Ναι, je regrette
Η πολιτική αστάθεια έρχεται σε μια στιγμή που η οικονομία της Γαλλίας μοιάζει εύθραυστη
Η Γαλλία βρίσκεται σε καθεστώς πολιτικού και οικονομικού σοκ μετά την ήττα του πρωθυπουργού Φρανσουά Μπαϊρού στην ψήφο εμπιστοσύνης της Εθνοσυνέλευσης. Η εξέλιξη αυτή σηματοδοτεί την παραίτηση ολόκληρης της κυβέρνησης, ενώ ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν καλείται να επιλέξει τη δύσκολη πορεία που θα ακολουθήσει: νέο πρωθυπουργό από τον δικό του χώρο, συγκατοίκηση με την αριστερά ή διάλυση της Βουλής και πρόωρες εκλογές. Μέχρι τότε, η κυβέρνηση Μπαϊρού θα συνεχίσει μόνο με εκτελεστικές αρμοδιότητες για τα απολύτως απαραίτητα.
Η πολιτική αστάθεια έρχεται σε μια στιγμή που η οικονομία της Γαλλίας μοιάζει εύθραυστη. Με δημόσιο χρέος 3,3 τρισ. ευρώ, που αντιστοιχεί στο 114% του ΑΕΠ, η χώρα κατατάσσεται πλέον στην τρίτη θέση της ΕΕ μετά την Ελλάδα και την Ιταλία. Οι δαπάνες για συντάξεις, κοινωνικές παροχές και υγεία απορροφούν πάνω από το 55% του ΑΕΠ, ενώ κάθε προσπάθεια μεταρρύθμισης συναντά ισχυρές κοινωνικές αντιστάσεις. Η πανδημία, η ενεργειακή κρίση και οι κρατικές επιδοτήσεις της τελευταίας δεκαετίας εκτόξευσαν περαιτέρω το χρέος.
Οι αγορές έχουν ήδη δώσει το σήμα τους. Οι αποδόσεις των γαλλικών ομολόγων ξεπέρασαν αυτές της Ελλάδας και της Ισπανίας και κινούνται στα επίπεδα της Ιταλίας, γεγονός πρωτοφανές για τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης. Το spread των 10ετών γαλλικών τίτλων έναντι των γερμανικών εκτοξεύτηκε από τις 45 μονάδες βάσης στις αρχές του 2024, στις 80–85 μονάδες μετά την κατάρρευση της κυβέρνησης Μπαρνιέ και παραμένει αυξημένο ενόψει της αποτυχίας Μπαϊρού. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η Γαλλία πληρώνει όλο και μεγαλύτερο «καπέλο» για να δανειστεί, καθώς οι επενδυτές αμφιβάλλουν για τη σταθερότητα και την ικανότητά της να μειώσει το έλλειμμα.
Οι πολιτικές προοπτικές είναι ζοφερές. Ο επόμενος πρωθυπουργός θα πρέπει να καταθέσει μέχρι τον Οκτώβριο νέο προϋπολογισμό για το 2026. Ωστόσο, το σχέδιο περικοπών 44 δισ. ευρώ που είχε προτείνει ο Μπαϊρού θεωρείται ήδη νεκρό. Εναλλακτικά, ακούγεται η πρόταση για αύξηση φόρων στους υπερπλούσιους ύψους 15 δισ. ευρώ, κάτι που όμως προκαλεί ανησυχία στις αγορές για ενδεχόμενη περαιτέρω ασφυξία στην ανάπτυξη. Η χώρα έχει παγιδευτεί σε αργή ανάπτυξη, υψηλό χρέος και πολιτική παράλυση – ένας συνδυασμός που θυμίζει τα «παιδιά-πρόβλημα» της Νότιας Ευρώπης.
Οι συνέπειες δεν περιορίζονται στη Γαλλία. Η αστάθεια πλήττει τη γαλλο-γερμανική συνεργασία, τον παραδοσιακό κινητήρα της ΕΕ, και υπονομεύει την αξιοπιστία της ευρωζώνης. Για την Ελλάδα, οι άμεσες επιπτώσεις είναι περιορισμένες, καθώς έχει ανακτήσει επενδυτική βαθμίδα και δείχνει σχετική σταθερότητα. Ωστόσο, σε περίπτωση που οι αγορές τιμωρήσουν συνολικά το ευρώ, θα αυξηθεί το κόστος δανεισμού και για άλλες χώρες.
Η Γαλλία βρίσκεται λοιπόν μπροστά σε ένα σταυροδρόμι: θα επιλέξει μια συμβιβαστική κυβέρνηση ικανή να κερδίσει εμπιστοσύνη και να προχωρήσει σε δύσκολες αποφάσεις ή θα παραμείνει σε φαύλο κύκλο αδιεξόδων, με αυξανόμενο κίνδυνο να γίνει το «νέο πρόβλημα» της Ευρώπης;