Ο «τυφώνας Ντόναλντ» διεμβολίζει την παγκόσμια οικονομία
Φέρνει ακραία ανασφάλεια, πληθωρισμό και ύφεση - Συμπιέζεται και η Ελλάδα
Ο «τυφώνας Ντόναλντ» σαρώνει την παγκόσμια οικονομία, προκαλώντας ισχυρές αναταράξεις στις αγορές και απώλειες 11 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με τους τελευταίους υπολογισμούς. Και οι απώλειες θα συνεχισθούν, πλήττοντας κυρίως τους «μικρούς» επενδυτές, ενώ ακόμη δεν έχει αρχίσει ο χορός των ανατιμήσεων. Γνωρίζουμε, πάντως, ότι σε αυτό το αλλοπρόσαλο πόκερ, κλιμακώνεται η σύγκρουση με την Κίνα στο πεδίο των μέτρων-αντιμέτρων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, το ενδεχόμενο αναβολής των δασμών για 90 ημέρες διαψεύδεται πανηγυρικά, και η ύφεση βρίσκεται προ των πυλών. Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα με τη σειρά:
Πρώτον: Ο κ. Τραμπ θεωρεί ότι ανακάλυψε τη «χρυσή συνταγή» με την οποία θα υποχρεώσει τους αμερικανικούς πολυεθνικούς ομίλους, να επανέλθουν στα πάτρια εδάφη και δι΄αυτού του τρόπου θα ενισχυθεί η εγχώρια παραγωγή, θα αυξηθούν οι θέσεις εργασίας και βεβαίως θα προαχθεί το αμερικανικό ΑΕΠ.
Δεύτερον: Πρόκειται για απολύτως πρωτόγονη οικονομική αντίληψη, υπό την έννοια ότι το κόστος του «επαναπατρισμού» υπερβαίνει κατά πολύ την επιβάρυνση της φορολογίας που έχει επιβληθεί στις χώρες εκείνες (ασιατικές κυρίως), που ως πρόσφατα εθεωρούντο επενδυτικός «παράδεισος». Το πιθανότερο, λοιπόν, είναι ότι οι αμερικανικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό, θα στραφούν σε άλλους προσανατολισμούς συναξιολογώντας το δίπολο δασμοί - χαμηλό κόστος παραγωγής, ενώ ταυτόχρονα θα αναζητήσουν και άλλες αγορές.
Τρίτον: Τι μένει λοιπόν; Τα έσοδα από τους δασμούς, που φαίνεται ότι θα είναι αισθητά μικρότερα των μπακαλίστικων υπολογισμών, και πάντως λιγότερα από το κόστος των φοροελαφρύνσεων, για τις οποίες έχει δεσμευθεί ο νέος Αμερικανός πρόεδρος. Κατά συνέπεια, και οι δημοσιονομικοί περιορισμοί, θεωρείται αμφίβολο ότι θα αποδώσουν, γεγονός που σημαίνει ότι και το τρέχον έλλειμμα δεν θα «σουλουπωθεί», ούτε φυσικά το χρέος θα υποχωρήσει από τα σημερινά δυσθεώρητα επίπεδα.
Τέταρτο: Δεν λέω ότι θα ζήσουμε εφιαλτικά γεγονότα του παρελθόντος, ότι δηλαδή θα βρεθούμε σε συνθήκες κραχ του 1929 ή στο διεθνή συναγερμό του 2008 όταν κατέρρρευσε η Lehman Brothers, σηματοδοτώντας την πρώτη σκληρή κρίση του 21ου αιώνα. Λέω, όμως, ότι παρακολουθούμε τη βίαιη αλλαγή των όρων του Ελεύθερου Εμπορίου, μετά από 80 συναπτά χρόνια. Δηλαδή, την κατάλυση ενός status, του οποίου -κατά μία ειρωνεία της τύχης- ο βασικός εγγυητής ήταν οι ΗΠΑ. Και ο ανορθολογισμός αυτού του σχεδίου, αποδεικνύεται και από το εξής: Αμερικανικά νοικοκυριά και μη κερδοσκοπικοί φορείς είχαν επενδύσει στο χρηματιστήριο περίπου 38 τρισεκατομμύρια δολάρια, ποσό σχεδόν διπλάσιο από το πραγματικό τους εισόδημα, και οι επενδύσεις τους εξαερώνονται συστηματικά, μέρα μπαίνει, μέρα βγαίνει. Αυτό κι αν συνιστά σημαντικό παράγοντα αποσταθεροποίησης. Άλλωστε βλέπουμε ήδη να εκδηλώνεται στο εσωτερικό των ΗΠΑ, έντονη κοινωνική αντίδραση για το σχέδιο Τραμπ.
Πέμπτον: Η μπίλια δεν έκατσε ακόμη. Πολλά θα εξαρτηθούν από την τελική έκβαση των αποφάσεων της Ουάσινγκτον, από τη διάρκεια των μέτρων που θα επιβληθούν, και από τις μεμονωμένες ή συλλογικές αντιδράσεις των χωρών οι οποίες πλήττονται. Η ζημιά, ωστόσο, θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη και οι κίνδυνοι εξακολουθούν να ελλοχεύουν.
Ας έρθουμε, τώρα, στη δική μας γειτονιά. Η Ευρωπαϊκή Ένωση παρότι βρίσκεται με το όπλο των αντιμέτρων παρά πόδα, επιλέγει σε πρώτη φάση να δοκιμάσει τα όρια της διαβούλευσης. Εξ ου και η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, πρότεινε μηδενικούς δασμούς για αυτοκίνητα και άλλα βιομηχανικά αγαθά, επικαλούμενη επιτυχείς εμπορικές συμφωνίες του παραλθόντος. Είδωμεν. Γιατί αν δεν υπάρξει συνεννόηση, ο επαπειλούμενος παγκόσμιος πόλεμος θα επιβαρύνει σημαντικά την οικονομική ανάπτυξη της Ευρώπης, παρασύροντας ταυτόχρονα και τον πληθωρισμό σε υψιπετείς σφαίρες. Και αυτά ενώ η προοπτική της ανάπτυξης εκινείτο σε μέτρια επίπεδαα, την ώρα που η ευρωζώνη αγκομαχούσε να πιάσει το μεσοπρόθεσμο στόχο της ΕΚΤ για πληθωρισμό στο επίπεδο του 2%. Όλα άλλα, δηλαδή, την ώρα μάλιστα που η «αφετηρία» έπασχε από δυναμισμό.
Τα πράγματα είναι απλά. Όταν επιβραδύνονται οι ευρωπαϊκοί αναπτυξιακοί ρυθμοί, οι επιπτώσεις είναι δεδομένες και για την εκλογική συγκυρία. Δεν είμαι σίγουρη ότι υπάρχει ολοκληρωμένο Plan B, αλλά ο πρωθυπουργός «φωτογράφισε» ήδη την προσπάθεια μέσω lobbying, να εξαιρεθούν από τους δασμούς ελληνικά προϊόντα ΠΟΠ, όπως οι ελιές και η φέτα, αν και εκτιμάται ότι τα προϊόντα αυτά έχουν εγκατασταθεί γερά στις διατροφικές συνήθειες μερίδας των αμερικανών καταναλωτών, που δύσκολα θα τα εγκαταλείψει. Και παράλληλα, είπε ότι «η ελληνική οικονομία πρέπει να κυνηγήσει την είσοδο ελληνικών προϊόντων σε άλλες αγορές, όπως είναι η Ινδία». Μακάρι, απλώς δεν γίνεται από τη μία μέρα στην άλλη.
Για την ώρα, λοιπόν, οι δασμοί αντιστοιχούνται σε απώλειες 15 δισ. ευρώ στο εγχώρια χρηματιστήριο, που σημαίνει ουσιαστικά ότι μηδενίζονται τα φετινά κέρδη στη ελληνική χρηματιστηριακή αγορά. Είναι προφανές ότι μέσα σε συνθήκες πρωτοφανούς οικονομικής αβεβαιότητας, δεν μπορούν να εξαχθούν συμπεράσματα, αλλά ήδη το πακέτο των φοροελαφρύνσεων που σκόπευε να ανακοινώσει το φθινόπωρο στη ΔΕΘ ο Κυριάκος Μητσοτάκης, γίνεται πιο light καθώς φαίνεται ότι εγκαταλείπονται τα σχέδια για παρεμβάσεις στη φορολογία εισοδήματος από ενοίκια, καθώς και στον ΕΝΦΙΑ, ενώ διασώζονται οι μειώσεις στα μεσαία φορολογικά κλιμάκια (20-30 χιλιάδες ευρώ).
Συμπέρασμα: «Ήταν στραβό το κλίμα, το έφαγε κι ο γάϊδαρος».
Ο σχολιασμός είναι απενεργοποιημένος