ΥΓΕΙΑ

COVID-19: Νόσος ή σύνδρομο; Επιπλοκές της νόσησης - Μεταλοιμώδες σύνδρομο

Σπύρος Παπαϊωάννου

Ενώ περισσότερο από ένα έτος η επιστημονική κοινότητα βρίσκεται σε «πόλεμο» με τον κορονοιό COVID-19, κανείς δε μπορεί να εμφανιστεί σίγουρος για την πορεία της νόσου σε κάθε ασθενή.

Γράφει ο Σπύρος Παπαϊωάννου, Επεμβατικός Καρδιολόγος, Διευθυντής Β' Καρδιολογικής Κλινικής Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών

Πληθώρα διαφορετικών συμπτωμάτων και πολυσυστηματικών επιπλοκών έχουν συνδεθεί με την λοίμωξη από τον κορονοιό και η διαδρομή της μπορεί να κυμαίνεται από ασυμπτωματική νόσηση ως βαριά πολυσυστηματική ανεπάρκεια. Ο τροπισμός του ιού σε συστήματα πλην του αναπνευστικού έχει ωθήσει πολλούς στο να χαρακτηρίζουν τη νόσο ως σύνδρομο και η αμυντική προσπάθεια του οργανισμού κάποιες φορές καταλήγει να βλάπτει τον εαυτό του με υπέρμετρη αντίδραση.

Αναφορικά με το αναπνευστικό σύστημα οι επιπλοκές είναι λίγο πολύ γνωστές. Διάμεση πνευμονία που εξελίσσεται σε σύνδρομο οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας με μόνη θεραπευτική οδό τον μηχανικό αερισμό είναι μεν σπάνια, αλλά πολύ συχνότερη από γνώριμους εποχικούς ιούς όπως της γρίπης. Η έκταση της πνευμονίας είναι σημαντικό προγνωστικό σημείο, όπως και η αναγκαιότητα σε χορήγηση υψηλών ροών οξυγόνου. Εμμένων βήχας, δύσπνοια και πόνος στο στήθος περιγράφονται ως μακροχρόνια (>4 εβδομάδων μετά τη λοίμωξη) συμπτώματα.

Μελέτες έχουν δείξει ότι 8 με 22% των λοιμώξεων COVID-19 εμφανίζουν μυοκαρδιακή βλάβη. Άμεση επίδραση του ιού στην καρδιά οδηγεί σε μυοκαρδίτιδα δηλαδή φλεγμονή του καρδιακού μυός. Η μυοκαρδίτιδα απαιτεί εξειδικευμένη θεραπευτική κατεύθυνση και νοσηλεία σε καρδιολογική κλινική καθώς μπορεί να επιπλεχτεί με αρρυθμίες ή κεραυνοβόλο καρδιακή ανεπάρκεια. Διαταραχές όμως του καρδιακού ρυθμού έχουν παρατηρηθεί και σε περιπτώσεις με λοίμωξη από τον νέο κορονοιό, αλλά χωρίς μυοκαρδίτιδα πιθανότατα μέσω επίδρασης του ιού στο ερεθισματαγωγό σύστημα της καρδίας και το αυτόνομο νευρικό σύστημα. Αντίστοιχα, σε περιπτώσεις περικαρδίτιδας από COVID-19 φλεγμαίνει ο περικαρδιακός σάκος.

Από τις αρχές της πανδημίας η αγευσία και ανοσμία που συχνά εμμένει για μήνες θεωρήθηκαν χαρακτηριστικά συμπτώματα της λοίμωξης με τον SARS-CoV2. Τα συμπτώματα αποδόθηκαν στη δράση του ιού στο περιφερικό νευρικό σύστημα και πυροδότησαν έρευνα σχετικά με τον νευροτροπισμό του ιού. Πράγματι κεφαλαλγία, ζάλη, αταξία, νευροπαθητικός πόνος, διαταραχές όρασης και μνήμης έχουν περιγραφεί κατά τη λοίμωξη. Τονίζεται, δε, ότι η αγχώδης και καταθλιπτική διαταραχή επιπλέκει COVID-19 λοιμώξεις. Δεν έχει αποσαφηνιστεί σε κάθε περίπτωση αν ο φόβος της λοίμωξης και της πορείας της ή η ίδια η λοίμωξη ευθύνονται για τις περιπτώσεις αυτές. Ο επιπολασμός της κατάθλιψης παγκοσμίως υπολογίζεται ως και 7 φορές πιο αυξημένος κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Εκτός από τις διαταραχές διάθεσης, εγκεφαλικά έμφρακτα, ανοϊκή συνδρομή επιβεβαιώνουν τη σύνδεση της νόσησης με νευρολογικές επιπλοκές.

Στα θεραπευτικά πρωτόκολλα μέτριας και κυρίως σοβαρής λοίμωξης περιλαμβάνεται η αντιπηκτική αγωγή με ηπαρίνη χαμηλού μοριακού βάρους. Η προσθήκη αυτή ξεκίνησε μετά την παρατήρηση θρομβώσεων με τη μορφή κυρίως φλεβικής αλλά και αρτηριακής εμβολής σε ασθενείς με COVID-19. Το αυξημένο θρομβωτικό φορτίο δημιουργεί μια υπερπηκτική κατάσταση στον οργανισμό και μπορεί να παρουσιαστεί συχνότερα ως φλεβοθρόμβωση κάτω άκρων – πολλές φορές επιπλεγμένη με πνευμονική εμβολή - αλλά και με αρτηριακές και φλεβικές θρομβώσεις στην καρδιά, εγκέφαλο και άλλα όργανα. Η κατάσταση αυτή αποδίδεται ως επί το πλείστον στην ενεργοποίηση του καταρράκτη της πήξης από την προσπάθεια του οργανισμού να καταπολεμήσει τον ιό και αφορά στο 10-25% των νοσηλευομένων με COVID-19.

Η πιο δραματική επιπλοκή του ιού είναι η σηπτική καταπληξία. Καθώς εξελίσσεται αν δεν υποστραφεί με τις θεραπευτικές πράξεις οδηγεί σε πολυοργανκή ανεπάρκεια και θάνατο. Υπολογίζεται ότι 5% των ασθενών με COVID-19 και 20% των νοσηλευομένων θα χρειαστούν νοσηλεία σε μονάδα εντατικής θεραπείας. Η θνητότητα σε αυτές τις περιπτώσεις αγγίζει το 40%. Αξίζει να σημειωθεί ότι η εκστρατεία του εμβολιασμού έχει οδηγήσει πλέον η συντριπτική πλειοψηφία των ασθενών στις μονάδες εντατικής θεραπείας να είναι ανεμβολίαστοι ή ατελώς εμβολιασμένοι, καθώς ο πλήρης εμβολιασμός εκτός από την ανοσία προσφέρει πολύ υψηλή προστασία από τη σοβαρή νόσο που φθάνει το 95-100%.

Long-COVID ή αλλιώς μεταλοιμώδες COVID σύνδρομο ή χρόνιο COVID σύνδρομο χαρακτηρίζεται η κατάσταση με μακροχρόνια συμπτωματολογία και σημειολογία που εμμένει μετά την λοίμωξη με COVID-19 και αφού έχει καταπολεμήσει ο οργανισμός τον ιό. Το σύνδρομο μπορεί να επηρεάσει όλα σχεδόν τα συστήματα του οργανισμού και οι συχνότερες εκδηλώσεις είναι κόπωση, αδυναμία, κεφαλαλγία, βήχας, πυρετός, ανοσμία, αγευσία, γνωσιακή έκπτωση, μυαλγίες, διάρροια, έμετος, κοιλιακός πόνος. Περίπου 10% των ανθρώπων που διαγνώσθηκαν θετικοί στον SARS-CoV2 βίωσαν κάποιο από αυτά τα συμπτώματα για περισσότερο από 12 εβδομάδες. Η αιτία του συνδρόμου περιλαμβάνει τις βλάβες του ιού στα όργανα, τη μακρά νοσηλεία σε νοσοκομείο, την παρουσία συνεχιζόμενης φλεγμονής στον οργανισμό σε ένα ή περισσότερα συστήματα και η ψυχική καταπόνηση λόγω της λοίμωξης.

Σκοπός του παρόντος άρθρου είναι να παρουσιάσει την αναγκαιότητα της εγρήγορσης και του εμβολιασμού μέσω της χαρτογράφησης των σκοτεινών πεδίων της νόσου COVID-19. Το εμβόλιο είναι το μεγάλο όπλο στον περιορισμό της διασποράς και αποδυνάμωσης του ιού. Είναι βέβαιο ότι δεν έχουμε αποκρυπτογραφήσει όλη την παθοφυσιολογία της νόσου και νέα δεδομένα προκύπτουν συνεχώς προσθέτοντας στη θεραπευτική μας φαρέτρα νέα όπλα.

Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Newsbomb.gr.