ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Μαρίνα Σπανού: Το 19χρονο κορίτσι που έκανε τα πιο viral live στον δρόμο, μιλάει στο Newsbomb.gr

Μαρίνα Σπανού
Μαρίνα Σπανού

Η Μαρίνα Σπανού είναι μόλις 19 ετών, ταλαντούχα τραγουδοποιός και κόρη δύο επίσης ταλαντούχων καλλιτεχνών.

Η Μαρίνα Σπανού είναι η νεαρή ταλαντούχα τραγουδοποιός που λίγο η καραντίνα, κάτι η πίεση των πανελληνίων εξετάσεων, οδήγησαν τα βήματά της (κυριολεκτικά) στην Διονυσίου Αρεοπαγίτου, όπου έστησε τα δικά της αυτοσχέδια υπαίθρια live και με τη βοήθεια των social media, κατάφερε να γίνει το νέο talk of the town!

Η Μαρίνα είναι μόλις 19 ετών, έχει κυκλοφορήσει ήδη τον πρώτο προσωπικό της δίσκο, με τίτλο «Κι αν ποτέ μαραθεί», μόλις ολοκλήρωσε τα χειμερινά live της και παράλληλα σπουδάζει υποκριτική στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Ίσως η πορεία της ήταν κάτι παραπάνω από προδιαγεγραμμένη, καθώς είναι κόρη δύο ταλαντούχων καλλιτεχνών. Του γνωστού ηθοποιού, Χρήστου Σπανού και της μουσικού Μελίνας Παιονίδου.

«Μεγαλώνοντας στα θέατρα της Αθήνας και στην Επίδαυρο δεν μπορούσα να φανταστώ τον εαυτό μου σε κάποιο άλλο περιβάλλον», μας εξηγεί η ίδια και μας μιλά για την όμορφη σχέση που έχει με τους γονείς της αλλά και για τη συνεργασία που θα κάνει με τον πατέρα της σε θεατρική παράσταση την ερχόμενη άνοιξη.

Ας αφήσουμε όμως την ίδια τη Μαρίνα να μας τα πει όλα...

Αν σου ζητούσα να μας συστήσεις τη Μαρίνα Σπανού και πώς αυτοπροσδιορίζεται, τι θα μας έλεγες;

«Η Μαρίνα Σπανού ενθουσιάζεται με τις συστάσεις αλλά είναι αμήχανη σε αυτές. Επίσης, αν και νιώθει προστασία να μιλάει σε γ’ ενικό, για τώρα θα ξεκινήσει την απάντηση έτσι: Γεια, με λένε Μαρίνα, είμαι 19 χρόνων, τοξότης με σκορπιό -βασικότατο-, σπουδάζω υποκριτική στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και γράφω, παίζω μουσική και τραγουδάω. Τώρα, σε μια διαφορετική ανάγνωση του βιογραφικού σημειώματος, δεν έχω ιδέα πώς αυτοπροσδιορίζομαι και ίσως για αυτό τον λόγο παιδεύω τόσο πολύ να χωρέσω τον εαυτό μου σε παρτιτούρες που αλλάζουν τέμπο. Μου αρέσουν πολύ οι άνθρωποι και μου αρέσει να τους αρέσω κι εγώ, αλλά όταν με ρωτάνε, συνήθως λέω πως δεν με νοιάζει και τόσο. Ερωτεύομαι συχνά ιδέες, πόλεις, περιοχές, μυρωδιές και δεν διαπραγματεύομαι ότι ο κινηματογραφισμός αναπνέει ανάμεσά μας».

Μαρίνα πώς προέκυψαν τα υπαίθρια live στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου;

«Η ιστορία της Αρεοπαγίτου έχει ως εξής: Ήταν μια δύσκολη χρονιά, μια πιεσμένη τρίτη λυκείου, μια αποπνικτική καραντίνα και μια μεγάλη ανάγκη να συνομιλήσω μουσικά -γιατί κατ’ εμέ αυτός είναι ο πιο πυρηνικός διάλογος».

Πόσο σου πήρε για να το αποφασίσεις;

«Λίγες στιγμές μόνο, μια μέρα από αυτές των πανελληνίων, περπατώντας στην Αποστόλου Παύλου για αποφόρτιση και ακούγοντας έναν πλανόδιο να τραγουδάει το αγαπημένο μου τραγούδι, ήταν αρκετές για να πω "αυτό θέλω". Όταν προκύπτει έτσι αυτή η φράση, ξέρω ότι κάποιο καιρό μετά θα είναι η λεζάντα ενός σταθμού μου. Έτσι και η Αρεοπαγίτου, ήταν σταθμός για μένα. Σημαντικός. Μέσα σε τρεις μέρες, πήρα εξοπλισμό, έφτιαξα ένα πρόγραμμα από ελληνικά έντεχνα, ποπ και indie κομμάτια που μισοήξερα και στάθηκα με απόλυτο θράσος στον πεζόδρομο κρατώντας την κιθάρα μου.

Μερικές φορές προσπαθώ να επιστρατεύσω αυτήν ακριβώς την άγνοια κινδύνου που είχα τότε. Χαμογελούσα στον καθένα και αισθανόμουν να μαγνητιζόμαστε. Καθιέρωσα ένα τρίστρατο ως το σποτάκι μου, στο οποίο μπορούσε εύκολα να "κουρνιάσει" ο κόσμος, σε γειτονικά παγκάκια, σε σκαλάκια, σε απέναντι κολωνάκια.

Κυρίως καλοκαιρινές Κυριακές μεσημέρια ή σούρουπα το τρίστρατο αυτό φιλοξενούσε την παρέα μας. Αυτή μεγάλωνε. Ξεκίνησε από περαστικούς που μου χαμογελούσαν περνώντας, σε περαστικούς που καθόντουσαν για λίγο, σε περαστικούς που καθόντουσαν για πολύ και σε ανθρώπους που ερχόντουσαν μόνο για αυτή τη γιορτή.

Στην πραγματικότητα έχω τραγουδήσει στην Αρεοπαγίτου λίγες και πυκνές φορές. Μπορούν να μετρηθούν στα δάκτυλα. Ανέβαζα στα social media ότι θα βρίσκομαι εκεί την τάδε ώρα και η παρέα μας μεγάλωνε σταδιακά αλλά ταχύτατα. Η πιο δυνατή χαρά μου ήταν όταν μοιραζόμασταν τις μελωδικές γραμμές. Δε θα ξεχάσω την πρώτη φορά που τραγούδησαν μαζί μου την Ομόνοια. Εκείνη η βραδιά του Αυγούστου με φακούς από κινητά να κάνουν κυκλικές κινήσεις μπλεγμένα στον πεζόδρομο.

Αυτό που ένιωθα είναι ειλικρίνεια. Έβλεπα στο βλέμμα τους αλήθεια και κοιτούσα τα μάτια τους με την περιέργεια του παιδιού για κάθε ίντσα του δωματίου και με τη μανία του ερωτευμένου που θέλει να θυμάται κάθε λεπτομέρεια του αγαπημένου του.

Η αλήθεια είναι ότι έχουμε ακούσει πολύ καλές φωνές και ταλαντούχους μουσικούς στο δρόμο. Θα ήθελα το σχόλιό σου για αυτούς τους καλλιτέχνες.

«Θέλω να πω ότι θαυμάζω πολύ αυτούς τους καλλιτέχνες και ως μουσικός για την ποιότητα τους, ως άνθρωπος για το θάρρος τους και την αλήθεια τους και ως περαστική για το ότι με βοηθούν να ικανοποιήσω τις κινηματογραφικές μου τάσεις, αφού είναι το σάουντρακ των διαδρομών μου».

Έχεις μεγάλη απήχηση στα social media. Πώς τα χρησιμοποιείς και τι θέλεις περισσότερο να «φωτίσεις» εκεί;

«Αν σου πω ότι δεν προβληματίζομαι για το ποια πλευρά του εαυτού μου θα είναι πιο γοητευτική για τους ανθρώπους που με ακολουθούν, θα είναι ψέμα. Με βρίσκω να σκέφτομαι ποια εικόνα θέλω να σχηματίσω και πώς ακριβώς μπορώ να το πετύχω αυτό. Μετά κουνάω λίγο το κεφάλι μου και επιστρέφω στην πραγματικότητα μου. Αντίδραση στην αντίδραση. Η μια μου μεριά φωνάζει πως πρέπει να είμαι τέλεια και η άλλη μου φωνάζει πως είναι εντάξει να μην είμαι. Το αποτέλεσμα δεν ξέρω ποιο είναι και τι εντέλει "φωτίζεται", αλλά κάνοντας μια αναδρομή, το προφίλ μου είναι μια ωδή στον ρομαντισμό, είτε αυτός είναι μουσικός-ποιητικός είτε είναι πεζός».

Μαρίνα Σπανού
Η Μαρίνα Σπανού επί σκηνήςΜαρίνα Σπανού

Καθώς αναφερθήκαμε στις πανελλήνιες εξετάσεις, πέρασες τελικά στο Πανεπιστήμιο;

«Πέρασα στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο στο τμήμα Φιλολογίας της Φιλοσοφικής. Από πέρυσι φοιτώ στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου στην οποία είμαι αφοσιωμένη τις περισσότερες ώρες της εβδομάδας μου».

Θα ήθελα να μου πεις πόσο σε έχει επηρεάσει η δουλειά του μπαμπά και γνωστού ηθοποιού, Χρήστου Σπανού αλλά και της μαμάς, της μουσικού Μελίνας Παιονίδου, αλλά και ποια είναι σχέση σου με τους γονείς σου.

«Μεγαλώνοντας στα θέατρα της Αθήνας και στην Επίδαυρο δεν μπορούσα να φανταστώ τον εαυτό μου σε κάποιο άλλο περιβάλλον. Έμαθα να αγαπώ τη σκηνή και τους ανθρώπους μπροστά και πίσω από αυτή.

Οι γονείς μου είναι δύναμη για μένα. Όταν σκέφτομαι την αγάπη και τη στήριξη την προσωποποιώ με τα δικά τους υλικά. Η παρέα τους είναι πολύτιμη. Δεν ξέρω αν μπορώ να συμπυκνώσω σε μια παράγραφο τα ξενύχτια που έχω περάσει με τον μπαμπά μου μιλώντας για έρωτες και όνειρα, τις πολύωρες βόλτες με το αμάξι με τη μαμά μου, τις καταθέσεις στο σαλόνι.

Με τον πατέρα μου πλέον συνεργαζόμαστε και είμαι ευγνώμων γι αυτό. Έχει επιμεληθεί καλλιτεχνικά όλες μου τις live εμφανίσεις, από το πρόγραμμα μέχρι τον τελευταίο προβολέα. Μάλιστα, θα δουλέψουμε μαζί και σε μια θεατρική παράσταση που θα ανέβει την άνοιξη στην οποία θα γράψω μουσική. Θα πρωταγωνιστήσει μαζί με τη Φαίη Ξυλά στο έργο του Σπύρου Μιχαλόπουλου, σκηνοθεσία Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους. Είμαι ενθουσιασμένη γι' αυτό».

Θέλω να μας πεις τι αποτελεί έμπνευση για τα τραγούδια που γράφεις και να μας μιλήσεις για τον πρώτο σου δίσκο με τίτλο «Κι αν ποτέ μαραθεί» αλλά και τους… σταθμούς του.

«Η έμπνευση μου είναι η ζωή μου στις πολύ ευτυχισμένες της και στις πολύ μελαγχολικές της. Είναι η ζωή μου στα άκρα. Βιώματα και εν δυνάμει βιώματα. Ακόμα και κάτι λίγο έξω από μένα που μου κινεί το ενδιαφέρον. Το κλέβω για να ράψω ένα ξηλωμένο κομμάτι μου, μια ιστορία μου με κενά αέρος.

Ο δίσκος μου είναι μια προσωπική συλλογή από στιγμιότυπα που ήθελα να θυμάμαι έτσι ακριβώς όπως τα ένιωθα όταν τα ζούσα. Ήταν ο καιρός που ανακάλυπτα την πόλη μου και αυτές οι ιστορίες είναι σαν να επιπλέουν πάνω σε αυτή. Η κάθε περιοχή ήταν μια στάση για μένα, κυριολεκτική και ποιητική. Περίμενα σε όλους αυτούς τους σταθμούς και φεύγοντας άφησα πίσω τον απόηχο ενός έρωτα σε αναμονή.

"Κι αν ποτέ μαραθεί" λοιπόν, μια δημόσια απομόνωση, μια ενιαία διαδρομή, έξι περιοχές της Αθήνας, έξι τραγούδια για μια ημιτελή και συνάμα ολοκληρωμένη ιστορία. Έχει αγκαλιαστεί από τον κόσμο και είναι σαν αυτός ο κόσμος να αγκαλιάζει τα πιο ιδιωτικά μου κομμάτια».

Μαρίνα, θα σου θέσω λοιπόν την ερώτηση… Κι αν ποτέ μαραθεί;

«Θα βρίσκομαι εκεί. Εννοώ πως η Μαρίνα που έχει περάσει από τα σκαλιά που έσταζαν μέλι και τους φούρνους που κλείσανε, που έχει κεράσει μπύρες σε σινεμά, που έχει ψάξει πρόσωπα στις αποβάθρες, που τραγουδάει τα σπλάχνα της για να ακουστεί από την Πλάκα, που έχει φανταστεί να γυρνάει, όχι μόνη, σε μια μικρή κουζίνα στην Κυψέλη, αυτή η Μαρίνα βρίσκεται ακόμα εδώ. Είτε αλλάζουν οι καιροί, είτε αλλάζουμε και οι ίδιοι, τα υλικά μας δεν τα απαρνιόμαστε. Απλώς χτίζουμε διαφορετικούς οικισμούς».

Πιάνομαι από τα τραγούδια του δίσκου σου για να σε ρωτήσω τι είναι Αθήνα για εσένα και ποια είναι η αγαπημένη σου γωνιά της. Τι θα άλλαζες σε αυτή την πόλη;

«Όταν πνίγομαι έχω μόνο δύο εξόδους κινδύνου: να παίζω μουσική και να περπατάω στην Αθήνα. Την αγαπώ σε όλες τις φάσεις της και δε θα άλλαζα τίποτα. Ακόμα κι αν με ενοχλεί η κίνηση, τα λεωφορεία που αργούν, οι βλάβες του ηλεκτρικού, οι βρώμικες γωνιές.

Αποφεύγω να απαντήσω για το αγαπημένο μου σημείο σε αυτή (γέλια). Νομίζω πως μετατοπίζεται ανάλογα με τις ανάγκες μου και την εποχή. Οι δρόμοι της ανάβουν και σβήνουν, λιώνουν και σκληραίνουν. Είναι οι χώροι των αναμνήσεων μου και γυρνάω σε αυτούς με την ελπίδα ότι για λίγο θα γυρίσω και στις ίδιες τις αναμνήσεις. Πετυχαίνει. Απλώς καταλήγουν κάθε φορά να με βρίσκουν καινούργιες».

Που σε ακούμε live και ποια επόμενα σχέδια υπάρχουν στα σκαριά; Επίσης, θα συνεχίσεις τα υπαίθρια live;

«Πριν λίγες μέρες ολοκλήρωσα τα χειμερινά μου live με μια εμφάνιση στο Fuzz Club στην Αθήνα. Κοντά στην άνοιξη θα έρθουν πολύ όμορφα πράγματα όσον αφορά στις συναυλίες αλλά ίσως και στις κυκλοφορίες, χωρίς να κάνω περισσότερα spoilers. Τα υπαίθρια live δεν είναι στο πρόγραμμα μου, τουλάχιστον για τώρα».

Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Newsbomb.gr.