ΚΥΠΡΟΣ

Υπόθεση «χρυσών διαβατηρίων»: «Μαφιόζικες» πολιτογραφήσεις κατέγραψε το Ανώτατο Δικαστήριο

Υπόθεση «χρυσών διαβατηρίων»: «Μαφιόζικες» πολιτογραφήσεις κατέγραψε το Ανώτατο Δικαστήριο
Τα υπό διερεύνηση αδικήματα, δώδεκα τον αριθμό, τα οποία φέρεται να διαπράχθηκαν στην Κυπριακή Δημοκρατία μεταξύ των ετών 2011 και 2021
ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ

Αποκαλύψεις Al Jazeera: Πράγματα και θαύματα συνέβησαν στο πρόγραμμα πολιτογραφήσεων ξένων επενδυτών που έπαιρναν χρυσά διαβατήρια, με διαδικασίες που έμπαζαν νερά.

Όπως προκύπτει μέσα από αναφορές σε πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αιτήσεις πιστοποιούνταν στον Πρωτοκολλητή χωρίς την παρουσία των αιτητών, το 25% της επένδυσης επιστρεφόταν στον επενδυτή αντί στο έργο και πωλητήρια έγγραφα κατατέθηκαν στο Κτηματολόγιο για να εγκριθεί η επένδυση και στη συνέχεια αποσύρονταν.

Το Ανώτατο Δικαστήριο εξέταζε αίτηση μεγάλου δικηγορικού γραφείου με την οποία ζητείτο η έκδοση διατάγματος certiorari που να ακύρωνε το ένταλμα ημ. 29.7.2021, βάσει του οποίου η Αστυνομία προχώρησε σε κατάσχεση δεδομένων σε ηλεκτρονική μορφή, ευρισκομένων σε συσκευές κατάλληλες για την αποθήκευσή τους.

Επιπρόσθετα, εξουσιοδοτείτο, ειδικά, η κατάσχεση των κινητών τηλεφώνων δύο εκ των συνεταίρων της δικηγορικής εταιρείας και μιας συσκευής για πληρωμή μέσω πιστωτικών καρτών.

Αναφέρονται, επίσης, τα υπό διερεύνηση αδικήματα, δώδεκα τον αριθμό, τα οποία φέρεται να διαπράχθηκαν στην Κυπριακή Δημοκρατία μεταξύ των ετών 2011 και 2021. Κάποια από αυτά αφορούν σε θέματα διαφθοράς.

Το Ανώτατο απέρριψε την αίτηση της δικηγορικής εταιρείας και πέντε φυσικών προσώπων, απορρίπτοντας τη θέση της ότι με το ένταλμα υπήρξε παραβίαση του άρθρου περί απορρήτου της ιδιωτικής επικοινωνίας.

Όπως προκύπτει, αναφέρει το Δικαστήριο, το επενδυτικό σχέδιο έτυχε ευρείας χρήσης.

Πολύ πλούσιοι άνθρωποι, αρκετοί προερχόμενοι από την Ασία, υπέβαλαν αίτηση, στη βάση του, για πολιτογράφησή τους. Αποδοχή της αίτησής τους από το Υπουργικό Συμβούλιο είχε ως αποτέλεσμα την εξασφάλιση από αυτούς της υπηκοότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας και όχι μόνο.

Ο μακρύς κατάλογος, που περιλαμβάνεται στον όρκο (της Αστυνομίας για εξασφάλιση του εντάλματος) καταμαρτυρεί το πιο πάνω ενδιαφέρον.

Έρευνες, όμως, που έγιναν από τριμελή Επιτροπή, η οποία διορίστηκε στις 6/11/2019 από το Υπουργικό Συμβούλιο, κατέδειξαν ότι ένας αριθμός από τα πρόσωπα τούτα επωφελήθηκε, χωρίς, στην πραγματικότητα, να δικαιούτο, από το επενδυτικό σχέδιο.

Δεν υπήρξε ικανοποίηση ουσιωδών απαιτήσεων του σχεδίου, ενώ, συγχρόνως, κατά την επιδίωξη του εν λόγω σκοπού τους, δυνατό να σημειώθηκε και παράβαση ποινικών διατάξεων διαφόρων νόμων.

Η Αστυνομία ανέλαβε τη διερεύνηση των εν λόγω περιπτώσεων, προκειμένου να διαπιστωθεί αν, κατά την υποβολή και προώθηση της αίτησης του καθενός από αυτούς, διαπράχθηκαν οποιαδήποτε ποινικά αδικήματα και από ποιους. Στο πλαίσιο των πιο πάνω ερευνών, διαπιστώθηκε ότι αιτήσεις για πολιτογράφηση συγκεκριμένων επενδυτών δεν ήταν δεόντως συμπληρωμένες.

Είχαν δε πιστοποιηθεί από Πρωτοκολλητή, στην απουσία των προσώπων που τις είχαν υπογράψει. Επιπρόσθετα, κάποιοι επενδυτές απέκρυψαν τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες, καθώς, επίσης, ότι καταζητούνταν για τη διάπραξη σοβαρών ποινικών αδικημάτων στις χώρες τους.

Στον όρκο, αναφέρεται επίσης, πως μέρος των χρημάτων της κάθε επένδυσης, πέριξ του 25%, επιστρεφόταν στη χώρα προέλευσης του επενδυτή, προφανώς, προς τον ίδιο.

Ειδικές εξετάσεις κατέδειξαν πως το αρχικό έμβασμα και η επιστροφή του προαναφερθέντος μέρους του, γίνονταν με ύποπτα μέσα και τρόπο. Δεν υπήρχε δε έλεγχος από την εδώ εμπλεκόμενη τράπεζα.

Συγκεκριμένα, η μεταφορά του εμβάσματος στην Κύπρο γινόταν μέσω πιστωτικών καρτών, γεγονός το οποίο, κατά τους ειδικούς της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, είναι ενδεικτικό ότι αυτό αφορούσε σε ύποπτη συναλλαγή, εφόσον η διαδικασία γινόταν σε ελάχιστο χρόνο, έναντι μεγάλης χρέωσης.

Στον όρκο, αναφέρει το Δικαστήριο, γίνεται αναφορά και σε καταθέσεις πωλητηρίων εγγράφων στο Κτηματολόγιο, τα οποία, στη συνέχεια, αποσύρθηκαν και η κατάθεσή τους ακυρώθηκε.

Εξετάσεις κατέδειξαν ότι αυτά πιθανόν να ήταν προϊόν πλαστογραφίας και κυκλοφορίας πλαστών εγγράφων. Στις εν λόγω δοσοληψίες ενέχονταν εταιρείες, άμεσα σχετιζόμενες μεταξύ τους, μια από τις οποίες, η ιθύνουσα, είχε την έδρα της στο Χονγκ-Κονγκ της Κίνας.

Αυτή είναι και η χώρα προέλευσης των περισσοτέρων επενδυτών που καταγράφεται στον σχετικό κατάλογο στον όρκο. Οι επενδύσεις γίνονταν μέσω της θυγατρικής της εταιρείας στην Κύπρο. Οι συγκεκριμένες εταιρείες φέρεται να χρησιμοποιούνταν από τα υπεύθυνα γι' αυτές πρόσωπα ως εργαλεία, προς επίτευξη των, ως άνω, όπως πιστεύεται, παράνομων σκοπών.

Διαβάστε επίσης:

Κύπρος: Υπόθεση «χρυσών διαβατηρίων»: H ώρα των κατηγορητηρίων για τους πρωταγωνιστές της