ΥΓΕΙΑ

Παγκόσμια Ημέρα Θαλασσαιμίας: Τα εργαλεία της Γενετικής για τον έγκαιρο εντοπισμό της ασθένειας

Παγκόσμια Ημέρα Θαλασσαιμίας: Τα εργαλεία της Γενετικής για τον έγκαιρο εντοπισμό της ασθένειας

Η Θαλασσαιμία, επίσης γνωστή ως μεσογειακή αναιμία ή νόσος του Cooley, χαρακτηρίζεται από τη μειωμένη παραγωγή αιμοσφαιρινών που είναι υπεύθυνες για τη μεταφορά οξυγόνου από τους πνεύμονες στους ιστούς και την παρουσία αναιμίας.

Η Παγκόσμια Ημέρα Θαλασσαιμίας (Μεσογειακής Αναιμίας) τιμάται στις 8 Μαΐου κάθε έτους, συμβάλλοντας στην ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση του παγκόσμιου πληθυσμού αναφορικά με την ασθένεια. Με κεντρικό θέμα το «Ενισχύουμε την εκπαίδευση για τη γεφύρωση του χάσματος στη φροντίδα της θαλασσαιμίας», η φετινή Παγκόσμια Ημέρα για την Θαλασσαιμία έρχεται να υπογραμμίσει τη σημασία της σωστής εκπαίδευσης όλων των εμπλεκόμενων φορέων με στόχο την εξάλειψη των εμποδίων που στερούν από πολλούς ασθενείς παγκοσμίως την πρόσβαση στην απαραίτητη ιατροφαρμακευτική φροντίδα.

Η Θαλασσαιμία, επίσης γνωστή ως μεσογειακή αναιμία ή νόσος του Cooley, χαρακτηρίζεται από τη μειωμένη παραγωγή αιμοσφαιρινών που είναι υπεύθυνες για τη μεταφορά οξυγόνου από τους πνεύμονες στους ιστούς και την παρουσία αναιμίας. Οι πάσχοντες που δεν λαμβάνουν θεραπεία χαρακτηρίζονται από βαριά αναιμία, ίκτερο, κόπωση και αναπνευστική δυσκολία. Τα συμπτώματα εκδηλώνονται συνήθως μετά τον πρώτο χρόνο ζωής του παιδιού και περιλαμβάνουν αναπτυξιακές δυσκολίες, δυσμορφίες των οστών (ανωμαλίες των προσωπικών οστών, αυξημένη συχνότητα καταγμάτων), σπληνομεγαλία, ηπατομεγαλία και μεγαλοκαρδία.

Δεδομένου ότι μέχρι σήμερα δεν υπάρχει ριζική θεραπεία της νόσου, η πρόληψη συνιστά το πιο ισχυρό «όπλο» μας απέναντι στην ασθένεια. Καθώς υπολογίζεται ότι το 8% περίπου του ελληνικού πληθυσμού είναι φορείς κάποιου τύπου μεσογειακής αναιμίας ή άλλων αιμοσφαιρινοπαθειών, ο εντοπισμός των φορέων στο πλαίσιο του οικογενειακού προγραμματισμού καθίσταται εξαιρετικά σημαντικός. Αξίζει να σημειωθεί ότι αν και ο προληπτικός έλεγχος των μεσογειακών συνδρόμων, καθώς και ο προγεννητικός ή προεμφυτευτικός γενετικός έλεγχος, είναι πλέον ιδιαίτερα διαδεδομένοι, ένας μικρός αριθμός παιδιών με μεσογειακά σύνδρομα εξακολουθεί να γεννιέται κάθε χρόνο στην Ελλάδα. Συναντήσαμε τον Δρ. Λέανδρο Λάζαρο, συνεργάτη του Genesis Genoma Lab και συζητήσαμε για όλες τις δυνατότητες που μας προσφέρει η σύγχρονη Γενετική για την έγκαιρη διάγνωση της θαλασσαιμίας.

Τι είναι η θαλασσαιμία και ποιος ο ρόλος της κληρονομικότητας στην εμφάνιση της νόσου;

Η κύρια αιμοσφαιρίνη του ανθρώπου είναι η HbA, η οποία αποτελείται από ένα ζεύγος α πρωτεϊνικών αλυσίδων (α-σφαιρίνες) και ένα ζεύγος β πρωτεϊνικών αλυσίδων (β-σφαιρίνες). Παρατηρείται επίσης η αιμοσφαιρίνη HbΑ2, σε ποσοστό περίπου 2% της ολικής αιμοσφαιρίνης, η οποία αποτελείται από ένα ζεύγος α-σφαιρινών και ένα ζεύγος δ-σφαιρινών. Η μεσογειακή αναιμία είναι η γενετικά καθοριζόµενη έλλειψη ή απουσία σύνθεσης µίας από τις προαναφερθείσες αλυσίδες της αιµοσφαιρίνης. Διακρίνεται σε α-μεσογειακή αναιμία όταν επηρεάζεται η σύνθεση των α αλυσίδων, σε β-μεσογειακή αναιμία όταν επηρεάζεται η σύνθεση των β αλυσίδων και σε δβ όταν επηρεάζεται η σύνθεση των δ και β αλυσίδων. H νόσος κληρονομείται με αυτοσωματική υπολειπόμενη κληρονομικότητα, γεγονός που σημαίνει ότι όταν και οι δύο γονείς είναι φορείς μεσογειακής αναιμίας υπάρχει πιθανότητα 25% απόκτησης πάσχοντος τέκνου.

Πώς γίνεται η διάγνωση της μεσογειακής αναιμίας;

Η διάγνωση της μεσογειακής αναιμίας μπορεί να επιτευχθεί με ένα πλήρη αιματολογικό έλεγχο σε κάποιο ειδικευμένο εργαστήριο. Τα επίπεδα της αιμοσφαιρινών HbA και HbA2, η παρουσία κάποιων παθολογικών αιμοσφαιρινών, ο αιματοκρίτης, καθώς και η μορφολογία, η συγκέντρωση και ο μέσος κυτταρικός όγκος των ερυθρών αιμοσφαιρίων είναι οι βασικές παράμετροι που λαμβάνονται υπόψη για τη διάγνωση των αιμοσφαιρινοπαθειών. Όταν στα μέλη ενός ζευγαριού διαγνωστεί πιθανή αιμοσφαιρινοπάθεια, θα πρέπει να προχωρήσουν άμεσα στον αντίστοιχο μοριακό έλεγχο ώστε να ανιχνευθεί η γενετική αιτία.

Ποια είναι τα «εργαλεία» που μας προσφέρει η επιστήμη της Γενετικής για την πρόληψη της θαλασσαιμίας;

Ο έλεγχος φορείας είναι πλέον συνήθης πρακτική για όλα τα ζευγάρια που είναι σε διαδικασία τεκνοποίησης και γίνεται με μια απλή αιματολογική εξέταση που περιλαμβάνει ηλεκτροφόρηση αιμοσφαιρίνης και γενική αίματος. Εάν τα αποτελέσματα είναι ενδεικτικά φορείας μεσογειακής αναιμίας, τότε συνιστάται να γίνει πλήρης έλεγχος (αιματολογικός και μοριακός) και στο άλλο μέλος του ζεύγους. Στα ζευγάρια φορέων δίνεται η δυνατότητα διενέργειας προγεννητικού ή προεμφυτευτικού γενετικού ελέγχου για να αποφευχθεί η απόκτηση πασχόντων απογόνων.

Για την επίτευξη προγεννητικού ελέγχου είναι απαραίτητη είτε η λήψη χοριακών λαχνών στο τέλος του πρώτου τριμήνου της κύησης, είτε η λήψη αμνιακού υγρού στην αρχή του δευτέρου τριμήνου της κύησης, είτε η λήψη εμβρυϊκού αίματος από τον ομφάλιο λώρο σε πιο προχωρημένες κυήσεις, για να διαπιστωθεί εάν το έμβρυο πάσχει ή όχι. Εκτός από τον προγεννητικό έλεγχο, υπάρχει και η δυνατότητα διενέργειας προεμφυτευτικού γενετικού ελέγχου για τα ζευγάρια που δεν επιθυμούν την πιθανή διακοπή κύησης λόγω πάσχοντος εμβρύου. Ο συγκεκριμένος έλεγχος, ο οποίος πραγματοποιείται σε συνδυασμό με τεχνικές ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, δίνει τη δυνατότητα ελέγχου των εμβρύων πριν μεταφερθούν στη μήτρα της γυναίκας. Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται η μεταφορά μόνο υγιών εμβρύων για το συγκεκριμένο γενετικό νόσημα, ελαχιστοποιώντας το ενδεχόμενο διακοπής της κύησης.

Πρόσφατα, μια νέα γονιδιακή θεραπεία που υπόσχεται το τέλος των μεταγγίσεων για τους ασθενείς με μεσογειακή αναιμία χαιρετίστηκε με ενθουσιασμό από επιστήμονες και ασθενείς. Μπορείτε να μας εξηγήσετε πώς λειτουργεί αυτή η θεραπεία και αν όλοι οι ασθενείς είναι επιλέξιμοι για αυτή τη μορφή θεραπείας.

Η εφαρμογή γονιδιακής θεραπείας στους πάσχοντες από β-μεσογειακή αναιμία στοχεύει στην παραγωγή φυσιολογικής β-σφαιρίνης μέσω γονιδιακής επιδιόρθωσης ή γονιδιακής αντικατάστασης. Έχουν αναπτυχθεί διάφορα πρωτόκολλα γονιδιακής θεραπείας παγκοσμίως, τα οποία βρίσκονται σε φάση κλινικών μελετών. Πρόσφατα ο Αμερικανικός FDA έδωσε αδειοδότηση για την εφαρμογή της γονιδιακής θεραπείας σε ενήλικους και παιδιατρικούς ασθενείς που χρειάζονται συνεχείς μεταγγίσεις ερυθρών αιμοσφαιρίων. Η συγκεκριμένη θεραπεία, η οποία χορηγείται ως μία δόση, βασίζεται στη χρήση κυττάρων του ίδιου του ασθενούς (βλαστικά κύτταρα μυελού των οστών), τα οποία είναι γενετικά τροποποιημένα για να παράγουν λειτουργική β-σφαιρίνη (βασικό συστατικό αιμοσφαιρίνης). Η θεραπεία συνοδεύεται συχνά από ανεπιθύμητες ενέργειες, όπως μειωμένα επίπεδα αιμοπεταλίων και άλλων αιμοσφαιρίων, εμπύρετη ουδετεροπενία, έμετο, πυρετό, αλωπεκία, ρινορραγία, κοιλιακό και μυοσκελετικό άλγος, εξανθήματα και κνησμό. Ελπίζουμε ότι στο άμεσο μέλλον θα βελτιστοποιηθούν τα αντίστοιχα πρωτόκολλα γονιδιακής θεραπείας, κάνοντας εφικτή την κλινική τους εφαρμογή σε παγκόσμιο επίπεδο.

Λίγα λόγια τον Λέανδρο Λάζαρο

Έλαβε πτυχίο Βιολογίας από τη Σχολή Θετικών Επιστημών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (2002) και Διδακτορική Διατριβή στην Ιατρική Γενετική από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (2006), ενώ στη συνέχεια πραγματοποίησε δεκαετή μεταδιδακτορική έρευνα στο Εργαστήριο Ιατρικής Γενετικής και Ανθρώπινης Αναπαραγωγής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (2006-2015).

Έχει ειδικευθεί στην Προγεννητική και Προεμφυτευτική Γενετική Διάγνωση, στην Κλινική Εμβρυολογία, στην Ηλεκτρονική Μικροσκοπία, στην Κυτταρομετρία ροής, καθώς και σε όλες τις σύγχρονες μεθόδους Μοριακής Γενετικής. Διετέλεσε Επιστημονικός συνεργάτης της Μονάδας Ιατρικής Γενετικής και Υποβοηθούμενης Αναπαραγωγής της Μαιευτικής και Γυναικολογικής Κλινικής του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ιωαννίνων από το 2003 μέχρι το 2015, όπου ασχολήθηκε με τη Γενετική Διάγνωση, τον Προγεννητικό Έλεγχο Γενετικών Νοσημάτων και την Ιατρικώς Υποβοηθούμενη Αναπαραγωγή. Διετέλεσε επίσης διδάσκων Μοριακής Βιολογίας και Μικροβιολογίας στο Τμήμα Βιολογικών Εφαρμογών και Τεχνολογιών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.