Η «κότα με τα χρυσά αυγά» και η κυβερνητική στρατηγική

Η «κόκκινη κάρτα» στις πολιτικές ελίτ  
INTIME NEWS
5'

Εκεί που το θέμα έτεινε να πέσει στα «ψιλά» -από πλευράς επικαιρότητας- επανήλθε επιθετικά στο προσκήνιο. Αναφέρομαι στην τραγωδία των Τεμπών που εγκαταστάθηκε και πάλι στο δημόσιο διάλογο για μια σειρά από λόγους. Ο τελευταίος, η πρόταση του ΠΑΣΟΚ -ακολουθούν και άλλες- για σύσταση προανακριτικής επιτροπής προκειμένου να διερευνηθούν οι ευθύνες πρώην υπουργών και υφυπουργών Μεταφορών για το πολύνεκρο δυστύχημα. Θεωρώ ότι αυτό καθεαυτό το περιεχόμενο της τρέχουσας πολιτικής αντιπαράθεσης, δηλαδή κατά πόσο τεκμηριώνονται νομικά οι ευθύνες σε βαθμό κακουργήματος, δεν ενδιαφέρουν ιδιαίτερα την κοινή γνώμη, αναζωπυρώνουν ωστόσο μία διαχρονική εκκρεμότητα: την ανάγκη της συντριπτικής πλειοψηφίας της κοινωνίας να λάμψει η αλήθεια και να τιμωρηθούν οι ένοχοι. Και μάλιστα μιας κοινωνίας που επίσης στη συντριπτική της πλειοψηφία πιστεύει ότι ζούμε σε μια χώρα στην οποία οι κατέχοντες οποιασδήποτε μορφής εξουσία, παραμένουν στο απυρόβλητο.

Το έχουμε ξαναπεί, αλλά θεωρώ ότι για μια ακόμη φορά επιβεβαιώνεται το γεγονός ότι τα Τέμπη «αντέχουν» γιατί δεν είναι μονοθεματικά, αντίθετα συμπυκνώνουν ευρύτερες συναφείς κοινωνικές ανησυχίες. Υπ’ αυτήν την έννοια δεν είναι λίγοι εκείνοι που αναρωτήθηκαν για την ορθότητα των χειρισμών της κυβέρνησης στο συγκεκριμένο θέμα με δεδομένο ότι -εκ του αποτελέσματος κρίνοντας- αντί να απαλείφουν ή να απομειώνουν έστω τη «ρετσινιά» της συγκάλυψης, αντιθέτως την ενίσχυαν περαιτέρω. Και εδώ γεννάται ένα ερώτημα: προς ποιους απευθύνεται αυτού του τύπου η κυβερνητική επιχειρηματολογία;

Είχα την τύχη να μου πέσει στα χέρια μια αξιόλογη έρευνα του ΕΝΑ (Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών), το οποίο διερεύνησε μεταξύ άλλων και το θέμα των Τεμπών, όχι μόνο ως προς το σύνολο της κοινής γνώμης αλλά και ως προς τα επί μέρους κοινά όπως αυτά κατατάσσονται στο σύνολο του πολιτικού – ιδεολογικού φάσματος. Προκύπτει, λοιπόν, ότι όσοι αυτοπροσδιορίζονται ως κεντροδεξιοί, έχουν μια σαφώς διαφοροποιημένη προσέγγιση-αξιολόγηση, μιας σειράς σημαντικών ζητημάτων πρώτης γραμμής και σε πλήρη απόκλιση από όλους τους υπόλοιπους, από την άκρα αριστερά ως την άκρα δεξιά! Οι (αυτοπροσδιοριζόμενοι) κεντροδεξιοί πιστεύουν για παράδειγμα ότι δεν υφίσταται θέμα συγκάλυψης σε ποσοστό 58% (τη στιγμή που οι αυτοπροσδιοριζόμενοι ως δεξιοί υιοθετούν το σενάριο της συγκάλυψης σε ποσοστό 71%). Πιστεύουν επίσης ότι οι μαζικές διαδηλώσεις «πλήττουν τη χώρα» σε ποσοστό αξιοσημείωτα υψηλότερο από ό,τι πιστεύουν όλες οι υπόλοιπες κατηγορίες, δεν συμμερίζονται την άποψη ότι η κρίση του πολιτικού συστήματος αντιμετωπίζεται με επανεκκίνηση -αντιθέτως θεωρούν ότι όλα βαίνουν καλώς και απλά χρειάζεται λίγο «σουλούπωμα» -και από διασταυρούμενα στοιχεία προκύπτει ότι από οικονομικής πλευράς ανήκουν σε εκείνους που «τα βγάζουν πέρα» και ίσως κατορθώνουν να αποταμιεύουν και κατιτίς.

Καθίσταται προφανές, νομίζω, ότι οι κεντροδεξιοί είναι η «χρυσοτόκος όρνιθα» για την κυβέρνηση, είναι ένα κοινό με το οποίο έχει ήδη συνεκτικό κώδικα επικοινωνίας και δυνητικά θα μπορούσε και να το διευρύνει. Πώς; Επιμένοντας επιθετικά σε όλο το εύρος του αφηγήματός της (από τα Τέμπη ως την οικονομία και από τη διεθνή παρουσία της χώρας ως την ασφάλεια) και ταυτόχρονα εξαγγέλλοντας στοχευμένα μέτρα που ενθαρρύνουν τους ήδη fun «νοικοκυραίους». Αν αποδεχθούμε αυτήν την αλληλουχία πραγμάτων (κοινό με αυτά τα χαρακτηριστικά - κυβερνητική στόχευση) ευλόγως θα αναρωτηθούμε, αν η κεντροδεξιά είναι «όνειρο μακρινής νυκτός» για το ΠΑΣΟΚ που έχει θέσει ως στόχο του την αμφίπλευρη διεύρυνση. Πάντως με βάση τα ευρήματα του ΕΝΑ, δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι η απλή δήλωση της Χαριλάου Τρικούπη να συγκινήσει αυτή την πολιτική ομάδα, ενώ παρεμπιπτόντως δεν φαίνεται να έχει ιδιαίτερη απήχηση προς την κατεύθυνση της κεντροαριστεράς-αριστεράς.

Πάμε παρακάτω, καταλαβαίνουν ότι η κεντροδεξιά είναι μια σημαντική δεξαμενή, που λειτουργεί ως «δικλείδα ασφαλείας» για την κυβέρνηση, της επιτρέπει δηλαδή να ανακάμψει στη ζώνη του 30% (συν-πλην), δεν διασφαλίζει ωστόσο την επιστροφή στο λαμπρό παρελθόν των εκλογών του ’23, ούτε καν εγγυάται το σενάριο της αυτοδυναμίας. Και την ίδια ώρα μοιάζει κάστρο απροσπέλαστο για το ΠΑΣΟΚ, που ούτως ή άλλως δεν έχει μέχρι στιγμής κατορθώσει να προσδιορίσει με σαφήνεια το πολιτικό του στίγμα.

Όλα αυτά που συζητούμε, τα συζητούμε υπό την αίρεση της βαρύτατης κρίσης του πολιτικού συστήματος και των πολιτικών κομμάτων -άρα μιλάμε απλώς για τρέχουσα διαχείριση μέσα σε περιβάλλον αμφισβήτησης και χωρίς να αναγιγνώσκονται οι λόγοι αυτής της αμφισβήτησης. Χωρίς δηλαδή να γίνονται οι απαραίτητες κινήσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος, καθώς άπαντες οι πρωταγωνιστούντες του συστήματος επιδεικνύουν μια «αταβιστική» προσήλωση στους παλαιούς όρους άσκησης της πολιτικής, οι οποίοι είναι ακριβώς αυτοί που απορρίπτονται.

Επανέρχομαι στην ενδιαφέρουσα έρευνα του ΕΝΑ, η οποία επιβεβαιώνει τη συνεχιζόμενη απομείωση της εμπιστοσύνης απέναντι στους θεσμούς: κυβέρνηση, πολιτικά κόμματα, πολιτικές ηγεσίες, ΜΚΟ, ΜΜΕ, στις πέντε τελευταίες θέσεις της κλίμακας, με ποσοστά δραματικά χαμηλότερα από το μέσο όρο (5%). Επιπρόσθετα δείχνει πως 8 στους 10 πιστεύουν πως το πολιτικό σύστημα (στο σύνολό του) εξυπηρετεί μεγάλα οικονομικά συμφέροντα και ταυτόχρονα καταγράφει ότι το 81% των ερωτώμενων θεωρεί ότι οι «πολιτικές ελίτ» (έτσι είναι διατυπωμένο το ερώτημα) δεν μπορούν να κατανοήσουν τα πραγματικά προβλήματα των πολιτών.

Συμπέρασμα: Η κοινωνία είναι σε αποξένωση από το πολιτικό σύστημα. Και το πολιτικό ερώτημα θα συνεχίζει να εκφράζει πιεστικά το αίτημα για restart ή θα παρασυρθεί από τη ζεστασιά του καναπέ;

Διαβάστε επίσης