Η αποκαθήλωση της γερμανικής οικονομίας, τα λάθη, οι εκλογές και το AfD

Ένα πολιτικό παλιρροϊκό κύμα σαρώνει τη Γερμανία. Αυτό πιστεύει το εθνικιστικό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) που οι αντίπαλοί του το χαρακτηρίζουν ριζοσπαστικό, ρατσιστικό και αντιδημοκρατικό, ενώ η υπηρεσία εσωτερικών πληροφοριών της Γερμανίας αποφάνθηκε πως είναι αντισυνταγματικό.

Αλλά αν οι δημοσκοπήσεις είναι σωστές, το AfD θα γίνει η δεύτερη μεγαλύτερη πολιτική δύναμη της Γερμανίας μετά τις εκλογές αυτής της Κυριακής. Αυτό θα ήταν μια τεράστια μετατόπιση των τεκτονικών πλακών, όχι μόνο στο εσωτερικό αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Τα κόμματα της λαϊκιστικής δεξιάς έχουν αυξήσει τη δύναμή τους σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης. Το θέμα είναι ότι η Γερμανία δεν είναι μια οποιαδήποτε άλλη χώρα. Είναι η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, ένα από τα έθνη με τη μεγαλύτερη επιρροή. Κουβαλάει ακόμη το βάρος του ναζιστικού της παρελθόντος.

Μαζί με το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γαλλία, είναι μία από τις τρεις μεγάλες χώρες που συνέβαλαν στη διαμόρφωση και τη διασφάλιση της φιλελεύθερης τάξης και των αμυντικών δομών της Ευρώπης μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Ψυχρό Πόλεμο.

Ποτέ άλλοτε στη μεταπολεμική Γερμανία ένα εθνικιστικό κόμμα δεν είχε τέτοια επιτυχία, ενώ βρισκόταν στο κατώφλι του να χαρακτηριστεί ως απειλή για την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία και το φιλελεύθερο σύνταγμά της. Η σημαίνουσα ηγέτιδα της γαλλικής αντιπολίτευσης, Μαρίν Λεπέν, το κόμμα της οποίας θεωρείται επίσης ακροδεξιό, έχει πάρει αποστάσεις από το AfD στην ευρωπαϊκή σκηνή, κρίνοντας προφανώς τις θέσεις του πολύ ριζοσπαστικές. Η μακροχρόνια παραδοχή μεταξύ του κυρίαρχου ρεύματος στο εσωτερικό και στο εξωτερικό ήταν ότι το σκοτεινό παρελθόν της Γερμανίας την ανοσοποιούσε από κάθε σοβαρό φλερτ με την ακροδεξιά. Αλλά υπάρχουν πολλά σε αυτές τις εκλογές που κάνουν τους παρατηρητές να αλλάξουν την άποψή τους για τη Γερμανία.

Οι Γερμανοί έχουν υποστεί μια γροθιά στο στομάχι - όσον αφορά την εικόνα και τη διεθνή φήμη της χώρας τους. Για χρόνια είχαν συνηθίσει να τους θαυμάζουν -και να τους ζηλεύουν- ως την οικονομική δύναμη της Ευρώπης. «Vorsprung durch Technik», που μεταφράζεται περίπου ως «πρόοδος μέσω της τεχνολογίας», ήταν ένα διαφημιστικό σλόγκαν για τα αυτοκίνητα Audi τη δεκαετία του 1980. Για δεκαετίες περιέγραφε τη φήμη της Γερμανίας στη διεθνή φαντασία. Η χώρα εθεωρείτο σύγχρονη, δυναμική και τεχνολογικά προηγμένη. Και η αυτοκινητοβιομηχανία ήταν ένας από τους βασικούς κλάδους που στήριζαν την ατμομηχανή της Ευρώπης. Όμως, τώρα έχουν αποκαλυφθεί θεμελιώδεις αδυναμίες του γερμανικού οικονομικού μοντέλου.

Η οικονομία βρίσκεται σε κινούμενη άμμο, καθώςς στηρίζεται υπερβολικά σε ενεργοβόρες, παλιομοδίτικες βιομηχανίες όπως τα αυτοκίνητα με κινητήρα εσωτερικής καύσης και η χημική βιομηχανία. Οι επικριτές αμφισβητούν την διορατικότητα της Γερμανίας ή την ικανότητά της να συμβαδίζει με την εποχή.

Τα πράγματα έγιναν χειρότερα, κατά τη διάρκεια των 16 ετών που στην καγκελαρία ήταν η Ανγκελα Μέρκελ, καθώς η Γερμανία εξαρτήθηκε όλο και περισσότερο από: εξαγωγές προς την Κίνα, φθηνό φυσικό αέριο από τη Ρωσία και αμυντική ομπρέλα των ΗΠΑ. Όλα αυτά άφησαν τη Γερμανία πολύ εκτεθειμένη. Ο Ντόναλντ Τραμπ λέει τώρα ότι η Ευρώπη δεν μπορεί πλέον να βασίζεται στην υποστήριξη και τις εγγυήσεις ασφαλείας των ΗΠΑ.

Η Κίνα έχει σημειώσει ραγδαία πρόοδο στην αυτοκινητοβιομηχανία και κυριαρχεί στην τεχνολογία των ηλεκτρικών αυτοκινήτων. Άρα, μέχρι στιγμής υπάρχει λιγότερη ανάγκη για γερμανικές εισαγωγές. Και η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία άφησε τη Γερμανία να ψάχνει για εναλλακτικές πηγές ενέργειας. Η αγορά υγρού φυσικού αερίου, από τις ΗΠΑ και άλλους, είναι ακριβή, οδηγώντας σε οικονομική πίεση πολλές ενεργοβόρες γερμανικές επιχειρήσεις. Το αποτέλεσμα: Η οικονομία της Γερμανίας είναι υποτονική και εύθραυστη.

Στρατιωτική αδυναμία

Ο στρατός της Γερμανίας αποτελεί επίσης πηγή εκνευρισμού μεταξύ των ευρωπαίων γειτόνων. Το Βερολίνο αποτελεί βασική δύναμη στην αμυντική συμμαχία, το ΝΑΤΟ. Η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο σημαίνει ότι οι Ευρωπαίοι πρέπει να παρέχουν περισσότερες δικές τους δυνατότητες. Ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς υποσχέθηκε ένα σημείο καμπής για τον εξαντλημένο στρατό της χώρας του, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Ωστόσο, ο στρατός παραμένει σε αποδυναμωμένη κατάσταση, λιγότερο ετοιμοπόλεμος, όπως λέγεται, από ό,τι πριν από τρία χρόνια, εν μέρει λόγω των δωρεών της στην Ουκρανία.

Η Γερμανία, μετά τις ΗΠΑ, είναι ο μεγαλύτερος χορηγός στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία και τα περισσότερα πολιτικά κόμματα στη Γερμανία τάσσονται υπέρ της συνέχισης της στήριξης του Κιέβου. Το AfD τηρεί μια πολύ διαφορετική στάση. Θέλουν μια προσέγγιση με τη Ρωσία, να σταματήσει αμέσως η αποστολή όπλων στην Ουκρανία και να χρησιμοποιηθούν οι πόροι αντ' αυτού για τη δημιουργία των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων για την προστασία στο εσωτερικό της χώρας.

Υποδομές που καταρρέουν

Περισσότερες από 4.000 γέφυρες στη Γερμανία είναι κατεστραμμένες ή σε αμφίβολη κατάσταση. Η ακρίβεια των τρένων στη Γερμανία είναι τρομακτική - χειρότερη από ό,τι στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η ψηφιοποίηση είναι επίσης θλιβερή. Η λήψη κινητών τηλεφώνων είναι αποσπασματική εκτός πόλεων και είναι γνωστό ότι οι άνθρωποι εξακολουθούν να χρησιμοποιούν φαξ.

Αλλά ακόμη και αν οι πρόσφατες γερμανικές κυβερνήσεις ήθελαν να επενδύσουν περισσότερο, αντιμετώπισαν νομικά όρια στις δαπάνες. Μετά την οικονομική κρίση του 2008/9, στο γερμανικό σύνταγμα ενσωματώθηκε ένα φρένο χρέους, με περιορισμό για νέο χρέος που δεν υπερβαίνει το 0,35% του ΑΕΠ, εκτός από περιόδους εθνικής ανάγκης.

Οι Γερμανοί δεν εμπιστεύονταν πλέον τους πολιτικούς τους. Είχαν δει τις κρατικές δαπάνες να εκτοξεύονται στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Το νόμισμα ευρώ, από το οποίο εξαρτάται η Γερμανία, σχεδόν κατέρρευσε. Αλλά αυτό που φαινόταν τότε στους ψηφοφόρους ως άγκυρα της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, τώρα φαίνεται σε πολλούς, ένα εμπόδιο στην οικονομική ανάπτυξη.

Οι διαμάχες για τη μεταρρύθμιση του φρένου χρέους ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι και οδήγησε στην κατάρρευση του απερχόμενου συνασπισμού της Γερμανίας και στις πρόωρες εκλογές αυτής της Κυριακής. Όμως, η νέα γερμανική κυβέρνηση πρέπει να προσέξει. Το να σπάσει το φρένο του χρέους δεν θα είναι καθόλου εύκολο να γίνει. Χρειάζεται πλειοψηφία δύο τρίτων στο κοινοβούλιο για να αλλάξει το γερμανικό Σύνταγμα.

Μετανάστευση

Η μετανάστευση είναι ένα τεράστιο ζήτημα στη Γερμανία. Και ένα μεγάλο θέμα για το οποίο κερδίζει ψήφους το AfD. Δεν είναι η μόνη χώρα που ανησυχεί για τα επίπεδα μετανάστευσης στην Ευρώπη, αλλά μόνο η Γερμανία δέχτηκε πάνω από ένα εκατομμύριο αιτούντες άσυλο, κυρίως από τη Συρία και το Αφγανιστάν, κατά τη διάρκεια της μεταναστευτικής κρίσης της Ευρώπης το 2015/16. Η χώρα άνοιξε επίσης τις πόρτες της σε 1,2 εκατομμύρια Ουκρανούς πρόσφυγες. Πολλοί Γερμανοί ήταν υπερήφανοι για αυτό που αποκαλούσαν "κουλτούρα υποδοχής". Αλλά μια σειρά επιθέσεων από αιτούντες άσυλο από τη Μέση Ανατολή και το Αφγανιστάν έχει αναζωπυρώσει μια συζήτηση σχετικά με το πόσο ανοιχτά πρέπει να είναι τα σύνορα της Γερμανίας.

Το AfD επιμένει ότι δεν είναι ρατσιστικό ή αντιμεταναστευτικό και ότι ο καθένας είναι ευπρόσδεκτος στη Γερμανία, εάν φτάσει με νόμιμα μέσα, βρει δουλειά, συνεισφέρει στην κοινωνία και σέβεται τους τοπικούς κανόνες και τον πολιτισμό. Το κόμμα λέει ότι θα απελάσει αμέσως όλους τους μετανάστες που διαπράττουν έγκλημα, καθώς και οποιονδήποτε φτάνει στη χώρα παράνομα.

Η επόμενη κυβέρνηση

Ανησυχώντας μήπως χάσουν ψηφοφόρους από το AfD για το ζήτημα της μετανάστευσης και των συνόρων, η κεντροαριστερά και η κεντροδεξιά της Γερμανίας έχουν μετακινηθεί προς τα δεξιά στη ρητορική τους. Αυτό αποτελεί νίκη για το AfD, όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα των εκλογών. Ακόμη και αν γίνει η δεύτερη μεγαλύτερη δύναμη στο κοινοβούλιο, όπως προβλέπεται, είναι απίθανο να συμμετάσχει στην επόμενη κυβέρνηση της Γερμανίας.

Το πολιτικό σύστημα της Γερμανίας μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε κανένα κόμμα να μην μπορεί να κυριαρχήσει στο κοινοβούλιο, όπως έκαναν οι Ναζί μετά την πρώτη τους εκλογή, το 1933. Η δημιουργία συνασπισμού είναι το όνομα του παιχνιδιού. Και υπάρχει ένα λεγόμενο τείχος προστασίας από το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου - μια διακομματική συναίνεση για να κρατηθεί η ακροδεξιά μακριά από την κυβέρνηση.

Το AfD επιμένει ότι είναι συντηρητικό και ελευθεριακό, όχι μια ριζοσπαστική, δεξιά δύναμη. Επισημαίνει την αυξανόμενη βάση υποστήριξής της, τόσο στη δυτική όσο και στην ανατολική Γερμανία και μεταξύ των νεότερων ψηφοφόρων επίσης. Κατηγορεί τους αντιπάλους της ότι προσπαθούν να το κλείσουν και να το κρατήσουν εκτός εξουσίας. Αυτό, λέει, είναι αντιδημοκρατικό.