερο, η ελληνική φαρμακοβιομηχανία επιμένει να επενδύει και να παράγει σε ένα περιβάλλον εντεινόμενης αποβιομηχάνισης και εξουθενωτικών πολιτικών, οι οποίες υπονομεύουν πλέον ανεπανόρθωτα την ίδια της την ύπαρξη. Έτσι, τα αποτελέσματα της μελέτης, μας δημιουργούν ανάμεικτα συναισθήματα. Αφενός επιβεβαιώνουν τις πάγιες θέσεις μας και τα πορίσματα άλλων διεθνών μελετών που έχουν ανάγει την ελληνική φαρμακοβιομηχανία σε αναδυόμενο αστέρα της οικονομικής ζωής της χώρας. Και αφετέρου, μας δημιουργούν μια ολοένα και πιο δυσάρεστη έκπληξη όταν αντιλαμβανόμαστε από το μέλλον που σχεδιάζουν γι’ αυτές οι εκτός λογικής πολιτικές στο χώρο του φαρμάκου».

Στη διάρκεια της εκδήλωσης ο κ. Δέμος υπογράμμισε, ακόμη, ότι οι ελληνικές φαρμακευτικές βρίσκονται εν αναμονή εξόφλησης των οφειλών από τα νοσοκομεία και τον ΕΟΠΥΥ, από την εκταμίευση της δόσης το Μάρτιο, διαφορετικά ως το τέλος του έτους αρκετές επιχειρήσεις θα αντιμετωπίσουν σοβαρά προβλήματα λειτουργίας.

Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του ΕΟΦ καθ. Γιάννης Τούντας, υπογραμμίζοντας τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο Οργανισμός λόγω αποψίλωσής του από προσωπικό (από τους 260 υπαλλήλους, έχουν μείνει μόλις 127 στον ΕΟΦ), τόνισε πως χρειάζεται ενίσχυση για την αδειοδότηση νέων προϊόντων των οποίων οι φάκελοι κατατίθενται στον οργανισμό, ενώ σημείωσε πως η αναπτυξιακή προοπτική του κλάδου θα ενισχυθεί με την προετοιμασία του οργανισμού για εγκρίσεις αμοιβαίας διαδικασίας, αλλά και για ενίσχυση των κλινικών μελετών, οι οποίες μέχρι στιγμής φέρνουν πάνω από 15 εκ. ευρώ έσοδα στη χώρα, ετησίως.

Η έκθεση

Σύμφωνα με την έκθεση του ΙΟΒΕ, για το 2013 αναμένεται ύφεση 4,5%, όταν η χώρα έχει χάσει πάνω από το 23% του προϊόντος της από το 2008.

Στη συγκυρία αυτή, η εγχώρια φαρμακοβιομηχανία έχει να επιδείξει την υψηλότερη μέση αύξηση ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας τη δεκαετία 2000-2010 μεταξύ των κλάδων της εγχώριας μεταποίησης. Συγκεκριμένα έφθασε το 10%, της συνολικής μεταποιητικής παραγωγής, το 3ο μεγαλύτερο ποσοστό στην Ε.Ε, μετά τη Σλοβενία και τη Δανία.

Οι εξαγωγές φαρμακευτικών προϊόντων κατέχουν το 4ο μεγαλύτερο μερίδιο στο σύνολο των εξαγωγών της ελληνικής μεταποίησης, ενώ ο κλάδος εμφανίζει γενικά υψηλή ανταγωνιστικότητα.

Η πολιτική γενοσήμων στην Ελλάδα, χαρακτηρίζεται από τη μελέτη ως αποσπασματική, με έμφαση στην επίλυση άμεσων και πιεστικών θεσμικών ή δημοσιονομικών εκκρεμοτήτων για τη μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης. Μέχρι σήμερα η προσπάθεια συντελείται μέσω του ελέγχου των τιμών. Ομως η τρέχουσα πολιτική γενοσήμων, από τις μνημονιακές υποχρεώσεις της χώρας, χαρακτηρίζεται από αναποτελεσματική εισαγωγή όλων των μέτρων που εφαρμόζονται σε άλλες χώρες επιλεκτικά.

Αλλά έτσι, ο έλεγχος των τιμών των γενοσήμων, εφόσον δεν συνοδεύεται από ανάλογα εργαλεία εξορθολογισμού και τυποποιημένης συνταγογραφικής συμπεριφοράς μέσω πρωτοκόλλων και οδηγιών συνταγογράφησης, μπορεί βραχυπρόθεσμα να περιορίζουν τη δαπάνη, όμως τελικά επιφέρουν τα αντίθετα αποτελέσματα και, συγκεκριμένα: άμβλυνση του ανταγωνισμού των τιμών, υψηλότερα εμπόδια εισόδου νέου προϊόντος –άρα τη δημιουργία ολιγοπωλίου- ακόμη και αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης, εφόσον γίνει μετατόπιση της συνταγογράφησης σε ακριβότερες θεραπείες. Και, τελικά, ενδέχεται να δημιουργούνται μη βιώσιμες συνθήκες για την επιβίωση και ανάπτυξη μιας υγιούς αγοράς γενοσήμων.

Σήμερα, τα γενόσημα τιμολογούνται στο 40% της τιμής του πρωτοτύπου, ενώ με τα δύο rebate οι πραγματικές τιμές μειώνονται επιπλέον, σε ποσοστό από 9-17%, επιπλέον.