Ψυχικό - Δολοφονία Παναγιώτη Στάθη: «Ένα θέλημα έκανα» υποστήριξε ο φερόμενος ως συνεργός
H απροσδόκητη συμπληρωματική δήλωσε που έκανε ο κατηγορούμενος που θεωρείται και εκτελεστής του τοπογράφου
Η υπόθεση της δολοφονίας του 54χρονου τοπογράφου Παναγιώτη Στάθη στο Ψυχικό το καλοκαίρι του 2024, οδεύει σε μια κρίσιμη καμπή. Τη Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου, η εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου θα παρουσιάσει την πρότασή της για το εάν οι δύο κατηγορούμενοι θα πρέπει να καταδικαστούν ή να απαλλαγούν από τις κατηγορίες που τους βαραίνουν.
Στη σημερινή συνεδρίαση, ο κατηγορούμενος που θεωρείται ο εκτελεστής προχώρησε σε μια απροσδόκητη συμπληρωματική δήλωση, παρότι είχε ήδη ολοκληρώσει την απολογία του. Δήλωσε πως θέλει να μιλήσει για «τον κόσμο της νύχτας» τον οποίο, όπως είπε, γνώρισε κατά την κράτησή του. «Δεν έχω καμία σχέση με αυτή την κοινωνία. Η νοοτροπία τους δεν διαφέρει από εκείνη ενός παιδεραστή. Είναι μια βρώμικη πραγματικότητα· μπορεί να μην πειράζουν παιδιά, αλλά σκοτώνουν ο ένας τον άλλον για ένα μαγαζί… αδελφός τον αδελφό. Συμβαίνουν τρομερά πράγματα», υποστήριξε με έμφαση, επιχειρώντας να αποστασιοποιηθεί από οποιαδήποτε σύνδεση με κυκλώματα μπράβων.
Ο κατηγορούμενος αναφέρθηκε και στο κινητό του τηλέφωνο, ισχυριζόμενος ότι περιείχε υλικό το οποίο δεν έχει παρουσιαστεί στη δικογραφία. «Υπήρχαν βίντεο από το Μιλάνο και από ένα γάμο στην Κρήτη, όπου έριξα μπαλωθιές με το αριστερό μου χέρι. Πού είναι αυτά τα βίντεο; Δεν σας τα έχουν φέρει», είπε, δείχνοντας αγανάκτηση για την απουσία τους από τα ανακριτικά στοιχεία. Η πρόεδρος του δικαστηρίου αντέδρασε άμεσα, απαντώντας με εμφανή ειρωνεία: «Τι να δούμε, κύριε; Τις βόλτες σας στο Μιλάνο;», απορρίπτοντας έτσι την προσπάθεια του κατηγορουμένου να χρησιμοποιήσει τα βίντεο ως έμμεση αποδεικτική “στήριξη”.
Ακολούθησε η απολογία του δεύτερου κατηγορουμένου, ο οποίος κατηγορείται ότι απέκτησε—με δύο πλαστά ΑΦΜ—το σκούτερ και το αυτοκίνητο που φέρονται να χρησιμοποιήθηκαν στη δολοφονία και να παραδόθηκαν στον εκτελεστή. Ο ίδιος αρνήθηκε κάθε συμμετοχή στη δολοφονία και προσπάθησε να παρουσιάσει τις πράξεις του ως απλές εξυπηρετήσεις προς έναν άνθρωπο που, όπως είπε, γνώρισε αρχικά στη φυλακή. «Με τον συγκατηγορούμενό μου είχαμε και επαγγελματική συνεργασία. Τον είχα βοηθήσει πολλές φορές, πήγαινα πράγματα στο γραφείο του, όπως φίλτρα για οχήματα. Ήμασταν φίλοι, μου είχε εμπιστοσύνη. Στο σπίτι του δεν έχω πάει ποτέ», ανέφερε.
Σε ό,τι αφορά το αυτοκίνητο που συνδέεται με τη δολοφονία, ισχυρίστηκε ότι χρησιμοποίησε ένα ΑΦΜ που του παραδόθηκε από λογιστή γνωστό του συγκατηγορούμενού του, χωρίς να προβληματιστεί: «Δεν έδωσα σημασία. Ένα θέλημα έκανα και δεν πληρώθηκα. Δεν έχω καμία σχέση με σκούτερ. Αγόρασα το αυτοκίνητο για τον Παυλίδη και το μετέφερα σε σημείο στο Γαλάτσι. Το πήρα στο όνομά μου, δεν έκρυψα τα χαρακτηριστικά μου», ανέφερε, επιχειρώντας να δείξει ότι δεν είχε λόγο να καλύψει τα ίχνη του αν είχε εγκληματική πρόθεση.
Κλείνοντας την απολογία του, δήλωσε ότι την ημέρα της δολοφονίας βρισκόταν στο χωριό του στη Λεπενού Αιτωλοακαρνανίας, αφήνοντας να εννοηθεί ότι έχει ισχυρό άλλοθι.
Διαβάστε επίσης