ΜΠΑΣΚΕΤ

Μάνος Παπαδόπουλος: «Ο Ολυμπιακός δείχνει να μισεί τα πάντα στο μπάσκετ»

Μάνος Παπαδόπουλος: «Ο Ολυμπιακός δείχνει να μισεί τα πάντα στο μπάσκετ»

Σε μια τεράστια συνέντευξη που παραχώρησε, ο Μάνος Παπαδόπουλος μίλησε για τη… ζωή του όλη που έχει περάσει στον Παναθηναϊκό αλλά και για το μπάσκετ συνολικά.

Είναι η μεγαλύτερη συνέντευξη που έδωσε ποτέ. Σε διάρκεια, σε έκταση. Αυτομάτως και σε ατάκες, σε ειδήσεις που θα προκαλέσουν συζήτηση. Ο Μάνος Παπαδόπουλος μετά από τρεις δεκαετίες στον Παναθηναϊκό απασφαλίζει μιλώντας στο SDNA. Ήταν το δεξί χέρι του Παύλου, το αριστερό χέρι του Θανάση, είναι ο άνθρωπος της εμπιστοσύνης του Δημήτρη. Χειρίζεται όλες τις μεταγραφικές υποθέσεις του Παναθηναϊκού, δηλώνει παρών στον ΕΣΑΚΕ, στην ΚΕΔ, στην Ευρωλίγκα, κάθεται στον πάγκο, διαπραγματεύεται. Σπάνια μιλάει, ως και… ποτέ, αλλά αυτή τη φορά, ο Μάνος Παπαδόπουλος τα είπε… όλα, για όλους!

Έχεις συνειδητοποιήσει ότι μετά το Γιαννακόπουλος, το Παπαδόπουλος είναι το δεύτερο όνομα που έχει μακροημερεύσει περισσότερο στον Παναθηναϊκό; Σχεδόν τρεις δεκαετίες...

«Το έχω συνειδητοποιήσει γιατί όλη μου η ζωή είναι ο Παναθηναϊκός».

Για ποιο λόγο έχεις επιλέξει όλα αυτά τα χρόνια να μην βγαίνεις μπροστά και να αποφεύγεις τις συνεντεύξεις και τη δημοσιότητα;

«Κοίτα, δύο είναι οι βασικοί λόγοι. Ο ένας είναι ότι όταν ήμουν μικρός και μπήκα μέσα στον Παναθηναϊκό έβλεπα τον κύριο Παύλο τα πρώτα χρόνια και σκεφτόμουν “πώς μπορεί κάποιος να βγαίνει και να μιλάει όταν βάζει εκείνος τα λεφτά του;” και μάλιστα το έκανε με τόσο πάθος. Συνειδητοποίησα πολύ γρήγορα ότι κάποιοι πρέπει να είναι οι πρωταγωνιστές αυτής της ιστορίας. Πήγαινα πίσω από τις κάμερες πάντα. Ακόμα και στον πάγκο, όταν καθόμουν, δεν πήγαινα κοντά. Ήμουν στον πάγκο, αλλά δεν πήγαινα να ακούσω, γιατί το θεωρούσα ασέβεια προς τον προπονητή να πάω να ακούσω. Οι παίκτες πρέπει να ακούν. Και πάντα πήγαινα 1-2 μέτρα πίσω για να δείχνω έμπρακτα αυτό το πράγμα. Και φυσικά είναι στον χαρακτήρα του ανθρώπου αν θέλει να επιδεικνύεται ή όχι. Πάντως όλα αυτά τα χρόνια δείχνουν ότι ήταν σωστός ο τρόπος αυτός».

Θυμάσαι την περίοδο εκείνη όταν ξεκίνησες στον Παναθηναϊκό; Τι ήταν αυτό που σου μένει;

«Ήταν ένα κύμα αλλαγής που είχε γίνει, με τον κύριο Παύλο. Όλοι ήμασταν νέα παιδιά και θέλαμε να μπούμε στο χώρο που... κράζαμε την προηγούμενη διοίκηση, που ήταν και μεγάλη σε ηλικία. Εμείς τους βλέπαμε ότι ήταν αναχρονιστικοί, χωρίς νέες ιδέες. Αυτά που λένε οι νεότεροι για τους παλαιότερους. Και είχαμε μεγάλη διάθεση να προσφέρουμε, αφιλοκερδώς κιόλας, το τονίζω αυτό. Κανένας δεν είχε στο μυαλό του ότι μπορούσε να ακολουθήσει αυτό το δρόμο επαγγελματικά».

Επειδή όλα στη ζωή έχουν τα πάνω και τα κάτω, έχεις σκεφτεί ότι ο Παναθηναϊκός θα μπορούσε να επιστρέψει στην εποχή που ήταν τότε;

«Ναι το φαντάζομαι από τη μία. Φυσικά, όσο υπάρχει το όνομα Γιαννακόπουλος δεν μπορεί να συμβεί αυτό. Η κρίση στην Ελλάδα με έκανε να το σκεφτώ έντονα, αλλά η οικογένεια έδωσε τέτοιο brand name που πάντα θα υπάρχει η επόμενη μέρα και αυτή είναι η μεγαλύτερη παρακαταθήκη της οικογένειας Γιαννακόπουλου και του Δημήτρη που είναι συνεχιστής. Πήγαν πολύ ψηλά τον Παναθηναϊκό σαν όνομα και αυτό μπορείς να το δεις στο εξωτερικό. Ίσως λόγω της αντιπαλότητας εδώ δεν το αντιλαμβανόμαστε τόσο έντονα όσο αν πας στο εξωτερικό».

Έχουν κοινά στοιχεία Δημήτρης και Παύλος; Σε ρωτάω γιατί έχεις ζήσει και συνεργαστεί πολλά χρόνια και με τους δύο και πολλοί λένε ότι σαν χαρακτήρες είναι εκ διαμέτρου αντίθετοι.

«Πρώτα απ’ όλα πρέπει να δεις τις ηλικίες και πόσο χρονών είναι κάποιος όταν ασχολείται με κάτι. Ο κύριος Παύλος ήταν μεγαλύτερος όταν ασχολήθηκε, σε σχέση με τον Δημήτρη. Επειδή ήμουν κοντά όμως, μπορώ να δω ομοιότητες πολλές. Σίγουρα στο εκρηκτικό ταπεραμέντο. Όπως και με τον κύριο Θανάση βλέπω ομοιότητες. Αν δεν έχεις αυτό το εκρηκτικό ταπεραμέντο κι αυτό το πάθος, δεν βάζεις τα λεφτά από την τσέπη σου».

Από το 2012, όταν μπήκε ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος στον Παναθηναϊκό, μέχρι το 2019, βλέπεις μαζί με το κλαμπ να εξελίσσεται, να βελτιώνεται εννοώ χρόνο με τον χρόνο και ο πρόεδρος Δημήτρης Γιαννακόπουλος;

«Δεν θέλω να μιλήσω ιδιαίτερα γι αυτό επειδή είμαστε πραγματικά πολύ κοντά. Το βασικότερο όμως είναι πως η ομάδα πηγαίνει μπροστά. Παρ’ όλες τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε η ομάδα πάει μπροστά και είναι επίτευγμα δικό του. Δεν ξέρω αν ήταν άλλος στη θέση του να είχαμε τα ίδια αποτελέσματα».

Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος αξιοποίησε το εμπορικό κομμάτι του Παναθηναϊκού πολύ περισσότερο σε σχέση με τους πρεσβύτερους της οικογένειας. Σε μια πολύ δύσκολη εποχή με μικρότερα ονόματα και μπάτζετ. Είναι αυτό ένα μικρό δείγμα της νέας, διαφορετικής προσέγγισης των πραγμάτων;

«Ναι και θεωρώ ότι θα έπρεπε να έχει γίνει πολλά χρόνια πριν. Θα σας πω κάτι που δεν το ξέρουν πολλοί. Κάποτε όταν επιχειρήσαμε να ασχοληθούμε σαν Παναθηναϊκός με το εμπορικό κομμάτι, που ήταν αναγκαίο, με πλησίασε ο κύριος Παύλος και μου είπε «Μην το ξανασκεφτείς ποτέ και μην παρασύρεις και τον γιο μου. Μην ασχολείστε καθόλου». Στη λογική να μην εκμεταλλεύονται το όνομα του Παναθηναϊκού. Ήταν μια ρομαντική λογική. Βέβαια τώρα αποδεικνύεται πως ήταν λάθος, με την τωρινή βάση. Δεν γίνεται να έχεις τον Ντομινίκ Ουίλκινς και τον Μποντιρόγκα και να μην έχεις μια φανέλα να πουλήσεις, αλλά τις φανέλες να τις δίνεις δωρεάν στον κόσμο».

Εντάξει, ίσως κάποιοι νεότεροι δεν γνωρίζουν καν τις εποχές της Γλυφάδας, που ο Παύλος και ο Θανάσης έβγαιναν και μοίραζαν τα «φοράκια» (δωρεάν εισιτήρια) στον κόσμο ώστε να μη μείνει έξω κανείς...

«Βέβαια, έτσι είναι... Έπαιρνα και εγώ φοράκια καμιά φορά. Στη Γλυφάδα ανοίγαμε τις πόρτες για να μπει ο κόσμος μέσα. Σε μια χρυσή εποχή του ελληνικού μπάσκετ αν δίναμε φανέλες Μποντιρόγκα θα παίρναμε έναν ακόμα Μποντιρόγκα. Ήταν έξω από αυτή τη λογική εντελώς. Ακόμα και όλη η Ελλάδα ήταν έτσι».

Θεωρείς παγκόσμιο ρεκόρ μια ομάδα που δεν αξιοποιεί τις εμπορικές δυνατότητές της να έχει φτιάξει αυτό το brand name;

«Ειδικά η εποχή που κερδίσαμε τα πολλά ευρωπαϊκά και τους πολλούς τίτλους δεν μπορεί να ξανάρθει ποτέ στον ελληνικό αθλητισμό, για να μην πω πανευρωπαϊκά. Μια τέτοια ομάδα δεν μπορεί να ξαναδημιουργηθεί ποτέ. Βρέθηκαν οι κατάλληλοι άνθρωποι στις κατάλληλες θέσεις, υπήρχε φοβερό πάθος και αυτό οδηγούσε όλα τα άλλα. Υπήρχε και χρήμα και αυτό προερχόταν από το πάθος και την αγάπη. Όχι γιατί ήθελαν να κερδίσουν κάτι εκτός γηπέδων. Αυτό έτσι κι αλλιώς είχε κερδηθεί».

Αντιπαλότητα με τον Ολυμπιακό. Έχεις βιώσει το πρώτο ματς του Πάσπαλιε στη Λεωφόρο, Τελ Αβίβ, Σαραγόσα, διπλό στο ΣΕΦ, ευρωπαϊκό, Βερολίνο, νίκη Ολυμπιακού, πρωταθλήματα του Ολυμπιακού. Πώς έχει εξελιχθεί μέσα σου όλη αυτή η αντιπαλότητα γιατί νομίζω οι πρώτες στιγμές ήταν δύσκολες...

«Νομίζω πως η χειρότερη αθλητική μου στιγμή ήταν ο μικρός τελικός στο Τελ Αβίβ. Στον ημιτελικό χάσαμε, η νίκη και η ήττα είναι στο παιχνίδι. Ο χλευασμός όμως που υπήρξε στον μικρό τελικό. Υπήρξε χλευασμός προς τον αντίπαλο και εγώ έχω μάθει να μην χλευάζω τον αντίπαλο. Να τον σέβομαι αλλά να μην τον χλευάζω. Μπορεί να κάνουμε πλάκα, αλλά δεν τον χλευάζω».

Φτάνουμε στο 2019 και βλέπεις ότι ο αιώνιος αντίπαλος φεύγει από το ρινγκ των μονομάχων. Πώς το βιώνεις;

«Αυτό είναι ένα παγκόσμιο ρεκόρ. Το δηλώνω συνεχώς, το είπα και στους ίδιους. Νομίζουν πως όταν τους λες κάτι το λες για άλλους λόγους. Όταν τους είπα ότι έκαναν παγκόσμιο ρεκόρ το εννοώ, έκαναν παγκόσμιο ρεκόρ. Όλες οι ομάδες νιώθουν ότι αδικούνται σε όλα τα ντέρμπι. Τι σημαίνει αυτό; Δεν θα τελείωνε κανένα παιχνίδι».

Εσύ τι θα έκανες στη θέση τους εάν αισθανόσουν ότι οι διαιτητές σε πηγαίνουν «καροτσάκι»;

«Το έχω νιώσει πολλές φορές. Η αντίδραση της στιγμής είναι ανάλογα κάθε φορά τι νιώθεις. Άλλες φορές φωνάζεις, άλλες διαμαρτύρεσαι. Πολλά μπορείς να κάνεις στο πάθος σου. Αλλά αυτό που έκανε ο Ολυμπιακός δεν μπορείς να το κάνεις».

Ήταν της στιγμής η απόφαση;

«Εκτιμώ ότι είχε προαποφασιστεί να φύγουν, αλλά περίμεναν πως θα γίνονταν επεισόδια και θα έριχναν την ευθύνη σε εμάς. Δεν τους έκατσε γιατί το παιχνίδι ήταν πολύ εύκολο. Ο κόσμος του Παναθηναϊκού, όπως συχνά συμβαίνει, ήταν υποδειγματικός και επειδή είναι γενιές που έχουν μεγαλώσει με τις επιτυχίες του μπάσκετ είναι ώριμος στα κρίσιμα σημεία. Δεν το περίμεναν αυτό. Περίμεναν ότι θα πετάνε αντικείμενα, θα είναι μέσα στο γήπεδο κουκουλοφόροι κλπ. Οπότε θα είχαν αφορμή για να φύγουν. Όταν δεν είδαν επεισόδια και είδαν πως το παιχνίδι πήγαινε για 30 πόντους έφυγαν. Αυτά περί διαιτησίας τα θεωρώ αστεία. Ήταν ένα παιχνίδι 30 πόντων, δεν ακουμπούσαν την μπάλα και αυτοί που θα τους αποθέωναν στο ΣΕΦ για το ότι έφυγαν θα τους περίμεναν για να τους κυνηγήσουν ως... κότες, όπως συνηθίζεται να λέγεται στα ντέρμπι όταν χάνει η μία ή η άλλη ομάδα με κάτω τα χέρια. Φοβήθηκαν και γι αυτό έφυγαν».

Διαβάστε όλη τη συνέντευξη του Μάνου Παπαδόπουλου στο Sdna.gr