Βιρτζίνια Τζιούφρε: «Με βίασε γνωστός πρωθυπουργός» – Το νέο απόσπασμα από το βιβλίο της
Τα απομνημονεύματα της Τζιούφρε, που γράφτηκαν πριν αυτοκτονήσει τον Απρίλιο σε ηλικία 41 ετών, θα δημοσιευτούν την επόμενη εβδομάδα
Η Βιρτζίνια Τζιούφρε, ένα από τα πλέον γνωστά θύματα του Τζέφρι Έπσταϊν, αναφέρει στο βιβλίο της ότι ένας «γνωστός πρωθυπουργός» τη χτύπησε βάναυσα και τη βίασε. Ήταν μία επίθεση τόσο «άγρια», που την ώθησε να δραπετεύσει από το δίκτυο σεξουαλικής εκμετάλλευσης του Τζέφρι Έπσταϊν, όπως αποκαλύπτει.
Στα μεταθανάτια απομνημονεύματά της, Nobody’s Girl: A Memoir of Surviving Abuse and Fighting for Justice, η Τζιούφρε αναφέρεται στον θύτη της μόνο ως «πρωθυπουργό», επισημαίνοντας ότι φοβόταν πως θα «προσπαθούσε να μου κάνει κακό», αν τον κατονομάσει. Σε προηγούμενες δικαστικές καταθέσεις, είχε κατηγορήσει τον πρώην πρωθυπουργό του Ισραήλ Εχούντ Μπαράκ, ότι τη βίασε, μία κατηγορία που εκείνος έχει επανειλημμένα αρνηθεί.
Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα, η Τζιούφρε συνάντησε τον «πρωθυπουργό» στο ιδιωτικό νησί του Έπσταϊν στις Αμερικανικές Παρθένες Νήσους το 2002, όταν ήταν 18 ετών. Της δόθηκε εντολή να τον συνοδεύσει σε μία πολυτελή καλύβα, όπου η κατάσταση γρήγορα εξελίχθηκε σε βίαιη.
«Με έπνιγε επανειλημμένα, μέχρι που έχασα τις αισθήσεις μου και απολάμβανε να με βλέπει να τρέμω για τη ζωή μου. Το φρικτό είναι ότι ο πρωθυπουργός γελούσε όταν με πείραζε και “φτιαχνόταν” περισσότερο όταν τον ικέτευα να σταματήσει. Βγήκα από την καλύβα αιμορραγώντας από το στόμα, τον κόλπο και τον πρωκτό μου», έγραψε η Τζιούφρε.
Η Τζιουφρέ είπε ότι ο πολιτικός «με βίασε πιο άγρια από οποιονδήποτε άλλον στο παρελθόν».
Παρακάλεσε τον Έπσταϊν να μην την στείλει πίσω. «Γονάτισα και τον παρακάλεσα. Δεν ξέρω αν ο Έπσταϊν φοβόταν τον άνδρα ή αν του χρωστούσε χάρη, αλλά δεν έδωσε καμία υπόσχεση, λέγοντας ψυχρά για τη βιαιότητα του πολιτικού: «Αυτό συμβαίνει μερικές φορές», θυμάται.
Παρά τις ικεσίες της, ο Έπσταϊν την έστειλε αργότερα πίσω στον ίδιο άνδρα με το ιδιωτικό του τζετ, το Lolita Express. Η δεύτερη συνάντηση ήταν λιγότερο βίαιη, αλλά η Τζιούφρε είπε ότι ζούσε με το φόβο ότι θα της επιτεθεί ξανά.
«Δεν το ήξερα τότε, αλλά η δεύτερη επαφή μου με τον πρωθυπουργό ήταν η αρχή του τέλους για εμένα», έγραψε. Ύστερα από αυτό, σταμάτησε να προσλαμβάνει κορίτσια για τον Έπσταϊν, κάτι που την είχε αναγκάσει να κάνει στο παρελθόν.
«Μετά την επίθεση, δεν μπορούσα να μείνω άπραγη. Αφού μου φέρθηκαν τόσο βάναυσα και μετά είδα την αδιάφορη αντίδραση του Έπσταϊν αναφορικά με το πόσο τρομοκρατημένη ένιωθα, έπρεπε να αποδεχτώ ότι με επαινούσε απλώς ως μέσο χειραγώγησης για να με κρατήσει υποταγμένη. Νοιαζόταν μόνο για τον εαυτό του», έγραψε.
Το καλοκαίρι εκείνο, η Τζιούφρε είπε ότι ο Έπσταϊν και η Γκισλέιν Μάξγουελ τής ζήτησαν να γεννήσει το παιδί τους, προσφέροντάς της πλούτη, σπίτια και νταντάδες, αλλά μόνο αν παραιτηθεί από όλα τα νόμιμα δικαιώματα για το μωρό. Τρομοκρατημένη από το ενδεχόμενο το παιδί να προετοιμαστεί για εμπορία, άρχισε να σχεδιάζει τη διαφυγή της.
Σύντομα εγκατέλειψε τον κύκλο του Έπσταϊν, αλλά την στοίχειωσε για πάντα «το άπληστο, σκληρό βλέμμα του πρωθυπουργού καθώς με έβλεπε να ικετεύω για τη ζωή μου».
Τα απομνημονεύματα της Τζιούφρε, που γράφτηκαν πριν αυτοκτονήσει τον Απρίλιο σε ηλικία 41 ετών, θα δημοσιοποιηθούν την επόμενη εβδομάδα.
Διαβάστε επίσης