Υπερτροφική Μυοκαρδιοπάθεια: από την παραδοσιακή αντιμετώπιση στη στοχευμένη θεραπεία

Κων/νος Παπαδόπουλος, MD, PhD, FESC, FEACVI Καρδιολόγος, Υπεύθυνος Εργαστηρίου Υπερήχων Καρδιάς Γ' Καρδιολογική Κλινική Ιατρικό Διαβαλκανικό Θεσσαλονίκης
3'

Η υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια αποτελεί την συχνότερη γενετική μυοκαρδιοπάθεια, με εκτιμώμενη συχνότητα περίπου 0.2%. Χαρακτηρίζεται από αύξηση του πάχους των τοιχωμάτων της αριστερής κοιλίας, χωρίς εμφανή αιτία όπως η αρτηριακή υπέρταση ή στένωση της αορτικής βαλβίδος. Η νόσος οφείλεται σε γενετικές μεταλλάξεις πρωτεϊνών του σαρκομερίου και μπορεί να εκδηλωθεί σε οποιαδήποτε ηλικία, ακόμη και σε παιδιά ή νεαρούς ενήλικες.

Η κλινική εικόνα ποικίλλει σημαντικά: πολλοί ασθενείς παραμένουν ασυμπτωματικοί για πολλά χρόνια, ενώ άλλοι εμφανίζουν δύσπνοια, θωρακικό άλγος, ζάλη ή συγκοπτικά επεισόδια, ιδιαίτερα κατά την άσκηση. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η υπερτροφία συνοδεύεται από δυναμική απόφραξη του χώρου εξόδου της αριστερής κοιλίας, επιδεινώνοντας τα συμπτώματα και αυξάνοντας τον κίνδυνο επιπλοκών. Αν και ο αιφνίδιος καρδιακός θάνατος είναι σπάνιος (0.5-1%/έτος), παραμένει μία από τις πλέον ανησυχητικές εκδηλώσεις της νόσου, ιδίως σε νεότερους ασθενείς και αθλητές.

Ο ρόλος της ηχωκαρδιογραφίας στη διάγνωση και θεραπεία της υπερτροφικής μυοκαρδιοπάθειας είναι καίριος. Ο υπέρηχος καρδιάς ελέγχει τόσο την υπερτροφία των τοιχωμάτων της αριστερής κοιλίας όσο και την παρουσία απόφραξης. Δεδομένου ότι υπάρχουν ασθενείς που εμφανίζουν συμπτώματα μόνο μετά από φόρτιση πίεσης, η ηχωκαρδιογραφία εκτελείται πάντα και σε συνδυασμό με δοκιμασία Valsalva που βοηθάει στην εμφάνιση δυναμικής απόφραξης. Επομένως στο διαγνωστικό πρωτόκολλο πάντα γίνεται υπέρηχος καρδιάς σε ηρεμία και με δοκιμασία Valsalva. Στην περίπτωση που δεν υπάρχει σαφής διάγνωση απόφραξης αλλά επιβεβαιωμένη συμπτωματική υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια, διενεργείται δυναμική ηχωκαρδιογραφία με επικλινές ποδήλατο ώστε να αποκαλυφθεί η πιθανή παρουσία απόφραξης.

Μέχρι πρόσφατα, η θεραπευτική αντιμετώπιση της υπερτροφικής μυοκαρδιοπάθειας βασιζόταν κυρίως στη συμπτωματική αγωγή. Οι Β-αναστολείς, η δισοπυραμίδη και οι αναστολείς διαύλων ασβεστίου ήταν οι διαθέσιμες φαρμακευτικές κατηγορίες που χρησιμοποιούνταν για τη μείωση της καρδιακής συχνότητας, τη μείωση υπερσυσπαστικότητας των τοιχωμάτων, βελτίωση της διαστολικής πλήρωσης και ανακούφιση συμπτωμάτων. Σε προχωρημένη απόφραξη όμως, ανθεκτική στα φάρμακα, εφαρμόζονταν επεμβατικές τεχνικές, όπως η χειρουργική μυεκτομή ή η αλκοολική κατάλυση του μεσοκοιλιακού διαφράγματος.

Κων/νος Παπαδόπουλος, MD, PhD, FESC, FEACVI

Καρδιολόγος, Υπεύθυνος Εργαστηρίου Υπερήχων Καρδιάς

Γ' Καρδιολογική Κλινική

Ιατρικό Διαβαλκανικό Θεσσαλονίκης

Τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, η κατανόηση της μοριακής παθοφυσιολογίας της νόσου άνοιξε τον δρόμο για στοχευμένες θεραπείες. Το mavacamten είναι το πρώτο φάρμακο που δρα άμεσα στον μηχανισμό που προκαλεί την υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια. Πρόκειται για έναν εκλεκτικό αναστολέα της καρδιακής μυοσίνης, ο οποίος μειώνει τη συσταλτική υπερδραστηριότητα, αποκαθιστώντας πιο φυσιολογική λειτουργία του μυοκαρδίου.

Κλινικές μελέτες έδειξαν ότι το mavacamten μπορεί να μειώσει σημαντικά την απόφραξη στον χώρο εξόδου της αριστερής κοιλίας, να βελτιώσει τη λειτουργική ικανότητα και να ανακουφίσει τα συμπτώματα των ασθενών, περιορίζοντας σε αρκετές περιπτώσεις την ανάγκη για επεμβατική θεραπεία, ακόμη και σε ασθενείς που θεωρούνταν μέχρι πρότινος ανθεκτικοί στη συνήθη φαρμακευτική αγωγή. Η χορήγησή του όμως απαιτεί στενή καρδιολογική παρακολούθηση, με τακτικό κλινικό και υπερηχοκαρδιογραφικό έλεγχο, ώστε να ελέγχεται η αποτελεσματικότητα του φαρμάκου, να αποκλείονται επιπλοκές όπως εκδήλωση καρδιακής ανεπάρκειας και να ρυθμίζεται η σωστή μετέπειτα δοσολογία.

Η εισαγωγή του mavacamten διευρύνει σημαντικά τις θεραπευτικές επιλογές για την υπερτροφική μυοκαρδιοπάθεια. Για πρώτη φορά, η φαρμακευτική αγωγή δεν περιορίζεται μόνο στην ανακούφιση των συμπτωμάτων, αλλά παρεμβαίνει στον ίδιο τον μηχανισμό της νόσου, επιτρέποντας πιο στοχευμένη αντιμετώπιση. Με την κατάλληλη επιλογή ασθενών και τη σωστή ιατρική παρακολούθηση, το mavacamten μπορεί να συμβάλει σε ουσιαστική βελτίωση της καθημερινότητας και της ποιότητας ζωής πολλών ασθενών.