Η ζυγαριά κλίνει υπερ της ηλεκτρικής διασύνδεσης της Αττικής με την Κρήτη

Η ηλεκτρική διασύνδεση της Κρήτης με το ηπειρωτικό δίκτυο της Αττικής αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά έργα υποδομής στον τομέα της ενέργειας στην Ελλάδα, με στόχο τη βελτίωση της ενεργειακής ασφάλειας, την ενίσχυση της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας και τη μείωση του κόστους ηλεκτροδότησης του νησιού

Η ζυγαριά κλίνει υπερ της ηλεκτρικής διασύνδεσης της Αττικής με την Κρήτη

Προ της διασύνδεσης, η Κρήτη διέθετε συνολική εγκατεστημένη ισχύ περίπου 800 έως 900 μεγαβάτ (MW).

Η πλειονότητα της ισχύος αυτής προερχόταν από θερμικές μονάδες πετρελαίου, συνολικής ισχύος περίπου 750 MW, οι οποίες λειτουργούσαν σε σταθμούς στις περιοχές της Σητείας, των Λινοπεραμάτων, του Αθερινόλακκου και των Χανίων. Παράλληλα, έχουν εγκατασταθεί περίπου 250 MW από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), κυρίως αιολικά πάρκα (190 MW) και φωτοβολταϊκά συστήματα (60 MW). Η αιχμή ζήτησης, δηλαδή η μέγιστη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας, φτάνει κατά τους θερινούς μήνες τα 650–700 MW.

Η ζήτηση αυτή καλύπτεται κυρίως μέσω των θερμικών μονάδων, καθώς οι ΑΠΕ είναι περιορισμένης συμμετοχής λόγω τεχνικών και λειτουργικών περιορισμών του συστήματος.

Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από πετρελαϊκές μονάδες ήταν εξαιρετικά ακριβή. Το κόστος παραγωγής κυμαινόταν μεταξύ 300 και 400 ευρώ ανά μεγαβατώρα (€/MWh), ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις υπερέβαινε ακόμη και τα 500 €/MWh. Αυτό το υψηλό κόστος είχε ως αποτέλεσμα την επιβολή επιδοτήσεων μέσω των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ), με στόχο να διασφαλιστεί ότι οι καταναλωτές της Κρήτης δεν επιβαρύνονταν δυσανάλογα.

Ωστόσο, οι επιδοτήσεις αυτές επιβάρυναν οικονομικά τους καταναλωτές στην υπόλοιπη Ελλάδα.Η ηλεκτρική διασύνδεση με την Αττική, που κόστισε περίπου 1,1 δισεκατομμύριο ευρώ, αναμένεται να αποσβεστεί μέσα σε 10–12 χρόνια. Με τη διασύνδεση αυτή, το νησί μπορεί πλέον να λαμβάνει έως και 1000 MW ηλεκτρική ισχύ από το ηπειρωτικό δίκτυο.

Αυτό έχει ως συνέπεια:

●Μείωση κόστους παραγωγής:Η ηλεκτρική ενέργεια που μεταφέρεται από το ηπειρωτικό δίκτυο παράγεται με χαμηλότερο κόστος, κυρίως από μονάδες φυσικού αερίου και ΑΠΕ.

●Περιβαλλοντικά οφέλη:Μείωση της χρήσης πετρελαϊκών σταθμών, με αποτέλεσμα τη μείωση των εκπομπών ρύπων και τη βελτίωση της ποιότητας αέρα.

●Αύξηση της αξιοπιστίας:Το δίκτυο γίνεται πιο αξιόπιστο, με ελαχιστοποίηση του κινδύνου διακοπών ηλεκτροδότησης.

●Ενίσχυση των ΑΠΕ:Η δυνατότητα μεταφοράς μεγαλύτερης ποσότητας ενέργειας επιτρέπει την ένταξη περισσότερων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας στο ενεργειακό μείγμα του νησιού.Πέρα από τα θετικά, υπάρχουν και σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις, τις οποίες δεν πρέπει να αγνοούμε.

Πρώτα απ’ όλα, η περιβαλλοντική διάσταση του έργου προκαλεί έντονους προβληματισμούς. Η πόντιση των υποθαλάσσιων καλωδίων σε μεγάλα βάθη μπορεί να διαταράξει τον θαλάσσιο βυθό και τα ευαίσθητα οικοσυστήματα. Επιπλέον, οι επίγειες υποδομές – όπως οι σταθμοί μετατροπής και οι γραμμές υψηλής τάσης – συχνά αλλοιώνουν το τοπίο και δημιουργούν προβλήματα σε φυσικές ή οικιστικές περιοχές. Η απώλεια βιοποικιλότητας και η ηχορύπανση κατά τη διάρκεια των έργων είναι ακόμη δύο αρνητικές επιπτώσεις που εντοπίζονται κυρίως σε τοπικό επίπεδο.Πέρα από το περιβάλλον, υπάρχουν και κοινωνικές αντιδράσεις.

Πολλοί κάτοικοι και τοπικές αρχές εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους, κυρίως λόγω της αίσθησης ότι οι ανάγκες και η γνώμη των τοπικών κοινωνιών αγνοούνται. Σε κάποιες περιοχές, όπως στη Δαμάστα Ηρακλείου, έχουν πραγματοποιηθεί κινητοποιήσεις κατά της κατασκευής σταθμών μετατροπής, καθώς θεωρείται ότι αυτοί υποβαθμίζουν την ποιότητα ζωής των κατοίκων.

Σε οικονομικό επίπεδο, τίθεται το ζήτημα του υψηλού κόστους του έργου, το οποίο ξεπερνά το ένα δισεκατομμύριο ευρώ. Υπάρχουν ανησυχίες ότι το κόστος αυτό ενδέχεται να μετακυλιστεί στους καταναλωτές μέσω των λογαριασμών ρεύματος. Ταυτόχρονα, η Κρήτη ενδέχεται να χάσει την ενεργειακή της αυτονομία, εξαρτώμενη πλέον από το ηπειρωτικό σύστημα, γεγονός που δημιουργεί προβληματισμούς για το μέλλον της τοπικής ενεργειακής πολιτικής.Τέλος, η διασύνδεση δημιουργεί και τον κίνδυνο μονοκαλλιέργειας των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), ιδιαίτερα μέσω της ανεξέλεγκτης εγκατάστασης αιολικών πάρκων.

Αν δεν υπάρξει σωστός σχεδιασμός, ο φυσικός πλούτος και η τουριστική εικόνα της Κρήτης μπορεί να υποστούν σοβαρή αλλοίωση.Παρά τις αρνητικές συνέπειες, η διασύνδεση υπόσχεται και σημαντικά οικονομικά οφέλη. Συγκεκριμένα, αναμένεται να εξοικονομούνται 300 έως 400 εκατομμύρια ευρώ ετησίως από τη μείωση των Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας (ΥΚΩ), τις οποίες πληρώνουν όλοι οι καταναλωτές μέσω των λογαριασμών ρεύματος για την ηλεκτροδότηση των νησιών. Το ποσό αυτό προκύπτει από την κατάργηση των πανάκριβων πετρελαϊκών μονάδων και την αντικατάστασή τους με φθηνότερη και καθαρότερη ενέργεια μέσω του ηπειρωτικού δικτύου, κάτι που θα ελαφρύνει μακροπρόθεσμα το κόστος για τα ελληνικά νοικοκυριά.

Συνοψίζοντας, η ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης–Αττικής είναι ένα σημαντικό έργο με αναμφίβολα πλεονεκτήματα, αλλά συνοδεύεται και από σοβαρές αρνητικές συνέπειες. Η επίγνωση αυτών των επιπτώσεων είναι απαραίτητη, ώστε η πρόοδος να μη γίνει εις βάρος του περιβάλλοντος, της κοινωνίας και της ποιότητας ζωής των κατοίκων της Κρήτης.

Μιχάλης Χριστοδουλίδης Διπλ. Μηχανολόγος Μηχανικός ΑΠΘ Ενεργειακός Επιθεωρητής

Σχόλια

Ροή Ειδήσεων Δημοφιλή