Μια «βουτιά» στη ζωή του Βλάσση Μπονάτσου

21 Χρόνια Χωρίς έναν εκ των Μεγαλύτερων Showmen της Ελλάδας

Μια «βουτιά» στη ζωή του Βλάσση Μπονάτσου

Ήταν μια μέρα σαν σήμερα πριν από 21 ολόκληρα χρόνια, όταν η είδηση του θανάτου του Βλάσση Μπονάτσου θα σόκαρε την Ελλάδα. Ένας αγαπητός χαρακτήρας που έγραψε τη δική του ιστορία στον χώρο της showbiz, αγαπήθηκε από κοινό και φίλους για τον ευχάριστο χαρακτήρα του και έφυγε νωρίς, σε ηλικία μόλις 54 ετών.

Η ιστορία του ξεκινά στις 30 Νοεμβρίου του 1949, στο Ξυλόκαστρο. Παιδί μιας αστικής οικογένειας, αυστηρών αρχών, με πατέρα δικαστικό και μητέρα καθηγήτρια πιάνου. Μεγάλωσε στην οδό Ζήνωνος στην ομόνοια -σε εποχές που ακόμη θεωρούνταν κάτι σαν το σημερινό Κολωνάκι-, αλλά και στον τόπο καταγωγής του, το Ξυλόκαστρο.

Από μικρός ξεχώριζε στις παρέες του και η οικονομική του άνεση ήταν προφανής. Είχε άστρο, οι παρέες του τον αγαπούσαν και είχε το γνώρισμα ότι πάντα θα κερνούσε. Δεν ήταν ψωνισμένος και είχε καλές σχέσεις με τους δικούς του. τουλάχιστον, μέχρι την ενασχόλησή του με τη μουσική η οποία κλόνησε τη σχέση του με τον πατέρα του.

Το 1964 ξεκινά ως ντράμερ σε μια σχολική μπάντα, ενώ την επόμενη χρονιά συμμετέχει σε συναυλία του Σταύρου Ξαρχάκου στο «Ρεξ».

Αποφασίζει να ασχοληθεί πιο ενεργά με αυτή τη νέα αγάπη -μέχρι τότε ήταν περισσότερο δοσμένος στη ζωγραφική- και έτσι, γεννιέται η ιδέα της δημιουργίας ενός συγκροτήματος.

Οι Πέλοπα Μποκιού ιδρύονται το 1970. Το όνομα προκύπτει από τα επίθετα των μελών του γκρουπ. Κλείνονται σε ένα σπίτι στο καλαμάκι, όπου προβάρουν ατελείωτα για τους επόμενους έξι μήνες. Η αγάπη τους για τον Carlos Santana είναι ξεκάθαρη και τελικά παίζουν το πρώτο τους live στο Big Ben. Ένα μαγαζί στο κέντρο της Αθήνας.

Ωστόσο, εκεί που άρχισαν να δημιουργούν θόρυβο γύρω από το όνομά τους ήταν το μαγαζί Hoby. Εκεί, πραγματοποιούν συνεχείς εμφανίσεις και το κοινό τους συνεχώς αυξάνεται. Γίνονται κομμάτι της τότε νέας σκηνής του Ελληνικού Rock , η οποία αποτελείτο από ονόματα όπως οι θρυλικοί Socrates Drank the Conium.

Ο Μπονάτσος, τσακώνεται με τον αυστηρό πατέρα του και εγκαταλείπει το πατρικό του για να ζήσει με τη θεία του και την οικογένεια της στην Πάτρα. Από την αρχή είχε όλα τα στοιχεία που τον έκαναν να ξεχωρίζει. Σπιρτόζος, πονηρός, γλυκός και τρομερά ευφυής. Όλα αυτά με έναν «αέρα» μπον βιβέρ που κληρονόμησε από το σπίτι του.

Εμφανίζεται ως μουσικός σε διάφορες ταινίες του Κλασσικού Ελληνικού κινηματογράφου. Σε ένα γύρισμα είδε την Αλίκη Βουγιουκλάκη από κοντά και είπε σε έναν φίλο του, ότι, μια μέρα θα κάνει σχέση μαζί της.

Οι Πελόμα Μποκιού κυκλοφορούν το ομότιτλο άλμπουμ τους εν έτει 1972 και γνωρίζουν επιτυχία με κομμάτια όπως το Πυρετός 42, Κάποιος Πεθαίνει και άλλα. Αξίζει να αναφέρουμε ότι αυτός είναι ο μοναδικός τους δίσκος και αρχικά κυκλοφόρησε δίχως τα τραγούδια Γαρύφαλε Γαρύφαλλε (μια από τις μεγαλύτερές τους επιτυχίες) και Μην Κλαις. Λίγους μήνες αργότερα επανεκδόθηκε και συμπεριλήφθηκαν και αυτά στο track list.

Μέχρι και σήμερα, ο δίσκος θεωρείται ένας από τους καλύτερους του Ελληνικού Rock, ειδικά στο ψυχεδελικό του παρακλάδι. Λέγεται ότι πρώτα έγραψε για αυτούς το παγκόσμιας φήμης περιοδικό Rolling Stone, σε ένα αφιέρωμα για το Ελληνικό Rock και μετά τα εγχώρια περιοδικά.

Έπειτα από κάποιες αλλαγές στη σύνθεση της μπάντας και ένα ακόμη single, οι Πελόμα Μποκιού διαλύονται (το 1973). Έκτοτε, έζησε για κάποιο διάστημα εκτός Ελλάδας. Στην Αγγλία υπήρξε μέλος του συγκροτήματος Gordian, με κάποιους ακόμη Έλληνες μουσικούς. Ηχογράφησαν ένα album, το οποίο δεν είδε ποτέ το φως της δημοσιότητας. Το 2016 ο παραγωγός Reinhold Mack (των Queen και ELO μεταξύ άλλων), αποφάσισε να το μιξάρει εκ νέου και να το κυκλοφορήσει. Κάτι που δείχνει πόσο σημαντικές ήταν οι μουσικές συμπράξεις που έκανε ο Μπονάτσος.

Στη συνέχεια μετακόμισε στην Αμερική και αποφασίζει να επιστρέψει στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Τότε, ήρθε μια πρόταση που θα άλλαζε την εξέλιξη της πορείας του. Σε επαγγελματικό και προσωπικό επίπεδο. Του προτάθηκε ο ρόλος του Τσε Γκε Βάρα στην παράσταση Εβίτα, με πρωταγωνίστρια τη γυναίκα που είχε ερωτευτεί από μικρός.

Την Αλίκη Βουγιουκλάκη.

Το 1981, λοιπόν, η παράσταση ανέβηκε και αποδείχθηκε ότι ο Μπονάτσος δεν ήταν απλά ένας ταλαντούχος μουσικός. Ήταν γεννημένος showman! Σε σχετικά άρθρα που έχουν γραφτεί, αναφέρεται ότι με το τέλος της κάθε παράστασης, ο νεαρός «ροκάς» δεχόταν πιο ζεστό χειροκρότημα από την superstar του κινηματογράφου.

Τέσσερις μήνες μετά την γνωριμία τους γίνονται ζευγάρι και όπως είναι φυσικό, τραβούν πάνω τους τα φώτα της δημοσιότητας. Περιοδικά, εκπομπές και fans θέλουν να μάθουν κάθε λεπτομέρεια της σχέσης τους. Όπως έχει δηλώσει και ο ίδιος, οι πρώτοι μήνες ήταν δύσκολοι. Η Βουγιουκλάκη ήταν αρκετά αυταρχική στις σχέσεις της και ήταν συνηθισμένη να βρίσκεται στο επίκεντρο. Με τον καιρό, όμως, ήρθε η ισορροπία -κάτι που παρατήρησαν οι άνθρωποι του περίγυρού της. Έβλεπαν μια πιο ήρεμη Αλίκη, πιο ανθρώπινη.

Σε μια εποχή που η Rock κουλτούρα θεωρούνταν ακόμη «αλητήρια», η σχέση του «ροκά» με τη μεγαλύτερη star του κινηματογράφου ήταν κάτι πρωτόγνωρο. Αυτή κράτησε περίπου πεντέμισι χρόνια, αφού το 1987 αποφάσισαν να χωρίσουν. Ωστόσο, διατήρησαν πολύ καλές σχέσεις μέχρι και το τέλος της ζωής της ηθοποιού.

Αξίζει να αναφέρουμε, ότι, στο μεταξύ, ο Μπονάτσος κυκλοφορούσε δισκογραφικές δουλειές ως solo καλλιτέχνης. Κάποια από τα τραγούδια του έγιναν επιτυχίες και ο κόσμος τα αγαπά μέχρι σήμερα. Από το υπέροχο Μεταμορφώσεις μέχρι τη συνεργασία του με την Αλεξία στο κλασσικό πλέον Είσαι Παιδί μου Πειρασμός. Επίσης, το 1995 οι Goin’ Through κυκλοφορούν τον πρώτο τους δίσκο με τίτλο Αναζήτηση. Στο tracklist βρίσκει κανείς την επανεκτέλεση του Γαρύφαλε – Γαρύφαλε, με rap κουπλέ και κλαρίνο. Το κομμάτι ήταν από τα πρώτα hit του ιστορικού rap group και αξίζει να αναφερθεί ότι ο Μπονάτσος έγραψε εκ νέου τα φωνητικά του, ενώ κλαρίνο έπαιξε ο Βασίλης Σαλέας!

Μέχρι τα τέλη των ‘80’s είχε αρχίσει να γίνεται ευρέως γνωστός, κυρίως από τις παραστάσεις στις οποίες συμμετείχε. Από σοβαρά έργα μέχρι επιθεωρήσεις, όπου μπορούσε να αφήσει ελεύθερο τον εαυτό του. Παράλληλα, εμφανιζόταν στην iconic χιουμοριστική εκπομπή Κουφώματα, δίπλα σε κωμικούς/μουσικούς όπως οι Γιάννης Ζουγανέλης και Τζόνι Βαβούρας.

Εκείνη την περίοδο έρχεται μια αλληλουχία γεγονότων που αλλάζει τη ζωή του -αλλά και των Ελλήνων- για πάντα. Στα τέλη του 1989 ανοίγει το πρώτο ιδιωτικό κανάλι στην Ελλάδα – το MEGA Channel. Οι υπεύθυνοι αυτής της νέας προσπάθειας ζητούν από τη Δήμητρα Παπαδοπούλου να γράψει μια νεανική κωμική σειρά.

Αυτή, επιστρατεύει τους φίλους που είχε κάνει από το θέατρο και έτσι αρχίζει να στήνει το θρυλικό sitcom, Οι Απαράδεκτοι. Αρχικά δεν είχε ζητήσει από τον -επίσης φίλο της- Βλάση Μπονάτσο να συμμετάσχει και όπως έχει δηλώσει η ίδια, μπήκε στο project με τσαμπουκά!

«Καλά, έρχομαι από Αμερική και δεν θα παίξω;», αναφέρει ότι της είχε πει σε συνέντευξή της. Οι επιρροές από αντίστοιχες Αμερικανικές κωμικές σειρές ήταν προφανής και η αλήθεια είναι ότι αν κάποιος ταίριαζε απόλυτα, αυτός ήταν ο Βλάσης.

Έτσι δημιουργήθηκε αυτό το iconic cast με πρωταγωνιστές την ίδια την Παπαδοπούλου, τον Γιάννη Μπέζο, τον Σπύρο Παπαδόπουλο και τον Βλάση Μπονάτσο -ο οποίος έπαιζε ουσιαστικά τον εαυτό του. Η σειρά γνώρισε μεγάλη επιτυχία, όπως και ο συγκεκριμένος ρόλος, που του άνοιξε αμέτρητες πόρτες. Στην ιστορία έχει μείνει η αργοπορία του, αφού, με τον τρόπο ζωής που είχε ξεχνιόταν ή απλώς δεν ήθελε να πάει στα γυρίσματα. Λέγεται ότι σε κάποιες παραγωγές υπήρχε ειδική «ομάδα», που αναλάμβανε να τον ξυπνήσει και να τον πάει στις υποχρεώσεις του.

Ακολούθησαν δεκάδες διαφημίσεις, παραστάσεις, τραγούδια, δίσκοι, σειρές και εκπομπές!

Ήταν πλέον ένας superstar που ξενυχτούσε, φλέρταρε και ήθελε να περνάει καλά. Παρότι ήταν αφερέγγυος στο επαγγελματικό κομμάτι, παρέμενε αγαπητός και επιτυχημένος. Άνθρωποι του κύκλου του αναφέρουν πως μπορούσε με μια κουβέντα να σε κάνει να ξεχάσεις ότι σε είχε στήσει για πάνω από 3 ώρες! Θρυλική ήταν η αργοπορημένη εμφάνισή του σε συνέντευξη που θα του έπαιρνε ο Χρήστος Φερεντίνος. Όπως ακούμε στο podcast «Σκληρές Αλήθειες» του Άρη Δημοκίδη, ο Μπονάτσος έστησε το συνεργείο για πάνω από 6 ώρες!

Η δεκαετία του ’90 αποτελεί το peak της καριέρας του. Παρουσιάζει επιτυχημένες εκπομπές και τηλεπαιχνίδια, όπως τα Άλλα Κόλπα και Κόντρες, όπου αφήνει εποχή με την ατάκα «Πάρα πολύ ωραίο»! Κάθε τηλεοπτικό πρόγραμμα μοιάζει να είναι κομμένο και ραμμένο πάνω του. Είναι τόσο καλός που δεν μπορεί κανείς να καταλάβει αν όντως ήταν έτσι τα πράγματα, ή αν ο πληθωρικός χαρακτήρας του μπορούσε να το φέρει στα μέτρα του.

Το 1995 γνωρίζει την Μάρθα Κουτουμάνου, κόρη της Ζωής Λάσκαρη και θετή κόρη του Αλέξανδρου Λυκουρέζου. Το παρελθόν της με τα ναρκωτικά και η ξέφρενη ζωή του Μπονάτσου, κάνουν τους φίλους τους να ανησυχούν. Με το πέρας του χρόνου όμως, ο «ζωηρός» στην προσωπική του ζωή Βλάσης, έδειχνε πιο ώριμος και ερωτευμένος. Το ίδιο ίσχυε και για τη Μάρθα.

Το 1996 παντρεύονται και την επόμενη χρονιά έρχεται στον κόσμο η κόρη τους, Ζένια. Συνεχίζει να παρουσιάζει εκπομπές και να προκαλεί χαμό ως καλεσμένος στα shows της εποχής, όπως το Μπράβο της Ρούλας Κορομηλά.

Τα ‘00’s έρχονται και παραμένει το ίδιο επιτυχημένος. Συμμετέχει σε εκπομπές όπως το Να η Ευκαιρία -ως κριτής-, ενώ τη σεζόν 2003-2004 παρουσιάζει την εκπομπή Πάμε γι’άλλα, από τη συχνότητα του STAR Channel.

Δυστυχώς, ήταν το τελευταίο πρόγραμμα στο οποίο συμμετείχε, αφού στις 14 Οκτωβρίου του 2004 συνέβη κάτι τραγικό. Εκείνη τη μέρα παραπονιόταν στη γυναίκα του πως ένιωθε μια αδιαθεσία. Δεν έδωσε σημασία, όμως, το βράδυ που έπεσαν για ύπνο, άρχισε να έχει δυσκολία στην αναπνοή.

Έπασχε από κληρονομικό αγγειοοίδημα, οι επιπλοκές του οποίου ήταν που τελικά του κόστισαν τη ζωή. Σύμφωνα με το επίσημο ιατρικό ανακοινωθέν, ο θάνατός του οφείλεται σε αποφρακτική οιδηματώδη λαρυγγίτιδα. Η κηδεία του πραγματοποιήθηκε στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών -το Σάββατο 16 Οκτωβρίου.

Στην κηδεία του παρευρέθηκαν μέχρι πολιτικοί, αλλά και άτομα από τον χώρο του θεάματος όπως οι: Θάνος και Ανδρέας Μικρούτσικος Βασίλης Παπακωνσταντίνου, Ντόρα Βαλσάμη, Βάσια Τριφύλλη, Αντώνη Ρέμος, Γιώργος Αλκαίος, Κώστας Τουρνάς, Γιάννης Ζουγανέλης, Σπύρος Παπαδόπουλος, Γιάννης Μπέζος, Απόστολος Γκλέτσος, Χάρης Ρώμας, και Δήμητρα Παπαδοπούλου.

Ο Βλάσσης Μπονάτσος ήταν μοναδικός. Δεν έχει εμφανιστεί ξανά στην Ελλάδα ένας showman της κατηγορίας του. Μέχρι και σήμερα, συνεχίζει να εμπνέει νέους μουσικούς. Για παράδειγμα, η επανεκτέλεσση του Μεταμορφώσεις από την καλλιτέχνιδα Matina Sous Peau ακούγεται συνεχώς στο ραδιόφωνο, ενώ δεν είναι λίγοι οι μουσικοί που διασκευάζουν κομμάτια του ή που χρησιμοποιούν τίτλους τους ως καλλιτεχνικά ψευδώνυμα.

Σήμερα, συμπληρώνονται 21 χρόνια από τον θάνατό του, όμως το στίγμα του παραμένει ανεξίτηλο και οι νέες γενιές τον ανακαλύπτουν, είτε μέσω της μουσικής του είτε από τον ρόλο του Βλάσση -δηλαδή του καθρέφτη της ζωής του- στους Απαράδεκτους.

Έφυγε ακριβώς όπως μας είχε προειδοποιήσει και στους στίχους του:

Εγώ που αλλάζω μορφή κι από στιγμή σε στιγμή θα χαθώ

Από προσώπου της γης στην κόψη μιας αστραπής

Μια μέρα θα εξαφανιστώ

Από τη νύχτα μεθάω και στο σκοτάδι γελάω

Βάζω μια μάσκα από φως και ξεχνώ

Ο κόσμος λέει πολλά κι όταν με κρίνει σκληρά

Η απάντησή μου είναι

Υπάρχεις μόνο εσύ δυο φίλοι κι η μουσική

Που την καρδιά μου ξέρουν

Θα μείνω πάντα παιδί σαν το παλιό το κρασί

Στα χρόνια ταξιδεύω.

Σχόλια
Ροή Ειδήσεων Δημοφιλή