Πώς η γήρανση του πληθυσμού αλλάζει την αγορά εργασίας

Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα σε μια δημογραφική μετάβαση που επηρεάζει βαθιά όχι μόνο τη δομή του πληθυσμού, αλλά και την καρδιά της οικονομίας, δηλαδή την αγορά εργασίας.
3'

Η γήρανση του πληθυσμού, σε συνδυασμό με τη μείωση των γεννήσεων και τη μαζική φυγή νέων στο εξωτερικό, επιφέρει αργά αλλά σταθερά μεταβολές στον τρόπο που δουλεύουμε, στο ποιος εργάζεται -και στο τι σημαίνει «εργαζόμενος».

Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, ο πληθυσμός άνω των 65 ετών στην Ελλάδα αυξάνεται σταθερά, ενώ το ποσοστό του ενεργού πληθυσμού (15-64 ετών) μειώνεται. Ο λόγος εξάρτησης -δηλαδή πόσοι μη εργαζόμενοι αντιστοιχούν σε κάθε 100 εργαζόμενους- αυξάνεται χρόνο με τον χρόνο. Αυτή η στατιστική μεταβολή έχει άμεσες και έμμεσες επιπτώσεις στην παραγωγικότητα, την καινοτομία, τη δομή των επιχειρήσεων και, τελικά, στην ίδια τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος.

Η σταδιακή έλλειψη εργατικού δυναμικού

Ήδη, σε αρκετούς κλάδους, ιδίως στον πρωτογενή τομέα, στις κατασκευές και στον τομέα της φροντίδας, εντοπίζονται κενές θέσεις εργασίας που δεν καλύπτονται εύκολα. Η απουσία νέων εργαζομένων και η απροθυμία κάποιων να εργαστούν υπό δύσκολες ή χαμηλά αμειβόμενες συνθήκες, προκαλεί πιέσεις στις επιχειρήσεις, οι οποίες δυσκολεύονται να διατηρήσουν τη λειτουργία τους ή να επεκταθούν.

Η αυξανόμενη ηλικία των εργαζομένων οδηγεί επίσης σε αυξημένα ποσοστά συνταξιοδοτήσεων και ανάγκες ανανέωσης προσωπικού, που δεν μπορούν πλέον να καλυφθούν με τον ίδιο ρυθμό. Επιπλέον, μεγαλύτεροι εργαζόμενοι συχνά χρειάζονται προσαρμογές στον εργασιακό τους χώρο (π.χ. εργονομικά μέτρα, ευέλικτο ωράριο, μείωση έντασης), ενώ ενδέχεται να δυσκολεύονται περισσότερο να συμβαδίσουν με την ψηφιακή εξέλιξη ή να επανεκπαιδευτούν.

Μεταβολές στον χαρακτήρα της εργασίας

Η γήρανση του πληθυσμού μετατοπίζει σταδιακά και τις ανάγκες της αγοράς. Αυξάνεται η ζήτηση για επαγγέλματα που σχετίζονται με την υγειονομική περίθαλψη, τη φροντίδα ηλικιωμένων, τις υπηρεσίες υποστήριξης, αλλά και την οικιακή εργασία. Παράλληλα, επαγγέλματα που απαιτούν σωματική δύναμη ή ταχύτητα αντιμετωπίζουν προκλήσεις, καθώς ένα γηρασμένο εργατικό δυναμικό δεν μπορεί πάντα να ανταποκριθεί στις ίδιες απαιτήσεις.

Η τεχνολογία προσπαθεί να καλύψει κάποια από αυτά τα κενά — μέσω αυτοματισμών, τεχνητής νοημοσύνης, ρομποτικής. Ωστόσο, η αντικατάσταση ανθρώπων από μηχανές δεν είναι πάντα εφικτή ούτε κοινωνικά αποδεκτή, ιδίως σε επαγγέλματα που απαιτούν ανθρώπινη επαφή και ενσυναίσθηση.

Ανάγκη για προσαρμογή και πολιτικές αναχαίτισης

Η Ελλάδα χρειάζεται επειγόντως ένα νέο εργασιακό μοντέλο, που να προσαρμόζεται στις δημογραφικές εξελίξεις. Οι πολιτικές ενεργού γήρανσης (active ageing) —δηλαδή η παραμονή μεγαλύτερων εργαζομένων στην αγορά με αξιοπρεπείς και λειτουργικούς όρους— γίνονται όλο και πιο απαραίτητες. Παράλληλα, η ενίσχυση της διά βίου μάθησης, η επιμόρφωση και η επανένταξη εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας είναι πλέον ζητήματα πρώτης γραμμής.

Την ίδια στιγμή, είναι κρίσιμο να διευκολυνθεί η ένταξη των νέων, τόσο μέσω της σταθερής και ποιοτικής απασχόλησης, όσο και με κίνητρα για επιστροφή των αποδήμων που έφυγαν τα χρόνια της κρίσης. Η αγορά εργασίας δεν μπορεί να ανανεωθεί χωρίς τους νέους — και η απουσία τους σήμερα προδιαγράφει τις ελλείψεις του αύριο.

Ένα μέλλον που απαιτεί στρατηγική

Η γήρανση του πληθυσμού δεν είναι απλώς ένα κοινωνικό φαινόμενο — είναι μια οικονομική και πολιτική πρόκληση. Η αγορά εργασίας αλλάζει ήδη και θα συνεχίσει να μετασχηματίζεται με επιταχυνόμενους ρυθμούς. Η Ελλάδα καλείται να σχεδιάσει ένα μέλλον με λιγότερους εργαζόμενους, περισσότερους συνταξιούχους, και μεταβαλλόμενες ανάγκες σε δεξιότητες και επαγγέλματα.

Αν δεν υπάρξει έγκαιρη και συντονισμένη παρέμβαση, το εργατικό δυναμικό της χώρας κινδυνεύει να καταστεί ανεπαρκές -όχι μόνο αριθμητικά, αλλά και ποιοτικά. Σε αυτό το πλαίσιο, η αντιμετώπιση της γήρανσης δεν αφορά μόνο στην ασφάλιση και την υγειονομική περίθαλψη, αλλά και στην καρδιά της παραγωγής και της ανάπτυξης.