ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Στραμμένη στην Ιταλία και στις δηλώσεις Ντράγκι σήμερα η αγορά ομολόγων

Η παραίτηση του Ντράγκι και η επιστροφή της αστάθειας στην Ιταλία θα ήταν το χειρότερο δυνατό σενάρι
Η παραίτηση του Ντράγκι και η επιστροφή της αστάθειας στην Ιταλία θα ήταν το χειρότερο δυνατό σενάριο
AP

Θα παραμείνει στον πρωθυπουργικό θώκο, όπως του ζητούν τόσοι και τόσοι, εντός και εκτός Ιταλίας; Ή θα επιμείνει στην απόφασή του και θα παραιτηθεί; Η απάντηση αναμενόταν σήμερα, με την ομιλία του Μάριο Ντράγκι στην ιταλική Γερουσία.

Ολόκληρη η Ευρώπη παρακολουθεί με αγωνία, η πτώση του «Σούπερ Μάριο», η επιστροφή της αστάθειας στην Ιταλία, θα ήταν το χειρότερο δυνατό σενάριο σε μια περίοδο που η ΕΕ προσπαθεί αφενός να διατηρήσει ενωμένο μέτωπο έναντι του Βλαντίμιρ Πούτιν, αφετέρου να αντιμετωπίσει την πληθωριστική καταιγίδα και την ενεργειακή κρίση.

Ο ιταλός πρωθυπουργός υπέβαλε την παραίτησή του την περασμένη εβδομάδα, μετά την άρνηση του Κινήματος Πέντε Αστέρων (M5S) να υποστηρίξει την κυβέρνηση στη διάρκεια μιας ψηφοφορίας για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης: ο ιταλός πρόεδρος δεν την έκανε δεκτή, εξ ου και η σημερινή ομιλία του Ντράγκι στο Κοινοβούλιο. Δεδομένου βέβαια πως στον κυβερνητικό συνασπισμό του συμμετέχουν όλα τα ιταλικά κοινοβουλευτικά κόμματα πλην του μεταφασιστικού Αδέλφια της Ιταλίας, διαθέτει αρκετή υποστήριξη ώστε να παραμείνει πρωθυπουργός χωρίς τους Πεντάστερους, έχει εντούτοις απορρίψει κατηγορηματικά αυτό το ενδεχόμενο και πηγή από το γραφείο του έλεγε χθες στο Reuters πως περίμενε να δει κατά πόσο το κόμμα θα ανανέωνε τη στήριξή του προς το πρόσωπο του.

Από την πλευρά του, ο πρώην πρωθυπουργός και επικεφαλής του M5S Τζουζέπε Κόντε έχει δηλώσει πως περιμένει πρώτα ένα σημάδι από τον Ντράγκι ότι είναι έτοιμος να εφαρμόσει κάποιες από τις πολιτικές προτεραιότητες του κόμματος. Οι Πεντάστεροι είναι βέβαια βαθιά διχασμένοι και ο ιταλικός Τύπος εκτιμούσε χθες πως αν αρκετοί βουλευτές του έπαιρναν την πρωθυπουργική πλευρά, τότε ίσως ο Ντράγκι να δεχόταν να συνεχίσει, ακόμα και χωρίς τη στήριξη του Κόντε. Την κατάσταση όμως κάνουν ακόμα πιο περίπλοκη οι δηλώσεις δύο άλλων κυβερνητικών εταίρων, της Λέγκας του Ματέο Σαλβίνι και της Φόρτσα Ιτάλια του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, πως δεν επιθυμούν πλέον να μοιράζονται την εξουσία με το M5S και προτιμούν την εναλλακτική λύση των πρόωρων εκλογών.

Μια ματιά στις δημοσκοπήσεις είναι αρκετή για να εξηγήσει κανείς τη στάση τους. Μελέτη των πρόσφατων δημοσκοπήσεων που πραγματοποίησαν τα Ινστιτούτα YouTrend και Cattaneo Zanetto & Co προέβλεψε πως σε περίπτωση που πραγματοποιηθούν πράγματι, στις αρχές Οκτωβρίου όπως αναμένεται, νέες πρόωρες εκλογές, τότε το δεξιό μπλοκ μπορεί να αποσπάσει την απόλυτη πλειοψηφία, με 221 από τις 400 έδρες της Βουλής και 108 από τις 200 έδρες της Γερουσίας, για πρώτη φορά μετά το 2008. Και κανείς δεν θέλει νέες εκλογές στο μπλοκ αυτό περισσότερο από την Τζόρτζια Μελόνι, την επικεφαλής του Fratelli d’ Italia. Το κόμμα της άλλωστε είναι σήμερα το δημοφιλέστερο στη χώρα, συγκεντρώνοντας στην πρόθεση ψήφου ένα 22,5%, έναντι μόλις 4,8% στις εκλογές του 2018.

Οι αναλυτές θεωρούν σχεδόν βέβαιο πως το (ακρο)δεξιό μπλοκ της Ιταλίας θα καλύψει το κενό αν ο Ντράγκι κάνει πραγματικότητα την απειλή του να παραιτηθεί, επισημαίνουν εντούτοις πως οι αντιπαλότητες ανάμεσα σε ιδεολογικά ευθυγραμμισμένους αλλά προσωπικά ανταγωνιστικούς ηγέτες (είναι διαβόητη η εχθρότητα ανάμεσα στον Σαλβίνι και τη Μελόνι) θα μπορούσε να περιπλέξει τον σχηματισμό οποιασδήποτε κυβέρνησης. Μια κυβέρνηση της σκληρής Δεξιάς θα είχε, σε κάθε περίπτωση, σημαντικές επιπτώσεις για την Ιταλία, τα στενάχωρα δημόσια οικονομικά της καθώς και την προσέγγιση της Ρώμης στον πόλεμο στην Ουκρανία – η Μελόνι έχει επικυρώσει τη σκληρή στάση του Ντράγκι έναντι της Μόσχας, ο Μπερλουσκόνι όμως είχε ζεστή προσωπική σχέση με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, ενώ και ο Σαλβίνι υπήρξε μεγάλος θαυμαστής του ρώσου προέδρου.

Αλλά ακόμα και αν ευοδωθεί το καλύτερο σενάριο και παραμείνει στη θέση του ο Ντράγκι, τα δύσκολα ίσως να ξεκινούν για αυτόν μόλις τώρα. Οπως επισημαίνει το «Politico», υπάρχει κίνδυνος ενός συνεχούς αγώνα για την εξουσία στους κυβερνητικούς κόλπους καθώς κάθε εταίρος θα επιχειρεί να βγει μπροστά ενόψει των αναπόφευκτων εκλογών, που είχαν προγραμματιστεί κανονικά για το 2023.