Η Βούλτεψη τα έβαλε με το «γελαστό παιδί», αλλά... έχασε
Ο Λευτέρης Καρχιμάκης ανάμεσα στους «παροικούντες της πολιτικής Ιερουσαλήμ» εντός και εκτός ΠΑΣΟΚ, έχει κερδίσει το προσωνύμιο το «γελαστό παιδί», όχι λόγω κάποιας ελαφρότητας, ούτε και κάποιας υπερφίαλης αντιστοιχίας με το γνωστό τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη για τον Ιρλανδό επαναστάτη Μάικλ Κόλινς, αλλά εξαιτίας του γεγονότος ότι με συνέπεια διατηρεί το χαμόγελο, την αισιοδοξία και την αγωνιστικότητά του ακόμα και στις πιο δύσκολες πολιτικές στιγμές.
Το χαμόγελο του Λευτέρη όμως φαίνεται να προκαλεί περισσότερο εκνευρισμό στους εκπροσώπους της ΝΔ απ' όσο μπορούν να διαχειριστούν και συχνά αδυνατούν να συγκρατηθούν από το να τον εκφράσουν. Άλλωστε το προκαλεί αυτό πολλές φορές η ευγένεια και το χαμόγελο, ειδικά όταν συνοδεύεται από εμπεριστατωμένα επιχειρήματα, και στη συγκεκριμένη περίπτωση από βαθιές νομικές γνώσεις.
Επειδή λοιπόν ο Καρχιμάκης φροντίζει με κάθε ευκαιρία, με... χαμόγελο να αναδεικνύει αυτά που ο ίδιος θεωρεί κενά και αντιφάσεις στα αφηγήματα των πολιτικών του αντιπάλων, φαίνεται ότι τελευταία, αδυνατώντας να τον αντιμετωπίσουν «στο γήπεδο» της πολιτικής, καταφεύγουν σε προσωπικές επιθέσεις.
Πρώτο παράδειγμα ο Μακάριος Λαζαρίδης που πριν λίγους μήνες του είχε πει ότι δεν ξέρει καλά τί συμβαίνει στην Ελλάδα επειδή... είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Leiden, όμως το βράδυ της Παρασκευής, η Σοφία Βούλτεψη «απογείωσε» την επίθεση, εγκαλώντας τον όχι για κάτι που είπε, αλλά... για τον πατέρα του, το ιστορικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, Μιχάλη Καρχιμάκη.
«Η περιόδος Καρχιμάκη έχει τελειώσει! Η περίοδος του πειθαρχικού Καρχιμάκη έχει τελειώσει!», επαναλάμβανε με το γνωστό της ύφος, βάζοντας φωτιά στη συζήτηση, η οποία φυσικά εξετράπη της φυσιολογικής της ροής, όπως ενδεχομένως να ήταν και ο αρχικός της στόχος, ενώ προκάλεσε την έντονη αντίδραση και άλλων συμμετεχόντων στη συζήτηση.
Μπορεί βέβαια η εμπειρότατη κ. Βούλτεψη να πέτυχε τον στόχο της να αποπροσανατολίσει τη συζήτηση που δεν πήγαινε όπως η ίδια θα ήθελε, όμως τελικός νικητής του σκληρού μπρα-ντε-φερ ήταν, όπως συμβαίνει συνήθως, αυτός που επιμένει να μιλά πολιτικά και να μην υποκύπτει σε προσωπικές επιθέσεις και χαρακτηρισμούς.