ΑΠΟΨΕΙΣ

Η εύφλεκτη... Ευρωπαϊκή Ένωση

Η εύφλεκτη... Ευρωπαϊκή Ένωση

Είναι αυτή η αρχή του τέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Είναι η έναρξη της διάλυσής της ή η αφορμή για την μετάβασή της στο επόμενο στάδιο εξέλιξης; - Γράφει η Μαρία Γ. Μισέντου, Αν. Γραμματέας Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Κινήματος Αλλαγής  Μέλος Πολιτικού Συμβουλίου Ε.Δ.Ε.Μ.

Η Ευρώπη αλλάζει. Οι νέες συνθήκες την υποχρεώνουν να αλλάξει. Η οικονομική κρίση, οι κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες της πανδημίας επηρεάζουν την πολιτειακή αντίληψη επί της αναγκαιότητας ή του τρόπου ύπαρξής της και ενδυναμώνουν την αμφιβολία και τον Ευρωσκεπτικισμό. Οι κοινωνικές αντιδράσεις εναντίον της, στη θέα του «μετά» μεγεθύνονται και μέρος της πολιτικής σκηνής τις επικροτεί. Η έκκληση για αλλαγή πορείας ηχεί και στις πιο απομακρυσμένες γωνιές των συνόρων της.

Είναι αυτή η αρχή του τέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Είναι η έναρξη της διάλυσής της ή η αφορμή για την μετάβασή της στο επόμενο στάδιο εξέλιξης;

Ο Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Βάλντις Ντομπρόβσκις, ανακοίνωσε την 24η Απριλίου την πρόθεση να δοθεί στις Ευρωπαϊκές τράπεζες «μεγαλύτερη κεφαλαιακή ελάφρυνση, ώστε να μπορούν να βοηθήσουν τις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν δυσκολίες λόγω της πανδημίας του COVID19, αποφεύγοντας επιζήμιες προβλέψεις για τα δάνεια που θα πληγούν από την επικείμενη βαθειά ύφεση». Ως μια αύρα προόδου, η εν λόγω ενέργεια, έρχεται σαν μια απόπειρα γεφύρωσης του δυσάρεστου χάσματος μεταξύ Βορρά και Νότου, που λάβαρό του έχει το ερώτημα «Πώς θα ανταποκριθούμε σε μια εν δυνάμει οικονομική συντριβή;». Ένα ερώτημα που φέρνει μνήμες των μελανών στιγμών της οικονομικής κρίσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του 2008, που μας έφτασε ένα βήμα μακριά από το δημοσιονομικό έμφραγμα.

Το πραγματικό διακύβευμα είναι το πώς οι χώρες θα μπορέσουν να ανταποκριθούν στο πρωτοφανές οικονομικό σοκ, που γνώρισαν με το lock down των αγορών και τα μέτρα που ελήφθησαν από τις κυβερνήσεις, για να περιοριστεί η εξάπλωση του ιού. Οι κυβερνήσεις αγωνιούν να καλύψουν τις ανάγκες των πολιτών τους, να διατηρήσουν τα πνιγμένα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης και να αναφλέξουν όσους τομείς και τμήματα της οικονομίας πιστεύουν πως θα είναι ικανά να ηγηθούν της ζητούμενης ανάκαμψης του δευτέρου εξαμήνου του έτους που διανύουμε. Αν και είναι διάχυτη πλέον η αμφιβολία ότι τα δύσκολα είναι πλέον πίσω μας.

Οι χώρες του Νότου τονίζουν την ανάγκη τους για έκδοση Ευρωομολόγων, ώστε να διαμοιραστεί το βάρος από τον πόνο των πληγών. Ακόμη και η ίδια η Christine Lagarde καλεί την Ευρώπη να πατήσει πόδι και να πράξει αυτό που ποτέ άλλοτε δεν έκανε πραγματικότητα. Μα οι χώρες του Βορρά, με τη Γερμανία διμοιρίτη, έχουν επιδέξια αποφύγει την ιδέα ενός Ευρωομολόγου, καθώς θα σήμαινε πως οι δικοί τους πολίτες θα βρεθούν υπόχρεοι δανεισμού χωρίς κανόνες, για χώρες που, όπως υποστηρίζουν, «ζούσαν για χρόνια απαρνούμενοι τις οικονομικές στρατηγικές της Ε.Ε.».

Το διακύβευμα είναι τεράστιο. Ανάβει σιγά-σιγά το φυτίλι στο μπαρούτι της ίδιας της ιδέας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και όσων εκπροσωπεί. Η συζήτηση είναι κατά κάποιον τρόπο μια μεγεθυμένη αναγόμωση της Ελληνικής κρίσης του 2011-12 και των επιπτώσεών της, αναφορικά με την ατελή ομογενοποίηση ανόμοιων οικονομιών. Μόνο που εδώ το πραγματικό διακύβευμα αφορά αφενός ανθρώπινες ζωές και αφετέρου περισσότερες χώρες. Πρέπει να απογυμνώσουμε την αλήθεια. Η επερχόμενη οικονομική κρίση είναι μία εν δυνάμει ανθρωπιστική κρίση.

Βρισκόμαστε στο σταυροδρόμι όπου πρέπει να απαντηθεί από όλα τα μέλη της ένωσης ένα από καιρό μετέωρο ερώτημα: Περισσότερη ή λιγότερη Ευρώπη; Με την παρούσα Ευρώπη, το εγχείρημα δε διαφαίνεται βιώσιμο.

Η Ευρώπη ως θεσμός διακρίνεται από πολλά ελαττώματα και χρειάζεται σημαντικές παρεμβάσεις για να λειτουργήσει προς τον ιδεατό σκοπό δημιουργίας της. Είναι, όμως, θεμιτό να πούμε πως η Ευρώπη κάνει τα κράτη μέλη της ισχυρούς συνομιλητές στον κόσμο. Πρόκειται για τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομική δύναμη παγκοσμίως, σύμφωνα με τον GDP και έχει τη μεγαλύτερη αγορά στον κόσμο.

Σήμερα οι κάτοικοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης επωφελούνται από πολλές ατομικές ελευθερίες: Ευρωπαϊκές συμφωνίες και κανονισμοί, εύκολη μετάβαση από κράτος σε κράτος, φτηνότερες τηλεπικοινωνίες, μεγάλη ποικιλία αγαθών και υπηρεσιών, δυνατά πρότυπα ασφαλείας, Ευρωπαϊκοί διακανονισμοί που προστατεύουν τον υγιή ανταγωνισμό, τα πνευματικά δικαιώματα και καταπολεμούν την αήθη αισχροκέρδεια. Η Ευρώπη αποτελεί μια συνεργατική μηχανή που πρωτοστατεί στις επιστήμες δημιουργώντας πάνω από 25% της παγκόσμιας ερευνητικής παραγωγής, στην ελεύθερη ζήτηση και προσφορά εργασίας μεταξύ των μελών της, στην παροχή/διάθεση κεφαλαίων, στην χρηματοδότηση, στη δραστηριοποίηση πολυεθνικών εταιριών και βιομηχανιών. Η Ευρώπη αποτελεί παράγοντα σταθερότητας και ειρήνης μεταξύ των κρατών μελών και υπόκειται σε μία δέσμευση συλλογικής άμυνας εναντίον κάθε μορφής εχθρού.

Οι «κακοδικίες» της, όμως, συχνά προκαλούν αίσθημα αδιαφορίας, αγανάκτησης και παραβίασης του περί δικαίου αισθήματος λόγω μίας μη διαφανούς και μεροληπτικής τεχνοκρατικής διαχείρισης. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν την Ευρώπη ως μια καλοκουρδισμένη μηχανή συμφερόντων, που ευνοεί τους λίγους, έναντι των πολλών. Η ελληνική κρίση, η προσφυγική κρίση, προσυπογράφουν πως η Ευρώπη είναι, ακόμη, αδύναμη να λάβει κάθετες αποφάσεις που θα προασπίζονται το συμφέρον όλων των μελών της. Είναι, ακόμη, αδύναμη να επιβάλει το μήνυμά της, πείθοντας - πρωτίστως με ολοκληρωμένα σχέδια και προτάσεις και με συλλογική λήψη αποφάσεων - πως η στρατηγική της δεν εθελοτυφλεί, ούτε βάζει χώρες σε παρενθέσεις και αστερίσκους.

Ήρθε η ώρα να επαναπροσδιορίσουμε την Ευρώπη που θέλουμε. Να προσδιορίσουμε το εάν θα γίνει για όλους ένας κοινός τόπος συνύπαρξης με τους ίδιους κανόνες και τις ίδιες υποχρεώσεις, όπου η αλληλεγγύη προς τον εκάστοτε πληττόμενο θα είναι αδιαπραγμάτευτη και ανεξάρτητη των επιμέρους εθνικών συμφερόντων. Ή εάν θα την καταστήσουμε μια χαλαρή διασύνδεση ελεύθερης διακίνησης υλικών, άυλων και ανθρωπίνων πόρων, με παρονομαστή το κεφάλαιο και από κει και πέρα, καθείς μονάχος πορεύεται.. Τελικά, αποζητούμε μια διάλυση, μια διασύνδεση, μια ένωση, μια ομογενοποίηση ή μία πολυζωνικότητα;

Όλα είναι ανοιχτά ενδεχόμενα και όλα θα περάσουν από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Όποιες και εάν είναι οι αποφάσεις που θα ληφθούν, το βέβαιο είναι πως, στον τερματισμό, θα αποκτήσουμε την Ευρώπη που μας αξίζει!