Φοινικούντα: «Ο Ντάνι τον σκότωσε - Θα διεκδικήσω ό,τι μου ανήκει με νύχια και με δόντια»
Ζωντανά, ξέσπασε η ανιψιά του δολοφονημένου μέσα στο ίδιο του το Κάμπινγκ, Κωνσταντίνου Τομαρά, Αμαλία ακόμη και κατά της μητέρας και του πατέρα της.
Συνταρακτικές είναι οι εξελίξεις στην υπόθεση της Φοινικούντας, με την ανιψιά του δολοφονηθέντος Κώστα Τομαρά να ξεσπά ακόμη και κατά της μητέρας και του πατέρα της, που λίγο πριν είχαν ισχυρισθεί ότι ο 33χρονος ανιψιός είναι καλό παιδί και δεν πιστεύουν ότι δολοφόνησε τον θείο της.
Η ίδια ισχυρίσθηκε ότι η από το πρώτο βράδυ είχε υποπτευθεί ως δολοφόνο τον 33χρονο ανιψιό. «Ο Ντάνι τον σκότωσε» τόνισε χαρακτηριστικά.
Στη συνέχεια σκύβοντας στο μικρόφωνο προειδοποίησε την μητέρα και τον πατέρα της «να μην ακούνε τι λένε οι δικηγόροι», αφού πρώτα αυτοί είχαν δηλώσει ότι δεν πιστεύουν ότι σκότωσε ο 33 είναι ο δολοφόνος και τον χαρακτήρισαν... καλό παιδί. Σχολιάζοντας μάλιστα τα όσα είπε η μητέρα της, είπε ότι ... πάσχει από άνοια. Τους κάλεσε δε να «μην ακούν ότι τους λένε οι δικηγόροι».
Το ξέσπασμα της Αμαλίας
Όπως υπενθύμισε ο παρουσιαστής, στο παρελθόν έγινε προσπάθεια να ενοχοποιηθεί η ίδια ως δολοφόνος, αλλά και να χρεωθεί η δολοφονία στον 17χρονο γιο της, κάτι που η ίδια χαρακτηρίζει ανήθικο και αβάσταχτο.
Η Αμαλία περιέγραψε την κατάσταση της μητέρας της, λέγοντας ότι είναι 80 ετών, έχει υποστεί εγκεφαλικό, λαμβάνει βαριά φαρμακευτική αγωγή και έχει αρχόμενη άνοια. «η μαμά μου, αν δεν της δώσουν το φάρμακό της, δεν θα το πάρει. Δεν ξέρει να πάρει ούτε τηλέφωνο», είπε, αφήνοντας σαφείς αιχμές πως όσα δήλωσε η ηλικιωμένη υπέρ του Διονύση έγιναν «κατόπιν καθοδήγησης» από δικηγόρους.
Την ίδια στιγμή απηύθυνε δημόσια έκκληση στον πατέρα και τον αδελφό της να τη στηρίξουν: «οι δικοί μου φοβούνται, φοβούνται πάρα πολύ. βγήκα μόνη μου μπροστά και θέλω τη στήριξή τους. Είτε την έχω είτε όχι, θα προχωρήσω μόνη μου». Υποστήριξε ότι ο πατέρας της, τη νύχτα του φονικού, είχε πει μπροστά σε άλλους ανθρώπους ότι «ο Ντάνι τον σκότωσε», κατηγορώντας τον τώρα ότι «λέει ό,τι του λένε οι δικηγόροι» επειδή φοβάται.
Ιδιαίτερο βάρος έδωσε και στην υπόθεση με τον 17χρονο γιο της. Θύμισε ότι το παιδί βρέθηκε να καταθέτει για ώρες ως ανήλικο, ενώ -όπως είπε- μέσα στην οικογένεια ήταν γνωστό ότι ο Διονύσης είχε οργανώσει δύο επιθέσεις. «Ολοι το ξέρανε, μην βγάζουμε την ουρά μας απ’ έξω», σημείωσε, τονίζοντας ότι δεν αντέχει άλλο το άδικο και το ψέμα.
Σε ερώτηση αν θα διεκδικήσει την περιουσία του θείου της, ήταν κατηγορηματική: «θα διεκδικήσω με νύχια και με δόντια ό,τι μου ανήκει. Και όχι μόνο θα διεκδικήσω, θα το κρατήσω μέχρι να κλείσω τα μάτια μου και θα το δώσω στα παιδιά μου μετά. ξεκάθαρα». Ξεκαθάρισε πάντως ότι ο αγώνας της δεν έχει κληρονομικό κίνητρο, αλλά αφορά την ηθική δικαίωση και την αποκατάσταση της μνήμης του θείου της, «που μας βοήθησε όλους» και στάθηκε στην οικογένεια, όπως είπε, χτίζοντας μέχρι και σπίτι για τη μητέρα της.
Δίπλα της, η δικηγόρος της, Μαρία Φραγκάκη, υπενθύμισε ότι η Αμαλία βρέθηκε στο επίκεντρο επιθέσεων και εξωδίκων, επειδή μιλούσε δημόσια. «Προσπάθησαν να μας φιμώσουν», είπε, αναφερόμενη σε εκείνους που μιλούσαν απαξιωτικά για «καρναβάλια» και «θέατρα», ενώ - όπως τόνισε - εκείνοι ήταν που έτρεχαν καθημερινά στις αρχές για να δίνουν στοιχεία.
Η κ. Φραγκάκη υπογράμμισε ότι «μίλησαν οι επισυνδέσεις», αφήνοντας να εννοηθεί πως τα τηλεφωνικά στοιχεία έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στο να «δεθεί» η δικογραφία. Αναφέρθηκε και στο νέο κρίσιμο στοιχείο της ανάκρισης, σύμφωνα με το οποίο ο Διονύσης φέρεται όχι μόνο να έχει στήσει τη δολοφονία «μπροστά στα μάτια του», αλλά και να έχει περιθάλψει τον φυσικό αυτουργό και να τον μετέφερε την επόμενη ημέρα στο ΚΤΕΛ Καλαμάτας, επιχειρώντας να τον καλύψει.
Η Αμαλία Τομαρά έκανε ξεκάθαρο σε κάθε τόνο ότι πιστεύει πώς ο 33χρονος είναι ο δολοφόνος, ενώ σε ερώτηση για το εάν θα διεκδικήσει την περιουσία του δολοφονηθέντος, είπε «Θα διεκδικήσω ό,τι μου ανήκει με νύχια και με δόντια».
Τι θα γίνει με την περιουσία του Κώστα Τομαρά
Το ζήτημα της κληρονομιάς βρίσκεται πλέον στο επίκεντρο της πολύκροτης υπόθεσης, καθώς η 85χρονη αδελφή του θύματος είναι η πρώτη στη σειρά διαδοχής αν τελικά ακυρωθεί η διαθήκη που κατονομάζει ως κληρονόμο τον Διονύση – τον άνθρωπο που σήμερα κατηγορείται για τη δολοφονία του θείου του. Το ερώτημα είναι σαφές: η περιουσία θα παραμείνει στον φερόμενο ως δράστη ή μπορεί να περάσει σε άλλους δικαιούχους;
Ο δικηγόρος Κώστας Γλύκας εξήγησε ότι, όσο ο βασικός κληρονόμος μόνο κατηγορείται για ανθρωποκτονία και δεν έχει υπάρξει αμετάκλητη καταδίκη, κληρονομεί κανονικά. Η απώλεια του δικαιώματος επέρχεται μόνο μετά από τελεσίδικη και αμετάκλητη καταδίκη ή, εναλλακτικά, αν άλλοι συγγενείς προσφύγουν στα πολιτικά δικαστήρια ζητώντας να κηρυχθεί «ανάξιος» με βάση το κληρονομικό δίκαιο.
Σύμφωνα με τον κ. Γλύκα, η σχετική αγωγή μπορεί να ασκηθεί ακόμη και πριν ολοκληρωθεί η ποινική διαδικασία, αν και είναι πιθανό το αστικό δικαστήριο να αναβάλει την εκδίκαση μέχρι να ξεκαθαρίσει η ποινική υπόθεση. Παράλληλα, υπάρχει η δυνατότητα ασφαλιστικών μέτρων και «μεσεγγύησης» ώστε η περιουσία να προστατευθεί μέχρι να υπάρξει οριστική απόφαση.
Ένα κρίσιμο στοιχείο είναι ότι η διαθήκη που όριζε τον Διονύση ως βασικό κληρονόμο συντάχθηκε τρεις ημέρες πριν από το έγκλημα, ενώ ο ίδιος - παρότι έχουν περάσει 66 ημέρες από τότε- δεν έχει προχωρήσει σε αποδοχή της κληρονομιάς. Νομικοί εκτιμούν ότι ο λόγος μπορεί να είναι η προσπάθειά του να αποφύγει εντυπώσεις λόγω της εμπλοκής του στην υπόθεση.
Ωστόσο, αν περάσει η τετράμηνη προθεσμία χωρίς ούτε αποδοχή ούτε αποποίηση, η κληρονομιά περιέρχεται αυτοδικαίως στο όνομά του.
Αυτό μπορεί πλέον να ανατραπεί, εφόσον η 85χρονη συγγενής ή άλλο μέλος της οικογένειας ζητήσει δικαστικά την αναστολή ή τον αποκλεισμό του από την περιουσία. Αν γίνει δεκτό αίτημα ασφαλιστικών μέτρων, η μεταβίβαση μπορεί να «παγώσει».
Την ίδια ώρα, όμως, η πραγματικότητα της περιουσίας μοιάζει ζοφερή.
Ο Διονύσης είναι κρατούμενος και, αν οι κατηγορίες επιβεβαιωθούν, ενδέχεται να μείνει για χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι ολόκληρο το συγκρότημα που δημιούργησε το θύμα –ο χώρος εκδηλώσεων, το κάμπινγκ και οι υπόλοιπες εγκαταστάσεις– κινδυνεύουν να ρημάξουν, βυθισμένα πλέον στη νομική και οικονομική περιπέτεια της υπόθεσης.