ΚΟΣΜΟΣ

Στις 24 και 25 Φεβρουαρίου οι εκλογές στην Ιταλία

Στις 24 και 25 Φεβρουαρίου οι εκλογές στην Ιταλία

Την 24η και 25η Φεβρουαρίου θα πραγματοποιηθεί η εκλογική διαδικασία στην Ιταλία, όπως ανακοίνωσε η κυβέρνηση τεχνοκρατών υπό τον πρωθυπουργό Μάριο Μόντι σήμερα, αφού ο πρόεδρος Τζόρτζιο Ναπολιτάνο υπέγραψε διάταγμα με το οποίο διαλύεται και τυπικά η βουλή.

Οι εκλογές προκηρύχθηκαν μετά την παραίτηση του Μόντι, δύο μήνες πριν από την ολοκλήρωση της θητείας του, λόγω της απώλειας της υποστήριξης του κεντροδεξιού κόμματος του Σίλβιο Μπερλουσκόνι Λαός της Ελευθερίας (PdL) στο κοινοβούλιο.

«Θα μεταφέρω στον Μάριο Μόντι τις ανησυχίες που εκφράστηκαν, ιδίως από την κεντροδεξιά, για την ανάγκη να διαδραματίσει έναν ουδέτερο ρόλο κατά την διάρκεια της προεκλογικής περιόδου», δήλωσε ο Ιταλός πρόεδρος της Δημοκρατίας, Τζόρτζιο Ναπολιτάνο, αμέσως μετά την υπογραφή του διατάγματός του για την διάλυση τη Βουλής.

Υπήρξαν «θετικές επιπτώσεις» από «τις αποφάσεις της κυβέρνησης Μόντι σε ότι αφορά την αξιοπιστία και την εγκυρότητα της χώρας μας στην Ευρώπη και σε διεθνές επίπεδο». Η τελική κρίση όμως για το έργο της κυβέρνησης τεχνοκρατών «ανήκει στις πολιτικές δυνάμεις», πρόσθεσε ο Ιταλός πρόεδρος.

Εκτός από την κεντροδεξιά και ο Νίκι Βέντολα, επικεφαλής του κόμματος Αριστερά και Ελευθερία, τάχθηκε ανοικτά κατά της καθόδου του Μόντι στον πολιτικό στίβο.

«Η βούληση του Μάριο Μόντι να εμπλακεί, άμεσα ή έμμεσα, στην προεκλογική περίοδο, είναι ένδειξη μιας συμπεριφοράς που δεν χαρακτηρίζεται από ευθύτητα, που θίγει τα κόμματα και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας», δήλωσε ο Βέντολα, ο οποίος έχει συνάψει συμμαχία με το κεντροαριστερό Δημοκρατικό Κόμμα.

Αύριο, ή το αργότερο αμέσως μετά τα Χριστούγεννα, ο Μόντι αναμένεται να ανακοινώσει αν και με ποιο τρόπο εννοεί να τεθεί επικεφαλής του χριστιανοδημοκρατικού κέντρου ή όχι. Σύμφωνα με πολλούς αναλυτές, πάντως, τις τελευταίες ώρες οι ενδοιασμοί του έχουν αυξηθεί και μπορεί να περιοριστεί στην παρουσίαση των κύριων θέσεων ενός μανιφέστου, υπέρ της παραμονής της χώρας στο ευρώ και της απελευθέρωσης τομέων της οικονομίας.

Με τον τρόπο αυτό θα μπορούσε να παραμείνει και ένα από τα ισχυρότερα ονόματα για το αξίωμα του προέδρου της δημοκρατίας, διεκδικώντας ένα ρόλο που θα του επέτρεπε να λειτουργήσει ως «εγγυητής» της μέχρι τώρα πορείας οικονομικής εξυγίανσης της χώρας και της συνέχισης της πολιτικής δημοσιονομικής προσαρμογής.