ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Νέα «ωρολογιακή βόμβα» το ιδιωτικό χρέος

Νέα «ωρολογιακή βόμβα» το ιδιωτικό χρέος

Στο μαρτύριο του Σισύφου είναι καταδικασμένη η ελληνική οικονομία και οι πολίτες που όση προσπάθεια κι αν καταβάλουν, όσες περικοπές κι αν υποστούν, όσο κι αν τα εισοδήματά τους μειωθούν και οι φόροι αυξηθούν, το χρέος ιδιωτικό και δημόσιο πάντα θα αυξάνεται και ασήκωτο για τους ώμους του θα απαιτεί ακόμη περισσότερες θυσίες.

ΔΙΠΛΗ Η ΑΠΟΤΥΧΙΑ ΤΩΝ ΜΝΗΜΟΝΙΩΝ - ΤΑ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΑ ΥΠΟΦΕΡΟΥΝ ΑΠΟ ΤΑ ΝΕΑ ΜΕΤΡΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΥΠΕΡΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ - CΙΤIGROUP: Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΔΕΝ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΠΟΥΘΕΝΑ

«Τα νοικοκυριά υποφέρουν», σημειώνει σε ανάλυσή της η Citibank από τα νέα μέτρα και ιδιαίτερα από τις αυξήσεις φόρων. Αυτό, όπως υπογραμμίζει, η Citi θα εμποδίσει την επιστροφή της Ελλάδας στη βιώσιμη ανάπτυξη για πολύ καιρό ακόμη....

Υπό την πίεση των μνημονιακών περικοπών, οι πολίτες δεν μπορούν πια να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους με αποτέλεσμα την εκτίναξη του ιδιωτικού χρέους και των κόκκινων δανείων. Η διπλή αποτυχία του μνημονίου μετριέται με την αδυναμία τελικά να περιοριστεί το δημόσιο χρέος από τη μια και από την άλλη με την εκτίναξη του ιδιωτικού, όπου αντανακλάται η μείωση των διαθέσιμων εισοδημάτων.

Το άθροισμα του δημοσίου και ιδιωτικού χρέους της Ελλάδας, μετά από 6 χρόνια Μνημόνια, φτάνει στα 700 δισ. ευρώ. Οι ιδιώτες χρωστάμε προς τις τράπεζες, την Εφορία, τα Ασφαλιστικά Ταμεία και τους Δημοσίους Οργανισμούς κοντά στα 328 δισ. ευρώ. Ποσό αντίστοιχο με το δημόσιο χρέος, σύμφωνα με την έκθεση για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας που δημοσίευσε το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής.

Οπως αναφέρουν οι αναλυτές, η χώρα πληρώνει και τις κακές επιλογές που έγιναν το πρώτο εξάμηνο του 2015. Οι συντάκτες εξηγούν ότι η «διαπραγμάτευση» Βαρουφάκη έφερε την χώρα ένα βήμα πριν την έξοδο από το ευρώ και επανέφερε την ύφεση στην οικονομία σε μια περίοδο που η υπόλοιπη Ευρώπη πετυχαίνει ρυθμούς μεγέθυνσης.

Επισημαίνουν δε ότι το ιδιωτικό χρέος αυξάνει ανεξέλεγκτα και κινείται προς το ύψος του δημόσιου χρέους, δηλαδή τα 328 δισ. ευρώ. Στην τριμηνιαία έκθεση του εκτιμάται διόγκωση των χρεών των ιδιωτών προς όλους:

  • προς τις Τράπεζες (προβλέψεις για μεγαλύτερη αύξηση των “κόκκινων” δανείων),
  • προς την εφορία (€ 1,1 δισ. ανά μήνα κατά μέσο όρο περίπου το πρώτο οκτάμηνο),
  • προς τα ασφαλιστικά ταμεία (ανήλθαν σε περίπου € 25 δισ.),
  • ακόμα και προς τη ΔΕΗ..

Τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς το Δημόσιο φτάνουν σε 92 δισ. ευρώ, τα «κόκκινα» δάνεια προς τις τράπεζες ανέρχονται σε περίπου 100 δισ. ευρώ, οι οφειλές προς τα Ταμεία (οι συνολικές, όχι μόνο τα 17 δισ. ευρώ που έχουν μεταφερθεί στο ΚΕΑΟ) έφτασαν σε 31 δισ. ευρώ. Επίσης νοικοκυριά και επιχειρήσεις οφείλουν στη ΔΕΗ ποσό ύψους άνω των 2,5 δισ. ευρώ.

Έχουμε δηλαδή ένα συνολικό ληξιπρόθεσμο και μη εξυπηρετούμενο ιδιωτικό χρέος πάνω από 225 δισ. ευρώ, που φτάνει στο 128% του ετήσιου ΑΕΠ, το οποίο και σταθερά αυξάνεται...

Η έκρηξη του ιδιωτικού χρέους, που καταγράφεται από το 2009 και μετά είναι φυσική εξέλιξη της βαθιάς ύφεσης που οδήγησε στην απώλεια του 26% του ΑΕΠ, στο λουκέτο χιλιάδων επιχειρήσεων και στην αύξηση των ανέργων κατά 900.000 άτομα.

Τα χειρότερα έρχονται, το στοίχημα που χάνεται το 2017

Η άρνηση οποιασδήποτε νέας ρύθμισης των οφειλών προς Δημόσιο και Ταμεία, σε συνδυασμό με τη συνεχή μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος δημιουργεί τις συνθήκες για να αυξηθούν περαιτέρω και χρέη και οι οφειλέτες. Ταυτόχρονα σε τέτοιο περιβάλλον μεγάλου χρέους είναι πολύ δύσκολο να αυξηθεί η κατανάλωση και να εμφανσιτούν τα πρώτα ίχνη ανάπτυξης.

Ο ορυμαγδός των φορολογικών μέτρων που έρχονται σε δόσεις κάθε μήνα και θα ενταθούν απο το νέο έτος και.... θα εμπλουτιστούν και από τις δεσμεύσεις που θα φέρει το κλείσιμο της β’ αξιολόγησης..

Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά το έγγραφο του κ. Dijsselbloem «μέτρα στο πεδίο της κοινωνικής ασφάλισης και της μεταρρύθμισης της αγοράς εργασίας αναμένεται να βρεθούν στο επίκεντρο της δεύτερης αξιολόγησης», και προσθέτει ότι θα πρέπει, επίσης, να ληφθούν μέτρα και στο πεδίο των ιδιωτικοποιήσεων, στον χρηματοπιστωτικό τομέα, στην αγορά ενέργειας, στη δημόσια διοίκηση, στη νομοθεσία για τη στρατηγική του προϋπολογισμού μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, στο επιχειρηματικό κλίμα, στις αγορές προϊόντων και στην παιδεία.

Παρά τις δυσκολίες να μετατραπεί η ύφεση σε ανάπτυξη σε περιβάλλον ασφυκτικής λιτότητας και με χρέη, κυβέρνηση και η ΤτΕ αναμένουν σχεδόν αλματώδη ανάπτυξη το 2017 κατά 2,7% του ΑΕΠ. Την ίδια αισιόδοξη πρόβλεψη περιέχει το Σχέδιο Προϋπολογισμού 2017 . Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) μάλιστα, υπερθεματίζει» σημειώνουν για να προσθέσουν « τα στοιχεία που διαθέτουμε δεν επιτρέπουν τόση αισιοδοξία. Οι εκτιμήσεις μη δημόσιων φορέων διαφέρουν.Αν επιβεβαιωθούν οι απαισιόδοξες προβλέψεις, θα ανατραπούν και προσδοκίες που έχουν επενδυθεί στο τρίτο Μνημόνιο..

Σε άλλο σημείο εξηγούν ότι το προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2017 που παρουσίασε η κυβέρνηση χαρακτηρίζεται από «φοροκεντρική λιτότητα». Εξηγούν δε ότι «προβλέπεται για το 2017 οριακή μείωση δαπανών κατά € 78,8 εκατ. και εκτεταμένη αύξηση εσόδων κατά € 2,513 δις ευρώ» ενώ επισημαίνουν ότι «τυχόν μειώσεις δαπανών αντί αυξήσεων φόρων θα είχαν πιθανόν μικρότερη άμεση υφεσιακή επίπτωση, το σημαντικότερο είναι ότι οι αυξήσεις φόρων αποθαρρύνουν την εργασία και την επιχειρηματικότητα (από την πλευρά της προσφοράς) και επομένως θολώνουν τις προοπτικές ανάκαμψης».

Citigroup: Η ανάπτυξη δεν φαίνεται πουθενά... τα νοικοκυριά υποφέρουν

Σε ανάλυσή της η Citigroup, σημειώνει πως η εμπιστοσύνη των Ελλήνων βρίσκεται στα επίπεδα της κρίσης του 2010-2012 και τα νοικοκυριά υποφέρουν, ενώ η επιστροφή της ανάπτυξης σε βιώσιμα επίπεδα δεν φαίνεται πουθενά ακόμα στον ορίζοντα.

Όπως τονίζει τα επίπεδα εμπιστοσύνης των νοικοκυριών δεν είναι πολύ πάνω από τα επίπεδα που επικρατούσαν κατά τη διάρκεια της κορύφωσης της ελληνικής κρίσης το 2010-2012.

Η Citi αναφέρεται και στην επιστροφή του οικονομικού κλίματος στα επίπεδα πριν την αναταραχή του καλοκαιριού του 2015 και την επιβολή των capital controls. Όπως σημειώνει, ο δείκτης οικονομικού κλίματος της Κομισιόν αυξήθηκε στο 93,8 τον Οκτώβριο, στο υψηλότερο επίπεδο από τον Μάρτιο του 2015.

Ωστόσο, όπως τονίζει ο δείκτης παραμένει κάτω από τα επίπεδα των υπόλοιπων χωρών της ευρωζώνης και πολύ κάτω από τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο, ενώ η επιχειρηματική εμπιστοσύνη υπεραποδίδει ξεκάθαρα του καταναλωτικού κλίματος». Το σύνολο των νοικοκυριών εξακολουθεί να υποφέρει από τα νέα μέτρα και ιδιαίτερα τις αυξήσεις φόρων. Αυτό, όπως υπογραμμίζει, η Citi θα εμποδίσει την επιστροφή της Ελλάδας στη βιώσιμη ανάπτυξη για πολύ καιρό ακόμη....

Σχετικές ειδήσεις