Η παγίδα της Τουρκίας στην Ελλάδα: Γιατί χαρακτηρίζει το Αιγαίο «ημίκλειστη θάλασσα»

Η Τουρκία επιμένει να χαρακτηρίζει το Αιγαίο ως «ημίκλειστη θάλασσα» για να περιορίσει τις ελληνικές πρωτοβουλίες. Τι επιδιώκει η Άγκυρα και πώς απαντά η Αθήνα με διεθνή επιχειρήματα.
5'

Η επίμονη τουρκική αναφορά σε επίσημες ανακοινώσεις στο Αιγαίο ως «κλειστή» ή «ημίκλειστη» θάλασσα, η οποία απαντήθηκε από την Αθήνα, δεν είναι απλώς ζήτημα ορολογίας. Αποτελεί κεντρικό στοιχείο μιας νομικοπολιτικής τακτικής που στοχεύει στη δημιουργία περιορισμών στην άσκηση ελληνικών δικαιωμάτων. Η επιλογή αυτή εντάσσεται σε ευρύτερη τακτική εργαλειοποίησης του Διεθνούς Δικαίου, με σκοπό τη μετατόπιση του νομικού πλαισίου από τον κανόνα στην εξαίρεση. Παράλληλα επιχειρεί να σύρει την Ελλάδα στην συνεκμετάλλευση του Αιγαίου.

Η τουρκική «ανάγνωση» του Αιγαίου

Η Τουρκία επικαλείται το άρθρο 123 της Σύμβασης του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS), το οποίο αναφέρεται σε ημίκλειστες θάλασσες, υποστηρίζοντας ότι η Ελλάδα οφείλει να συνεργάζεται και να συναποφασίζει με την Άγκυρα για κάθε δραστηριότητα στο Αιγαίο που αφορά τη διαχείριση πόρων ή την περιβαλλοντική προστασία. Η θέση αυτή δεν συνοδεύεται από κύρωση της ίδιας της Σύμβασης από την τουρκική πλευρά. Η Άγκυρα παραμένει εκτός UNCLOS, επιλέγοντας να αντλεί επιχειρήματα από ένα διεθνές νομικό πλαίσιο στο οποίο δεν μετέχει.

Η προσέγγιση αυτή βασίζεται σε γεωγραφικά χαρακτηριστικά της περιοχής, όπως η εγγύτητα των ακτών και η μεγάλη πυκνότητα νησιών, και υποστηρίζει ότι το Αιγαίο απαιτεί ένα είδος συνδιαχείρισης. Στην πράξη, η τουρκική θέση επιχειρεί να υπονομεύσει κάθε ελληνική πρωτοβουλία που μπορεί να εκληφθεί ως ενίσχυση διοικητικής παρουσίας, ακόμη και αν αυτή αφορά περιβαλλοντικούς σκοπούς, όπως η δημιουργία θαλάσσιων πάρκων.

Η μετατόπιση του ζητήματος σε πεδίο κυριαρχίας

Η τουρκική ρητορική περί ημίκλειστης θάλασσας λειτουργεί ως κάλυμμα για μια ευρύτερη πολιτική αμφισβήτησης της υφιστάμενης κατάστασης στο Αιγαίο. Η Άγκυρα εντάσσει την έννοια αυτή σε ένα αφήγημα που υποστηρίζει πως δεν έχει οριστικοποιηθεί η κυριαρχία και η δικαιοδοσία σε σειρά θαλάσσιων περιοχών και σχηματισμών. Η αμφισβήτηση αφορά ζητήματα όπως η υφαλοκρηπίδα, η ΑΟΖ, το εύρος των χωρικών υδάτων και η κυριαρχία σε νησιωτικούς σχηματισμούς. Με αυτό τον τρόπο, ακόμη και τεχνικές ή οικολογικές παρεμβάσεις, που κατά κανόνα εμπίπτουν στην εθνική διοίκηση, παρουσιάζονται ως διεθνή ζητήματα.

Η ελληνική θέση για το νομικό καθεστώς του Αιγαίου

Η Ελλάδα απορρίπτει τη θέση ότι το Αιγαίο πληροί τα χαρακτηριστικά ημίκλειστης θάλασσας. Η UNCLOS, στο άρθρο 122, ορίζει ως ημίκλειστες τις θάλασσες που περιβάλλονται από δύο ή περισσότερα κράτη και επικοινωνούν με άλλη θάλασσα μέσω στενών διόδων. Το Αιγαίο έχει ανοιχτή θαλάσσια έξοδο προς τη Μεσόγειο, ενώ δεν περιβάλλεται αποκλειστικά από ξηρά ή παράκτια κράτη. Συνεπώς, σύμφωνα με νομικούς κύκλους που έχουν γνώση της υπόθεσης, η εφαρμογή του άρθρου 123 δεν μπορεί να μεταβάλει τα ισχύοντα κυριαρχικά δικαιώματα.

Η Ελλάδα αναγνωρίζει ως μόνη διεθνώς παραδεκτή διαφορά με την Τουρκία την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, ζήτημα που προτείνει να επιλυθεί με βάση το Διεθνές Δίκαιο. Οι υπόλοιπες τουρκικές αιτιάσεις, περιλαμβανομένων των αναφορών σε αμφισβητούμενες νησίδες ή περιοχές, θεωρούνται από την Αθήνα ως πολιτικά προσχηματικές και νομικά αβάσιμες.

Η σύμβαση της Βαρκελώνης και το περιβαλλοντικό πλαίσιο των θαλάσσιων πάρκων

Η Ελλάδα, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, κινείται στο πλαίσιο της Σύμβασης της Βαρκελώνης για την προστασία της Μεσογείου, της οποίας είναι συμβαλλόμενο μέρος. Το Πρωτόκολλο για τις Ειδικά Προστατευόμενες Περιοχές (SPA/BD Protocol) επιτρέπει στα κράτη-μέλη να θεσπίζουν εθνικά θαλάσσια πάρκα χωρίς να απαιτείται συμφωνία με τρίτες χώρες. Το μόνο που προβλέπεται είναι η κοινοποίηση της ύπαρξης και των μέτρων διαχείρισης της προστατευόμενης περιοχής.

Η τουρκική αντίδραση στη δημιουργία ελληνικών θαλάσσιων πάρκων στο Ιόνιο και το Αιγαίο εμφανίζεται ασύμβατη με τις αρχές του περιφερειακού διεθνούς δικαίου. Παρότι η Τουρκία συμμετέχει επίσης στη Σύμβαση της Βαρκελώνης, επιλέγει να αγνοήσει τις ουσιαστικές προβλέψεις της, προβάλλοντας αντί για αυτές ένα ερμηνευτικό σχήμα πολιτικής αντιπαράθεσης.

Η πρακτική διεθνών οργανισμών ως επιβεβαίωση της ελληνικής θέσης

Ο Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισμός, η Διεθνής Ένωση για τη Διατήρηση της Φύσης και άλλοι εξειδικευμένοι φορείς έχουν αναγνωρίσει πλήρως το δικαίωμα των κρατών να δημιουργούν θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές εντός της δικαιοδοσίας τους. Η διεθνής πρακτική επιβεβαιώνει ότι τέτοια μέτρα δεν απαιτούν την έγκριση ή συναίνεση γειτονικών κρατών, εκτός εάν πρόκειται για διασυνοριακές περιοχές ή κοινές οριοθετήσεις.

Η Ελλάδα εντάσσει τις περιβαλλοντικές της πολιτικές στις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει στο πλαίσιο της Σύμβασης της Βαρκελώνης, ενώ ταυτόχρονα ενημερώνει τους διεθνείς οργανισμούς για τις ενέργειές της. Η τουρκική στάση απέναντι σε αυτά τα μέτρα εμφανίζεται επιλεκτική και συγκρουσιακή, χωρίς να συνοδεύεται από αντίστοιχη περιβαλλοντική δέσμευση.

Η έννοια της ημίκλειστης θάλασσας ως πολιτικό εργαλείο

Η τουρκική αναφορά σε «ημίκλειστη φύση» του Αιγαίου εντάσσεται, σύμφωνα με διπλωματικούς κύκλους, σε ένα ευρύτερο πλαίσιο εργαλειοποίησης του Διεθνούς Δικαίου για την υποστήριξη εθνικών επιδιώξεων. Η χρήση του όρου δεν εδράζεται σε αντικειμενικά γεωγραφικά ή νομικά δεδομένα, αλλά σε πολιτική ανάγκη αποδόμησης της ελληνικής διοικητικής παρουσίας στο Αιγαίο. Η προσπάθεια να παρουσιαστούν περιβαλλοντικές πολιτικές ως εργαλεία κυριαρχίας εντάσσεται, σύμφωνα με εκτιμήσεις, σε μια συνεχή στρατηγική έντασης.