ΑΠΟΨΕΙΣ

Τι σηματοδοτεί η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των ΑμεΑ;

Γεώργιος Σταμάτης
Γενικός Γραμματέας Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Καταπολέμησης της Φτώχειας

Μέχρι τα τέλη του περασμένου αιώνα, η αναπηρία προσεγγιζόταν υπό μια ιατρική οπτική, αφού οι σχεδιαζόμενες πολιτικές περιορίζονταν κυρίως, σε παρεμβάσεις επιδοματικού χαρακτήρα και η άσκηση των δικαιωμάτων γινόταν συνήθως σε ειδικά πλαίσια.

Γιώργος Σταμάτης – Γενικός Γραμματέας Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Καταπολέμησης της Φτώχειας

Η κατάσταση άλλαξε ριζικά με την υιοθέτηση της Σύμβασης των Η.Ε. για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία (στο εξής Σύμβαση), με την οποία συντελέστηκε η θεσμική μετάβαση προς μια πλήρως δικαιωματική αντίληψη. Το δικαιωματικό μοντέλο εδράζεται στη φιλοσοφία, ότι η αναπηρία αποτελεί τμήμα της ανθρώπινης ποικιλομορφίας και είναι κατεξοχήν ζήτημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Συνεπώς το κράτος οφείλει να εξασφαλίζει τη θέσπιση της κατάλληλης νομοθεσίας και το σχεδιασμό των αναγκαίων πολιτικών, δράσεων και προγραμμάτων, για την ενεργή ενσωμάτωση των ΑμεΑ στον κοινωνικό ιστό.

Η Σύμβαση αποτυπώνει κανόνες που σηματοδοτούν τη μετάβαση από κοινωνίες οργανωμένες με βάση τις ανάγκες συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων, σε κοινωνίες αμοιβαίας αποδοχής, όπου όλοι οι πολίτες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις και δεν υπάρχουν περιορισμοί και εμπόδια. Χαρακτηριστική είναι η φράση του Bengt Lindqvist, πρώτου ειδικού εισηγητή για την αναπηρία στον ΟΗΕ, «είμαστε άνθρωποι με ίση αξία, διεκδικώντας ίσα δικαιώματα».

Η Σύμβαση δεν δημιουργεί νέα δικαιώματα, αλλά κατοχυρώνει τα ήδη υφιστάμενα σε προγενέστερα διεθνή κείμενα, (Οικουμενική Διακήρυξη για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα, Διεθνές Σύμφωνο για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα, Πρότυποι Κανόνες για την ισότητα των ευκαιριών των ΑμεΑ.), εξειδικεύοντας τον τρόπο εφαρμογής τους υπό το πρίσμα της αναπηρίας. Μέσα σ’ ένα πυκνό κείμενο 50 άρθρων καλύπτονται όλα τα πεδία της δημόσιας πολιτικής και το φάσμα των θεμελιωδών δικαιωμάτων, ατομικά, πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά και πολιτιστικά, όπως δικαίωμα στην αξιοπρεπή ζωή, δικαίωμα στην εκπαίδευση, δικαίωμα στην εργασία, δικαίωμα στην ανεξάρτητη διαβίωση και δικαίωμα στην ισότιμη συμμετοχή στον πολιτικό βίο, τον πολιτισμό, τον αθλητισμό, τον τουρισμό και όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητας.

Οι αρχές της εγγενούς αξιοπρέπειας, της ατομικής αυτονομίας, της καθολικής (φυσικής και ψηφιακής) προσβασιμότητας, της ισότητας ενώπιον του νόμου, της απαγόρευσης των διακρίσεων, της ισότητας των φύλων, του σεβασμού των εξελισσόμενων ικανοτήτων των παιδιών, και της κοινωνικής συμπερίληψης διατρέχουν οριζόντια το σύνολο της Σύμβασης. Σκοπός της είναι η προαγωγή, προστασία και πλήρης διασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θεμελιωδών ελευθεριών για όλα τα ΑμεΑ.

Η Σύμβαση αποτελεί το διεθνές θεσμικό εργαλείο, που αν αξιοποιηθεί στην πράξη από τα συμβαλλόμενα κράτη, θα επιτευχθεί αφενός, η αφαίρεση όλων των εμποδίων (φυσικών, τεχνητών, νομικών, κοινωνικών) και αφετέρου, η ουσιαστική και αποτελεσματική ενσωμάτωση των συμπολιτών μας με αναπηρία σε όλες τις πτυχές της κοινωνικής δραστηριότητας.

Η Ελλάδα κύρωσε τη Σύμβαση και το προαιρετικό της πρωτόκολλο με το ν.4074/2012 (ΦΕΚ 88Α), ενώ με το ν.4488/2017 (ΦΕΚ 137Α) θεσπίστηκε ένα γενικό πλαίσιο ρυθμίσεων για την εφαρμογή της. Ωστόσο, όπως διαπιστώθηκε και από την εξέταση της χώρας μας από την αρμόδια επιτροπή των Η.Ε. για την εφαρμογή της Σύμβασης το Σεπτέμβριο του 2019, πολλά και σημαντικά βήματα έπρεπε ακόμη να γίνουν για την εναρμόνισή μας με τους σκοπούς και τις επιταγές της Σύμβασης.

Σε αυτό το πλαίσιο, η Κυβέρνηση υλοποιώντας την προγραμματική δέσμευση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη προς το αναπηρικό κίνημα, εκπόνησε και υλοποιεί, υπό το συντονισμό του Υπουργού Επικρατείας Γιώργου Γεραπετρίτη, το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία. Πρόκειται για ένα συνεκτικό οδικό Χάρτη, που περιλαμβάνει 6 πυλώνες, οι οποίοι εξειδικεύονται σε 30 στόχους με σαφή χρονοδιαγράμματα υλοποίησης σε ορίζοντα πενταετίας.

Όσον αφορά στις ριζικές αλλαγές που θα επέλθουν στην καθημερινότητα των ατόμων με αναπηρία με την υλοποίηση των δεσμεύσεων που απορρέουν από τη Σύμβαση από τα συμβαλλόμενα κράτη, αυτές εκτείνονται σε δύο επίπεδα. Αφενός, το Κράτος (Κυβέρνηση, Περιφερειακή και Τοπική Αυτοδιοίκηση) εκπονεί πλέον συμπεριληπτικές πολιτικές, λαμβάνοντας πάντοτε υπόψη τη διάσταση της αναπηρίας, σε όλους τους τομείς ευθύνης του, όπως εκπαίδευση, απασχόληση, δημιουργία αθλητικών και πολιτιστικών χώρων, εκσυγχρονισμό των ψηφιακών του υπηρεσιών. Αφετέρου, η φιλοσοφία της οριζόντιας διάχυσης του ζητήματος της αναπηρίας διαμορφώνει πλέον και στην κοινωνία την ανάλογη κουλτούρα, έτσι ώστε ο καθένας μας να αντιμετωπίζει τους συμπολίτες μας με αναπηρία σε απόλυτα ισότιμη βάση, ως πελάτες, καταναλωτές, συμμαθητές, συναδέλφους, συνεργάτες.

Το σύνολο των υιοθετούμενων δημόσιων πολιτικών ερείδεται στην αρχή του καθολικού σχεδιασμού και εστιάζει στην κάλυψη των τυχόν πρόσθετων αναγκών που απορρέουν από την αναπηρία εξίσου με τις ανάγκες του γενικού πληθυσμού.

Ο απώτερος στόχος είναι ο ποιοτικός μετασχηματισμός των κλειστών προσωποκεντρικών κοινωνιών μας σε κοινωνίες ανοιχτές, αρμονικής συνύπαρξης και αλληλοαποδοχής.