Ακροβατεί σε ένα σχοινί η Γαλλία 

Η Γαλλία βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή που θυμίζει έντονα τις πιο δύσκολες στιγμές της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους.
4'

Ο πρωθυπουργός Φρανσουά Μπαϊρού, μόλις οκτώ μήνες στην εξουσία, επέλεξε να θέσει στις 8 Σεπτεμβρίου ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή, γνωρίζοντας ότι οι πιθανότητες είναι εναντίον του. Το διακύβευμα δεν είναι μόνο η πολιτική του επιβίωση, αλλά και η πορεία της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρωζώνης σε μια περίοδο αυξημένης αβεβαιότητας.

Το πρόγραμμα που παρουσίασε ο Μπαϊρού είναι σκληρό: περικοπές ύψους περίπου 44 δισ. ευρώ, πάγωμα κοινωνικών παροχών στο επίπεδο του 2025, μείωση δημοσίων δαπανών, κατάργηση δύο εθνικών αργιών, μη αντικατάσταση ενός στους τρεις συνταξιοδοτούμενους δημοσίους υπαλλήλους και επιβολή «εισφοράς αλληλεγγύης» στα πολύ υψηλά εισοδήματα. Στόχος, η μείωση του ελλείμματος από 5,8% το 2024 στο 4,6% το 2026. Πρόκειται για μέτρα που θυμίζουν έντονα προγράμματα λιτότητας χωρών της περιφέρειας, με την ιδιαιτερότητα ότι εφαρμόζονται όχι στην Ελλάδα ή την Πορτογαλία, αλλά στη Γαλλία — μία χώρα που θεωρείται πυλώνας σταθερότητας της Ευρωζώνης.

Η πολιτική πραγματικότητα, όμως, είναι αδυσώπητη. Ο Μπαϊρού δεν διαθέτει κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Οι αριστερές δυνάμεις (Ανυπότακτη Γαλλία, Σοσιαλιστές, Κομμουνιστές, Οικολόγοι) έχουν ήδη προαναγγείλει ότι θα καταψηφίσουν. Στην άλλη πλευρά, η Μαρίν Λεπέν και το Εθνικό Συναγερμό επίσης έχουν τοποθετηθεί κατά. Το σύνολο των αρνητικών ψήφων ξεπερνά το 57% της Βουλής, καθιστώντας σχεδόν βέβαιη την πτώση της κυβέρνησης. Ο Μακρόν θα βρεθεί έτσι μπροστά σε ένα δύσκολο δίλημμα: να επιλέξει νέο πρωθυπουργό ή να οδηγήσει τη χώρα σε πρόωρες εκλογές.

Οι αγορές έχουν ήδη αντιδράσει. Το γαλλικό χρηματιστήριο έχει υποχωρήσει, τα επιτόκια των δεκαετών ομολόγων ανέβηκαν πάνω από αυτά της Ιταλίας, ενώ τα spreads έναντι της Γερμανίας διευρύνθηκαν. Ο υπουργός Οικονομικών αναγκάστηκε να διαβεβαιώσει ότι «η Γαλλία δεν κινδυνεύει με προσφυγή στο ΔΝΤ», αλλά η σύγκριση με την ελληνική κρίση του 2010 πλανάται ήδη στον αέρα.

Η Ελλάδα τότε βρέθηκε με χρέος γύρω στο 130% του ΑΕΠ και έλλειμμα πάνω από 15%. Αποκλείστηκε από τις αγορές, αναγκάστηκε να προσφύγει σε ΕΕ και ΔΝΤ και μπήκε σε τρία μνημόνια συνολικού ύψους περίπου 300 δισ. ευρώ. Η κοινωνία υπέστη βαριά λιτότητα: μειώσεις μισθών και συντάξεων, απολύσεις στο Δημόσιο, μαζική ανεργία και ύφεση πάνω από 25%. Για τους Γάλλους τα μεγέθη είναι διαφορετικά — το χρέος τους βρίσκεται στο 110% του ΑΕΠ και το έλλειμμα στο 5,4% — όμως η ανησυχία είναι ότι μια χώρα τόσο μεγάλη, αν μπει σε «πρόγραμμα», θα προκαλέσει κρίση χρέους δεύτερης γενιάς σε όλη την Ευρώπη.

Οι αγορές αντιμετωπίζουν ήδη τη Γαλλία ως τον «αδύναμο κρίκο» της Ευρωζώνης. Αν το κόστος δανεισμού της ξεπεράσει σταθερά αυτό της Ιταλίας, τότε θα σημάνει συναγερμός. Η διαφορά με την Ελλάδα είναι ότι η Γαλλία δεν μπορεί εύκολα να διασωθεί: το μέγεθός της καθιστά αδύνατη μια κλασική «τρόικα». Αν έφτανε ποτέ στο σημείο του ΔΝΤ, το πακέτο διάσωσης θα έπρεπε να είναι μεγαλύτερο από 500 δισ. ευρώ — μια κλίμακα που απειλεί την ίδια την αρχιτεκτονική του ευρώ.

Γι’ αυτό η κρίση του Μπαϊρού αποκτά στρατηγική διάσταση. Αν καταρρεύσει, ο Μακρόν θα πρέπει να βρει διάδοχο ικανό να κρατήσει ισορροπίες. Δύο ονόματα συζητούνται: ο υπουργός Άμυνας Σεμπαστιέν Λεκορνού, πιστός συνεργάτης και «στρατιώτης» του Μακρόν, και ο πρώην πρωθυπουργός Μπερνάρ Καζνέβ, με γέφυρες προς τη μετριοπαθή κεντροαριστερά. Κανείς τους δεν εγγυάται σταθερή πλειοψηφία, αλλά αμφότεροι θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως προσωρινές λύσεις. Εναλλακτικά, ο Μακρόν μπορεί να οδηγήσει τη χώρα σε πρόωρες εκλογές, με τεράστιο ρίσκο: η Εθνική Συσπείρωση της Λεπέν προηγείται στις δημοσκοπήσεις και θα μπορούσε να διπλασιάσει την κοινοβουλευτική της δύναμη.

Η σύγκριση με την Ελλάδα του 2010 λειτουργεί περισσότερο ως προειδοποίηση παρά ως βεβαιότητα. Η Γαλλία έχει ισχυρότερη οικονομική βάση, όμως η πολιτική της αστάθεια υπονομεύει την εμπιστοσύνη. Αν χαθεί ο έλεγχος, οι αγορές δεν θα κάνουν διάκριση: όπως τότε με την Ελλάδα, θα δουν το αδύναμο σημείο και θα το πιέσουν. Το αποτέλεσμα θα είναι υψηλότερα επιτόκια, αυστηρότεροι κανόνες από τις Βρυξέλλες και νέα λιτότητα.

Η 8η Σεπτεμβρίου μπορεί να εξελιχθεί σε ιστορική στιγμή. Αν ο Μπαϊρού καταρρεύσει, ο Μακρόν θα βρεθεί με περιορισμένες επιλογές και μια Ευρωζώνη που φοβάται την «ελληνικοποίηση» της Γαλλίας. Αν καταφέρει να σταθεί, θα είναι με κόστος κοινωνικής οργής και πολιτικής απομόνωσης. Σε κάθε περίπτωση, η Γαλλία μπαίνει σε μια νέα εποχή αβεβαιότητας, όπου το πολιτικό μέλλον της συνδέεται άρρηκτα με την οικονομική της σταθερότητα και, κατ’ επέκταση, με τη συνοχή ολόκληρης της Ευρωζώνης.