Η επιστήμη λέει ότι υπάρχει ένα πράγμα που μπορείτε να αγοράσετε εγγυημένα για να είστε ευτυχισμένοι
Τα υλικά αγαθά σπανίως διαρκούν ως πηγή ευτυχίας. Ένα καινούριο αυτοκίνητο, για παράδειγμα, ενθουσιάζει στην αρχή, αλλά γρήγορα παύει να ξεχωρίζει από την καθημερινότητα. Αυτό το φαινόμενο ονομάζεται «ηδονική προσαρμογή» – η ψυχολογική τάση του ανθρώπου να εξοικειώνεται με ό,τι νέο αποκτά, μειώνοντας την αρχική του αξία στη συνείδηση.
Πολλαπλές μελέτες υποστηρίζουν ότι η επιδίωξη υλικών αποκτημάτων όχι μόνο δεν ενισχύει την ευτυχία, αλλά συχνά έχει το αντίθετο αποτέλεσμα. Δημοσίευση στο Academy of Management Review έδειξε ότι όσοι δίνουν μεγαλύτερη αξία στα υλικά αγαθά παρά στις σχέσεις ή την προσωπική ανάπτυξη, δηλώνουν αυξημένο άγχος και χαμηλότερη ικανοποίηση από τη ζωή. Παρόμοια, έρευνα στο Journal of Consumer Research κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η καταναλωτική συμπεριφορά που στοχεύει στην επίτευξη ευτυχίας μπορεί να οδηγήσει σε χρόνια δυσαρέσκεια, ενώ το Journal of Economic Psychology συνέδεσε τη λεγόμενη «θεραπεία μέσω των αγορών» με τη λύπη και την εσωτερική δυσαρέσκεια.
Η συζήτηση για τη σύνδεση χρημάτων και ευτυχίας δεν είναι νέα. Ίσως η πιο διάσημη σχετική μελέτη, των Daniel Kahneman και Angus Deaton από το Πανεπιστήμιο του Πρίνστον, κατέληξε ότι από ένα ετήσιο εισόδημα και πάνω – περίπου 75.000 δολάρια τότε, περίπου 100.000 σήμερα – η περαιτέρω οικονομική άνοδος δεν φέρνει αντίστοιχη αύξηση στην ευτυχία ή μείωση της δυσφορίας. Παρότι μεταγενέστερες μελέτες αμφισβήτησαν εν μέρει αυτό το όριο, η βασική ιδέα παραμένει: τα χρήματα δεν είναι αυτό που μας κάνει πιο ευτυχισμένους.
Η πραγματική αξία του χρήματος ίσως κρύβεται αλλού
Μια μελέτη του 2017, δημοσιευμένη στα Proceedings of the National Academy of Sciences, προσφέρει μια διαφορετική οπτική: οι άνθρωποι που ξοδεύουν χρήματα για να εξοικονομήσουν χρόνο – πληρώνοντας, για παράδειγμα, κάποιον να καθαρίσει το σπίτι τους ή να κάνει αγγαρείες που δεν απολαμβάνουν – δηλώνουν υψηλότερα επίπεδα ευτυχίας.
Το ενδιαφέρον δεν είναι μόνο το αποτέλεσμα αλλά και η καθολικότητά του. Δεν επωφελήθηκαν μόνο οι οικονομικά άνετοι συμμετέχοντες. Ακόμη και άνθρωποι με χαμηλά εισοδήματα που επέλεξαν να ξοδέψουν λίγα χρήματα για να αγοράσουν λίγο χρόνο, ανέφεραν μεγαλύτερη ικανοποίηση από τη ζωή σε σύγκριση με όσους δεν το έκαναν.
Για να ελέγξουν αν η σχέση αυτή είναι αιτιακή και όχι απλώς συσχετιστική, οι ερευνητές διεξήγαγαν πείραμα: σε μια ομάδα συμμετεχόντων έδωσαν 40 δολάρια με την οδηγία να τα ξοδέψουν αποκλειστικά σε προϊόντα. Αρκετές ημέρες αργότερα, τους έδωσαν άλλα 40 δολάρια για να τα χρησιμοποιήσουν σε υπηρεσίες που θα τους εξοικονομούσαν χρόνο. Το αποτέλεσμα ήταν ξεκάθαρο: όταν οι συμμετέχοντες «αγόρασαν χρόνο», ανέφεραν αυξημένη ευτυχία, λιγότερο άγχος και μεγαλύτερη αίσθηση ικανοποίησης.
Το κλειδί βρίσκεται στη συνειδητή αξιοποίηση του χρόνου
Όμως, υπάρχει μια λεπτή παγίδα: η συνεχής ανάθεση των καθημερινών μας υποχρεώσεων σε άλλους μπορεί, σύμφωνα με τους ερευνητές, να υπονομεύσει την αίσθηση προσωπικού ελέγχου και να οδηγήσει τελικά σε μείωση της ευημερίας.
Στην πράξη, λίγοι άνθρωποι έχουν τη δυνατότητα να εξωτερικεύουν όλες τους τις υποχρεώσεις – και ακόμα λιγότεροι θα αισθανθούν ανεπαρκείς επειδή δεν πλένουν μόνοι τα ρούχα τους ή δεν καθαρίζουν το σπίτι τους. Το κρίσιμο ερώτημα είναι: πώς αξιοποιείται ο χρόνος που απελευθερώνεται;
Εάν αυτός ο χρόνος χρησιμοποιηθεί απλώς για να γεμίσει με άλλες αγγαρείες ή χάσει την αίσθηση του ξεχωριστού, τότε η «αγορασμένη» ευτυχία φθίνει γρήγορα, ακριβώς όπως συμβαίνει με τα υλικά αγαθά.
Η λύση είναι η πρόθεση. Η χρήση του ελεύθερου χρόνου πρέπει να είναι συνειδητή και να υπηρετεί έναν προσωπικό σκοπό: να περάσει κάποιος ποιοτικό χρόνο με την οικογένεια ή τους φίλους του, να ασχοληθεί με ένα χόμπι, να αθληθεί, να εξελιχθεί πνευματικά ή να αφιερωθεί σε έναν στόχο που του φέρνει ικανοποίηση.
Τελικά, τα χρήματα μπορούν να αγοράσουν λίγη ευτυχία – αν αγοράσουν και λίγο χρόνο. Αλλά μόνο όταν ο χρόνος αυτός γεμίζει με νόημα.