Η αλήθεια για τους εξωγήινους – Η ερώτηση δεν είναι το «αν», αλλά το «πότε» θα τους ανακαλύψουμε
Η ανακάλυψη του εξωπλανήτη που ονομάζεται K2–18b, «πυροδοτεί» ξανά τη συζήτηση για την παρουσία εξωγήινης ζωής πέρα από το ηλιακό μας σύστημα
Υπάρχουν ορισμένες επιστημονικές ανακαλύψεις που κάνουν πολύ περισσότερα από απλό εμπλουτισμό των γνώσεων του κόσμου. Δημιουργούν μία αλλαγή στον ψυχισμό μας, καθώς μας δείχνουν την κλίμακα του Σύμπαντος και τη θέση μας σε αυτό.
Μία τέτοια στιγμή ήταν όταν διαστημόπλοια έστειλαν για πρώτη φορά εικόνες της Γης. Μία άλλη είναι η ανακάλυψη της ζωής σε έναν άλλο κόσμο, μία στιγμή που ήρθε λίγο πιο κοντά σήμερα με την είδηση ότι ενδείξεις ενός αερίου, το οποίο στη Γη παράγεται από απλούς θαλάσσιους οργανισμούς, βρέθηκαν σε έναν πλανήτη που ονομάζεται K2–18b.
Τώρα, η προοπτική να βρεθεί πραγματικά εξωγήινη ζωή –που σημαίνει ότι δεν είμαστε μόνοι στο Σύμπαν– δεν είναι μακριά, σύμφωνα με τον επιστήμονα που ηγείται της ομάδας που έκανε την ανίχνευση.
«Αυτό είναι ουσιαστικά το μεγαλύτερο που μπορεί να γίνει από την άποψη των θεμελιωδών ερωτημάτων και ίσως βρισκόμαστε στα πρόθυρα της απάντησης σε αυτό το ερώτημα», αναφέρει ο καθηγητής Νίκου Μαντουσουντάν του Ινστιτούτου Αστρονομίας του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, μιλώντας στο BBC.
Ιπτάμενοι δίσκοι και εξωγήινοι… επιστημονικής φαντασίας
Στις αρχές του 20ού αιώνα, οι αστρονόμοι πίστεψαν ότι μπορούσαν να δουν ευθείες γραμμές στην επιφάνεια του Άρη, εγείροντας εικασίες ότι ένας από τους πλησιέστερους πλανήτες μας θα μπορούσε να φιλοξενεί έναν προηγμένο πολιτισμό. Μία ιδέα που γέννησε μία πληθώρα πολιτισμού επιστημονικής φαντασίας και περιλάμβανε ιπτάμενους δίσκους και μικρούς, πράσινους εξωγήινους.
Δεκαετίες αργότερα, αυτό που έχει χαρακτηριστεί ως «η ισχυρότερη απόδειξη μέχρι σήμερα» για τη ζωή σε έναν άλλο κόσμο προέρχεται όχι από τον Άρη ή την Αφροδίτη, αλλά από έναν πλανήτη εκατοντάδων τρισ. χιλιομέτρων μακριά που βρίσκεται σε τροχιά γύρω από ένα μακρινό αστέρι.
Μέρος της πρόκλησης όταν πρόκειται να ερευνηθεί η ύπαρξη εξωγήινης ζωής είναι να ξέρει κανείς πού να ψάξει.
Μέχρι σχετικά πρόσφατα, το επίκεντρο της αναζήτησης ζωής από τη NASA ήταν ο Άρης, αλλά αυτό άρχισε να αλλάζει το 1992 με την ανακάλυψη του πρώτου πλανήτη που βρισκόταν σε τροχιά γύρω από ένα άλλο άστρο εκτός του ηλιακού μας συστήματος.
Αν και οι αστρονόμοι υποπτεύονταν ότι υπήρχαν και άλλοι κόσμοι γύρω από μακρινά αστέρια, δεν υπήρχε καμία απόδειξη μέχρι αυτήν τη στιγμή κι έκτοτε, έχουν ανακαλυφθεί σχεδόν 6.000 πλανήτες εκτός του ηλιακού μας συστήματος.
Πολλοί από αυτούς είναι οι λεγόμενοι γίγαντες αερίων, όπως ο Δίας και ο Κρόνος στο ηλιακό μας σύστημα. Άλλοι είναι είτε πολύ θερμοί, είτε πολύ ψυχροί για να υποστηρίξουν υγρό νερό, που θεωρείται απαραίτητο για τη ζωή.
Όμως, πολλοί βρίσκονται σε αυτό που οι αστρονόμοι αποκαλούν «Ζώνη Goldilocks», όπου η απόσταση είναι «ακριβώς σωστή» για την υποστήριξη ζωής. Ο καθηγητής πιστεύει ότι μπορεί να υπάρχουν χιλιάδες στον γαλαξία μας.
Τεχνολογία που «κόβει» την ανάσα
Ενόσω έρχονταν στο «φως» οι λεγόμενοι εξωπλανήτες, οι επιστήμονες άρχισαν να αναπτύσσουν όργανα για την ανάλυση της χημικής σύνθεσης των ατμοσφαιρών τους.
Η ιδέα ήταν να συλλάβουν τη μικροσκοπική ποσότητα του αστρικού φωτός που διαπερνά τις ατμόσφαιρες αυτών των μακρινών κόσμων και να τις μελετήσουν για χημικά αποτυπώματα μορίων, τα οποία στη Γη μπορούν να παραχθούν μόνο από ζωντανούς οργανισμούς, τα λεγόμενα βιοϋπογραφήματα. Κατάφεραν να αναπτύξουν τέτοια όργανα για επίγεια και διαστημικά τηλεσκόπια.
Το διαστημικό τηλεσκόπιο James Webb της NASA, το οποίο εντόπισε το αέριο στον πλανήτη με την ονομασία K2–18b στην ανακάλυψη αυτής της εβδομάδας, είναι το ισχυρότερο διαστημικό τηλεσκόπιο που έχει κατασκευαστεί ποτέ και η δράση του, το 2021, προκάλεσε ενθουσιασμό ότι η αναζήτηση της ζωής ήταν επιτέλους στα «χέρια» της ανθρωπότητας.
Ωστόσο, το τηλεσκόπιο έχει όρια. Δεν μπορεί να ανιχνεύσει μακρινούς πλανήτες τόσο μικρούς όσο οι δικοί μας ή τόσο κοντά στα μητρικά τους άστρα, λόγω της υπερβολικής φωτεινότητας στο πεδίο. Η NASA, έτσι, σχεδιάζει το Παρατηρητήριο κατοικήσιμων κόσμων (Habitable Worlds Observatory – HWO), το οποίο έχει προγραμματιστεί για τη δεκαετία του 2030 και θα είναι σε θέση να εντοπίζει και να λαμβάνει δείγματα από τις ατμόσφαιρες πλανητών παρόμοιων με τους δικούς μας.
Αυτό είναι εφικτό με τη χρήση μίας υψηλής τεχνολογίας ηλιακής ασπίδας, που ελαχιστοποιεί το φως από το άστρο γύρω από το οποίο περιστρέφεται ένας πλανήτης.
Επίσης, αργότερα αυτή τη δεκαετία θα τεθεί σε λειτουργία το Εξαιρετικά Μεγάλο Τηλεσκόπιο (ELT) του Ευρωπαϊκού Νότιου Αστεροσκοπείου (ESO), το οποίο θα βρίσκεται στο έδαφος και θα κοιτάζει τον κρυστάλλινο ουρανό της ερήμου της Χιλής.
Διαθέτει το μεγαλύτερο κάτοπτρο από κάθε άλλο όργανο που έχει κατασκευαστεί, διαμέτρου 39 μέτρων, και έτσι μπορεί να δει πολύ περισσότερες λεπτομέρειες στις πλανητικές ατμόσφαιρες από ό,τι οι προκάτοχοι αυτού.
Ο καθηγητής, ωστόσο, ελπίζει να έχει αρκετά δεδομένα μέσα σε δύο χρόνια για να αποδείξει κατηγορηματικά ότι έχει πράγματι ανακαλύψει τα βιοσήματα γύρω από τον K2–18b. Αλλά ακόμη και αν πετύχει τον στόχο του, αυτό δεν θα οδηγήσει σε αποδείξεις για την ανακάλυψη ζωής σε έναν άλλο κόσμο.
Αντίθετα, θα είναι η αρχή μίας άλλης σημαντικής επιστημονικής συζήτησης σχετικά με το ενδεχόμενο η βιοσήμανση να παραχθεί από μη ζωντανά μέσα.
Τελικά, όμως, καθώς συγκεντρώνονται περισσότερα δεδομένα από περισσότερες ατμόσφαιρες και καθώς οι χημικοί αποτυγχάνουν στην εξεύρεση εναλλακτικών εξηγήσεων για τα βιοσήματα, η επιστημονική συναίνεση θα μετατοπιστεί αργά και σταδιακά προς την πιθανότητα ύπαρξης ζωής σε άλλους κόσμους, σύμφωνα με την καθηγήτρια Κάθριν Χέιμανς, από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, η οποία είναι η Βασιλική Αστρονόμος της Σκωτίας.
«Με περισσότερο χρόνο στα τηλεσκόπια, οι αστρονόμοι θα αποκτήσουν μία σαφέστερη εικόνα της χημικής σύνθεσης αυτών των ατμοσφαιρών. Δεν θα ξέρουν ότι πρόκειται σίγουρα για ζωή. Αλλά νομίζω ότι όσο περισσότερα δεδομένα συγκεντρώνονται, και ότι αν το δείτε αυτό σε πολλά διαφορετικά συστήματα, όχι μόνο σε αυτόν τον ένα συγκεκριμένο πλανήτη, μας δίνει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη», προσέθεσε.
Ο παγκόσμιος ιστός προέκυψε με μία σειρά από σταδιακές τεχνολογικές ανακαλύψεις που δεν είχαν απαραίτητα μεγάλη σημασία εκείνη την εποχή.
Μία «δεμένη» ανακάλυψη θα ήταν η ανακάλυψη ζωής στο δικό μας ηλιακό σύστημα με τη χρήση ρομποτικών διαστημικών σκαφών που περιέχουν φορητά εργαστήρια. Οιοδήποτε εξωγήινο μικρόβιο θα μπορούσε να αναλυθεί, ενδεχομένως ακόμη και να μεταφερθεί στη Γη, παρέχοντας εκ πρώτης όψεως αποδεικτικά στοιχεία που θα περιόριζαν τουλάχιστον σημαντικά τις επιστημονικές αντιδράσεις που μπορεί να ακολουθήσουν.
Η επιστημονική τεκμηρίωση της πιθανότητας ύπαρξης είδους ή προηγούμενης ζωής στο δικό μας ηλιακό σύστημα έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, μετά τα δεδομένα που έστειλαν πίσω διάφορα διαστημόπλοια, οπότε αρκετές αποστολές για την αναζήτηση σημείων της βρίσκονται καθ’ οδόν.
Το ρόβερ ExoMars του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος (ESA), το οποίο έχει προγραμματιστεί να εκτοξευθεί το 2028, θα τρυπήσει κάτω από την επιφάνεια του Άρη για να αναζητήσει σημάδια ζωής του παρελθόντος και ενδεχομένως του παρόντος. Δεδομένων των ακραίων συνθηκών στον Άρη, ωστόσο, η ανακάλυψη απολιθωμένης ζωής του παρελθόντος είναι το πιο πιθανό αποτέλεσμα.
Η αποστολή Tianwen–3 της Κίνας, που επίσης έχει προγραμματιστεί για εκτόξευση το 2028, έχει σχεδιαστεί για να συλλέξει δείγματα και να τα φέρει πίσω στη Γη έως το 2031. Η NASA και η ESA έχουν διαστημόπλοια καθ’ οδόν προς τα παγωμένα φεγγάρια του Δία για να δουν αν μπορεί να υπάρχει νερό, ενδεχομένως τεράστιοι ωκεανοί, κάτω από τις παγωμένες τους επιφάνειες.
Όμως, το διαστημικό σκάφος δεν έχει σχεδιαστεί για να εντοπίζει ζωή. Αντίθετα, οι αποστολές αυτές θέτουν τις βάσεις για μελλοντικές αποστολές που θα το κάνουν, σύμφωνα με την καθηγήτρια Μισέλ Ντόχερτι του Imperial College του Λονδίνου.
«Πρόκειται για μία μακρά, αργή διαδικασία. Η επόμενη απόφαση που θα πρέπει να ληφθεί, θα είναι η προσεδάφιση, σε ποιο φεγγάρι θα πάει και πού θα πρέπει να προσεδαφιστούμε. Δεν θέλετε να προσγειωθείτε εκεί όπου ο φλοιός πάγου είναι τόσο παχύς που δεν υπάρχει τρόπος να φτάσετε κάτω από την επιφάνεια. Πρόκειται, έτσι, για μία μακρά, αργή πορεία, αλλά και αρκετά συναρπαστική», επεσήμανε.
Η NASA στέλνει επίσης ένα διαστημόπλοιο με την ονομασία Dragonfly για να προσεδαφιστεί σε ένα από τα φεγγάρια του Κρόνου, τον Τιτάνα, το 2034. Πρόκειται για έναν εξωτικό κόσμο με λίμνες και σύννεφα που πιστεύεται ότι είναι φτιαγμένα από χημικές ουσίες πλούσιες σε άνθρακα, τα οποία δίνουν στον πλανήτη μία απόκοσμη πορτοκαλί ομίχλη, φέρνοντας στο μυαλό το τραγούδι των Beatles, Lucy in the Sky with Diamonds, ήτοι ένας κόσμος με «ουρανούς μαρμελάδας».
«Η ανακάλυψη εξωγήινης ζωής θα φέρει ελπίδα»
Ο Νίκου Μαντουσουντάν, σημείωσε ακόμη πως «όταν θα κοιτάμε τον ουρανό, δεν θα βλέπουμε μόνο φυσικά αντικείμενα, αστέρια και πλανήτες, θα βλέπουμε κάτι ζωντανό. Οι κοινωνικές προεκτάσεις αυτού του γεγονότος είναι τεράστιες. Θα είναι μία κοσμογονική αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε τους εαυτούς μας, στο κοσμικό σκηνικό.
Θα αλλάξει ριζικά την ανθρώπινη ψυχοσύνθεση ως προς τον τρόπο που βλέπουμε τους εαυτούς μας και ο ένας τον άλλον, και κάθε εμπόδια, γλωσσικά, πολιτικά, γεωγραφικά, θα διαλυθούν, καθώς θα συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε όλοι “ένα” και αυτό θα μας φέρει πιο κοντά. Θα είναι ένα ακόμη βήμα για την εξέλιξη του είδους μας».
Ο σχολιασμός είναι απενεργοποιημένος