ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Πώς το περιβάλλον υπερβάλλουσας ρευστότητας και χαμηλών επιτοκίων βοηθά τις ελληνικές τράπεζες

Πώς το περιβάλλον υπερβάλλουσας ρευστότητας και χαμηλών επιτοκίων βοηθά τις ελληνικές τράπεζες
INTIME

Καλά εξοπλισμένες μπαίνουν οι ελληνικές τράπεζες στο δεύτερο και κατά τα φαινόμενα τελευταίο γύρο εξυγίανσης και μετασχηματισμού τους, με στόχο την πλήρη επιστροφή στην κανονικότητα μέσα στην επόμενη διετία. 

Η αύξηση κεφαλαίου της Τράπεζας Πειραιώς κατά 1,40 δισ. ευρώ, η οποία ολοκληρώθηκε με σημαντική υπερκάλυψη τις προηγούμενες ημέρες, βάζει πλέον για τα καλά τον κλάδο στο club των επιχειρήσεων που βρίσκονται στα ραντάρ ποιοτικών θεσμικών χαρτοφυλακίων.

Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το περιβάλλον υπερβάλλουσας ρευστότητας και χαμηλών επιτοκίων, θα επιτρέψει στους συστημικούς ομίλους να αντλήσουν με λογικό κόστος από τις αγορές όσα κεφάλαια χρειαστούν για την εκτέλεση του σχεδιασμού τους. Επιπλέον, θα είναι σε θέση να ικανοποιήσουν όλες τις εποπτικές απαιτήσεις τα επόμενα χρόνια, χωρίς να πλήξουν τους μετόχους τους.

Με την ολοκλήρωση του πρώτου κύκλου τιτλοποιήσεων που έχει ουσιαστικά επιτευχθεί με τη χρήση του σχεδίου κρατικών εγγυήσεων «Ηρακλής» στη συντριπτική πλειονότητα των σχετικών συναλλαγών, τα εντός ισολογισμού μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα των 4 συστημικών ομίλων θα διαμορφωθούν στα επίπεδα των 35 δισ. ευρώ και ο δείκτης καθυστερήσεων λίγο πάνω από το 20%.

Το μενού των κινήσεων των μεγάλων τραπεζών έως το τέλος του 2022 περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τιτλοποιήσεις ύψους 30 δισ. ευρώ τουλάχιστον. Αν λοιπόν λάβουμε υπόψη την πρόβλεψη των τραπεζιτών ότι τα νέα κόκκινα δάνεια της πανδημίας θα κινηθούν στη ζώνη των 5 δισ. ευρώ, το σύνολο των επισφαλειών σε 15 περίπου μήνες από σήμερα θα υποχωρήσει πέριξ των 10 δισ. ευρώ.

Πάντως, σημειώνεται πως δεν είναι απίθανο το σενάριο τα νούμερα αυτά να πέσουν ακόμη πιο χαμηλά, εάν οι ανακτήσεις από τη διαχείριση των κόκκινων υπολοίπων διαμορφωθούν σε υψηλά επίπεδα. Εξάλλου, δεν αποκλείεται η βελτίωση των μακροοικονομικών προοπτικών της χώρας και η αναμενόμενη αύξηση της ζήτησης για ελληνικά περιουσιακά στοιχεία να βελτιώσει τα τιμήματα των τιτλοποιήσεων και να δημιουργηθεί χώρος για επιπλέον συναλλαγές απομείωσης των επισφαλειών.

Ολα συνηγορούν πως τα επόμενα χρόνια, εκτός μίας απρόβλεπτης νέας πίεσης στο ΑΕΠ της χώρας, η κερδοφορία των τραπεζών θα ενισχυθεί σε βιώσιμα επίπεδα. Ετσι, δεν αποκλείεται κάποιοι όμιλοι να είναι σε θέση να διανείμουν μέρισμα το 2023 για τα κέρδη της χρήσης του 2022. Ο στόχος για τη βελτίωση των αποτελεσμάτων θα επιτευχθεί μέσω των εξής:

  • Μετά την υποχώρηση των κόκκινων δανείων θα μειωθούν αντίστοιχα και οι προβλέψεις για τον πιστωτικό κίνδυνο, οδηγώντας εν τέλει σε ενίσχυση της προ φόρων κερδοφορίας.
  • Η επιστροφή της οικονομίας σε υψηλούς ρυθμούς ανάκαμψης θα αυξήσει τη ζήτηση για χρηματοδοτήσεις όλων των κατηγοριών, ενισχύοντας τα έσοδα από τόκους και προμήθειες.
  • Μεγάλη έμφαση δίνουν οι τράπεζες στον ψηφιακό τους μετασχηματισμό. Από τη μία πλευρά θα επιτρέψει την άνοδο των online πωλήσεων και από την άλλη την περαιτέρω συρρίκνωση του δαπανηρού δικτύου τους. Με τον τρόπο αυτό, θα απελευθερωθούν στελέχη που αντί να ασχολούνται με ταμειακές συναλλαγές ή με τη διάθεση απλών τραπεζικών προϊόντων, θα επικεντρωθούν στη συμβουλευτική για την αύξηση πωλήσεων προγραμμάτων με υψηλό περιθώριο κέρδους.