ΚΟΣΜΟΣ

Κίνα: Η Moody's υποβάθμισε τις προοπτικές του «Κόκκινου Δράκου» σε «αρνητικές» από «σταθερές»

Πυκνώνουν τα σύννεφα πάνω απο την κινεζική οικονομία
Πυκνώνουν τα σύννεφα πάνω απο την κινεζική οικονομία
ΑΡ

Ο οίκος Moody's μείωσε σε αρνητική την προοπτική του αξιόχρεου της Κίνας, προκαλώντας συναγερμό για το μέλλον της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας στον κόσμο

Ο οίκος αξιολόγησης Moody's μείωσε την προοπτική του για την πιστοληπτική ικανότητα της κυβέρνησης της Κίνας σε «αρνητική» από «σταθερή», σε μία ακόμη ένδειξη παγκόσμιας ανησυχίας για τον αντίκτυπο του αυξανόμενου χρέους της τοπικής αυτοδιοίκησης και της βαθύτερης κρίσης ακινήτων στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο.

Η υποβάθμιση αντανακλά αυξανόμενες ενδείξεις ότι οι αρχές θα πρέπει να παράσχουν περισσότερη οικονομική στήριξη σε τοπικές κυβερνήσεις και κρατικές επιχειρήσεις με χρέη, θέτοντας μεγάλους κινδύνους για τη δημοσιονομική, οικονομική και θεσμική ισχύ της Κίνας, ανέφερε στην ανακοίνωσή της η Moody's.

Η ολοένα και βαθύτερη κρίση των ακινήτων στην Κίνα πυροδοτεί μια στροφή προς τη δημοσιονομική τόνωση, με τη χώρα να αυξάνει τον δανεισμό της ως κύριο μέσο για την ενίσχυση της οικονομίας της. Το γεγονός αυτό έχει εγείρει ανησυχίες για τα επίπεδα χρέους της χώρας, με το Πεκίνο να βρίσκεται σε τροχιά για την έκδοση χρέους-ρεκόρ φέτος.

Η Moody's είχε υποβαθμίσει για τελευταία φορά την πιστοληπτική ικανότητα της Κίνας το 2017, σε A1 από Aa3, λόγω της πιθανότητας σημαντικής αύξησης του χρέους σε ολόκληρη την οικονομία και των επιπτώσεων που θα είχε στα δημόσια οικονομικά. Εκείνη ήταν η πρώτη υποβάθμιση του χρέους της Κίνας από το 1989.

Η ανάκαμψη της Κίνας μετά την πανδημία παρεμποδίστηκε από την αδύναμη καταναλωτική και επιχειρηματική εμπιστοσύνη, μια επίμονη στεγαστική κρίση, την ανεργία στους νέους και την παγκόσμια επιβράδυνση που πλήττει τη ζήτηση για αγαθά της χώρας.

Όλα τα παραπάνω δεινά έχουν ασκήσει πίεση στις κεντρικές και τοπικές κυβερνήσεις να παρέμβουν με περισσότερη οικονομική υποστήριξη μετά την έκδοση κρατικών ομολόγων ενός τρισεκατομμυρίου γιουάν (137 δισεκατομμύρια δολάρια) από το Πεκίνο τον Οκτώβριο.