Το Μόντρεαλ, η Αθήνα και το σχέδιο του ενός τρίτου

Ζούμε σε μια εποχή που οι απόψεις μετατόπισης, ακόμα και οι ανατροπές, γίνονται «ψωμοτύρι»
4'

«Ο Καναδάς ανήκει στους Καναδούς» απεφάνθησαν οι πολίτες αυτής της χώρας στις πρόσφατες εκλογές. Κάπως έτσι, έστειλαν το συντηρητικό κόμμα που ποντάριζε σε δυναμική οικονομική ατζέντα, στη δεύτερη θέση (παρότι πριν δύο μήνες επροηγείτο δημοσκοπικά κατά 25 μονάδες) και έχρισαν νικητή της αναμέτρησης τους κεντροαριστερούς φιλελεύθερους, που απλώς έλεγαν στον Ντόναλντ Τραμπ «ως εδώ». Ενδιαφέρουσα ανατροπή που προσφέρεται για γενικότερες παρατηρήσεις:

Πρώτον: Άυλες έννοιες, όπως η εθνική ανεξαρτησία, αποδείχτηκαν υπέρτερες των διακυβευμάτων… τσέπης, στη συγκεκριμένη συγκυρία τουλάχιστον, γιατί η κοινή γνώμη αισθανόταν ότι υπάρχει διακινδύνευση. Μ’ άλλα λόγια, υπεράνω όλων η πατρίδα. Ισχύει σ’ εμάς μάλιστα, από αρχαιοτάτων χρόνων, όπως αποδεικνύεται από τη μελέτη της αρχαιοελληνικής γραμματείας. Ενδεικτικά: «Εις οιωνός άριστος, αμύνεσθαι περί πάτρις» (φράση του Έκτορα προς τον Πολυδάμαντα κατά την Ιλιάδα του Ομήρου).

Δεύτερον: Ζούμε σε μια εποχή που οι απόψεις μετατόπισης, ακόμα και οι ανατροπές, γίνονται «ψωμοτύρι» από τη στιγμή που οι ψηφοφόροι (διεθνώς συμβαίνει) αποφασίζουν με πολύ πιο σύνθετα κριτήρια και πάντως σε μεγάλο βαθμό «απελευθερωμένοι» από τις ιδεολογικοπολιτικές τους προτιμήσεις και ανάλογες οικογενειακές παραδόσεις. Κοινώς, «μαντρώνονται» πολύ πιο δύσκολα.

Όλα αυτά, λοιπόν, αυξάνουν την επισφάλεια, καθιστούν δυσκολότερες τις προβλέψεις και ακόμη δυσκολότερη την ανάγνωση της συλλογικής συμπεριφοράς. Και για να έρθουμε στα δικά μας, είχαμε τις προάλλες την πρώτη δημοσκόπηση (Pulse) μετά τις εξαγγελίες του πακέτου των μέτρων στήριξης. Τι προκύπτει; Ελαφρά άνοδος της ΝΔ (κατά μία μονάδα στην πρόθεση ψήφου), ενώ ήδη στην προηγούμενη δημοσκοπική φάση είχε ανακόψει την ευθύγραμμη, ουσιαστικά, απομείωση των ποσοστών της από την αρχή του χρόνου. Αναμενόμενο ως έναν βαθμό – ίσως υποδεέστερο της προσδοκίας. Κακά τα ψέματα, ο συνταξιούχος γνωρίζει πως το «bonus» των 250 ευρώ απέχει από το πάγιο αίτημά του για 13η σύνταξη. Όπως εξίσου καλά γνωρίζει και ο «νοικάρης» ότι η επιδότηση που του προσφέρεται ενδέχεται να εξανεμισθεί εμπλεκόμενη στα αδηφάγα γρανάζια της αγοράς, ενώ έχει πλήρως αντιληφθεί ότι δεν υφίστανται στ’ αλήθεια προγράμματα κατοικίας, αφού αυτά που μέχρι στιγμής «τρέχουν», αντί να αυξάνουν την προσφορά, μεγαλώνουν τη ζήτηση. Δηλαδή είναι και ανεπαρκή και προκαλούν περαιτέρω στρέβλωση στην αγορά της στέγης. Άρα ούτε οι μεν, ούτε οι δε παραληρούν από ενθουσιασμό, αλλά δεν ρίχνουν και… ανάθεμα. Συμβιβάζονται με τη ρήση «από το ολότελα, καλή κι η Παναγιώταινα», ενώ ταυτόχρονα τους γεννάται και η προσδοκία, ότι μετά το «ορεκτικό» ίσως έλθει και το «κυρίως πιάτο».

Πάμε, τώρα, στη μεγάλη εικόνα. Ο στρατηγικός σχεδιασμός της κυβέρνησης δεν βασίζεται στην ανάκτηση των περίπου 12 μονάδων που έχασε μεταξύ βουλευτικών εκλογών του 2023 και ευρωεκλογών του 2024, αλλά στην περιχαράκωση ενός ποσοστού που θα κινείται στη ζώνη του 30% (plus κατά προτίμηση). Άρα το πεδίο δράσης, εκ των πραγμάτων περιορίζεται στο 1/3 του εκλογικού σώματος χωρίς, αυτή τη στιγμή, να υπάρχουν οι ανάλογες εγγυήσεις. Όπως προαναφέραμε, οι παράγοντες είναι πολλοί, ο δε πρώτος τη τάξει, δηλαδή το πώς θα πορευθούν τα κόμματα της αντιπολίτευσης, προς το παρόν δεν παράγει αποτέλεσμα, ικανό να ταράξει τα λιμνάζοντα ύδατα. Αντίθετα, μάλιστα, η Πλεύση Ελευθερίας… πατάει φρένο, το δε ΠΑΣΟΚ συνεχίζει «απτόητο» την καθοδική του πορεία, μέσα σ’ ένα περιβάλλον αμφισβήτησης της κυβερνητικής πολιτικής και εναγώνιας αναζήτησης αξιόπιστων εναλλακτικών προτάσεων διακυβέρνησης. Ξεχωριστή περίπτωση ο ΣΥΡΙΖΑ, που μοιάζει να προσεγγίζει τη ζώνη της πολιτικής επιβίωσης.

Καταλήγοντας, ένας ακόμη απρόβλεπτος παράγοντας είναι οι εξελίξεις στην υπόθεση των Τεμπών. Το ζήτημα δεν είναι τεχνικού χαρακτήρα, αν ο Κώστας Καραμανλής θα πάει σε Προανακριτική Επιτροπή ή στην τακτική δικαιοσύνη κατά το μοντέλο Τριαντόπουλου –πράγμα που προϋποθέτει ότι πρέπει να συμφωνήσει και ο ίδιος και αυτό προς το παρόν δεν τον γνωρίζουμε, γιατί όσο γράφονταν αυτές οι γραμμές, δεν είχε καταλήξει. Βράζει στην κοινωνία και πιστεύω ότι δεν θα καταλαγιάσει ούτε με διαχειριστικά τερτίπια ούτε με τη λογική της «σαλαμοποίησης» του σχεδόν καθολικού αιτήματος. Μ’ άλλα λόγια, απαντώ στην προσδοκία (σου) «όχι άλλα Τέμπη» (επενδύσεις στον ΟΣΕ) αλλά κωφεύω στο αίτημα (σου) για απόδοση ευθυνών και αγνοώ την παγιωμένη άποψη (σου) ότι σ’ αυτή τη χώρα και μέσω της «διαπλοκής» εκτελεστικής εξουσίας – Δικαιοσύνης (δημοσκοπικά καταγεγραμμένο), οι ισχυροί μονίμως βρίσκονται στο απυρόβλητο.

Συμπέρασμα: η εποχή δεν προσφέρεται τόσο για προβλέψεις όσο για… στοιχήματα!

Διαβάστε επίσης