Tα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Διαθήκη οργής» - Διαβάστε το 3o μέρος «Ακριβά μυστικά»
Το Newsbomb.gr κάθε μήνα φιλοξενεί ένα διήγημα του δημοσιογράφου και συγγραφέα, Κυριάκου Κουζούμη.
«Διαθήκη οργής» είναι ο τίτλος του νέου διηγήματος του Κυριάκου για το Newsbomb.gr. Διαβάστε το τρίτο κεφάλαιο «Ακριβά μυστικά».
Καλή ανάγνωση!
Ακριβά μυστικά
Η ταραχή βασίλευσε σαν αφέντρα μέσα στην έπαυλη. Αμέσως έτρεξαν όλοι πάνω στην κρεβατοκάμαρα της Μιράντας. Ο προσωπικός της γιατρός έσπευσε από πάνω της και αναζήτησε σφυγμό στον αριστερό της καρπό. Κενό! Με ύφος θλιμμένο επιβεβαίωσε τον θάνατό της.
Το ουρλιαχτό της Ιωσηφίνας αντιλάλησε στον χώρο ενώ ο Φρειδερίκος βούρκωσε και έγειρε το κεφάλι του στο πλάι. Τα μάτια του Μάριου γούρλωσαν ενώ αυτά της Κατερίνας είχαν ήδη κοκκινίσει. Πιο πίσω στεκόταν και ο Στέφανος. Βουβός και αμήχανος.
Ο Στέλιος παρατήρησε πως στο πλευρό της Μιράντας βρισκόταν η καρτέλα με τα παυσίπονα χάπια. Είχε απομείνει μονάχα ένα.
«Εγώ της έδωσα το χθεσινοβραδινό. Η καρτέλα ήταν σχεδόν γεμάτη. Κοιτάξτε όμως…» ψέλλισε χαμένος.
Ο Μάριος ανασκουμπώθηκε και τον πλησίασε. «Δηλαδή θες να μας πεις ότι… ότι…» κούνησε ατσούμπαλα το κεφάλι του για να συνέλθει. «… ότι αυτοκτόνησε;»
«Δεν ξέρω! Οι ιστολογικές εξετάσεις θα…»
«Ιστολογικές;» επενέβη απότομα η Ιωσηφίνα. «Έχουμε γιατρό μέσα στο σπίτι μας και θες να μας πεις ότι θα της γίνει νεκροψία; Ότι θα την ανοίξουν; Όχι, όχι! Αυτό δεν θα το επιτρέψω. Η δική σου γνωμάτευση δεν αρκεί; Ήταν άρρωστη, έτσι δεν είναι; Είχε περάσει καρκίνο πριν χρόνια…»
Ο Στέλιος σούφρωσε τα χείλη.
«Τι σημαίνει αυτό; Ξέρεις κάτι; Μίλα! Μίλα που να σε πάρει! Τι είχε η μητέρα μου;»
Τότε ο προσωπικός της γιατρός συνειδητοποίησε πως ήταν μάταιο να υποκρύπτει περαιτέρω την ασθένεια της Μιράντας. «Ο καρκίνος είχε επιστρέψει, Ιωσηφίνα. Μετάσταση στο πάγκρεας. Εδώ και λίγους μήνες η μητέρα σας το γνώριζε και αρνιόταν πεισματικά να υποβληθεί σε θεραπείες. Ήθελε να… Ήθελε να φύγει όρθια. Κυρία και αξιοπρεπής».
«Όχι, όχι, δεν… δεν είναι δυνατόν!» Οι άμυνες της Ιωσηφίνας την πρόδωσαν και μεμιάς κάθισε απελπισμένη στο κρεβάτι, πλάι στο άψυχο σώμα της μητέρας της.
«Το ήξερες και δεν μας είπες τίποτα; Πώς μπόρεσες;» Φλογισμένο το ύφος του Φρειδερίκου.
«Ήταν δική της απόφαση. Ποιος τόλμησε ποτέ να την παρακούσει;»
«Είσαι συμμέτοχος σ’ ένα έγκλημα, ακούς; Συμμέτοχος!» Ξεσπάθωσε την οργή του.
Ο Μάριος προσπαθούσε να ηρεμήσει την Ιωσηφίνα τρίβοντάς της τα παγωμένα χέρια. «Ηρεμήστε όλοι! Όλοι!» Η φωνή του επέβαλε την τάξη. Σηκώθηκε απότομα και διέταξε τον Στέφανο που εξακολουθούσε να στέκει σαν άγαλμα στο άνοιγμα της πόρτας να καλέσει ασθενοφόρο.
Πράγματι μέσα στα επόμενα λεπτά οι νοσηλευτές είχαν φτάσει στην πολυτελή οικία. Δεν είχαν πολλά να κάνουν, παρά να μεταφέρουν τη νεκρή Μιράντα. Ο Στέλιος συνομίλησε μαζί τους και ήταν αυτός που τους ακολούθησε. Γνώριζε καλά πως ακόμη και να υπέγραφε, ο νόμος προέβλεπε τη διαδικασία της νεκροψίας, διότι η Μιράντα είχε πεθάνει στο σπίτι της. Τα αποτελέσματα θα τα πληροφορούνταν όλοι μέσα στις επόμενες ημέρες και όλοι τους είχαν και από έναν λόγο… να τα περιμένουν!
~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~
Οι μέρες πέρασαν και το πένθος είχε απλωθεί στην έπαυλη, ωστόσο δεν ήταν απ’ τις περιπτώσεις τις «βαριές» και τις ψυχοφθόρες, καθώς τόσο ο Φρειδερίκος όσο και η Ιωσηφίνα έδειχναν να ενδιαφέρονται για άλλα πράγματα, όπως -κατά κύριο λόγο- την αμύθητη κληρονομιά που θα λάμβαναν. Γνώριζαν άλλωστε πως η μητέρα τους είχε συντάξει η ίδια τη διαθήκη της και σύμφωνα με δική της ρητή εντολή, αυτή θα «άνοιγε» σαράντα ημέρες μετά τον θάνατό της.
Ήταν Δευτέρα όταν ο συμβολαιογράφος περίμενε όλους τους κληρονόμους στο γραφείο του για να τους διαβάσει τα ιδιόχειρα λόγια της Μιράντας. Το ραντεβού είχε οριστεί στις 18:00, ωστόσο ο Φρειδερίκος, η Ιωσηφίνα και ο Μάριος ήταν από νωρίς το πρωί στο πόδι, με την αγωνία να μην εγκαταλείπει τα πρόσωπά τους. Ομοίως όμως, προβληματισμό έδειχναν και μέλη του προσωπικού, όπως η οικιακή βοηθός, η Κατερίνα, ο υπηρέτης, ο Στέφανος αλλά και ο οδηγός της Μιράντας, ο Ιωάννης.
Η ώρα σήμανε 16:00. Καθισμένοι στο ευήλιο σαλόνι, ο Μάριος τόλμησε να σπάσει τον τοίχο της σιωπής.
«Δεν ξέρω πώς θα τα έχει μοιράσει η συγχωρεμένη η μητέρα σας, αλλά αν θέλετε τη γνώμη μου, ας τα βρείτε μεταξύ σας. Εννοώ πως αν κάποιος θέλει κάτι, δεν έχει παρά να το διαπραγματευτεί με τον άλλο. Προσωπικά ούτε περιμένω ούτε επιθυμώ κάτι. Ως σύζυγος της Ιωσηφίνας όμως, έχω το δικαίωμα να εκφέρω άποψη και μόνο άποψη. Έτσι λοιπόν, Φρειδερίκε, σου λέω από τώρα πως αν σου έχει αφήσει το σπίτι στην Ύδρα, θα ήθελα να το ανταλλάξεις με κάτι άλλο. Εμείς σκοπεύουμε να κάνουμε οικογένεια και αυτό το σπίτι θα μας είναι πολύ χρήσιμο ως εξοχικό. Τι λες;»
«Το ότι με εγκατέλειψε η Χριστίνα δεν σημαίνει ότι η οικογένεια έχει βγει από τα πλάνα της ζωής μου», ήταν η απάντησή του.
Ένας ξερόβηχας αντιλάλησε στον χώρο. Ήταν ο Στέφανος ο οποίος ξεπρόβαλε στην είσοδο και με ύφος αλαζονείας κάθισε στον απέναντι καναπέ.
«Ξέρω πως υπερβαίνω τα εσκαμμένα, αλλά το σπίτι στην Ύδρα… ξεχάστε το!»
«Πώς τολμάς; Ποιος νομίζεις ότι είσαι;» Γουρλωμένα τα μάτι της Ιωσηφίνας. «Θαρρείς πως θα επιτρέψω να έχεις τα ίδια θάρρη μ’ αυτά που σου έδινε η μητέρα μου; Αρκετά! Μόλις αυτή η οικία περάσει στα χέρια μου, θα είσαι ο πρώτος που θα πάρεις πόδι. Κι όσο για το σπίτι της Ύδρας, θα το διεκδικήσω μέχρι εσχάτων».
Ο Στέφανος χασκογέλασε διατηρώντας το υπερφίαλο ύφος. «Γούστο έχεις! Πώς θα διεκδικήσεις κάτι που ήδη ανήκει… στη Χριστίνα;»
Έπεσε ψύχος στην ατμόσφαιρα!
«Τι είπες;» ρώτησε με μισόκλειστα μάτια ο Φρειδερίκος.
Εκείνη τη στιγμή, ο Στέφανος άναψε τσιγάρο και αποκάλυψε πως… «Δεν σε εγκατέλειψε ελαφρά τη καρδία! Σε πούλησε και μάλιστα σε πολύ καλή τιμή. Η μητέρα σου τα φρόντισε όλα! Της έδωσε έναν πακτωλό χρημάτων συν το σπίτι στο νησί. Τα κρυφάκουσα όλα αλλά… δεν μου έπεφτε λόγος για να μιλήσω. Σίγουρα σε λίγο που θα πάμε στον συμβολαιογράφο θα μάθουμε πολλά περισσότερα».
Η Ιωσηφίνα είχε μείνει ενεή. «Θα πάμε; Συγγνώμη, θα έρθεις κι εσύ;»
«Φυσικά! Με έχει ήδη καλέσει η γραμματέας του κυρίου Βελή».
«Τι είναι αυτά που ξεστόμισες για τη Χριστίνα; Πώς τολμάς, ρε αλήτη;» ξεσπάθωσε τον θυμό του ο Φρειδερίκος και όρμησε κατά πάνω του. Τον έπιασε από τον γιακά και τον βύθισε στην πλάτη της πολυθρόνας.
«Φρέντυ! Φρέντυ!» Ξεφώνισε η Ιωσηφίνα. Αμέσως βρέθηκε πίσω του μαζί με τον Μάριο προσπαθώντας να τον αποτραβήξουν.
«Θα σου σπάσω τα μούτρα, ρε κάθαρμα! Μην τολμήσεις να ξαναβάλεις στο στόμα σου τη Χριστίνα, άκουσες;».
«Ήρεμα Φρέντυ. Ήρεμα!» φώναξε ο Μάριος
«Μετά το συμβολαιογραφείο, έρχεσαι, μαζεύεις τα κουρέλια σου και εξαφανίζεσαι. Άκουσες; Εξαφανίζεσαι!» Βροντερός ο τόνος του Φρειδερίκου.
~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~
Ο Εμμανουήλ Βελής ντυμένος με κοστούμι και γραβάτα τους περίμενε στο γραφείο του, έχοντας μπροστά του τον φάκελο με την ιδιόχειρη διαθήκη της Μιράντας Λαμπρινού. Ως φανατικός καπνιστής άναψε το πούρο του και συνομίλησε μαζί τους για λίγα λεπτά, εστιάζοντας στα τυπικά της όλης διαδικασίας. Απέναντί του ο Μάριος με την Ιωσηφίνα, δίπλα της ο Φρειδερίκος και πιο πέρα η Κατερίνα με τον Στέφανο και τον Ιωάννη.
«Γιατί δεν αρχίζουμε; Περιμένουμε κι άλλους;» ρώτησε ο Φρειδερίκος.
Ο Βελής συμβουλεύτηκε τα έγγραφά του και απάντησε. «Ναι, ένα ακόμα άτομο».
«Ποιον;» ρώτησε η Ιωσηφίνα.
«Την κυρία Χριστίνα Ντράκου».
Η αμηχανία σκορπίστηκε στον χώρο. Στόματα μισάνοιξαν και βλέφαρα κοκκάλωσαν.
«Ποια;» ψέλλισε χαμένος ο Φρειδερίκος.
Εκείνη τη στιγμή, η Χριστίνα εμφανίστηκε στο άνοιγμα της πόρτας. Μοιραία ομορφιά, ψυχρό ύφος και φινετσάτο ντύσιμο που άφηνε σε δημόσια θέα τις καλλίγραμμες γάμπες της. Τους καλησπέρισε τυπικά και απόμακρα. Πήρε θέση ανάμεσά τους, άναψε το τσιγάρο της και με το αίσθημα της έπαρσης να ξεχειλίζει στην αύρα της, ξεδίπλωσε.
«Ο χρόνος μου είναι περιορισμένος. Ας τελειώνουμε μια ώρα αρχύτερα».
Ο Φρειδερίκος έτριψε το πρόσωπό του προσπαθώντας να συγκρατήσει την οργή που κόχλαζε μέσα του σαν λάβα σε ενεργό ηφαίστειο. Από την άλλη όμως, ο Στέφανος παρέμενε ενοχλητικά ψύχραιμος και δεν έλεγε να διαγράψει το σαρδόνιο χαμόγελο απ’ τα χείλη του.
Ο Βελής άρχισε την ανάγνωση της διαθήκης. Σύμφωνα με τις επιθυμίες της Μιράντας Λαμπρινού η περιουσία της θα κληροδοτούνταν ως εξής: Το 60% της ναυτιλιακής εταιρείας αλλά και η προεδρία αυτής θα περνούσε στα χέρια της κόρης της, της Ιωσηφίνας Λαπρινού. Το δε 40% στον γιο της, τον Φρειδερίκο Λαμπρινό, ο οποίος θα λάμβανε το αντίστοιχο ποσοστό επί των κερδών υπό την αυστηρή προϋπόθεση να απεξαρτηθεί απ’ το αλκοόλ. Η εταιρεία των ενοικιαζόμενων αυτοκινήτων στα νότια προάστια της Αττικής θα περνούσε εξ ολόκληρου στην κόρη της με την υποχρέωση αυτή να διατηρήσει το προσωπικό ως έχει και να προβλέπει την ετήσια αύξηση των μισθών όλων κατά 10%.
Ο Φρειδερίκος θα λάμβανε τα δύο πεντάστερα ξενοδοχεία στις Σπέτσες, ομοίως υπό την προϋπόθεση να απαλλαχθεί απ’ το αλκοόλ. Μέχρι τότε, την όλη διαχείρισή τους θα την όριζε η Ιωσηφίνα.
Στον προσωπικό της οδηγό, τον Ιωάννη, η Μιράντα κληροδοτούσε τα δύο πολυτελή της αυτοκίνητα καθώς και το ποσό των 300.000 ευρώ ως ένδειξη ευγνωμοσύνης για τις υπηρεσίες του.
Στην πολυαγαπημένη της οικιακή βοηθό, την Κατερίνα, η Μιράντα άφηνε το μικρό σπίτι στην Αίγινα, καθώς γνώριζε πόσο πολύ άρεσε στην Κατερίνα αυτό το ακίνητο, υπό τον όρο να μην το εκμεταλλευτεί εμπορικά μήτε να το μεταβιβάσει για το υπόλοιπο της ζωής της. Όριζε επίσης, την παραμονή της Κατερίνας στην έπαυλη των βορείων προαστίων και την ετήσια αύξηση του μισθού της κατά 20%.
Όσο για την έπαυλη, η Μιράντα την άφηνε εξ αδιαιρέτου στα δύο της παιδιά, υπό την προϋπόθεση πως «κυρά και αφέντρα θα είναι αποκλειστικά η κόρη μου μέχρις ότου ο γιος μου απαλλαχτεί -και δη επιστημονικά τεκμηριωμένα- απ’ τον δαίμονα του αλκοόλ. Από κει και πέρα θα ορίζουν ισοπόσως τα καθέκαστα».
Ο Βελής συνέχισε την ανάγνωση ακάθεκτος. «Ο σύζυγος της κόρης μου θα λάβει από μένα μονάχα μια ευχή και ένα κλειδί. Η ευχή μου είναι να βάλει μυαλό και να μην πληγώσει ποτέ ξανά την κόρη μου, όπως έκανε στο βαθύ παρελθόν, όταν απίστησε σε βάρος της με τις σχετικές αποδείξεις να βρίσκονται στο μικρό σεντούκι που υπάρχει στη σοφίτα της έπαυλης. Το κλειδί υπάρχει στη βελούδινη μπιζουτιέρα μου. Σε περίπτωση που η κόρη μου επιθυμήσει διαζύγιο, θα της πρότεινα να το ξανασκεφτεί και θα της υπενθύμιζα πως η συγχώρεση αποδεικνύει μεγαλείο ψυχής. Το ίδιο έκανα κι εγώ στις αντίστοιχες παιχνιδιάρικες περιπέτειες του πατέρα της…»
Η Ιωσηφίνα επενέβη αδιαφορώντας για τα πάντα. «Μάριε, τι είναι αυτά που ακούω;»
«Ας τα συζητήσουμε καλύτερα στο σπίτι», ήταν η ψύχραιμη απάντησή του.
Ο Βελής συνέχισε… «Στη σύζυγο του γιου μου έχω ήδη μεταβιβάσει το ακίνητο στην Ύδρα, καθώς υπέκυψα στον εκβιασμό της, όταν απαίτησα να απομακρυνθεί από τον Φρειδερίκο μου. Της όρισα και ένα μηνιαίο εισόδημα, διόλου ευκαταφρόνητο, το οποίο όμως από σήμερα παύει να λαμβάνει. Σε αντίθεση με τον Μάριο, η απιστία της Χριστίνας σε βάρος του γιου μου ήταν ανεκδιήγητη και ανερυθρίαστη…»
«Απιστία; Εκβιασμός;» αναφώνησε ο Φρειδερίκος διακόπτοντας τη διαδικασία. «Τι σημαίνουν όλα αυτά;» ρώτησε καρφώνοντας τη Χριστίνα με το βλέμμα του.
Εκείνη όμως, προκλητικά ανέκφραστη και κυνική τον αγνόησε και απευθύνθηκε στον συμβολαιογράφο. «Συνεχίστε κύριε Βελή».
«…διότι δεν επρόκειτο για μια στιγμή αδυναμίας αλλά για ένα φλογισμένο πάθος που την τύφλωσε και ως στυγνή εκβιάστρια πήρε από μένα χρήματα με τη σέσουλα. Το μυστικό που γνωρίζει έληξε με τον θάνατό μου και τώρα πια δεν φοβάμαι να το μάθουν όλοι!»
Σύσσωμοι κρέμονταν απ’ τα χείλη του συμβολαιογράφου.
«Ο Στέφανος ήταν κάποτε… εραστής μου!»
«Τι;» αναφώνησε ο Φρειδερίκος.
«Δεν είναι δυνατόν! Δεν γίνεται αυτό!» Τρελαμένη η φωνή της Ιωσηφίνας.
Ο Βελής συνέχισε… «Χήρεψα πολύ νέα και η μοναξιά ήταν απέραντη. Ο Στέφανος ήταν μια ευκαιρία να θυμάμαι ότι εκτός των όλων άλλων ήμουν και γυναίκα. Περισσότερες λεπτομέρειες θα διαβάσετε στις προσωπικές μου σημειώσεις. Τον διατήρησα στην υπηρεσία μου για ευνόητους λόγους, όταν όμως διαπίστωσα την προδοσία του, εξοργίστηκα. Ήταν αργά! Πολύ αργά! Του είχα ήδη μεταβιβάσει την ξενοδοχειακή μονάδα στον Πόρο. Του είχα ορίσει επίσης, ένα παχυλό μηναίο εισόδημα, το οποίο φρόντισα να του το διακόψω αμέσως αφότου τον είδα σε ερωτικές περιπτύξεις… με τη Χριστίνα».
«Τι πράγμα;» Μαινόμενος ταύρος εν υαλοπωλείο ο Φρειδερίκος. Πετάχτηκε σαν συμπιεσμένο ελατήριο από την καρέκλα του και βάλθηκε ξανά κατά πάνω του Στέφανου.
Χρειάστηκε η επέμβαση όλων για να τον συνεφέρουν. Ο Μάριος κατάφερε έπειτα από πολλές προσπάθειες να τον αποτραβήξει έξω.
«Θα μου το πληρώσεις! Κι εσύ κι αυτή η ξεφτιλισμένη! Θα σας κάνω να υποφέρετε, ακούτε; Θα σας τσακίσω!»
Η Χριστίνα δεν έχανε στιγμή την παγερή ψυχραιμία της παρά τις κραυγαλέες απειλές του.
«Κύριε Βελή, έχετε κάτι άλλο που να μας αφορά ή μπορούμε να αποχωρήσουμε;» ρώτησε και έσβησε το τσιγάρο της στο κρυστάλλινο τασάκι.
«Θαρρώ πως όχι».
Η Χριστίνα σηκώθηκε και πέρασε το χέρι της στο μπράτσο του Στέφανου. «Πόρο ή Ύδρα, αγάπη μου;» ευφυολόγησε προκλητικά και άφησε το σαρκαστικό γέλιο της να τριβολίσει τα αυτιά της Ιωσηφίνας.
Χρειάστηκε πολλή ώρα ώστε να ηρεμήσουν τα πνεύματα. Αρκετά μετά, με ύφος απόγνωσης τόσο ο Φρειδερίκος όσο και η Ιωσηφίνα αποχώρησαν κατευθυνόμενοι προς την έπαυλη. Ο Μάριος επέλεξε… να μην ακολουθήσει.
~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~ . ~~~~~
Καθισμένοι στο σαλόνι έπιναν από κοινού αλκοόλ αδιαφορώντας για τις ύστατες επιθυμίες της μητέρας τους.
«Μια ζωή στο ψέμα και την κοροϊδία», ψέλλισε η Ιωσηφίνα έχοντας στο πλευρό της τις αμαρτωλές φωτογραφίες του Μάριου στην αγκαλιά δύο αιθέριων υπάρξεων.
«Πήρες τη μερίδα του λέοντος. Μην μιλάς λοιπόν!»
Η Ιωσηφίνα άδειασε μονοκοπανιά το ποτήρι της. «Τι θα κάνουμε; Θα τους αφήσουμε να αλωνίζουν; Θέλω εκδίκηση, Φρέντυ! Ανελέητη εκδίκηση!»
Ο Φρειδερίκος ανανέωσε το αλκοόλ και στα δύο ποτήρια και στάθηκε όρθιος μπροστά της. «Είμαστε πιο ισχυροί. Θα τους τσακίσουμε!» είπε τσουγκρίζοντάς τα
Ο Ιωάννης εμφανίστηκε στον χώρο.
«Συγγνώμη. Γνωρίζω πως δεν είναι η κατάλληλη στιγμή, αλλά πρέπει να σας μιλήσω».
«Τι συνέβη;» Συνοφρυωμένος ο Φρειδερίκος.
Ο Ιωάννης πλησίασε και τους κοίταξε κατάματα. «Μέρες τώρα θέλω να σας μιλήσω, αλλά…» κόμπιασε για μια στιγμή και το βλέμμα του χαμήλωσε στο πάτωμα.
«Αλλά…» τον παρότρυνε η Ιωσηφίνα.
Τότε ο Ιωάννης βρήκε το θάρρος και βούτηξε στον ποταμό της αλήθειας.
«Η μητέρα σας δεν αυτοκτόνησε. Δολοφονήθηκε!»
Το ποτήρι έπεσε απ’ τα χέρια της Ιωσηφίνας. «Τι; Τι πράγμα;»
«Τι είναι αυτό που είπες, ρε; Ξέρεις τι είπες;» Κλονισμένος και ο Φρειδερίκος.
«Ξέρω τι λέω!»
«Είσαι τρελός! Υπάρχει ιατροδικαστική έκθεση. Πέθανε από υπερβολική δόση παυσίπονων. Είδαμε όλοι την άδεια καρτέλα με τα χάπια στο πλευρό της. Υπέγραψε μέχρι και ο προσωπικός της γιατρός. Είναι παρανοϊκό αυτό που λες!» ξεφώνισε η Ιωσηφίνα.
«Λυπάμαι, αλλά επιμένω! Κι όσο για τον γιατρό που λέτε, επιτρέψτε μου να σας πω ότι ο Αναγνώστου δεν είναι τόσο αθώος όσο θέλετε να πιστεύετε…»
*Μην χάσετε το τέταρτο κεφάλαιο: «Έπαιξες και έχασες»
Tα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Διαθήκη οργής» - Διαβάστε το 2o μέρος «Κόκκινη νύχτα»
Tα διηγήματα του Newsbomb.gr: «Διαθήκη οργής» - Διαβάστε το 1o μέρος «Η ισχύς του χρήματος»